17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟι αλχημιστές στο Βυζάντιο

Οι αλχημιστές στο Βυζάντιο


Του Θανάση Κουκόπουλου,

Ο όρος «Αλχημεία» αναφέρεται για πρώτη φορά σε ένα αστρολογικό έργο ενός λογίου του 4ου αι μ.Χ., του Ιουλίου Firmicus. Ο πιο σημαντικός αλχημιστής των πρώιμων βυζαντινών χρόνων, Ζώσιμος ο Πανοπολίτης (5ος αι.), αναφέρει πως ο πρώτος που ασχολήθηκε με αυτή τη δραστηριότητα ονομαζόταν Χημεύ. Το όνομα απαντά και στην Αίγυπτο ως “Chêmi”. Αργότερα, επί της δυναστείας των Αράβων Ομεϋαδών, θα καθιερωθεί ο όρος “Al Kymiya”.

Θεωρείται ότι η αλχημεία έλκει την καταγωγή της από την προϊστορία. Αναμφισβήτητα, κράματα μετάλλων χρονολογούνται ήδη από την «εποχή του Χαλκού», ωστόσο, καθότι η αλχημεία δεν αφορούσε μόνο αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε Χημεία, αλλά και τομείς, όπως η Φιλοσοφία, η Ιατρική, η Μεταφυσική, ακόμα και η μαγεία, είναι αδύνατο να εξακριβωθεί κάτι τέτοιο. Και αυτό γιατί απουσιάζουν από εκείνη την περίοδο γραπτά κείμενα που θα έριχναν περισσότερο φως στις γνώσεις μας για τη σκέψη και την ιδεολογία των ανθρώπων.

Όσον αφορά τους ιστορικούς χρόνους, αξίζει να σημειωθεί πως αλχημιστές θεωρούνται και οι δύο μεγάλοι σοφοί της αρχαιότητας, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Αρχικά, η αλχημεία αποκαλούνταν «Ιερά Επιστήμη» ή «Τέχνη Θεία και Ιερά». Στα ρωμαϊκά χρόνια, η ενασχόληση με αυτή την ιδιότυπη «τέχνη» υποχώρησε. Μάλιστα, ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός γύρω στο 290 διέταξε να καταστραφούν βιβλία σχετικά με τη χημεία του χρυσού και του αργύρου, για να «μην μπορούν οι Αιγύπτιοι να ανταγωνίζονται τους Ρωμαίους στον πλούτο».

Ο Μέγας Φώτιος. Πηγή εικόνας: saint.gr

Στα βυζαντινά χρόνια, λόγω της σύνδεσής της με τη μαγεία, είναι λογικό να αντιμετωπίζεται με καχυποψία˙ και όχι επειδή οι επιστήμες δεν αναπτύσσονταν στο Βυζάντιο, όπως εσφαλμένα θεωρούν μερικοί. Είναι χαρακτηριστική η ερμηνεία του 61ου Κανόνα της εν Τρούλλω Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου από τον κανονολόγο Θεόδωρο Βαλσαμώνα (12ος αι.): «Ο παρών κανών διορίζεται μηδένα μάντεσιν ή γόησι προέρχεσθαι… ή τοις νεφροδιώκταις ή τοις γοητευταίς ή τοις παρέχουσι τα φυλακτήρια». Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η αλχημεία απορριπτόταν εξ ολοκλήρου. Άλλωστε, η αλχημεία ήταν σημαντικό κομμάτι της κλασικής παράδοσης, την οποία οι Βυζαντινοί διαφύλαξαν και ανέδειξαν με κριτικό, γόνιμο και δημιουργικό τρόπο. Από πλευράς χριστιανών, ασχολήθηκαν περισσότερο οι νεστοριανοί, οι οποίοι, μετά την καταδίκη της αίρεσής τους από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431), κατέφυγαν στη Συρία και τη Μεσοποταμία, όπου οι Σασσανίδες Πέρσες τούς φέρονταν ευνοϊκά.

Κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο, σημαντικότατη εφεύρεση που σχετίζεται με την αλχημεία είναι το υγρό πυρ. Αποδίδεται στον μηχανικό Καλλίνικο από την Ηλιούπολη της Αιγύπτου (7ος αι.). Ο Καλλίνικος επινόησε ένα νέο μείγμα, μάλλον νάφθας και φωσφορούχου ασβεστίου, που φλεγόταν αυτομάτως, όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό, δημιουργώντας μία πύρινη κόλαση. Έτσι, μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν οι Βυζαντινοί το αραβικό ναυτικό κατά τον 7ο αι. και όχι μόνο. Δεν είμαστε βέβαιοι για την ακριβή του σύσταση, γιατί παρέμενε επτασφράγιστο κρατικό μυστικό.

Ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση ενός αλχημιστή των χρόνων του αυτοκράτορα Αναστασίου Α΄ (491-518). Ονομαζόταν Ιωάννης Ίσθμιος και ήταν διαβόητος για την εξαπάτηση των κοσμηματοπωλών. Μάλιστα, μια φορά παρουσίασε ενώπιον του βασιλέως ένα χαλινό αλόγου από νόθο χρυσό, με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να τον φυλακίσει το 504, «για να μην γελάσει και αυτόν, όπως τους άλλους». Άλλος σημαντικός αλχημιστής των πρώιμων χρόνων ήταν ο Συνέσιος ο Κυρηναίος. Όσον αφορά τους εικονομαχικούς χρόνους, θεωρείται με βεβαιότητα ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε΄ (741-775) κατείχε αλχημικές γνώσεις.

