Του Κωνσταντίνου Γιαρέντη,
1187: Ο σουλτάνος An-Nasir Salah ad-Din Yusuf ibn Ayyub, γνωστός ως Σαλαντίν, καταλαμβάνει την Ιερουσαλήμ. Η κατάληψη της πόλης έγινε υπό ασυνήθιστες συνθήκες. Οι Σταυροφόροι του ανακοίνωσαν ότι προτιμούν να πεθάνουν παρά να παραδώσουν την πόλη αμαχητί. Όταν ο Σαλαντίν τους ανακοίνωσε ότι δεν θα άφηνε κανέναν Φράγκο να φύγει ζωντανός από την πόλη, ο Μπαλιάν του Ιμπελέν του ανακοίνωσε πως θα δολοφονούσε και τους 5.000 μουσουλμάνους και θα κατέστρεφε κάθε ιερό μουσουλμανικό ναό της πόλης. Ύστερα από διαβουλεύσεις με το συμβούλιό του, ο Σουλτάνος συμφώνησε και διακοινώθηκε στους δρόμους της πόλης ότι όποιος ήθελε να αποχωρήσει θα έπρεπε να φύγει εντός 40 ημερών και να πληρώσει στους Μουσουλμάνους ποσό – υπερβολικά χαμηλό για την εποχή – που ανέρχεται στα 45 ευρώ. Για τους φτωχότερους της πόλης, ο πατριάρχης Ηράκλειος έκανε έρανο, επιτυγχάνοντας να πληρώσει τα λύτρα 18.000 κατοίκων. Με την κατάληψη της πόλης, ο Σαλαντίν επέτρεψε στους Εβραίους να επανεγκατασταθούν στην πόλη.
1847: Γεννιέται ο Πάουλ φον Χίντενμπουργκ, Γερμανός στρατιωτικός και πολιτικός. Συμμετείχε στον αυστροπρωσικό και στον γαλλοπρωσικό πόλεμο ενώ αποτέλεσε και ηγετική μορφή του Γερμανικού στρατού κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στο ανατολικό μέτωπο. Αποτέλεσε θρύλο για τους Γερμανούς κατά την διάρκεια του Πολέμου. Η πατρική φιγούρα του έθνους. Το 1915 εγκαινιάστηκε το Nagelmänner, το σιδερένιο άγαλμά του στην Königsplatz. Με το πέρας του πολέμου, ενώ όλες οι ηγετικές φιγούρες των Γερμανών είχαν εξαφανιστεί, μόνο ο Hindenburg παρέμενε στο γερμανικό κοινό ως το πρόσωπο της εμπιστοσύνης και της κυριαρχίας. Παραιτήθηκε το 1919 κατηγορώντας τους σοσιαλιστές για την ήττα στον πόλεμο (σημείωση: το σοσιαλιστικό κόμμα είχε την εξουσία στην αρχή του πολέμου). Διετέλεσε Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Παρόλο που ήταν μοναρχικός δεν προσπάθησε να επαναφέρει τον Kaiser. Γνώριζε ότι η επαναφορά του Kaiser θα έκανε την αναστροφή της συνθήκης των Βερσαλλιών αδύνατη. Το 1832 πείσθηκε να είναι ξανά υποψήφιος πρόεδρος, καθώς πολλοί πίστευαν ότι ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να νικήσει τον Hitler, και έτσι έγινε. Πέθανε 2 χρόνια αργότερα από καρκίνο στον πνεύμονα, αφήνοντας τον δρόμο για τον Hitler να αναλάβει κάθε εξουσία στην Γερμανία.
1869: Γεννιέται στην Πορμπαντάρ της Βρετανικής Ινδίας ο Μοχάντας Καραμτσάντ Γκάντι, γνωστός στον ευρύ κοινό ως Μαχάτμα (το προσωνύμιο του δόθηκε από έναν Ινδό φιλόσοφο και στα σανσκριτικά σημαίνει Μεγάλη Ψυχή). Έχασε τον πατέρα του σε νεαρή ηλικία και αναγκάστηκε να ταξιδέψει στο Λονδίνο για να σπουδάσει νομικά. Το 1891 επέστρεψε στην Ινδία και άνοιξε ένα δικηγορικό γραφείο στην Βομβάη, χωρίς, όμως, μεγάλη επιτυχία. Ύστερα από την πρώτη του – και τελευταία – δίκη του προτάθηκε να εργαστεί στην υπόθεση μιας εταιρίας στη Νότιο Αφρική, για την οποία και ξεκίνησε τον Απρίλη του 1893. Αντιμετώπισε το Απαρτχάιντ με φιλήσυχο τρόπο ενώ δεν δίστασε να αναλάβει πολιτική καριέρα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα, η επιμονή του στην άρνηση βίας, βάσει των λόγων του, επηρεάστηκε από τον Ιησού Χριστό και τον Χένρι Θορό. Κατά την διάρκεια του πολέμου των Μπόερς οργάνωσε ομάδα τραυματιοφορέων για τους Βρετανούς. Όταν επέστρεψε στην Ινδία συνέχισε τους αγώνες του υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οδήγησε την επαγγελματική μαθητεία (σύστημα στα πλαίσια του οποίου φτωχοί και αγράμματοι εργάτες δελεάζονταν ώστε να εγκαταλείψουν την Ινδία εργαζόμενοι σε άλλες βρετανικές αποικίες) σε κατάργηση από τις βρετανικές αρχές. Κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου αναδείχθηκε στην φυσιογνωμία που ενσάρκωνε τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία των Ινδών. Δολοφονήθηκε το 1948 στο Νέο Δελχί.
1944: Καταπνίγεται από την Βέρμαχτ η εξέγερση της Βαρσοβίας. Η εξέγερση είχε ξεκινήσει 2 μήνες πριν (1η Αυγούστου). Άντρες, γυναίκες και παιδιά έπνιξαν με το αίμα τους την Βαρσοβία σε μία εξέγερση που σκοπό είχε την καθυστέρηση των Γερμανών. Την εξέγερση διηύθυνε ο πολωνικός στρατός. Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των εξεγερμένων Πολωνών ανέρχεται μεταξύ 20.000 και 49.000 εκ των οποίων 15.200 σκοτώθηκαν και 15.000 φυλακίστηκαν, ενώ 150.000-200.000 κάτοικοι δολοφονήθηκαν και 700.000 εκτοπίστηκαν. Ως αντίποινα, και για να σπάσουν την εξέγερση, οι Γερμανοί έβαλαν φωτιά στην πόλη, καταστρέφοντας το 85% της συνολικής της έκτασης.