9.4 C
Athens
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ θεσμός της πόλεως τον 4ο μ.Χ. αιώνα

Ο θεσμός της πόλεως τον 4ο μ.Χ. αιώνα


Του Κωνσταντίνου Πίχλιαβα,

Ένας βασικός και σταθερός θεσμός, καθ’ όλη τη διάρκεια της πρώιμης και μέσης Ρωμαϊκής περιόδου, είναι η Πόλις. Η Πόλις αποτελεί το βασικό κύτταρο για τη διοίκηση και την οικονομική οργάνωση μίας περιοχής η οποία εντάσσεται στην αυτοκρατορία, και της οποίας οι σχέσεις με την κεντρική εξουσία, αλλά και ο τρόπος εσωτερικής οργάνωσης, ορίζεται επακριβώς από τον επαρχικό νόμο (εκδιδόμενο από τον αρμόδιο για την προσάρτηση ή κατάκτηση μίας περιοχής στρατιωτικό διοικητή).

Στις περιοχές της Ελλάδας και της Ιταλίας, όπου η οργάνωση σε πόλεις ήταν μια πρακτική αρχαιότατη, δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφοροποίηση κατά τη μετάβαση από τους Ελληνιστικούς Χρόνους (οπότε και παρατηρείται μια αποκρυστάλλωση των θεσμών, των  πρακτικών και της λειτουργίας τους) στη «Ρωμαϊκή» περίοδο. Ο θεσμός, μάλιστα, και στις δύο περιόδους ακμάζει: νέες πόλεις ιδρύονται σε περιοχές πολύ απομακρυσμένες από τον «κόσμο» της Μεσογείου, όπως η Μέση Ανατολή και το εσωτερικό της Βαλκανικής Χερσονήσου. Τόσο ο Αλέξανδρος, όσο και οι Επίγονοι του, συνετέλεσαν στην άνθηση του υπό εξέτασιν θεσμού, δια της ίδρυσης νέων πόλεων εκ του μηδενός ή μέσω του συνοικισμού ήδη υπαρχόντων κομών (χαρακτηριστικά παραδείγματα, η Αλεξάνδρεια και η Θεσσαλονίκη). Οι Ρωμαίοι δε, παρέλαβαν την πρακτική αυτή των ελληνιστικών ηγεμόνων και την επεξέτειναν, ιδρύοντας «αποικίες» (coloniae) – αρχικά αμιγώς στρατιωτικού χαρακτήρα (εγκατάσταση αποστράτων του Ρωμαϊκού στρατού) – και νέες πόλεις, παραχωρώντας τους, μάλιστα, και ορισμένα προνόμια ως προς την αυτοδιοίκηση, την απόδοση δικαιοσύνης και τον έλεγχο των οικονομικών τους.

Ο 3ος αιώνας αποδείχτηκε μια περίοδος μεγάλης δοκιμασίας για τις πόλεις (όπως και για την αυτοκρατορία εν συνόλω). Η αυτοκρατορία δέχεται ισχυρές πιέσεις, το ίδιο και οι πόλεις. Η ανάληψη του άλλοτε επίζηλου βουλευτικού αξιώματος καταντά, πλέον, μια δραστηριότητα διόλου θελκτική, και αρκετά ακριβή: ο θεσμός των δεκάπρωτων (βουλευτών) καθίσταται υποχρεωτικός και κληρονομικός, ορίζονται δε υπεύθυνοι για τη συλλογή των φόρων με τις περιουσίες τους ως εχέγγυα, μολοταύτα, οι πόλεις συνεχίζουν να είναι κύριες των εσωτερικών τους ζητημάτων, συνεχίζουν, επιπλέον, να κόβουν νομίσματα. Τα πάντα φαίνεται να κυλούν φυσιολογικά, κάτω, όμως, από το λούστρο της «κανονικότητας», συμβαίνουν σημαντικότατες αλλαγές, η θεαματικότερη: σταματάει μετά από τόσους αιώνες η αποτύπωση του αστικού βίου με επιγραφές. Εξέλιξη που μας εμποδίζει να ανιχνεύσουμε τις αλλαγές που επιτελούνται εντός τους (η μνημόνευση, βεβαίως, σημαντικών  γεγονότων με επιγραφές, θα συνεχιστεί σποραδικά μέχρι και τον 6ο αιώνα, με μεμονωμένα δείγματα).

