7 C
Athens
Δευτέρα, 25 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΟ (εκ)λογικός νόμος της σταθερότητας!

Ο (εκ)λογικός νόμος της σταθερότητας!


Του Γιώργου Γιαννούλη,

Τα πολιτικά δεδομένα «πίεζαν» σε μια δεύτερη αλλαγή του εκλογικού νόμου από τη σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Όμως, ο Πρωθυπουργός, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, έβαλε τέλος στο σενάριο περί αλλαγής του εν λόγω νόμου, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν πρόκειται να υπάρξει νέα παρέμβαση μέχρι τις εκλογές της άνοιξης του 2023. Πώς προέκυψε η εν λόγω σκέψη και γιατί, τελικά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να διατηρήσει τον νόμο του 2020;

Αρχικά, η κυβέρνηση φαίνεται να προσπαθεί να διατηρήσει μία θεσμικότητα και δεν επιθυμεί να δώσει στην Αντιπολίτευση το επιχείρημα της ευκαιριακής αλλαγής του εκλογικού νόμου, λόγω της δημοσκοπικής μείωσης των ποσοστών της. Μια μείωση η οποία είναι απολύτως λογική, εξαιτίας της συνεπακόλουθης κυβερνητικής φθοράς των τελευταίων τριών ετών. Είναι γνωστό ότι η κυβερνώσα παράταξη, ως Αντιπολίτευση, είχε κατηγορήσει τον Αλέξη Τσίπρα και όσους/όσες υποστήριξαν την ψήφιση της απλής αναλογικής για παρεμπόδιση του σχηματισμού της επόμενης κυβέρνησης, μιας και ήταν αντιληπτή η επικείμενη αλλαγή στην εξουσία, γεγονός που επιβεβαιώθηκε από τις εκλογές του 2019. Υπήρξε χαρακτηριστική η επιμονή του Πρωθυπουργού στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου της ΔΕΘ όπου επανέλαβε τρία «όχι»: «Όχι εκλογές, όχι αλλαγή του εκλογικού νόμου. Όχι ανασχηματισμός». Μία αλλαγή θα κάλυπτε επικοινωνιακές ανάγκες και όχι ουσιαστικές», αποστερώντας έτσι το βασικό επιχείρημα των αντιπάλων του.

Πηγή εικόνας: real.gr

Είναι γνωστό ότι κάποιοι, ανάμεσά τους και προβεβλημένα στελέχη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, όπως η Ντόρα Μπακογιάννη ή ακόμη και κυβερνητικά, όπως ο Υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης, άφηναν ανοιχτό το ενδεχόμενο δεύτερης αλλαγής του εκλογονόμου, με σκοπό τη διασφάλιση της σταθερότητας και της κυβερνησιμότητας από οποιοδήποτε κόμμα επιλέξουν οι πολίτες ως πρώτο. Η απλή αναλογική είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν θα δώσει ισχυρή κυβέρνηση, ενώ ακόμα κι αν σχηματιστεί από δυνάμεις της Αντιπολίτευσης, εξοβελίζοντας το πρώτο κόμμα, θα είναι προβληματική και κατά πάσαν πιθανότητα, βραχύβια, όπως οι αντίστοιχες κεντρώες κυβερνήσεις του 1951-1952. Συνεπώς, τα «βλέμματα» με τον παρόντα νόμο θα στραφούν, κυρίως, στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Για τον λόγο αυτόν, λοιπόν, υπήρχε η σκέψη αλλαγής του νόμου, ούτως ώστε να μειωθεί το ποσοστό που απαιτείται για την αυτοδυναμία. Ουσιαστικά, από το –περίπου– 38% θα χρειαζόταν ακόμη και 36,5%, σύμφωνα με σχετικές αναλύσεις, για να προκύψει νέα αυτοδύναμη κυβέρνηση. Όμως, κάτι τέτοιο θα έστελνε «μήνυμα» ηττοπάθειας στους δυνητικούς ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας, επιβεβαιώνοντας τους ισχυρισμούς της Αντιπολίτευσης περί ανεπάρκειας ή και φόβου για τη λαϊκή εντολή.

Ο σκοπός του κυβερνώντος κόμματος είναι πιο ξεκάθαρος από ποτέ και δεν είναι άλλος παρά η συσπείρωση των ψηφοφόρων που το εμπιστεύθηκαν στις τελευταίες εκλογές ή, έστω, η ελαχιστοποίηση των δυνητικών εκλογικών απωλειών. Οι εθνικές εκλογές του 2019 είχαν ως βασικό πρόσταγμα το «αντί-ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο και τη διεύρυνση της Νέας Δημοκρατίας προς το πολιτικό κέντρο και έτσι επιλογή κεντρώων Υπουργών, όπως του Κυριάκου Πιερρακάκη ή της Λίνας Μενδώνη απαντούσαν στο πλαίσιο του εν λόγω ανοίγματος. Ο προβληματισμός είναι στο αν αυτό επαρκεί, μιας και η κυβερνητική φθορά προκαλεί αισθητή μείωση του ποσοστού της κυβέρνησης στις δημοσκοπήσεις, παρότι ταυτοχρόνως δεν δείχνει σημαντική αύξηση στο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ.

