Του Θανάση Κουκόπουλου,
Πολύς κόσμος παρακολούθησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την πρόσφατη αλλαγή σελίδας στη βρετανική μοναρχία. Ας γνωρίσουμε, λοιπόν, τον ένα από τους δύο συνονόματους προκατόχους του νυν βασιλιά Καρόλου Γ΄. Ο Κάρολος Α΄ (βασιλεία: 1625-1649) ήταν ο δεύτερος γόνος της δυναστείας των Στιούαρτ που ανέβαινε στον βρετανικό θρόνο, διαδεχόμενος τον πατέρα του Ιάκωβο Α΄.
Ήδη τα πρώτα «δείγματα γραφής» του νέου μονάρχη δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντικά. Σύντομα ενεπλάκη σε πόλεμο με τη Γαλλία. Λόγω της αγωνιώδους αναζήτησης χρημάτων, αναγκάστηκε να επιβάλει σκληρά μέτρα ερήμην των αποφάσεων του κοινοβουλίου, όπως ήταν ο υποχρεωτικός στρατωνισμός των ανδρών του σε ιδιωτικά καταλύματα ή η λήψη υποχρεωτικών εσωτερικών δανείων. Έτσι, το 1628 οι ηγέτες του κοινοβουλίου του επέβαλαν τη λεγόμενη «Αίτηση για Δικαιοσύνη» (Petition of Right), προκειμένου να καταφέρουν να θέσουν τέρμα στις αυθαιρεσίες του.
Παρά την αποδοχή της εκ μέρους του Καρόλου, τα πράγματα δεν ηρέμησαν καθόλου. Προσπαθούσε με κάθε μέσο να μαζέψει χρήματα, π.χ. μέσω της επιβολής διαφόρων προστίμων ή της πώλησης μονοπωλίων σε αστρονομικές τιμές. Το μέτρο που προκαλούσε, όμως, τις περισσότερες αντιδράσεις ήταν η επιβολή φόρων για τον στόλο. Κατά την παράδοση, οι παραλιακές πόλεις υποχρεώνονταν να ναυπηγούν πλοία για το βασιλικό ναυτικό. Τότε ο Κάρολος αποφάσισε να επιβάλει φόρους όχι μόνο στα παραθαλάσσια αστικά κέντρα, αλλά και στην ενδοχώρα. Ιδιαίτερα η εμπορική τάξη αντέδρασε έντονα απέναντι σε όλα αυτά τα μέτρα.
Παρά ταύτα, ο βασιλιάς προσπαθούσε να προβάλει μία μάλλον ιδεαλιστική αυτο-εικόνα του. Στην αυλή του εργαζόταν ένας από τους κορυφαίους ζωγράφους της μπαρόκ εποχής, ο Anthony van Dyck, μαθητής του Rubens. Αξίζει να ρίξουμε μια ματιά σε ένα πορτρέτο του, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ο βασιλιάς στο κυνήγι» (σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου). Ο πάτρωνας του καλλιτέχνη απεικονίζεται στο ξέφωτο ενός δάσους επιβλητικός, με αποφασιστικό βλέμμα, να εκτείνει το δεξί του χέρι κρατώντας ραβδί, ενώ τα φύλλα ενός δέντρου τον καλύπτουν εν είδει επίσημου βασιλικού σκιαδίου. Το ίδιο το δέντρο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι πρόκειται για το υποκατάστατο ενός κίονα, ο οποίος συμβολίζει τη σταθερότητα, ενώ το άλογο δείχνει να υποκλίνεται στον ηγεμόνα. Αρκετή φαντασία, αν αναλογιστούμε ότι ο Κάρολος πατούσε πάνω σε «αναμμένα κάρβουνα».
