Της Ζαφειρίας Πολυχρονιάδου,
1922-2022. Φέτος, εγκαινιάζονται τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τα 100 χρόνια από την Εποχή του Ξεριζωμού, από τους εκτοπισμούς και τις σφαγές που υπέστησαν οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας. Το έτος 2022 αποτελεί μια επέτειο αυτού του γεγονότος, ένας φόρος τιμής προς τους Έλληνες που επιβίωσαν και εγκαταστάθηκαν στα πάτρια εδάφη, μια αφορμή για να ανατρέξουμε, έστω και νοητά, στο παρελθόν και να έρθουμε σε επαφή με την ιστορική μνήμη της εποχής.
Τον επόμενο μήνα θα παρουσιαστεί η επετειακή έκθεση «ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ Λάμψη – Καταστροφή – Ξεριζωμός – Δημιουργία», εγχείρημα που όμως επώασε νοητά και συνειδητά ήδη από το 2018, με τις κοπιώδεις προσπάθειες τα τέσσερα αυτά χρόνια να συνδυαστούν όλων των ειδών τα τεκμήρια που σχετίζονται με τον μικρασιατικό ελληνικό πολιτισμό. Η έκθεση αυτή επιχειρεί να φωτίσει τις πιο σκοτεινές πτυχές της εποχής του «Ξεριζωμού» και των βιωμάτων των εκπατρισμένων μέσα από τη δική τους προσωπική ματιά και σκοπός της δεν αποτελεί τόσο η διήγηση των ιστορικών γεγονότων που οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά αφορά περισσότερο μια ολοκληρωμένη επισκόπηση των καθημερινών βιωμάτων και συνηθειών των προσφύγων του 1922, που ξεκινά χρονικά με το πριν και καταλήγει στο μετά, έχοντας ως σημείο αναφοράς το μελανό στίγμα του ξεριζωμού.
Προοίμιο και προάγγελος της παρούσας έκθεσης αποτέλεσαν ορισμένες εκδηλώσεις στην Ελληνοαμερικανική Ένωση από τον Μάρτιο μέχρι και τον Ιούνιο του 2022, στις οποίες παρίστατο εκλεκτοί ιστορικοί, δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί, ερευνητές και μελετητές, οι οποίοι διηγούνταν ο καθείς το δικό του αφήγημα σχετικά, όχι μόνο με το εγχείρημα της έκθεσης, αλλά γενικότερα με τον μικρασιατικό ελληνισμό.
Η έκθεση αποτελεί προϊόν συνέργειας διαφόρων σημαντικών φορέων· ειδικότερα, το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών ανέλαβαν την οργάνωση της έκθεσης, αλλά οφείλουμε να αναφέρουμε πως ένας μεγάλος αριθμός εκθεμάτων που θα παρίστανται στην έκθεση, θα διατίθεται λόγω της προθυμίας και της ευγενικής χορηγίας διαφόρων ιδιωτών, οργανισμών και μουσείων.
Δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός που επέλεξαν να πραγματοποιήσουν αυτού του είδους την έκθεση το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. Οι δύο αυτοί φορείς, εδώ και πολλά χρόνια λειτουργούν ως «καταυλισμός» μαρτυριών, φωτογραφιών, εφημερίδων, γραμμάτων, αλλά και μουσικού υλικού, που άντλησαν από τους προσφυγικούς πληθυσμούς του 1922. Συγκεκριμένα, το Μουσείο Μπενάκη εμπεριέχει στη συλλογή του σημαντικά ιστορικά κειμήλια της εποχής εκείνης, που παρουσιάζουν την καθημερινή ζωή των προσφύγων, καθώς επίσης ήταν και από τα λίγα μουσεία της εποχής που δέχθηκαν τα εκκλησιαστικά κειμήλια της ανταλλαγής. Μέρος του Μουσείου, η Πινακοθήκη Γκίκα, διαθέτει δημιουργίες του αείμνηστου καλλιτέχνη Νίκου Χατζηκυριάκου–Γκίκα, που υποδεικνύουν την επιρροή που δέχθηκε από το προσφυγικό κύμα της εποχής.
Παρόμοια –αν όχι μεγαλύτερη– συνεισφορά στη διάσωση και διαφύλαξη αυτού του ιστορικού πλούτου διαδραμάτισε και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, αποτελούμενο από το Αρχείο Προφορικής Ιστορίας και το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο της Μέλπω Μερλιέ. Η ίδια του η υπόσταση και ίδρυση καθιστούν φανερή την άμεση σύνδεση αυτού του σημαντικότατου ερευνητικού κέντρου με το παρελθόν της Μικράς Ασίας, αποτελώντας τον κρίκο που συνδέει το παρελθόν των πρώτων προσφυγικών κυμάτων του 1922 με τους σημερινούς απογόνους αυτών των ελληνικών προσφυγικών ροών.
