Της Ελευθερίας Τάνκα,
Οι σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1959 με αίτηση που υπέβαλε η χώρα μας για ένταξη στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Η αίτηση αυτή οδήγησε στην υπογραφή, τον Ιούνιο του 1961, της Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ Ελλάδας και ΕΟΚ και ήταν η πρώτη συμφωνία σύνδεσης που σύναψε ποτέ η ΕΟΚ. Οι διαδικασίες πάγωσαν τον Απρίλιο του 1967, με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, αλλά ενεργοποιήθηκαν ξανά με την αποκατάσταση της δημοκρατίας μερικά χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 1974.
Σταθερό όραμα και εθνικός στόχος, ωστόσο, του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν η πλήρης ενσωμάτωση της χώρας στην ΕΟΚ. Πίστευε ότι η ευρωπαϊκή ένταξη της Ελλάδας θα βοηθούσε στην επίλυση διάφορων προβλημάτων που αντιμετώπιζε η χώρα. Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσε να επιτευχθεί η οικονομική ανάπτυξη, η πολιτική ασφάλεια και σταθερότητα, καθώς και η αποκατάσταση και εδραίωση της δημοκρατίας.
Η πρώτη απάντηση στο ελληνικό αίτημα δίνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οποία σύμφωνα με το άρθρο 237 της Συνθήκης της Ρώμης έπρεπε να διατυπώσει γνώμη. Η γνώμη που δημοσιεύθηκε στις 28 Ιανουαρίου του 1976 ήταν διπλή. Δηλαδή, αφενός υποστηρίχτηκε ότι έπρεπε να δοθεί αδιαμφισβήτητα θετική απάντηση στο αίτημα της Ελλάδας για ένταξη, αφετέρου πριν την πλήρη ενσωμάτωση της χώρας είναι απαραίτητο να προηγηθεί μία προενταξιακή μεταβατική περίοδος με στόχο να λάβουν χώρα οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.
Οποιαδήποτε χώρα που επιθυμεί να γίνει μέλος της ΕΕ πρέπει να πληροί μία σειρά από προϋποθέσεις, τα γνωστά κριτήρια της Κοπεγχάγης. Αυτά είναι τα εξής: η σταθερότητα των θεσμών που προωθούν και προστατεύουν τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τα δικαιώματα του ανθρώπου, ο σεβασμός και η προστασία των μειονοτήτων, η οικονομία της αγοράς και η ικανότητα αποτελεσματικής αντιμετώπισης των ανταγωνιστικών πιέσεων στο πλαίσιο της ΕΕ, ικανότητα ανάληψης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ιδιότητα του μέλους, καθώς επίσης η ικανότητα να εφαρμόζονται αποτελεσματικά οι κανόνες, τα πρότυπα και οι πολιτικές που προβλέπονται από τη νομοθεσία της ΕΕ.
Η πρόταση της Επιτροπής απορρίφθηκε με παρέμβαση από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Τον Ιούλιο του 1976 άρχισαν οι διαπραγματεύσεις ένταξης, οι οποίες ολοκληρώθηκαν τον Μάιο του 1979. Στις 28 Μαΐου υπογράφεται στην Αθήνα, στο Ζάππειο Μέγαρο, η Πράξη Προσχώρησης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Το ελληνικό Κοινοβούλιο κύρωσε τη συμφωνία στις 28 Ιουνίου του 1979. Η ένταξη της Ελλάδας το 1979 στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα αποτελεί την πραγματοποίηση κάποιων από τους πολιτικούς στόχους του τότε πρωθυπουργού.
Η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως το δέκατο μέλος της το 1981. Ουσιαστικά όμως, χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια από αυτή την τυπική ένταξη, για να ξεκινήσει η προσαρμογή της χώρας στη διακυβέρνηση σύμφωνα με το ευρωπαϊκό μοντέλο. Πολλές φορές, η χώρα εισέπραξε κονδύλια και τα χρησιμοποίησε με τρόπο αναποτελεσματικό, στοχεύοντας στο βραχυπρόθεσμο όφελος και εφαρμόζοντας ένα οικονομικό μοντέλο στηριγμένο στην υπερβολική κατανάλωση και την αύξηση των χρεών, ενώ παράλληλα δεν έκανε αρκετές επενδύσεις. Αντίθετα θα μπορούσε να τα είχε χρησιμοποιήσει για την εγκαθίδρυση μίας βιώσιμης ανάπτυξης. Η κακή δημοσιονομική διαχείριση από την πολιτική ηγεσία της χώρας, οδήγησε σε μία βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση.