Ο κατεξοχήν τομέας στον οποίο πρέπει να δοθεί αρκετή έμφαση είναι ο θρησκευτικός. Ο ίδιος ο Κάρολος ήταν Αγγλικανός και στράφηκε προς έναν περισσότερο σακραμενταλιστικό (από τη λατινική λέξη sacramentum=μυστήριο) προσανατολισμό, τη λεγόμενη τάση των «Αρμινιανών». Πιο συγκεκριμένα, επιθυμούσε να δοθεί έμφαση στη μυστηριακή ζωή της Αγγλικανικής Εκκλησίας, εν αντιθέσει με την πιο ριζοσπαστική καλβινιστική τάση που επικρατούσε τότε. Αντί για το κήρυγμα άρχισε να δίνεται έμφαση στο τελετουργικό κομμάτι, τονίστηκε ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και η πίστη στην αληθινή παρουσία του Χριστού σε αυτήν, τα απλά τραπέζια των εκκλησιών αντικαταστάθηκαν από εντυπωσιακές Αγίες Τράπεζες, τα κεριά έκαναν την επανεμφάνισή τους, οι ιερωμένοι άρχισαν να φορούν ξανά άμφια, ενώ έγιναν και προσπάθειες για την αναβίωση ενός είδους κοινοτικής θρησκευτικής ζωής στα πρότυπα των παλαιών μοναστηριών. Με άλλα λόγια, ο Αγγλικανισμός επί των ημερών του Καρόλου ήρθε πιο κοντά στον Ρωμαιοκαθολικισμό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αναλήφθηκαν και περισσότερες φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες. Για τον λόγο αυτό, ίσως ο βασιλιάς να αδικείται εν μέρει από την εκκοσμικευμένη ιστοριογραφία. Για να επιτύχει τους σκοπούς του, διόρισε στη θέση του αρχιεπισκόπου του Canterbury (του πνευματικού ηγέτη της Αγγλικανικής Εκκλησίας) τον κληρικό William Laud. Ωστόσο, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων όταν επέτρεψε τη διεξαγωγή δημοσίων αγώνων την Κυριακή. Επιπλέον, επιχείρησε να επιβάλει το επισκοπικό σύστημα στην Πρεσβυτεριανή Εκκλησία της Σκωτίας, η οποία ακολουθούσε μία σκληρή καλβινιστική γραμμή. Αυτή η κίνηση ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Προκειμένου να εξασφαλίσει έσοδα για να αντιμετωπίσει τους εξεγερθέντες Σκώτους, ο Στιούαρτ συγκάλεσε το κοινοβούλιο. Αυτή τη φορά οι ηγέτες του ήταν περισσότερο αποφασισμένοι όσο ποτέ άλλοτε. Κατήργησαν τα ισχύοντα μέχρι τότε βασιλικά μέτρα και έριξαν στη φυλακή τους πιο σημαντικούς ανθρώπους του Καρόλου. Ο τελευταίος εισέβαλε στη Βουλή ζητώντας να συλλάβει πέντε από τους επικεφαλής της, αλλά εκείνοι κατάφεραν να ξεφύγουν. Έτσι, ξεκίνησε η εμφύλια ένοπλη σύγκρουση (1642-1649). Τη φιλοβασιλική παράταξη αποτελούσαν ορισμένοι ευγενείς και γαιοκτήμονες, οι Καθολικοί και οι Αρμινιανοί. Όλοι αυτοί ονομάστηκαν «Καβαλιέροι». Στον αντίποδα βρίσκονταν οι μικροϊδιοκτήτες και οι αστοί, ως επί το πλείστον Καλβινιστές. Αυτοί αποκλήθηκαν «Στρογγυλοκέφαλοι» (επειδή έκοβαν τα μαλλιά τους κοντά, εν αντιθέσει με τους ευγενείς εκείνης της εποχής).