Έχοντας αυτά υπ’ όψιν, συν το γεγονός της ανόδου ενός «απολυταρχικού» και «συγκεντρωτικού» καθεστώτος, αυτό της Τετραρχίας, η εξέλιξη αυτή μοιάζει αναμενόμενη. Οι πόλεις βιώνουν νέες ισχυρές πιέσεις (στο κοντινό παρελθόν, τις βαρβαρικές επιδρομές και τους εμφυλίους πολέμους μεταξύ των διεκδικητών του αυτοκρατορικού θρόνου, όπως ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ Σεπτιμίου Σεβήρου και Πεσκεννίου Νίγηρα το 169, με ολέθρια για τις πόλεις αποτελέσματα) τις οποίες αντιμετωπίζουν τειχιζόμενες, ενώ τώρα πρέπει να συνηθίσουν τη «διακριτική» παρουσία και επέμβαση των κρατικών υπαλλήλων στα εσωτερικά τους ζητήματα και δη: αυτή των φοροσυλλεκτών και των λοιπών φορολογικών υπαλλήλων που, όχι μόνο λαμβάνουν τους ιδιαίτερα υψηλούς (και συνεχώς αυξανόμενους) φόρους, αλλά και τρόφιμα για την κάλυψη αναγκών του στρατού και των δημοσίων υπαλλήλων.

Οι πόλεις χάνουν μεγάλο μέρος των παραδοσιακών τους προσόδων (δημόσιες εκτάσεις γης, των οποίων η ενοικίαση απέφερε πολλά έσοδα στην πόλη, κεφάλαια υπό μορφήν αγαλμάτων, αφιερωμάτων σε ναούς και ιερά, και υπό μορφήν κεφαλαίων δανείων, με τους τόκους των οποίων συντηρούνταν δημόσια κτήρια κ.τ.λ.) και αναγκάζονται να προσαρμοστούν στις νέες καταστάσεις: αρκετές «παραδοσιακές» λειτουργίες της πόλεως μέσα στον 4ο αιώνα παύουν να υφίστανται, αν δεν είχαν εκλείψει, ήδη, από την προηγούμενη περίοδο. Τέτοιες «λειτουργίες» είναι οι δημόσιες θυσίες, τις οποίες, κατά κοινή ομολογία, μάταια προσπάθησε να επαναφέρει ο Ιουλιανός. Το γυμνάσιο, ο λίαν σημαντικός αυτός θεσμός της εφηβείας, παρακμάζει  από το δεύτερο μισό του τρίτου αιώνα και εντεύθεν, οι τελευταίοι, μάλιστα, εφηβικοί αγώνες λαμβάνουν χώρα στην Οξύρυγχο το 323 (τελευταίοι καταγεγραμμένοι του είδους τους). Το ίδιο συμβαίνει και με τις διάφορες αθλητικές οργανώσεις, με βασικότερους τους Ολυμπιακούς Αγώνες που λαμβάνουν χώρα τελευταία φορά το έτος 393, οπότε και καταργούνται οριστικά από τον Μέγα Θεοδόσιο, ήδη, όμως, προ πολλού, είχαν καταστεί αποκλειστικός χώρος επαγγελματιών αθλητών.

Με τις βασιλείες του Διοκλητιανού και του Κωνσταντίνου, οι εξελίξεις αυτές παγιώνονται: τη διοκλητιάνεια «Restitutio» (Αποκατάσταση) διαδέχεται η κωνσταντίνεια «Renovatio» (Ανανέωση), το καθεστώς τείνει προς μία απολυταρχικότερη μορφή, οι πόλεις περνούν στο περιθώριο προς όφελος της υπαίθρου και των μεγάλων αστικών κέντρων (Αλεξάνδρειας, Αντιόχειας, Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκης, Σίρμιου κ.α.), που καθίστανται τοιουτοτρόπως ως τα κέντρα λήψης αποφάσεων και οι τόποι διαμονής των αυτοκρατόρων.

