Του Νίκου Παναγιωτόπουλου,
Από την αρχαία εποχή ως και σήμερα, ο Ορφέας, ο ταλαντούχος Έλληνας λυράρης που ήταν προικισμένος με μουσικές ικανότητες οι οποίες ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα δεδομένα, αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης τόσο για τους αρχαίους και τους σύγχρονους μυθογράφους, όσο και για τη θρησκειολογική έρευνα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι δεν είχε σαφή γνωρίσματα ήρωα, θεού ή ημίθεου. Ήταν ένας φημισμένος μουσικός που, με τη θεία του μουσική, σαγήνευε όλα τα έμψυχα και τα άψυχα πλάσματα και εξημέρωνε τις ψυχές των αγροίκων.
Το τραγούδι του ασκούσε μεγάλη γοητεία στα ζώα, ακόμα και στα δέντρα και στους βράχους, που ξεριζώνονταν και τον ακολουθούσαν για να χορέψουν μαζί του, παρασυρόμενοι από τις γλυκιές μελωδίες του. Έχει χαρακτηριστεί ως «γόης ἀπό μουσικῆς ἄμα καὶ μαντικῆς». Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν, σύμφωνα με τον Αθήναιο, πως ο Απόλλωνας από το φάσμα των θεών και ο Ορφέας από τον χώρο των ημίθεων συμβόλιζαν την εξαιρετική υπόληψη της «μουσικής σοφίας» στην Ελλάδα. Επίσης, στον Ορφέα έχουν αποδοθεί πολλές ιδιότητες. Ήταν εισηγητής συγκεκριμένων μυστικών τελετών, θρησκευτικός και επικός ποιητής, προφήτης και ιερέας.
Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, ο Ορφέας καταγόταν από τη Θράκη. Ήταν γιος του Οίαγρου, ενός βασιλιά της Θράκης, και της Μούσας Καλλιόπης, κατά την επικρατέστερη εκδοχή, η οποία ήταν η προστάτιδα της επικής ποίησης. Ωστόσο, ως πατέρας του Ορφέα εμφανίζεται και ο θεός Απόλλωνας, ο οποίος έδωσε στον Ορφέα την πρώτη του λύρα με επτά χορδές (στη συνέχεια, ο Ορφέας τελειοποίησε τη λύρα, προσθέτοντας ακόμη δύο χορδές). Σπανιότερα αναφέρεται ως μητέρα του η Μελπομένη, Μούσα του άσματος και της τραγωδίας. Επιπλέον, ως μητέρα του αναφέρεται και η Μούσα Κλειώ και η Μενίππη, κόρη του μουσικού Θάμυρη.
Από την άλλη πλευρά, ο Παυσανίας, ο οποίος ασχολήθηκε διεξοδικά με τον Ορφέα, απορρίπτοντας την παράδοση που ήθελε τη Μούσα Καλλιόπη ως μητέρα του, υποστήριξε πως ο Ορφέας ήταν γιος της κόρης ενός τοπικού άρχοντα ονόματι Πιέρου και δηλώνει πως ο διάσημος κιθαρωδός δραστηριοποιήθηκε στον χώρο μεταξύ των Πιερίων, της παραλίας του Θερμαϊκού και των Βόρειων υπωρειών του Ολύμπου, στα νότια της σημερινής Κατερίνης.
Ο Ορφέας έλαβε μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία˙ έτσι, έζησε πριν από τον Τρωικό πόλεμο και πριν από τους Επτά που πολέμησαν στη Θήβα. Έως τα μέσα, όμως, του 6ου αιώνα π.Χ., το όνομά του δεν εμφανίζεται σε λογοτεχνικά κείμενα ή άλλες γραπτές πηγές, ούτε η μορφή του απασχόλησε τις εικαστικές τέχνες. Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως ο Ορφέας δεν μνημονεύεται στα Ομηρικά έπη, στους Ομηρικούς ύμνους και στον Ησίοδο. Για πρώτη φορά, στο τέλος του 6ου αιώνα π.Χ., ο Ίβυκος ένας ποιητής από την Κάτω Ιταλία κάνει αναφορά στον Ορφέα με τη φράση «ὀνομακλυτός Ὀρφὴς». Επίσης, το όνομα του μουσικού με τον τύπο «Ορφάς» είναι γραμμένο και πάνω σε αρχαϊκή μετόπη από τους Δελφούς με παράσταση της Αργούς. Συνεπώς, αυτή είναι η παλαιότερη χρονολογική αναφορά στον Ορφέα, λίγο πριν από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ.