Όπως διαφαίνεται και από τον τίτλο της έκθεσης, τα εκθέματα δεν αφορούν αποκλειστικά και μόνο την ιστορική φάση της Μικρασιατικής Καταστροφής, αλλά επίσης αγγίζουν τον ακμάζοντα ελληνισμό των περιοχών της Μικράς Ασίας πριν τα τραγικά συμβάντα που ακολούθησαν, την αποτίναξη του ελληνικού πληθυσμού, τις γενοκτονίες που υπέστησαν, και τέλος τις προσπάθειες ενσωμάτωσης αυτών των πληθυσμών στο ελληνικό κράτος.
Εν ολίγοις, στην έκθεση διακρίνονται τρεις θεματικές ενότητες. Η πρώτη αφορά τη «Λάμψη» του ελληνισμού στις διάφορες επαρχίες της Μικράς Ασίας, όπου και κατοικούσε, δραστηριοποιούταν οικονομικά και άκμαζε πολιτισμικά. Περιοχές, όπως ο Πόντος, η Ιωνία, η Καππαδοκία, η Κωνσταντινούπολη, αλλά και η Ανατολική Θράκη συνιστούσαν την κοιτίδα του ελληνικού στοιχείου, το οποίο και έχει αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμα του εκεί ήδη από την αρχαιότητα. Μαρτυρίες Ελλήνων που προέρχονταν από αυτές τις περιοχές μας μεταφέρουν στο καθημερινό γίγνεσθαι, όπως αυτό ήταν διαμορφωμένο με τα πολιτισμικά, γαστρονομικά και ενδυματολογικά στοιχεία του, πριν ακόμη ανατραπεί από τα καταστροφικά γεγονότα που θα ακολουθήσουν.
Στη συνέχεια, η δεύτερη ενότητα αντικατοπτρίζει την «Καταστροφή» και τον «Ξεριζωμό» και ξεκινά με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και με τα ελληνικά στρατεύματα στα βάθη της Μικράς Ασίας, συνεχίζει με την Μικρασιατική Καταστροφή, που σήμανε το οριστικό τέλμα της λεγόμενης «Μεγάλης Ιδέας» ή ακόμη και της οραματιζόμενης βενιζελικής Ελλάδας «των Δύο Ηπείρων και των Πέντε Θαλασσών» και ολοκληρώνεται με την δίωξη των πληθυσμών και την Συνθήκη της Λωζάνης, που πρότασσε τις ανταλλαγές πληθυσμών ανάμεσα σε Ελλάδα και Μικρά Ασία. Μαρτυρίες, γράμματα, επιστολές και αλληλογραφίες θα επιχειρήσουν να προβάλουν, μέσα από τις φωνές των ανθρώπων που τα βίωναν, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της ιστορικής αφήγησης, όπως την προσλάμβανε ο μέσος στρατιώτης ή κάτοικος των ελληνικών κοινοτήτων των προαναφερθέντων περιοχών.
Τέλος, η τρίτη ενότητα αποτελεί την «Δημιουργία», μια κατά κάποιο τρόπο θετική απόληξη, την ελπίδα που μένει πάντα στον πάτο του κουτιού της Πανδώρας. Παρουσιάζει τις όποιες προσπάθειες από την πλευρά του ελληνικού κράτους για τον επαναπατρισμό των «ξεριζωμένων», καθώς επίσης και το στίγμα που άφησε αυτή η μερίδα ανθρώπων στην κουλτούρα, τον πολιτισμό, τη γαστρονομία, τις συνήθειες και τη μουσική του σύγχρονου ελληνικού έθνους. Η συμβολή τους υπήρξε πολυσήμαντη και καθοριστική στους παραπάνω τομείς, καθώς τους επαναπροσδιόρισαν και τους εμπλούτισαν με την πολιτιστική τους ταυτότητα. Μέχρι και σήμερα, σχεδόν πέντε γενιές μετά, συναντάμε ακόμα το μικρασιάτικο αυτό αποτύπωμα είτε μέσω της πολίτικης κουζίνας, του ρεμπέτικου τραγουδιού, αλλά και με τις έννοιες «μεράκι», «προκοπή», της αυτοδημιούργητης και σκληρής δουλειάς για μια αξιοπρεπή ζωή.
