13.5 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΤεχνολογίαΗ μελλοντική βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ

Η μελλοντική βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ


Της Ασπασίας Παπαδοπούλου, 

Πώς οι στόχοι της ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφορικά με την επένδυση για μια έξυπνη, καινοτόμα και βιώσιμη βιομηχανία θα μπορούσαν να επιτευχθούν βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, με ιδιαίτερη έμφαση στις τρέχουσες προκλήσεις για τη βιομηχανία της ΕΕ και το σημερινό πολιτικό πλαίσιο; Η CSIL και οι σύμβουλοί της εξέτασαν ενδελεχώς το ερευνητικό ερώτημα, αναλύοντας διάφορα στοιχεία της νέας στρατηγικής της ΕΕ για τη βιομηχανική ανάπτυξη. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι παρόλο που η βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ εξακολουθεί να είναι μια «μετα-πολιτική» (η συνέχεια των ήδη υφιστάμενων πολιτικών και όχι η δημιουργία νέων), προωθεί με επιτυχία μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση. Ωστόσο, οι στρατηγικοί στόχοι οφείλουν να προσδιορίζονται σαφέστερη, με στόχο την κινητοποίηση των αναγκαίων προσπαθειών για την επίτευξή τους.

Οι αναπτυγμένες χώρες εκδηλώνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη βιομηχανική πολιτική, καθώς και για τη διάδοση μιας «συστημικής προσέγγισης». Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, δίνεται έμφαση στη δημιουργία μιας αγοράς και στους στρατηγικούς στόχους που αφορούν την εναρμόνιση των αρχών βασισμένων στον τόπο. Τα νέα χαρακτηριστικά της συστημικής προσέγγισης βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλα τα κράτη μέλη, ακόμη και αν υπάρχουν ιστορικά πατροπαράδοτες εθνικές γραμμές. Στο μέλλον, η βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ οφείλει να έρθει αντιμέτωπη με “megatrends” που σχετίζονται με τις τεχνολογικές και κοινωνικοοικονομικές αλλαγές, καθώς και τις εξελίξεις της ΕΕ (ιδιαίτερη μέριμνα έχει δοθεί για την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και τις μελλοντικές αλλαγές στο πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο).

Στο παραπάνω πλαίσιο, μπορούν να προσδιοριστούν τέσσερα βασικά κριτήρια για την αξιολόγηση της βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ:

1. Προσδιορισμός και δέσμευση για ένα σύνολο μακροπρόθεσμων στόχων.

2. Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση σε διάφορους πολιτικούς τομείς.

3. Ένας απολογισμός για την τοπική δυναμική ώστε να διατηρηθεί η κοινωνικό-οικονομική και εδαφική συνοχή μεταξύ των κρατών μελών και των περιφερειών.

4. Οριζόντιος και κάθετος συντονισμός των ενδιαφερόμενων μερών με σκοπό την έρευνα και την πολιτική ολοκλήρωση.

Σύμφωνα με την προαναφερθείσα άποψη, ένα μοντέλο πολυεπίπεδης διακυβέρνησης προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στη σύνθεση μιας δέσμης μέτρων για τη βιομηχανική πολιτική και συγκεκριμένα στον σχεδιασμό, την παρακολούθηση και την επιβολή της. Οι κάθετες και οι οριζόντιες αλληλεπιδράσεις αποτελούν κεντρικό στοιχείο της διαδραστικής διαδικασίας εκμάθησης και διάδοσης της τεχνικής και της πολιτικής καινοτομίας.

Η προσέγγιση της ΕΕ για τη βιομηχανική πολιτική έχει περάσει από πολλά στάδια από τη δεκαετία του 1950. Μια οριζόντια προσέγγιση της βιομηχανικής πολιτικής ξεκίνησε σε ευρωπαϊκό επίπεδο τη δεκαετία του 1980, η οποία σταδιακά συμπληρώθηκε με περισσότερα μέτρα ανά τομέα από τη δεκαετία του 1990. Από τη δεκαετία του 2000, έχει ευδοκιμήσει η ​​φιλοδοξία μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης της βιομηχανικής πολιτικής, τονίζοντας τον συνδυασμό πολλών σχετικών πολιτικών σε μια ολιστική προοπτική. Η βιομηχανική πολιτική άρχισε να αντιμετωπίζεται ως αντίδραση σε αναδυόμενες προκλήσεις όπως η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική πρόοδος.

Η ανακοίνωση «Επενδύοντας σε μια έξυπνη, καινοτόμα και βιώσιμη βιομηχανία – μια ανανεωμένη στρατηγική της βιομηχανικής πολιτικής της ΕΕ» του 2017 προτείνει μια περιεκτική σύνοψη όλων των πολιτικών της ΕΕ που συμβάλλουν στη βιομηχανική ανάπτυξη, τονίζοντας τη φιλοδοξία μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης που να συμβαδίζει με τις εξελίξεις της δεκαετίας 2000-2010. Η ανακοίνωση του 2017 ορίζει έξι πυλώνες: δύο κάθετους (ψηφιοποίηση και πράσινη οικονομία) και τέσσερις οριζόντιους (ενιαία αγορά, διεθνοποίηση, επενδύσεις και καινοτομία).

Αναμφίβολα, οι τεχνοκρατικές και οι πολιτικές οικονομικές σχέσεις αλληλοεπιδρούν. Επομένως είναι απαιτούμενη η ικανότητα συμμετοχής σε ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών φορέων και η ενθάρρυνση της δέσμευσης από τη βάση προς την κορυφή, όπως η ικανότητα ενσωμάτωσης του κοινωνικού προβληματισμού στις πρακτικές αξιολόγησης της πολιτικής, καθώς και η ικανότητα δημιουργίας νέων οργανωτικών μορφών στις οποίες ακόμη υφίσταται οργανωτική ρευστότητα (π.χ. διατομεακές ομάδες).