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ο Ορφέας συμμετείχε με τον Ιάσονα και τους υπόλοιπους Αργοναύτες στην εκστρατεία για την ανάκτηση του Χρυσόμαλλου Δέρατος, που βρισκόταν στην Κολχίδα. Μέσα στο πλοίο της Αργούς έπαιζε με τη λύρα του και έδινε τον ρυθμό της κωπηλασίας στους ναύτες, καθώς επίσης βοήθησε στο να ξεφύγουν οι Αργοναύτες από πολλές επικίνδυνες καταστάσεις. Η μουσική του ηρεμούσε τα πνεύματα, όταν οι Αργοναύτες άρχιζαν να φιλονικούν και τους έκανε να ξεχνιούνται με το τραγούδι του. Κατεύναζε τα φουσκωμένα κύματα της θάλασσας, μάγευε τις Συμπληγάδες πέτρες, από όπου η Αργώ τελικά πέρασε αλώβητη, μάγεψε και αποκοίμισε τον δράκοντα που ήταν ο φρουρός του δέρατος και έσωσε τους Αργοναύτες από το γοητευτικό τραγούδι των Σειρήνων.
Μετά την επιστροφή του από την Κολχίδα, ερωτεύτηκε μία νεαρή γυναίκα, την Ευρυδίκη, την οποία τελικά νυμφεύτηκε. Το δάγκωμα, όμως, ενός φιδιού στάθηκε η αφορμή που πέθανε πρόωρα η αγαπημένη του. Εξαιτίας αυτού του θλιβερού συμβάντος, ο πληγωμένος Ορφέας κινητοποιήθηκε μέσα του και πήρε θάρρος, ώστε να βιώσει τη σημαντικότερη περιπέτεια της ζωής του: την κάθοδο στο βασίλειο του Άδη. Η γοητευτική μουσική του συγκίνησε όλα τα πλάσματα του Κάτω Κόσμου, μαζί και τον Πλούτωνα και τη σύζυγό του, την Περσεφόνη. Αρχικά, για καλή του τύχη, το ζευγάρι ικανοποίησε το αίτημά του και δέχτηκαν να του επιστρέψουν την Ευρυδίκη. Αναντίρρητος όρος της συμφωνίας, όμως, ήταν να μη γυρίσει να κοιτάξει την Ευρυδίκη, κατά την επιστροφή τους στον Επάνω Κόσμο, και μόνο όταν θα έφτανε εκεί θα μπορούσε να την αντικρίσει. Δυστυχώς, ο Ορφέας, λόγω της έντονης ανυπομονησίας του, λίγο πριν ανέβει στον κόσμο των ζωντανών, γύρισε και έστρεψε το βλέμμα του στην αγαπημένη του, η οποία αμέσως χάθηκε για πάντα στον κόσμο των σκιών.
Μετά την αποτυχημένη του προσπάθεια, ο Ορφέας πληγώθηκε βαθύτερα. Κυκλοφορούσε απαρηγόρητος και αμίλητος, θλιμμένος κι ατημέλητος, δίχως να έχει την επιθυμία να φάει, θρηνώντας συνεχώς για τον χαμό της Ευρυδίκης στις όχθες ενός ποταμού. Αφότου έχασε τη γυναίκα του, καμία άλλη δεν προκαλούσε το ενδιαφέρον του και απωθούσε όσες τον πλησίαζαν. Κάποιοι λένε πως δε θέλησε να ζήσει άλλο μόνος του και τελικά αυτοκτόνησε. Οι ορφικοί, αντιθέτως, υποστήριζαν πως ο θάνατος του προφήτη τους ήταν μαρτυρικός.
Η πιο γνωστή εκδοχή για τον θάνατό του προέρχεται από τον Αισχύλο. Η λατρεία του θεού Διονύσου, που είχε περάσει πρόσφατα με την ακολουθία των Βακχών του από τη Μικρά Ασία στη Θράκη, περιφρονήθηκε από τον Ορφέα, ο οποίος τιμούσε μόνο τον Ήλιο τον οποίο αποκαλούσε και Απόλλωνα. Ο Διόνυσος, τότε, διέταξε τις Βάκχες (ή Μαινάδες ή, στη Θράκη, Βασσάρες ή Βασσαρίδες) να τον διαμελίσουν. Οι Μούσες, στη συνέχεια, περισυνέλεξαν τα πεταμένα μέλη του και τα έθαψαν στα Λείβηθρα. Η λύρα του τοποθετήθηκε στον ουρανό ως αστερισμός. Τέλος, το κεφάλι του, που οι Βάκχες το είχαν πετάξει στον ποταμό Έβρο, το ξέβρασε η θάλασσα στο νησί της Λέσβου. Εκεί χτίστηκε ένα μαντείο προς τιμήν του Ορφέα. Το κεφάλι προφήτευε μέχρι που το μαντείο αυτό έγινε πιο γνωστό από αυτό των Δελφών. Τότε ο Απόλλωνας ζήτησε από το ορφικό μαντείο να σταματήσει τη λειτουργία του.