Οι ωφέλειες που απορρέουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολλές. Μια από αυτές είναι η κατασκευή έργων υποδομής μέσω των ευρωπαϊκών κονδυλίων και η οικονομική ανάπτυξη. Ευνοείται η ελεύθερη διακίνηση προσώπων, κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών, που οδηγεί στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου των κρατών-μελών. Διαμορφώνεται μια κοινή εσωτερική αγορά, με ενιαίο νόμισμα, που βοηθά στις μετακινήσεις, στον τουρισμό και στο εμπόριο. Η επικράτηση των δημοκρατικών πολιτευμάτων, η κατοχύρωση και η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ο περιορισμός των εθνικών προκαταλήψεων και η εξάλειψη του ρατσισμού, η καλλιέργεια σχέσεων φιλίας και καλής γειτονίας ενθαρρύνουν τη συνύπαρξη και τη συνεργασία μεταξύ των λαών της Ευρώπης. Η διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού και ενός κοινού ευρωπαϊκού κεκτημένου συμβάλλει στη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων.
Αναμφίβολα, όπως η Ελλάδα έχει κερδίσει πολλά από την πορεία της ως μέλος της ΕΕ, έτσι και η ίδια η Ένωση γνώρισε πολλά οφέλη από τη χώρα μας. Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικό επιστημονικό δυναμικό, που μπορεί να προσφέρει πολλά. Δεν είναι μία ιδιαίτερα σημαντική οικονομική δύναμη, αλλά υπάρχουν τομείς της οικονομίας που μπορούν να αναπτυχθούν σημαντικά όπως η ναυτιλία, ο τουρισμός και η ενέργεια. Από πολιτική και στρατηγική άποψη, μπορούμε να αξιοποιήσουμε την ιδιαίτερη γεωπολιτική μας θέση και να λειτουργήσουμε ως γέφυρα, ανάμεσα στην Ευρώπη και τις βαλκανικές χώρες και ανάμεσα στην Ευρώπη και τον Αραβικό κόσμο. Ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός, λόγω της ποικιλομορφίας και της αυθεντικότητάς του, μπορεί να συμβάλλει στην ανανέωση και την προστασία του ευρωπαϊκού πολιτισμού εν γένει.
Τέλος, η χώρα μας αναπτύσσει ενεργή δράση στα θεσμικά όργανα της Ένωσης. Αναλυτικότερα, στο Ευρωπαϊκή Κοινοβούλιο έχει 21 μέλη, ενώ στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή καθώς και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών έχει από 11 εκπροσώπους σε αμφότερα τα όργανα. Είχε αναλάβει επίσης την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ στις εξής περιόδους: Ιούλιος με Δεκέμβριος του 1983, Ιούλιος με Δεκέμβριος του 1988, Ιανουάριος με Ιούνιος του 1994, Ιανουάριος με Ιούνιος του 2003 και Ιανουάριος με Ιούνιος του 2014.
Βιβλιογραφία
- Neill Nugent, «Πολιτική και Διακυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση», εκδόσεις Σαββάλας (σελ. 68-75)
- Ναπολέων Μαραβέγιας, «Ευρωπαϊκή Ένωση, δημιουργία, εξέλιξη, προοπτικές», εκδόσεις Κριτική (σελ.56-58)
- «Ελλάδα και ΕΕ», διαθέσιμο στην εξής ιστοσελίδα https://europa.eu/european-union/about-eu/countries/member-countries/greece_el
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1999. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Γνωρίζει Αγγλικά, Αλβανικά, Ιταλικά και Γαλλικά. Παρακολουθεί σεμινάρια στρατηγικής και διεθνών σχέσεων. Ενδιαφέρεται για τα διεθνή ζητήματα, την ιστορία και τη διπλωματία. Αγαπά τις ξένες γλώσσες και τα ταξίδια. Προσπαθεί να δραστηριοποιείται όσο το δυνατόν περισσότερο σε διάφορους τομείς.