Τα εκθέματα που θα εμπεριέχονται στην έκθεση ξεπερνούν τα 1.000 και ποικίλουν από πίνακες ζωγραφικής, χάρτες, φωτογραφίες, επιστολές, γράμματα, χειρόγραφα μέχρι και κοσμήματα, ενδυμασίες, προσωπικά αντικείμενα και κινηματογραφικό υλικό.
Θα υπάρξει, βέβαια, και ένα επιλογικό μέρος που τιμά με ξεχωριστή μνεία δύο εξέχουσες φυσιογνωμίες, χωρίς τις οποίες το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών δεν θα υφίστατο σήμερα· τους Μέλπω Λογοθέτη–Μερλιέ και Οκτάβιο Μερλιέ. Ένα ζεύγος που έχει προσφέρει πολλά στο ελληνικό κράτος, αφού αποτέλεσε ιδρυτής το 1930 του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών. Πέραν, όμως, αυτού του εγχειρήματος, η Μέλπω Μερλιέ έβαλε ένα ακόμη λιθαράκι στο πολιτιστικό κληροδότημα της χώρας μας, αφού συγκρότησε το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών. Η ίδια, ούσα μουσικολόγος, εξ απαλών ονύχων υπήρξε όχι μόνο λάτρης της μουσικής, αλλά και ταλαντούχα παίκτρια μουσικών οργάνων και εκμεταλλευόμενη το πάθος της συνεισέφερε στην διαφύλαξη της μουσικής και λαογραφικής κληρονομιάς της χώρας μας. Σκοπός και λειτούργημά της ήταν η συλλογή και ηχογράφηση της ελληνικής μουσικής παράδοσης από τη δημοτική και βυζαντινή μέχρι και τα ακούσματα διαφόρων περιοχών της εγχώριας Ελλάδας, αλλά και των προσφυγικών πληθυσμών.
Εν κατακλείδι, θα ακολουθήσει η σύνθεση και δημιουργία δύο πολυσέλιδων συνοδευτικών εκδόσεων. Με την επιμέλεια και σύνταξη των εκδόσεων αυτών ασχολήθηκαν η ιστορικός τέχνης Εβίτα Αράπογλου, ο ακαδημαϊκός και ιστορικός Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, που εκτελεί χρέη διευθυντού στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών από το 1980, ο Γιώργης Μαγγίνης, ιστορικός τέχνης και επιστημονικός διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, καθώς και πολλοί ακόμη ερευνητές και επιμελητές του Κέντρου και του Μουσείου. Όσον αφορά το περιεχόμενο των δύο αυτών εκδόσεων· η πρώτη θα λειτουργήσει εισαγωγικά και περιληπτικά ως προς την έκθεση, παρουσιάζοντας τη θεματική της, τους στόχους της, τα εκθέματα και τα επεξηγηματικά κείμενα που θα τα συνοδεύουν, ενώ η δεύτερη θα εμπεριέχει άρθρα ορισμένων ερευνητών και ιστορικών που θα επεξηγούν και θα διαφωτίζουν το ιστορικό πλέγμα της εποχής και το πολιτισμικό μωσαϊκό της Μικράς Ασίας που μετέφεραν οι πρόσφυγες στην Ελλάδα.
Η έκθεση «ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ Λάμψη – Καταστροφή – Ξεριζωμός – Δημιουργία» συνιστά ένα επιτυχές εγχείρημα, το οποίο προσδοκά να καλύψει το χρονικό άνυσμα των 100 χρόνων, με τον πιο άμεσο και διεισδυτικό τρόπο. Μια προσπάθεια να καταγραφούν άγνωστες μαρτυρίες στις δέλτους της Ιστορίας αλλά και στη μνήμη όλων μας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Μικρά Ασία: Λάμψη – Καταστροφή – Ξεριζωμός – Δημιουργία»: Επετειακή έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, culturenow.gr, διαθέσιμο εδώ.
- ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ: Λάμψη – Καταστροφή – Ξεριζωμός – Δημιουργία, benaki.org, διαθέσιμο εδώ.
- ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ: Λάμψη – Καταστροφή – Ξεριζωμός – Δημιουργία, daysofart.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Συζήτηση της ιστορικού τέχνης με την δημοσιογράφο Μαργαρίτα Πουρνάρα στο πλαίσιο του κύκλου «Μικρασία, η Σκυτάλη της Μνήμης», hau.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο Μέλπως Μερλιέ, mla.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Η ζωή και το έργο της Μέλπως Μερλιέ, haniotika-nea.gr, διαθέσιμο εδώ.