17.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΦιλοσοφίαΚάπου ανάμεσα στη μετριότητα του «περίπου»

Κάπου ανάμεσα στη μετριότητα του «περίπου»


Της Πένυς Πανούση, 

Ανάμεσα, μετριότητα, περίπου… Αν διαβάσεις αυτές τις λέξεις μ’ αυτή τη σειρά, χωρίς κάποιο σύνδεσμο, επίρρημα, ή σημείο στίξης, το πιο πιθανό είναι να μην κατανοήσεις καθόλου το περιεχόμενο της επικεφαλίδας. Αν, όμως, διάβαζες κανονικά την πρόταση, έτσι όπως έχει αποτυπωθεί (κάπου ανάμεσα στην μετριότητα του περίπου), άραγε θα καταλάβαινες; Οι πιθανότητες είναι 60-40, με το μεγαλύτερο ποσοστό πλειονότητας να μην καταλάβαινε το περιεχόμενο ή να το παρερμήνευε βάσει δικών της προσωπικών κριτηρίων ερμηνείας και αποτυπώσεων εννοιολογικά λέξεων, το οποίο καθίσταται και εξαιρετικά φυσιολογικό.

Τι σημαίνει, όμως, αυτή η επικεφαλίδα και κατά πόσο εμπεριέχεται στην ζωή μας;

Περίπου. Επίρρημα ποσού, χρόνου (τυπικά) ενδεχομένως και συναισθημάτων (άτυπα) για κάποιους. Η σημασία του μας αγκαλιάζει καθημερινά στη ζωή μας. Άλλοτε με τη χρήση του στον λόγο μας και άλλοτε, όντας εμείς υπό σύγχυση και δυσκολία να προσδιορίσουμε μια επισυνάπτουσα κατάσταση εξ ολοκλήρου, δίνοντας ακριβή σημασία, ονοματίζοντάς την και εξηγώντας την λεπτομερώς, αλλά παράλληλα εδραιώνοντάς την στο είναι μας. Γενικά και αντικειμενικά αποδεκτό το να χρησιμοποιούμε το «περίπου» στον διάλογό μας με τον περίγυρο, εφόσον αδυνατούμε να θυμηθούμε τη χρονική στιγμή ή την ποσοτική βαρύτητα ενός πράγματος/καταστάσεως, για το/α οποίο/α κάνουμε νύξη, αλλά όταν επιθυμούμε να εκφράσουμε και να προσδιορίσουμε ψυχοπνευματικές μας ανησυχίες και συναισθήματα, θα έπρεπε να τοποθετούσαμε εκείνο το περίπου μέσα μας, αλλά και έξω μας; Ολίγον (για να μη φανώ και απόλυτη) αδύνατον θα έλεγα. Το περίπου στα συναισθήματα δεν μπορεί να σταθεί. Είναι σαν να λες είμαι περίπου αγχωμένος, περίπου δυστυχισμένος, περίπου χαρούμενος, περίπου ερωτευμένος. Πώς γίνεται να οριοθετείς και να «συμπιέζεις» μία τόσο δυνατή στιγμή της ζωής σου και συνάμα ένα τόσο δυνατό συναίσθημα, με τη χρήση του περίπου; Το να μετριάζεις τα συναισθήματά σου βάζοντάς τα σε ασφυκτικά κουτάκια είναι μια οξύμωρη αντίθεση, αν σκεφτείς ότι ακόμα και οι ορμόνες σου σε τέτοιες ψυχικές διακυμάνσεις, είτε βρίσκονται στο ζενίθ τους, είτε στον πάτο, τόσο χαμηλά… Σπανίως, όμως, κάπου στο ενδιάμεσο.

