Της Γεωργίας Δημοπούλου,
«Σε ποια πέτρα, σε ποιο χώμα να ριζώσεις τώρα πια;» μας τραγουδά ο αγαπημένος Γεώργιος Νταλάρας. Άλλωστε, δε χωρά αμφιβολία στο ότι η προσφυγιά είναι μία από τις δυσχερέστερες συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να βρεθεί ένας άνθρωπος, μία οικογένεια, ένα έθνος ολόκληρο. Κάποιες φορές αυτό συμβαίνει, μάλιστα, απρόσμενα και βιαστικά, όπως μας διδάσκουν τα πρόσφατα γεγονότα του ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Οι πτυχές μίας τέτοιας δυσκολίας; Αμέτρητες και δυσπρόσιτες. Ωστόσο, αξίζει να εστιάσει κανείς το ενδιαφέρον του στην ένταξη των προσφύγων στο σχολικό περιβάλλον της δικής μας χώρας, διαχρονικά.
Η μαρτυρία της Κ.Ε. από την Προύσα είναι αντιπροσωπευτική των όσων βίωναν τα προσφυγόπουλα της Μικρασίας του 1922 κατά τα πρώτα χρόνια τους στα ελληνικά σχολεία: «Εγώ, μέχρι που τέλειωσα το σχολείο, στην Ελλάδα, βιβλία δεν είχα, πέρα από ένα αναγνωστικό κι ένα βιβλίο Φυσικής! Η ιστορία ήταν ένα τεύχος σαν κόμικς, ούτε γραμματική είχα, τα μαθηματικά μας τα ‘λεγαν προφορικά και τα σημειώναμε. Κι εγώ έπαιρνα και διάβαζα απ’ τα βιβλία των αγοριών, που τα ‘χαν φέρει απ’ την πατρίδα, γιατί εκεί είχαν όλα τα βιβλία!». Η έλλειψη σχολικής μέριμνας για τα παιδιά αυτά γίνεται, επομένως, προφανής. Το «νέο σχολείο» δεν ήταν, για τους πρόσφυγες, παρά κάτι εφήμερο και ευτελές, που ερχόταν σίγουρα σε πλήρη αντίθεση με το κύρος των «παλαιών» τους σχολείων.
Αρκεί μία σύντομη επισκόπηση στη σχολική ζωή εκείνης της περιόδου για να διαπιστώσει κάποιος τη συναισθηματική απομάκρυνση που εκδήλωνε ο δάσκαλος, την εμφανή – λόγω της ένδυσης και της ποιότητας των μαθητικών εργαλείων των προσφύγων – κοινωνική τους διαφοροποίηση από τα υπόλοιπα παιδιά, όπως και την ύπαρξη έμφυλων στερεοτύπων στη συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, με την πλειοψηφία των γονέων να αναγκάζουν τα κορίτσια να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους, ώστε να ασχοληθούν αποκλειστικά με τις οικιακές εργασίες. Σε κάθε περίπτωση, επρόκειτο για μία ποιότητα εκπαίδευσης που – με τα σημερινά δεδομένα – κρίνεται σίγουρα αντιπαιδαγωγική.
Αρκετά χρόνια αργότερα, το γεγονός της έκρηξης της πολεμικής σύρραξης στη Συρία έρχεται να επικαιροποιήσει για μία ακόμα φορά το προσφυγικό ζήτημα. Ανυπολόγιστες εισρροές «ξεριζωμένων» σημειώνονται τόσο στον ηπειρωτικό κορμό όσο και στα κέντρα υποδοχής των ελληνικών νησιών. Τα δε νούμερα των ερευνών που διενεργήθηκαν στο χώρο των σχολείων που φιλοξένησαν τα προσφυγόπουλα αυτά παραμένουν απογοητευτικά: μόνο το 14,2% εξ αυτών φοιτά πραγματικά στα ελληνικά σχολεία, όπως αποδεικνύεται. Ως προς τα αίτια της κατάστασης αυτής, υποστηρίζεται από ειδικούς πως αυτά δε σχετίζονται αμιγώς με την πανδημία και την ανάγκη για εξ αποστάσεως εκπαίδευση, αλλά κυρίως με την αποσχολειοποίηση και την αποθάρρυνση των παιδιών αυτών από την εκπαιδευτική διαδικασία, κάτι που υπαγορεύουν οι διαφορετικές πολιτισμικές και οικονομικές τους καταβολές, όπως και η διαφοροποίηση στο νομικό τους καθεστώς.