Τα μέτρα που εμπίπτουν στο πλαίσιο της θεματικής-τομεακής προσέγγισης αποκαλύπτουν την πρόσφατη εξέλιξη της προσπάθειας της ΕΕ για την υλοποίηση των στόχων που συνδέονται με τη βιομηχανία (π.χ., ψηφιοποίηση, πράσινη οικονομία) και την υιοθέτηση της προοπτικής της αλυσίδας αξίας, συμπληρώνοντας την παραδοσιακή στήριξη σε μεμονωμένους βιομηχανικούς τομείς .Ωστόσο, η σημασία της χρηματοδότησης της πολιτικής συνοχής για την οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη καθίσταται απαραίτητη, προκειμένου να υποστηριχθούν τα μέτρα που παρουσιάζονται στις δύο προσεγγίσεις.

Η οριζόντια προσέγγιση παραμένει στον κεντρικό παραδοσιακό πυλώνα της βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ. Η διευρυμένη αρμοδιότητα της ΕΕ στις αντίστοιχες πολιτικές (π.χ. εμπορική πολιτική ή πολιτική ανταγωνισμού) έρχεται σε ρήξη με τις θέσεις των κρατών μελών. Η θεματική-τομεακή προσέγγιση προσδιορίζει τους ευρείς κοινωνικοοικονομικούς στόχους που η ΕΕ επιδιώκει να αντιμετωπίσει και καλύπτει έναν δυναμικό τομέα παρέμβασης. Αντιθέτως, η τοπική προσέγγιση δεν εντάσσεται στις προτεραιότητες της στρατηγικής ατζέντας, παρά το γεγονός ότι η πολιτική συνοχής αποτελεί μείζονα χρηματοδοτική συνεισφορά στη στρατηγική. Ένας μεγάλος αριθμός μηχανισμών διακυβέρνησης αναπτύσσεται συγκεντρώνοντας πολλούς ενδιαφερόμενους. Ωστόσο, αποτελούν ένα διάσπαρτο σύνολο και απουσιάζει ένας πανευρωπαϊκός μηχανισμός συντονισμού για τον συνδυασμό των διαφόρων διαθέσιμων πηγών χρηματοδότησης. Τα στοιχεία από τις μελέτες παρουσιάζουν πως οι πολιτικές της ΕΕ ευνοούν την άσκηση πολιτικής σε περιφερειακό επίπεδο. Ομοίως, το θεσμικό πλαίσιο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τα αποτελέσματα των πολιτικών της ΕΕ για τη στήριξη της βιομηχανικής ανάπτυξης.

Συμπεράσματα

Η βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ εξακολουθεί να είναι μια «μετα-πολιτική» ενός συνόλου υφιστάμενων πολιτικών. Εντούτοις, αναπτύσσεται μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση, η οποία επιτρέπει τον καλύτερο συντονισμό μεταξύ των πολιτικών. Επιπροσθέτως, οι θεματικές προτεραιότητες καθορίζονται γύρω από την ψηφιοποίηση και την πράσινη ανάπτυξη. Τα σχέδια δράσης ακόμη δεν συνδέονται με σαφείς και φιλόδοξους μακροπρόθεσμους στόχους. Υπάρχει περιορισμένη πολιτική επαγρύπνηση για την τοπική συνοχή, παρόλο που αποτελεί ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και είναι καθοριστικό για την επιτυχία της στρατηγικής. Προκειμένου να ενισχυθεί η πρωτοβουλία που ξεκίνησε η βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ το 2017, είναι ζωτικής σημασίας οι περισσότερες στρατηγικές επιλογές, η εντατικότερη συμμετοχή των περιφερειών και η εφαρμογή ενός σχεδίου που δεν έχει δοκιμαστεί με την προσδοκία της επιτυχίας.


Το άρθρο είναι βασισμένο στη μελέτη: «How to tackle challenges in a future-oriented EU industrial strategy?»

Europarl.europa.eu. (2019). How to tackle challenges in a future-oriented EU industrial strategy? (2 Volumes) – Think Tank. [online] Available at: https://www.europarl.europa.eu/thinktank/en/document.html?reference=IPOL_STU(2019)638409


Ασπασία Παπαδοπούλου

Ελληνοπολωνή, απόφοιτη του Tμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών. Aυτήν την περίοδο κάνει μεταπτυχιακό στην Ενέργεια, στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Μιλάει 4 γλώσσες και έχει ταξιδέψει σε πάνω από 20 χώρες. Εκτός από την Ελλάδα, έχει ζήσει στο Βέλγιο και στην Πολωνία. Παίζει σκάκι, λατρεύει τις προκλήσεις, τα ταξίδια, και διαβάζει καθημερινά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά άρθρα, ώστε να διευρύνει τις γνώσεις της.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θάνος Κουλουβάκης
Θάνος Κουλουβάκης
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα. Σπουδάζει στο τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης, στο Ρέθυμνο. Αφοσιώθηκε από μικρή ηλικία στη λογοτεχνία – τόσο ως αναγνώστης όσο και ως δημιουργός. Στα εφηβικά του χρόνια ξεκίνησε την ενασχόλησή του με την αρθρογραφία, η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τον χώρο των εκδόσεων και δύο βιβλία του έχουν εκδοθεί.