Η προσπάθειά μας να μετριάσουμε αυτά τα οποία νιώθουμε, άλλοτε μπορεί να σταθεί αρκετά λυτρωτική και άλλοτε λάθος ως προς τη διαχείρισή της. Λυτρωτική γιατί ενδεχομένως προλαμβάνουμε, αλλά και περιορίζουμε προβλεπόμενες εξάρσεις συναισθημάτων, οι οποίες κατά κύριο λόγο εξέρχονται με άσχημο και παρορμητικό τρόπο, ο οποίος δεν εκφράζει πάντοτε το άτομο που εξωτερικεύει αυτά τα καταπιεσμένα συναισθήματα. Από ένα σημείο και ύστερα, δεν είναι τόσο στο χέρι του να υποκριθεί ως προς αυτά που κρύβει και σκεπάζει μέσα του, μην τυχόν και βγουν προς τα έξω του και τρομοκρατήσει τον ίδιο και τον κύκλο συναναστροφής του, καθώς η υπερχείλιση δε θα αργήσει να κάνει τη θεαματική εμφάνισή της, σαν μια συνοπτική καταιγίδα που θα ισοπεδώσει σχεδόν τα πάντα στο πέρασμά της.

Στον αντίποδα, ο μετριασμός των συναισθημάτων μας και των αισθημάτων μας, αν δεν αποδειχθεί εξαρχής καταστροφικός, σίγουρα θα αποδειχθεί στην πορεία. Αργά, με σταδιακή αποδόμηση.

Ειδικότερα, ως ανθρώπινες υπάρξεις καταφεύγουμε στον μετριασμό των συναισθημάτων μας, διότι νιώθουμε πως η απομάκρυνσή μας απ’ το ολοκληρωτικό προς κάτι το λιγότερο, μας προστατεύει από επερχόμενη ντροπή, λάθος κινήσεις, εξευτελισμό και αποκάλυψη των εαυτών μας. Το τελευταίο είναι που φοβούνται περισσότερο οι άνθρωποι. Να αποκαλυφθούν, να ξεγυμνώσουν την ψυχή τους και να δείξουν όλα όσα νιώθουν χωρίς δεύτερες σκέψεις, φόβους και ενδοιασμούς. Ως απόρροια αυτού, λοιπόν, καταφεύγουν πίσω απ’ το οχυρό εν ονόματι «περίπου». Δεν έχουν όπλα, ούτε πυρομαχικά μαζί τους. Θα είχαν μόνο αν επέλεγαν το απόλυτο τίποτα. Εκεί θα έπρεπε να παλέψουν με εξοπλισμό και σώμα με σώμα, διότι το τίποτα δε θα μπορούσε να έχει κάποιο οχύρωμα, έστω και κάποιου μικρού ύψους. Στην προκειμένη περίπτωση, η δύναμή τους είναι οι ίδιες οι υπάρξεις τους. Αν, όμως, επέλεγαν να αποκαλυφθούν χωρίς φόβο, ούτε και εκεί θα είχαν κάποιο οχύρωμα, που κι αν είχαν θα το κατέστρεφαν, δε θα το χρειάζονταν. Ούτε και εξοπλισμό θα είχαν. Θα ήταν αποκαλυμμένοι. Θα σήκωναν τα χέρια ψηλά, με τεντωμένο το στήθος και αυτοπεποίθηση. Μια λευκή σημαία θα κυμάτιζε κάπου από πίσω. Τι συμβαίνει, όμως, στο περίπου; Στο περίπου, βρίσκονται άοπλοι πίσω από ένα μετρίου προς μικρού μεγέθους οχυρό. Οι σφαίρες και ο εχθρός μπορούν να τους πετύχουν ανά πάσα στιγμή, χωρίς ιδιαίτερο κόπο. Εκείνοι κρύβονται για όσο μπορούν πίσω από έναν μικρό τοίχο. Με μόνο τους σύμμαχο τα λίγα λεπτά του χρόνου και αντιπάλους όλα τα υπόλοιπα. Αυτή η μάχη είναι χαμένη. Γιατί, λοιπόν, να επιλέξεις το περίπου; Αν διάλεγες το τίποτα θα είχες με κάτι να παλέψεις. Αν πάλι διάλεγες το «όλα», θα ήσουν καλά μέσα σου. Θα είχες συμφιλιωθεί με τις αποφάσεις σου, θα ήσουν ήρεμος και δε θα σε ένοιαζαν οι επιπτώσεις. Θα ήσουν προπάντων καλά με εσένα. Ενώ με το περίπου, τι κερδίζεις; Τίποτα απολύτως. Ξεγελιέσαι. Δίνεις την ώθηση στον εαυτό σου να μετριάζει τις διαθέσεις του και τα όσα αισθάνεται. Να τα υπολογίζει με το μέτρο και ό,τι περισσεύει ή είναι περισσότερο, βάσει του επιθυμητού, να το σκίζει. Να το σκίσουμε, καλώς, αν πραγματικά δεν μας αρέσει. Αλλά, μήπως σκίζουμε τους εαυτούς μας; Με το «περίπου» εξαναγκαζόμαστε έμμεσα να εξοικειωνόμαστε με τη χλιαρότητα και το σύνδρομο της μετριότητας. Εκεί που είχαμε βάλει κάτι ψηλά, ενδόμυχα, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε το μειώνουμε, ενώ θα μπορούσαμε να το έχουμε ψηλά να πρωτοστατεί.