Το «κερασάκι στην τούρτα», ωστόσο, δεν έχει ακόμα τοποθετηθεί. Η άφιξη περίπου 14 χιλιάδων Ουκρανών προσφύγων στη χώρα μας το τελευταίο εικοσαήμερο αποτελεί γεγονός. Φυσικά δεν εκλείπουν τα ανήλικα παιδιά, που με τη σειρά τους καλούνται να ενταχθούν στις ελληνικές σχολικές αίθουσες και να βιώσουν από πρώτο χέρι τα μέτρα που το Υπουργείο Παιδείας έλαβε πρόσφατα, με αυτό ακριβώς το σκοπό: Η ένταξή τους σε τάξεις υποδοχής, η συνεργασία με τη UNICEF και η ψυχολογική υποστήριξη των μικρών μαθητών αποτελούν κάποια μόνο από αυτά. Εύλογα, όμως, διερωτάται κανείς: είναι σε θέση όλες αυτές οι ενέργειες να αποδώσουν καρπούς χωρίς τον ουσιαστικό εναγκαλισμό της κοινωνικής αυτής ομάδας και χωρίς το πραγματικό «καλωσόρισμα» από τη χώρα υποδοχής τους;
Καθίσταται κατανοητό πως η λεγόμενη «συμπερίληψη» απαιτεί πολλά παραπάνω. Πρώτα απ’ όλα, είναι αναγκαίο να εξαλειφθεί κάθε ψήγμα ξενοφοβίας από την ελληνική κοινότητα, πράγμα που – όπως είναι λογικό – μπορεί να επιτευχθεί μόνο μακροπρόθεσμα και σταδιακά. Εφόσον, όμως, γίνεται λόγος για το χώρο της εκπαίδευσης, ο ίδιος φαίνεται να είναι και ο ιδανικός για ένα νέο ξεκίνημα, μέσα από τη διδαχή αξιών όπως η αποδοχή, ο σεβασμός στο διαφορετικό και η αντιρατσιστική νοοτροπία. Ξεκινώντας από τα πιο απλά, η λογοτεχνική ανάγνωση κειμένων που αναφέρονται στη θεματική «Ειρήνη-Πόλεμος» και η ανάθεση εργασιών με θέμα την καταγωγή του καθενός από τους μαθητές μπορούν κάλλιστα να προετοιμάσουν τη σύγχρονη μαθητική κοινότητα για την αποδοχή των προσφυγικών ρευμάτων με τα οποία πιθανότατα θα φοιτήσουν.
Άλλωστε, είναι γνωστό πως όσο μικρότερη είναι η ηλικία στην οποία τα παιδιά δέχονται τέτοια ερεθίσματα τόσο πιο εύκολο θα είναι για τα ίδια να τα ενστερνιστούν, να τα κάνουν μέρος της προσωπικής τους ιδεολογίας και να εξελιχθούν σε προοδευτικά μέλη της κοινωνίας μας, των οποίων η αγάπη και ο αλτρουισμός δε θα γνωρίζει σύνορα ή χρώμα δέρματος. Το σχολείο είναι αυτό που συχνά αναφέρεται ως «παράθυρο στον κόσμο», και τώρα έχει την ευκαιρία να μας αποδείξει αυτή του την ιδιότητα έμπρακτα. Δεν αξίζει κι εμείς – ως κοινωνία – να του τη δώσουμε;
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΤΟΥ 1922 «Τι θέλετε εδώ τουρκόσποροι;», imerodromos.gr, διαθέσιμο εδώ
- «Η προσφυγιά μας έχει ρημάξει»: μαρτυρίες προσφύγων μαθητών και μαθητριών από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, researchgate.net, διαθέσιμο εδώ
- «Η χώρα μας ανοίγει μία μεγάλη αγκαλιά για τους μαθητές από την Ουκρανία», minedu.gov.gr, διαθέσιμο εδώ