Στα πρώτα στάδια της σύγκρουσης οι “Καβαλιέροι” σημείωσαν σημαντική πρόοδο λόγω και της πολεμικής εμπειρίας τους. Από το 1644, ωστόσο, οι ισορροπίες μεταβλήθηκαν. Δύο χρόνια αργότερα ο Κάρολος παραδόθηκε. Οι Πρεσβυτεριανοί είχαν την πρόθεση να αποδεχτούν την εξουσία του βασιλιά, εάν το δόγμα τους καθιερωνόταν ως επίσημη θρησκεία του κράτους. Από την άλλη, οι Πουριτανοί, μία έτερη ριζοσπαστική προτεσταντική παραφυάδα, απαιτούσαν θρησκευτική ελευθερία για όλους τους Διαμαρτυρόμενους. Επικεφαλής τους είχε αναγορευτεί ο Oliver Cromwell (1599-1658). σημαντική πρόοδο λόγω και της πολεμικής εμπειρίας τους. Από το 1644, ωστόσο, οι ισορροπίες μεταβλήθηκαν. Δύο χρόνια αργότερα ο Κάρολος παραδόθηκε. Οι Πρεσβυτεριανοί είχαν την πρόθεση να αποδεχτούν την εξουσία του βασιλιά, εάν το δόγμα τους καθιερωνόταν ως επίσημη θρησκεία του κράτους. Από την άλλη, οι Πουριτανοί, μία έτερη ριζοσπαστική προτεσταντική παραφυάδα, απαιτούσαν θρησκευτική ελευθερία για όλους τους Διαμαρτυρόμενους. Επικεφαλής τους είχε αναγορευτεί ο Oliver Cromwell (1599-1658).
Εκμεταλλευόμενος αυτές τις προστριβές, ο Κάρολος κήρυξε εκ νέου πόλεμο το 1648. Αλλά και αυτή η απόπειρά του δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Η κατάληξη ήταν η θανατική καταδίκη του από τα φίλα προσκείμενα στον Cromwell μέλη του Κοινοβουλίου. Η εκτέλεση της εσχάτης των ποινών θα λάμβανε χώρα στις 30 Ιανουαρίου 1649 έξω από το παλάτι Whitehall. Είναι αποδεκτό ότι θα του χαριζόταν η ζωή, αν παραιτούνταν από τις αξιώσεις του για επιβολή του επισκοπικού συστήματος.
Ανήμερα της θανάτωσής του, ο βασιλιάς σηκώθηκε νωρίς και φαίνεται να δήλωσε στον σύντροφό του Thomas Herbert: «Σήμερα θα πραγματοποιηθεί ο δεύτερος γάμος μου… εύχομαι να νυμφευθώ τον ευλογημένο μου Ιησού». Ο επίσκοπος του Λονδίνου William Juxon τον επισκέφθηκε και διάβασε μαζί του μία προσευχή. Παραδόξως, το ευαγγελικό ανάγνωσμα εκείνης της ημέρας αφορούσε το Πάθος του Χριστού. Αυτό θεωρήθηκε σημαδιακό από τον Κάρολο. Το εκτελεστικό απόσπασμα οδηγήθηκε μέσα από διάφορα κτίρια στον προορισμό του, προκειμένου να αποφευχθεί το μένος του πλήθους. Η εκτέλεση καθυστέρησε. Όλο αυτό το διάστημα ο Κάρολος δεν σταμάτησε να προσεύχεται. Πριν το τέλος του, ο βασιλιάς λέγεται ότι είπε: «Περνάω από ένα φθαρτό σε ένα άφθαρτο στέμμα, σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει ταραχή!». Κατόπιν αποκεφαλίστηκε. Η Αγγλικανική Εκκλησία τον ανακήρυξε Άγιο το 1660, έπειτα από την αποκατάσταση της μοναρχίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Burns, Edward (2006), Ευρωπαϊκή Ιστορία-Ο Δυτικός Πολιτισμός: Νεότεροι Χρόνοι, μτφρ. Τάσος Δαρβέρης, Θεσσαλονίκη: Εκδ. Επίκεντρο
- The Society of King Charles the Martyr, About S. Charles. Διαθέσιμο εδώ
- The Society of King Charles the Martyr, History. Διαθέσιμο εδώ
- The Society of King Charles the Martyr, Martyrdom. Διαθέσιμο εδώ
- Χαραλαμπίδης, Άλκης (2017), Μπαρόκ: Αρχιτεκτονική-Γλυπτική-Ζωγραφική, Θεσσαλονίκη: Εκδ. University Studio Press