Η ηγεμονία του περίπου δεν επηρεάζει μόνο τα συναισθήματά μας, τα οποία συνηθίζουν, με την πάροδο του χρόνου, να βρίσκονται διαρκώς κάπου στη μέση, σαν σταθερό καρδιογράφημα, αλλά και το γενικότερο lifestyle μας, το οποίο εμπλουτίζεται από καθετί μέτριο. Μέτριες επιλογές, μέτριες αποφάσεις, μέτριες γνώσεις κ.α. Επιπλέον, η εδραίωση και η εξουσία του περίπου στη ζωή μας μας μειώνει και ως προσωπικότητες, και μας καθιστά αμφιλεγόμενες ως προς την μελλοντική πορεία μας, αλλά και προς τον έως τώρα βαδισμό μας. Οι προσωπικότητες, εκείνες που θα αντέξουν και δε θα εξαϋλωθούν, θα είναι εκείνες που έχουν σταθερή ταυτότητα με έντονα στοιχεία. Αυτές θα μείνουν, αυτές και θα αφήσουν το αποτύπωμά τους. Οι υπόλοιπες θα είναι αναλώσιμες. Η αίσθηση του περίπου σε καθιστά παράλληλα και αγωνιστή της μετριότητας. Παλεύεις για κάτι στα ελεγχόμενα όριά σου και όχι για κάτι πιο δύσκολο, πιο ζηλευτό. Δε δίνεις το κίνητρο στον εαυτό σου να πετύχει το δικό του -για τα δεδομένα- αδύνατο. Εν αντιθέσει, συμφιλιώνεσαι με τη μονιμότητα και το δεδομένο που ήδη έχεις. Διαλέγεις να μη ρισκάρεις, να μη ζήσεις. Περιορίζεσαι, όλο και περιορίζεσαι. Αυτή η μονοτονία, όσο ασφαλής και να είναι, τόσο θα σε πνίγει σαν θηλιά στον λαιμό σου. Αφού, λοιπόν, διάλεξες το περίπου και έγινες επιστήθιος φίλος με τη μετριότητα, αρχίζεις και αναρωτιέσαι κάποια στιγμή για το πού ακριβώς βρίσκεσαι. Καθώς έβαλες από μόνος σου τον εαυτό σου στη θέση της διαρκούς αυτομείωσης, έχεις μπερδευτεί τόσο και δεν μπορείς να ξεδιαλεχθείς και να αφαιρέσεις τις θηλιές και τα σκοινιά που σε κρατούν δέσμιο του εαυτό σου. Ψάχνεις, ψάχνεις, ψάχνεις… και ανακαλύπτεις πως βρίσκεσαι κάπου στο ανάμεσα. Στο ανάμεσα από που; Από τι; Στο ανάμεσα από ένα σωρό μετριότητες του περίπου που διάλεξες. Τώρα, λοιπόν, ακροβατείς μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας…

Στοπ. Παύση χρόνου.