Από τους αυτοκράτορες του 4ου αιώνα, μόνο ο Ιουλιανός θα μεριμνήσει συνειδητά για το θεσμό της πόλεως, εξαιτίας της εμμονής του για την επιστροφή πίσω στο «κλασικό» παρελθόν (επιστρέφοντας τους δημευμένους αγρούς και επαναφέροντας το καθεστώς «αυτονομίας» τους, για παράδειγμα). Η δράση του, όμως, θα διακοπεί πρόωρα, ως αποτέλεσμα του ξαφνικού του θανάτου το 363. Το νερό, όμως, έχει μπει στο «αυλάκι» της ιστορίας. Ακολουθεί η «μεγάλη μετανάστευση των λαών» από το 375 και εντεύθεν, που θα αλλάξει άρδην το πρόσωπο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και του κόσμου εν γένει. Μετά το θάνατο του μεγάλου Θεοδοσίου και την επακόλουθη διαίρεση της Αυτοκρατορίας σε δύο τμήματα, η μεν Ανατολική αυτοκρατορία θα επιβιώσει, και μαζί μ’ αυτήν κι οι πόλεις (έστω και κολοβωμένες), και θα μετεξελιχθεί στο μεσαιωνικό Ρωμαϊκό κράτος (Ρωμανία), ενώ η δε Δυτική αυτοκρατορία θα διαλυθεί και θα δώσει τη θέση της στα διάφορα «βαρβαρικά» (μεσαιωνικά) κράτη.

Ο θεσμός της πόλης θα συνεχίσει να υφίσταται (με όλες τις διαφοροποιήσεις του) μέχρι και τον 8ο περίπου αιώνα, όποτε και θα καταρρεύσει, ως αποτέλεσμα των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο και την εμφάνιση νέων εχθρών (Άβαροι, Σλάβοι και Βούλγαροι στα Βαλκάνια – Πέρσες και Άραβες στην Ανατολή), των επιδρομών, των λεηλασιών και της εγκατάστασης νέων πληθυσμών. Σποραδικά ψήγματα των θεσμών της πόλεως θα επιβιώσουν μέχρι και τον 10ο αιώνα, οπότε ο Λέων ο Σοφός θα καταργήσει οριστικά τα κατά τόπους βουλευτήρια.


Βιβλιογραφία
  • Ρωμαϊκή Θεσσαλονίκη, Α.Μ.Θ 2003, σελ. 70
  • Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμος 14, σελ.116 ή τόμος 14 Ελληνισμός και Ρώμη (Α), σελ.116
  • Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμος 16, «Ελληνισμός και Ρώμη (Γ)», σελ. 180-182, 183-186, 188-190, 202
  • Christopher Mackay, «Αρχαία Ρώμη», Παπαδήμας 2007, σελ. 318-326 και 345
  • Κραλίδης Απόστολος, «Η αυτοκρατορική λατρεία στην περίοδο της τετραρχίας (285-313 μ.Χ)», σελ. 35-57 και 83-122
  • Peter Brown, «O κόσμος της ύστερης αρχαιότητας 150-750 μ.Χ.», Αλεξάνδρεια 1998, σελ.15-31, 32-33 και 41-50
  • Hermann Bengtson, «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος», Μέλισσα, 1991, σελ. 480, 481, 482, 484, 486

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Πίχλιαβας
Κωνσταντίνος Πίχλιαβας
Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1998 και μεγάλωσε στον Δρυμό, όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του το 2016. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (2016-2020) και μεταπτυχιακός φοιτητής του Τομέα Αρχαίας Ιστορίας του ιδίου Τμήματος (2020). Στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται: η Ελληνιστική και Ρωμαϊκή Ιστορία, η περίοδος της Ύστερης Αρχαιότητας (200-641 μ.Χ) και τα υπό οθωμανική κατοχή Βαλκάνια (1356-1922). Συνεργάζεται με το ΟffLine Post από το καλοκαίρι του 2019 αρθρογραφώντας πάνω σε ιστορικά θέματα.