Πηγή εικόνας: lawspot.gr

Επιπλέον, παρόλο που αδιαμφισβήτητα έχει σημασία η πολιτική σταθερότητα σε μια εποχή που οι διεθνείς κρίσεις είναι σοβαρές και οι προκλήσεις στα επίπεδα της οικονομίας και της εξωτερικής πολιτικής αναμφισβήτητες, ίσως είναι σωστή η μη αλλαγή του εκλογικού νόμου σε αυτό το χρονικό σημείο. Η εμπειρία των τελευταίων ετών έχει δείξει ότι τα μεγάλα κόμματα καταφέρνουν να κερδίζουν το απαραίτητο ποσοστό για τον σχηματισμό κυβέρνησης –έστω συνασπισμού– ακόμη και χωρίς την ύπαρξη πιο συμφέροντος προς αυτά εκλογονόμου. Συγκεκριμένα, τόσο το 2012 όσο το 2019 τα δύο μεγάλα κόμματα αύξησαν κατά πολύ τα ποσοστά τους στο διάστημα που μεσολάβησε από την πιο πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση. Τον Μάιο του 2012, η Νέα Δημοκρατία είχε 18,85% και ο ΣΥΡΙΖΑ 16,78%, ενώ τον Ιούνιο του ίδιου έτους, τα ποσοστά αυτών των δύο κομμάτων ήταν 29,66% και 26,89%.

Παρόμοια κατάσταση ανόδου είδαμε και στις αναμετρήσεις του 2019, αν και με σημαντική διαφορά ποσοστών μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος. Παρότι τυπικά δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τις Ευρωεκλογές με τις βουλευτικές, στην Ελλάδα η συμπεριφορά του μέσου ψηφοφόρου είναι ίδια σχετικά με την πολιτική αντιμετώπιση των δύο αυτών εκλογικών αναμετρήσεων, όταν βέβαια οι αντίστοιχες διαδικασίες βρίσκονται κοντά. Έτσι, τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ δύναται να κερδίσουν πολιτικά σε –πιθανή– δεύτερη εκλογική αναμέτρηση και όποιο κόμμα από τα δύο καταλάβει την πρώτη θέση, πιθανότατα θα καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση με τον εκλογικό νόμο του 2020.

Κλείνοντας, αξίζει να αναφερθεί ότι το επίκεντρο των επόμενων εκλογών είναι η σταθερότητα και η πρόοδος. Το πολιτικό σύστημα οφείλει να μην απογοητεύσει την κοινωνία, διότι εξαρτάται από αυτήν. Σίγουρα, αν χαθεί ξανά η εμπιστοσύνη του πολίτη προς τα κόμματα θα ανακύψει σημαντικό ζήτημα στην ελληνική κοινωνία. Ο πολιτικός διχασμός και η τοξικότητα συνεπάγονται διχόνοια στην κοινωνία που, με τη σειρά τους, συχνά προκαλούν πολιτική αστάθεια. Δεν χρειάζονται πολιτικές «κορώνες», αλλά ψυχραιμία και δράση προς όφελος της κοινωνίας!


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Κ. Μητσοτάκης: Δεν αλλάζει ο εκλογικός νόμος – Κίνδυνος «πολιτικής τερατογένεσης», capital.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Αποτελέσματα Εθνικών Εκλογών, ypes.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Εκλογές: Παναγόπουλος και Αράπογλου εξηγούν στο iefimerida γιατί μπορεί να πάμε δύο φορές σε κάλπες, iefimerida.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Εκλογικός Νόμος: Γιατί βγαίνει από το συρτάρι του Μητσοτάκη, liberal.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Γιαννούλης, Β' Αρχισυντάκτης Πολιτικού
Γιώργος Γιαννούλης, Β' Αρχισυντάκτης Πολιτικού
Είναι τεταρτοετής φοιτητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Του αρέσουν οι προσομοιώσεις πολιτικών θεμάτων και έχει συμμετάσχει στη «Βουλή των Εφήβων» τον Ιούλιο του 2017 και στο «European Youth Event» τον Οκτώβριο του 2021. Επίσης, ήταν υποψήφιος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Νέων το 2018. Μέσα στα ενδιαφέροντά του είναι ζητήματα πολιτικής, νομικής και κοινωνικής φύσεως, και ασχολείται παρακολουθώντας, διαβάζοντας και σχολιάζοντας.