Της Ισιδώρας Ανδρέου,
Η Κνιδία Αφροδίτη, ως Θεά των σαρκικών απολαύσεων, απεικoνίζεται στο εν λόγω άγαλμα για πρώτη φορά γυμνή, προβάλλοντας, αναδεικνύοντας, αλλά και αποποινικοποιώντας το γυναικείο σώμα στα μάτια του θεατή. Κάτω αριστερά της εικονίζεται «κρυμμένος», σαν μικρό παιδί, ο Θεός Έρωτας, ο οποίος πατά πάνω σε δελφίνι, που σύμφωνα με τους Πλατωνικούς αλλά και Ορφικούς, αν και υιός της Αφροδίτης, προϋπάρχει της μητέρας του ως κίνηση των ανθρώπων προς το ανώτερο. Η ιδέα του έρωτα ανάγεται στον Πλάτωνα στον Φαίδρο, όπου κάνει λόγο για την «ιδέα» που έχουμε εμείς οι κοινοί θνητοί δια αυτόν. Καμία ιδέα, δηλαδή, μιας και στην πραγματικότητα αδυνατούμε να ερωτευθούμε.
Κι αυτό γιατί; Αν μη τι άλλο, παρά γιατί απλώς φοβόμαστε. Φοβόμαστε το πραγματικό, την ουσιαστική επικοινωνία, τον Έρωτα.
Έρως = ροή, που στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «επικοινωνία». Όλοι πλέον στη σημερινή εποχή φοβόμαστε την ουσιαστική και αληθινή επικοινωνία-ροή, για αυτό και κρατάμε μια αμυντική στάση απέναντι στον Έρωτα, αποφεύγοντάς τον με κάθε κόστος. Αρνούμαστε να δεχθούμε το πραγματικό, τη μία και μοναδική δύναμη της αγάπης και επιλέγουμε τη διαφυγή μέσα από τα μονοπάτια της πολυγαμικής ζωής.
Η Κνιδία Αφροδίτη μάς διδάσκει ακριβώς το αντίθετο από αυτό, ήτοι τον αληθινό και πραγματικό Έρωτα, μάς δείχνει μέσα από τα δικά της μάτια, μέσα από τα μάτια του γλύπτη, μέσα από τα δικά μας μάτια, πως καθόλου δεν θα έπρεπε να φοβόμαστε να ερωτευθούμε.
Εικονίζεται για πρώτη φορά γυμνή, προστατεύοντας από τα μάτια του θεατή το δεξί της στήθος με το ένα της χέρι και με το άλλο την ηβική χώρα. Η στάση αυτή φανερώνει μια κάποια αιδώ, μια ντροπή, αφού η Θεά εικονίζεται λίγο μετά το λουτρό της. Ο εν λόγω αγαλματικός «τύπος του Καπιτωλίου» αποτελεί κληρονομιά του Πραξιτέλη και είναι μια παραλλαγή του προτύπου που ανάγεται στους ρωμαϊκούς χρόνους. Η κόμμωση της θεάς φανερώνεται περίτεχνη και κρύβει με τους επιβλητικούς της πλοκάμους τον αυχένα της. Η Θεά Αφροδίτη υπήρξε ανέκαθεν Θεά των σαρκικών απολαύσεων, εξού και η σύνδεσή της με τον υιό της και εξιδανικευμένο Θεό Έρωτα.
Ο Θεός Έρωτας, από την άλλη, εικονίζεται ωσάν μικρό παιδί, που κοιτά τη μητέρα του θαυμάζοντας το μεγαλείο της ενανθρώπισής του σε γήινη μορφή, ήτοι της τέλειας γυναίκας, που δεν είναι άλλη από τη Θεά Αφροδίτη. Ο αγαλματικός τύπος του Έρωτα ανάγεται σε μάρμαρο λαξευμένο στο χέρι και απεικονίζεται ως παιδί δίχως φύλο, αγνό και απαλλαγμένο από κάθε λογής διεμφυλική διάκριση. Λαξεύεται σαν μικρό παιδί που στέκει δίπλα στη μητέρα του, στην κίνηση του θαυμασμού, δηλαδή, με το δεξί του χέρι κοντά στο πρόσωπο, στρέφοντας το σώμα του προς τη μητέρα του, κίνηση η οποία φανερώνει δέος.