Εκτόξευση υγρού πυρός. Από το χειρόγραφο του έργου του Ιωάννη Σκυλίτζη. Πηγή εικόνας: cognoscoteam.gr

Ο επόμενος αξιόλογος αλχημιστής ήταν ο Μέγας Φώτιος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατά τον 9ο αι. και μία από τις σπουδαιότερες πνευματικές προσωπικότητες της Ιστορίας του Βυζαντίου συλλήβδην. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι, εν τέλει, η αλχημεία δεν συνδεόταν αποκλειστικά με τη μαγεία, δεδομένου ότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ο Φώτιος δεν θα ανακηρυσσόταν Άγιος από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Φώτιος συνέλεξε και σχολίασε πληθώρα κειμένων αλχημείας, ενώ συνέγραψε και ο ίδιος κάποια «περί αρχαίας μεταλλείας».

Αλλά και ο Λέων ο Φιλόσοφος ή Μαθηματικός φαίνεται ότι επιδιδόταν σε αυτήν τη δραστηριότητα. Λέγεται ότι ο χρυσός πλάτανος με τα τεχνητά πουλιά που κελαηδούσαν στην αίθουσα του θρόνου του Μεγάλου Παλατίου της Κωνσταντινούπολης ήταν και αυτός επίτευγμα της αλχημείας. Ως κληρονόμοι του περσικού πολιτισμού, με δεδομένο ότι τα εδάφη των Σασσανιδών συγκαταλέγονταν στα πρώτα που κατέκτησαν, οι Άραβες ήταν αυτοί που κατεξοχήν ανέπτυξαν μία πολύ σημαντική αλχημική παράδοση αυτή την εποχή.

Πρέπει να τονιστεί ότι, μετά την εποχή του Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού (886-912), οι αλχημιστές στράφηκαν περισσότερο προς το θεωρητικό πεδίο. Τον 11ο αι. η προσωπικότητα που χρήζει προσοχής είναι αδιαμφισβήτητα ο Μιχαήλ Ψελλός με το έργο του Χρυσοποιία, η οποία συντάχθηκε με μορφή επιστολής απευθυνόμενη προς τον Πατριάρχη Ιωάννη Ξιφιλίνο. Σημαντική ήταν και η συμβολή του στη διάδοση της αλχημείας στην ευρωπαϊκή Δύση. Συνεχιστής του Ψελλού ήταν ο Ιωάννης ο Ιταλός. Επίσης, στο β΄ μισό του αιώνα αξιόλογη μορφή είναι και ο Συμεών Σηθ, μεταφραστής έργων από τα αραβικά στα ελληνικά, όπως το Σύνταγμα κατά στοιχείον περί τροφών δυνάμεων.

Τον 12ο αι. δεν υπάρχουν μαρτυρίες για επώνυμους αλχημιστές. Κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο, η ενασχόληση με την αλχημική δραστηριότητα παρακμάζει έτι περαιτέρω, ενώ, ταυτόχρονα, παρατηρείται άνοδός της στη Δύση. Αξιοσημείωτες προσωπικότητες είναι ο Μάρκος ο Γραικός και ο Ανεπίγραφος (13ος). Επίσης, υπάρχουν και γιατροί που ασχολούνται με αλχημεία, όπως ο Νικόλαος Μυρεψός στη Νίκαια επί Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη (1222-1254) και ο Ιωάννης Ζαχαρίας Ακτουάριος κατά την παλαιολόγεια περίοδο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Λίτσας, Νικόλαος (2008), «Η αλχημεία στα βυζαντινά χρόνια», Αρχαιολογία & Τέχνες 107, σελ. 34-48
  • Λίτσας, Νικόλαος (2008), «Η αλχημεία στα βυζαντινά χρόνια από τον 10ο αι. έως το 1204», Αρχαιολογία & Τέχνες 108, σελ. 8-22
  • Λίτσας, Νικόλαος (2008), «Η αλχημεία στα βυζαντινά χρόνια από το 1204 έως το 1453», Αρχαιολογία & Τέχνες 108, σελ. 23-39
  • Λίτσας, Νικόλαος (2008), «Οι αλχημιστές μέχρι τον 10ο αιώνα στο Βυζάντιο», Αρχαιολογία & Τέχνες 107, σελ. 49-62

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Κουκόπουλος
Θανάσης Κουκόπουλος
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ με ειδίκευση στην αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης. Γνωρίζει πολύ καλά αγγλικά και μαθαίνει γερμανικά και ρωσικά. Αγαπάει πολύ την αρχαιολογία, την ιστορία της τέχνης και την ιστορία γενικότερα και ιδιαίτερα τον βυζαντινό πολιτισμό, αλλά και την μπαρόκ τέχνη. Όνειρό του είναι να γίνει θεράπων της βυζαντινολογίας.