Αναδρομή στο παρελθόν.

Πριν αποφασίσεις να θαυμάσεις την ιδέα του περίπου και της μετριότητας και να τα ενσαρκώσεις, κάνε ένα βήμα πίσω. Αν αποφασίσεις και τα διαλέξεις, δε θα σωθείς, ούτε θα λυτρωθείς από πλάνες του μυαλού σου. Αντιθέτως, θα περιπλέξεις όσα είναι ήδη περίπλοκα μέσα σου. Δείξε αυτό που νιώθεις, μίλησε γι’ αυτό, πες το ευθαρσώς, με ειλικρίνεια και καμάρι. Αν πάλι δεν το νιώθειςπολύ, μην το αναφέρεις καν. Οι προσποιήσεις είναι περιττές και ξεγελιέται εκείνος που τις επιχειρεί πάντοτε. Ποτέ ο αποδέκτης. Αν το αισθάνεσαι λίγο, δεν το αισθάνεσαι καθόλου. Το λίγο είναι λέξη άγνωστη στα συναισθήματα. Βάλ’ του καλύτερα την ονομασία «τίποτα».

Μέτρον άριστον” τάδε έφη, ο Κλεόβουλος ο Λίνδιος. Το μέτρο, όμως, δεν έχει καμία συσχέτιση με τη μετριότητα. Η ισοστάθμιση και ισορροπία του ρυθμού της ζωής μας δεν έχει καμία σχέση με την αποδόμηση της προσωπικότητάς μας, την οποία ωθεί η μετριότητα. Ο άνθρωπος είναι η προσωποποίηση όλου του καμβά των εκπλήξεων. Η προσμονή για εκπλήρωση μεγάλων πραγμάτων. Κάνε σύμμαχό σου το πάθος και το σθένος και θα είσαι αήττητος. Δώσε το όλον σου. Δώσε το όλο, χωρίς μικροφοβίες, νιώσε αυτό που λες. Εάν τυχόν δεν το νιώθεις, μην προσπαθείς να το κάνεις να φαίνεται πιο ήπιο εφόσον δεν είναι. Αν νιώθεις, λοιπόν, το τίποτα, δώσε το τίποτα. Είναι το όλον που θα μπορούσες να δώσεις. Το απόλυτο τίποτα. Πολύ πιο ισχυρό απ’ το κίβδηλο περίπου. Κάνε αυτό που νιώθεις, δεν έχεις καιρό για μετριότητες. Ελευθερώσου!


Πένυ Πανούση

Γεννημένη στις 16 Ιουνίου του 2000 στην Αθήνα με καταγωγή απ’ την Αρκαδία. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, στην Κόρινθο. Στα γενικά ενδιαφέροντά της, συγκαταλέγονται οι προσομοιώσεις συνεδρίων διεθνής κλίμακας, η μελέτη κοινωνικοπολιτικών ζητημάτων, η ανάγνωση βιβλίων και η φιλοσοφία.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Πέννυ Πανούση
Πέννυ Πανούση
Γεννημένη στις 16 Ιουνίου του 2000 στην Αθήνα με καταγωγή απ’ την Αρκαδία. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, στην Κόρινθο. Στα γενικά ενδιαφέροντά της, συγκαταλέγονται οι προσομοιώσεις συνεδρίων διεθνής κλίμακας, η μελέτη κοινωνικοπολιτικών ζητημάτων, η ανάγνωση βιβλίων και η φιλοσοφία.