Ο μικρός φτερωτός Έρωτας απεικονίζεται σε αυτήν την περίπτωση στην Αττική στάση ζύγισης, κατά την οποία τόσο το άνετο αριστερό του κάτω σκέλος όσο και το δεξί στηρίζον σκέλος του συμμετέχουν στη στάση της αγαλματικής μορφής. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση με το Πολυκλείτιο μοτίβο στήριξης κατά το οποίο η μορφή λαξεύεται με στηρίζον σκέλος το ένα εκ των δύο, π.χ. το δεξί, οπότε το αντίστοιχο ισχίο είναι ανεβασμένο και με άνετο σκέλος το αριστερό, οπότε και είναι χαμηλομένο το αριστερό ισχίο της μορφής. Κάνουμε λόγο, λοιπόν, για ένα μοτίβο στήριξης σύμφωνα με το οποίο έχουμε ένα πλήρως ανακουφισμένο, άνετο σκέλος και ένα πλήρως στηρίζον, δηλαδή, ένα σκέλος πλήρως αμέτοχο στη στάση του σώματος. Το μοτίβο που κυριαρχεί εδώ είναι αυτό της Αττικής στάσης, όπου για τη στήριξη της μορφής είναι απαραίτητο τόσο το στηρίζον και βασικό όσο και το άνετο, ανακουφισμένο σκέλος.
Ο φτερωτός Έρωτας, στον εν λόγω αγαλματικό τύπο, «παγώνει» στα χέρια του γλύπτη δημιουργού του τη στιγμή που πατά πάνω σε ένα θαλάσσιο ον. Απεικονίζεται στο μαρμάρινο σύμπλεγμα να πατά πάνω σε ένα δελφίνι, γεγονός το οποίο μαρτυρά τη σχέση Αφροδίτης και Έρωτα με τη θάλασσα. Συγκεκριμένα, όπως αναφέραμε παραπάνω, η Θεά απεικονίζεται λίγο μετά το λουτρό της, η παρουσία, όμως, του θαλάσσιου στοιχείου δεν αποτελεί τυχαία επιλογή. Πρόκειται για τη σύνδεση με τη θαυματουργική γέννηση της Θεάς, σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησιόδου, όπου ο Θεός Κρόνος, κατά τη διαμάχη του με τον πατέρα του Ουρανό, κόβει τα γεννητικά όργανα του πατέρα του και τα πετά στη θάλασσα. Το γεγονός αυτό οδήγησε στη θαυματουργική γέννηση της Θεάς Αφροδίτης, η οποία αναδύεται ως εκ θαύματος μέσα από τους αφρούς της θάλασσας. Εξού και το όνομά της, Αφροδίτη. Ο Πλάτων, από την άλλη στο Συμπόσιο αναφέρει την Ουράνια και την Πάνδημο, τη μια ως Ιδέα και την άλλη ως ανθρώπινη έκφραση του Έρωτα.
Βλέπουμε, λοιπόν, πολλές διαφορετικές οπτικές ενός θέματος/αγάλματος, ήτοι ένα θέμα μπορεί να ερμηνευτεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Συνεπώς, η στάση μας απέναντι στο φλέγον ζήτημα της εποχής μας, στον Έρωτα δεν θα έπρεπε να είναι μόνο μία ή μόνο αμυντική. Ως η άυλη ύλη που οδηγεί τους ανθρώπους προς τις ανώτερες ιδέες, θα έπρεπε να μας κινεί εμπρός του κι όχι μακριά του. Οφείλουμε να ρίξουμε τις άμυνές μας, να ερωτευθούμε ειλικρινά και χωρίς δεύτερες σκέψεις, μιας και ο αληθινός, εξιδανικευμένος Έρωτας μόνο καλό μπορεί να μας κάνει.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία, Δημήτρης Πλάντζος, 1200-30 π.Χ.
- Πλάτωνος ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ, Πλατωνικοί διάλογοι, Αρχαίον Κείμενον, Προλεγόμενα εις το “Συμπόσιον”, Κωνσταντίνου Γεωργούλη, Κριτικόν υπόμνημα, Μετάφρασις, Σχόλια και Ανάλυσις, Βασιλείου Δεδούση.