Άλλες πηγές αναφέρουν πως τον Ορφέα φόνευσαν γυναίκες από τη Θράκη. Το κίνητρο τους ήταν η εκδίκηση, είτε γιατί ο Ορφέας τις απέκλεισε από τα μυστήρια που ίδρυσε, είτε γιατί, με την εισαγωγή του παιδικού έρωτα από τον ίδιο στη Θράκη, οι άντρες απομακρύνθηκαν από αυτές. Μια διαφορετική άποψη έρχεται να προσθέσει πως η θεά Αφροδίτη ήταν αυτή που ξεσήκωσε τις γυναίκες των Θρακών για να τον σκοτώσουν, μιας και η μητέρα του Ορφέα, έχοντας το ρόλο του διαιτητή στη διαμάχη που προέκυψε μεταξύ της Αφροδίτης και της Περσεφόνης σχετικά με τον Άδωνη, όρισε, τελικά, να ανήκει για ίσο χρονικό διάστημα σε καθεμιά από τις δύο. Μία τελευταία εκδοχή για τη θανάτωση του Ορφέα προτείνει πως ο ίδιος ο Δίας κεραυνοβόλησε τον μουσικό διότι, μέσω των μυστηρίων που ίδρυσε, φανέρωνε απόκρυφες αλήθειες στους θνητούς.
Στη μετακλασική εποχή, ο ξακουστός αυτός μουσικός θεωρούνταν πως ίδρυσε και οργάνωσε μυστικές τελετές. Κατά τα λεγόμενα του Διόδωρου, ο Ορφέας είχε ταξιδέψει στην Αίγυπτο, όπου απέκτησε την ικανότητα να οργανώνει διάφορα μυστήρια. Πολλοί, επομένως, ήταν εκείνοι που τον θεώρησαν ως εμπνευστή των Ελευσίνιων μυστηρίων. Οι κάτοικοι της Αίγινας, την εποχή του Παυσανία, έλεγαν πως τις τελετές προς τιμήν της Εκάτης τις οργάνωσε ο Ορφέας. Επιπλέον, στη Σπάρτη, όπως γράφει ο Παυσανίας, είχε ιδρύσει ναό για την Κόρη. Οι Σπαρτιάτες, τέλος, υποστήριζαν πως, εξαιτίας του Ορφέα, είχαν αρχίσει να λατρεύουν τη χθόνια Δήμητρα.
Μία νέα μυστική θρησκεία, που βασιζόταν στις διδασκαλίες και στα τραγούδια του κιθαρωδού, θεωρούνταν ότι τελικά είχε εισαχθεί από τον Ορφέα στην Αρχαία Ελλάδα, παρόλο που καμία σαφής περιγραφή μιας τέτοιας θρησκείας δεν μπορεί να συντεθεί από ιστορικές μαρτυρίες. Η πλειονότητα των μελετητών συμφωνεί με το ότι μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ. υπήρχε τουλάχιστον ένα ορφικό κίνημα με ιερείς, που ταυτόχρονα ήταν και ταξιδιώτες, οι οποίοι πρόσφεραν διδασκαλίες και μύηση, βασισμένες σε ένα σώμα θρύλου και δόγματος που λέγεται ότι διαμόρφωσε ο Ορφέας. Μέρος του ορφικού τελετουργικού θεωρούνταν ότι αποτελούσε η μιμητική ή πραγματική διαδικασία διαμελισμού ενός ατόμου που δήθεν συμβόλιζε τον Διόνυσο Ζαγρέα, γιο του Δία και της Περσεφόνης, ο οποίος ύστερα αναγεννάται. Η ορφική εσχατολογία έδινε έμφαση στην ύπαρξη επιβράβευσης ή τιμωρίας, μετά τον σωματικό θάνατο, της ψυχής, η οποία μετά απελευθερώνεται με σκοπό να καταφέρει να ακολουθήσει το πραγματικό μονοπάτι της στη μετά θάνατον ζωή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Κακριδής, Ι.Θ. (1986), Ελληνική Μυθολογία: Οι Ήρωες, Τοπικές Παραδόσεις, τόμος 2, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
- Μήττα, Δ., Λύρα, greek-language.gr. Διαθέσιμο εδώ
- britannica.com, Orpheus. Διαθέσιμο εδώ