14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤα μηνύματα μέσω των social media ως αποδεικτικά μέσα

Τα μηνύματα μέσω των social media ως αποδεικτικά μέσα


Της Ιωάννας Μπινιάρη,

Στη σημερινή εποχή, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνιστούν ένα αναφαίρετο κομμάτι της ζωής μας, καθώς είναι γνωστό ότι η πλειονότητα του ελεύθερού μας χρόνου επικεντρώνεται στη χρήση των social media, είτε για ανάρτηση προσωπικών στιγμών είτε για επικοινωνία με αγαπημένα και μη πρόσωπα. Μάλιστα, πλέον συναντάται συχνά στις αίθουσες των δικαστηρίων η χρήση αποδεικτικών ηλεκτρονικών μέσων, για τα οποία δεν υφίστανται συγκεκριμένοι δικονομικοί κανόνες.

Το γεγονός ότι τα social media έχουν καθιερωθεί ως ο δημοφιλέστερος τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των ατόμων, θέτει επί τάπητος το ζήτημα για το αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν αναρτήσεις, φωτογραφίες και μηνύματα ως αποδεικτικά μέσα στο πλαίσιο μιας δίκης. Παρόλο που οι περισσότεροι σπεύδουν να ταχθούν υπέρ του αποκλεισμού τέτοιου είδους χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, επικαλούμενοι την προσβολή του δικαιώματος της ιδιωτικής ζωής, των προσωπικών δεδομένων και του απορρήτου των επικοινωνιών, καλό είναι να «φιλτράρεται» κάθε φορά το εν λόγω ζήτημα και να εξετάζεται ad hoc κάθε συγκεκριμένη περίπτωση.

Όσον αφορά συγκεκριμένα το γραπτό μήνυμα στα social media, αυτό έχει οριστεί από την ελληνική νομολογία ως υπηρεσία και της κινητής τηλεφωνίας, με την οποία ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να αποστείλει ή να παραλάβει σύντομο γραπτό μήνυμα από άλλους χρήστες, στην οθόνη του κινητού τηλεφώνου ή του υπολογιστή. Μάλιστα, τα κινητά τηλέφωνα πλέον θεωρούνται ως ηλεκτρονικοί υπολογιστές με δυνατότητα, μεταξύ άλλων, τηλεφωνικών κλήσεων, σύνταξης ηλεκτρονικών εγγράφων και πλοήγησης στο διαδίκτυο. Το δε γραπτό μήνυμα αποτελεί ηλεκτρονικό έγγραφο, εφόσον αποτελεί σύνολο δεδομένων που ενεγράφησαν στο μαγνητικό δίσκο του κινητού, επεξεργάστηκαν κι εν συνεχεία αποτυπώθηκαν αναγνώσιμα από τον άνθρωπο στην οθόνη του μηχανήματος.

Πηγή Εικόνας: pixabay.com

Ακολούθως, αυτά τα δεδομένα στάλθηκαν με χρήση της κινητής τηλεφωνίας σε κάποιον αποδέκτη, ο οποίος στη συνέχεια τα εμφανίζει στην οθόνη του κινητού του. Πάντως, ο εκάστοτε συντάκτης ενός γραπτού μηνύματος αποδέχεται και επιδιώκει την καταγραφή του στη μνήμη του κινητού τηλεφώνου του παραλήπτη, ώστε ο δεύτερος όχι μόνο να δει, αλλά και να λάβει γνώση του περιεχομένου του μηνύματος και πιθανόν να το ανασύρει στο μέλλον, για να το αναγνώσει ξανά. Φυσικά, η εν λόγω δυνατότητα του παραλήπτη ενός μηνύματος τελεί σε πλήρη γνώση από τον αποστολέα, συνεπώς μπορεί να γίνει λόγος για τεκμαιρόμενη συναίνεση του αποστολέα να καταστεί ο παραλήπτης νόμιμος κάτοχος του μηνύματος.

Περαιτέρω, πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγματος, απαγορεύεται η χρήση οποιουδήποτε αποδεικτικού μέσου που έχει αποκτηθεί κατά παράβαση του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων (άρθρα 9 και 9Α). Επίσης, στο άρθρο 19 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο.

Άρα, αντιλαμβανόμαστε ότι οποιοδήποτε μέσο επιφέρει δέσμευση και περιορισμό της ελευθερίας της επικοινωνίας συνιστά ένα συνταγματικά απαγορευμένο αποδεικτικό μέσο που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μια δίκη. Προς αυτήν την κατεύθυνση, μάλιστα, κινείται και το ποινικό δίκαιο, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 177 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αποδεικτικά μέσα που έχουν αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών, δεν λαμβάνονται υπόψη στην ποινική διαδικασία. Ενώ το άρθρο 370Α παρ. 1 εδ. α’ του Ποινικού Κώδικα προβλέπει κυρώσεις για όποιον αθέμιτα παγιδεύει ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο παρεμβαίνει σε συσκευή, σύνδεση ή δίκτυο παροχής υπηρεσιών τηλεφωνίας ή σε σύστημα υλικού ή λογισμικού, που χρησιμοποιείται για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, με σκοπό ο ίδιος ή άλλος να πληροφορηθεί ή να αποτυπώσει σε υλικό φορέα το περιεχόμενο τηλεφωνικής συνδιάλεξης μεταξύ τρίτων ή τα στοιχεία της θέσης και κίνησης της εν λόγω επικοινωνίας.

Πηγή εικόνας: unsplash.com

Συνάγεται, λοιπόν, ότι τα μηνύματα μέσω των social media δεν θεωρούνται κατά κανόνα παράνομα αποδεικτικά μέσα και άρα δεν προσβάλλονται τα δικαιώματα της ελεύθερης επικοινωνίας και του απορρήτου, όταν προσκομίζονται στο δικαστήριο από τους ίδιους τους αντιδίκους. Γίνεται λόγος για παράνομα αποδεικτικά μέσα μόνο όταν προσκομίζονται μηνύματα από τρίτο πρόσωπο που αφορούν ξεχωριστό από αυτόν συνομιλούντες, που και σε αυτή την περίπτωση απαιτείται στάθμιση με την αρχή της αναλογικότητας, όταν δεν υφίσταται άλλο αποδεικτικό μέσο προς απόδειξη των ισχυρισμών του.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • «Μηνύματα μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης: Αποτελούν νόμιμα αποδεικτικά μέσα στη πολιτική δίκη;», διαθέσιμο εδώ
  • «Μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως αποδεικτικά μέσα στην πολιτική δίκη», διαθέσιμο εδώ
  • «Συνομιλίες στο Messenger και φωτογραφίες στο Facebook ως αποδεικτικά μέσα σε ποινική δίκη (ΜΟΔ Ηρακλείου)», διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννα Μπινιάρη
Ιωάννα Μπινιάρη
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1997 και κατάγεται από την Επίδαυρο, όπου και μεγάλωσε. Είναι απόφοιτη της Νομικής Σχολής Αθηνών και εργάζεται ως ασκούμενη δικηγόρος. Το πάθος της, από μικρή ηλικία, είναι η εκμάθηση ξένων γλωσσών και τα ταξίδια. Στον ελεύθερό της χρόνο απολαμβάνει την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων, την παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων, συναυλιών και κινηματογραφικών ταινιών αλλά και την ενασχόληση με τη γυμναστική. Διετέλεσε Αρχισυντάκτρια Κοινωνικών Θεμάτων του OffLine Post από τον Μάρτιο του 2021 έως τον Σεπτέμβριο του 2022.