Της Βιβής Καπογιαννάτου,
Ενώ οι διαπραγματεύσεις για την επικείμενη εισβολή της Ρωσίας συνεχίζονται, η τελευταία ανοίγει νέα μέτωπα με τη Γερμανία. Τα νέα αντίμετρα της Ρωσίας προκαλούν μόνο αντιδράσεις, καθώς περιορίζουν την ελευθερία της ενημέρωσης και αποτελούν αντιδημοκρατικές πράξεις, που δεν ταιριάζουν στο σήμερα. Οι διαφορές μεταξύ της Ρωσίας και της Γερμανίας ξεκινάνε μετά την απόφαση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής για τα ΜΜΕ, να απαγορεύσει τη μετάδοση του ρωσικού καναλιού RT (Russia Today) στη Γερμανία, καθώς το σχετικό κανάλι δεν διέθετε την απαραίτητη άδεια λειτουργίας. Υπερβολική και αβάσιμη ήταν η αντίδραση του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο αφαίρεσε την άδεια λειτουργίας του γερμανικού καναλιού Deutsche Welle (DW) στα αγγλικά, γερμανικά και ρωσικά, αποφάσισε να κλείσει το γραφείο ανταποκριτών της DW στη Μόσχα και ακύρωσε τις διαπιστεύσεις όλων των συνεργατών/ανταποκριτών της DW στη Μόσχα.
Πρόκειται για δύο κανάλια, τα οποία χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό, έχοντας, ωστόσο, σημαντικές διαφορές στη λειτουργία τους και στις σχέσεις τους με την κρατική εξουσία. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της, η DW αποτελεί ένα διεθνή ραδιοτηλεοπτικό σταθμό, ο οποίος δεν υπάγεται στην υπηρεσία του τύπου και πληροφοριών της γερμανικής κυβέρνησης. Παράλληλα, προκειμένου να εξασφαλίσει την αυτονομία της και να λειτουργήσει σύμφωνα με τις αρχές της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας, δεν συγχρωτίζεται με το κράτος, ενώ το εποπτικό της συμβούλιο απαρτίζεται από μέλη που έχουν στόχο τηδιασφάλιση της ενημέρωσης. Αντίστοιχα, στην αγγλική ιστοσελίδα της RT, αναφέρεται πως αποτελεί έναν αυτόνομο, κοινωφελή οργανισμό, που χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ωστόσο, δεν είναι λίγα τα στοιχεία που αποδεικνύουν πως πρόκειται για ένα όργανο που κατευθύνεται από το Υπουργείο Εξωτερικών, καθώς και από άλλες κρατικές οντότητες.
Σημαντικές είναι, ωστόσο, και οι διαφορές, ως προς τις διαδικασίες αδειοδότησης άσκησης του επαγγέλματος. Στη Γερμανία, οι δημοσιογράφοι διατηρούν την ελευθερία του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, η οποία κατοχυρώνεται από τη γερμανική νομοθεσία (για παράδειγμα οι δημοσιογράφοι της RT συνεχίζουν να παρακολουθούν την τακτική ενημέρωση του κυβερνητικού εκπροσώπου στο Βερολίνο, διατηρώντας τη θέση τους). Αντίθετα, στη Ρωσία διενεργείται διαδικασία διαπίστευσης των ξένων ανταποκριτών –η οποία δεν χαρακτηρίζεται για τη διαφάνειά της–, ενώ η χώρα καταλαμβάνει τη θέση 150, από τις 180, στην παγκόσμια κατάταξη για την ελευθερία του τύπου.
Πληθώρα αντιδράσεων, σε πολιτικό και δημοσιογραφικό επίπεδο, ακολούθησε τα μέτρα της Ρωσίας. Το Υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε «πως τα αντίμετρα είναι αβάσιμα, ενώ, εάν εφαρμοστούν στην πράξη, θα αποτελούν σοβαρό περιορισμό στην ελεύθερη δημοσιογραφία από ανεξάρτητους δημοσιογράφους στη Ρωσία». Έμφαση δόθηκε και στις συνέπειες, όσον αφορά τις γερμανορωσικές σχέσεις, οι οποίες θα επιβαρυνθούν. Στήριξη, ωστόσο, ήταν φανερή και από την πλευρά της Ευρωπαϊκής κομισιόν (European Commission), με τον Peter Stano να χαρακτηρίζει την πράξη της Ρωσίας «απαράδεκτη» και «αδικαιολόγητη», δηλώνοντας, ακόμη, το εξής: «Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας με την DW και το προσωπικό της στη Ρωσία, και θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε το θέμα πολύ στενά. Αναμένουμε ότι η DW θα έχει πλήρη και δίκαιη πρόσβαση σε όλα τα νομικά βήματα, προκειμένου να απαντήσει σε αυτή την αδικαιολόγητη απόφαση της Ρωσίας».
Από την πλευρά τους, οι δημοσιογράφοι της DW, υποστηριζόμενοι από τους υπόλοιπους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς της Γερμανίας, καθώς και τη Γερμανική Ένωση Δημοσιογράφων, DJV, απευθύνουν έκκληση προς τον Ρώσο Πρόεδρο, Vladimir Putin, για την επαναλειτουργία της DW, καθώς, επίσης, καλούν και την εκάστοτε κυβέρνηση της Γερμανίας να αντιδράσει και να ταχθεί κατά των μέτρων της Ρωσίας. Ο γενικός διευθυντής της DW, Peter Limbourg, τόνισε, μάλιστα, ακόμη και εάν δεν ανακληθούν οι σχετικές αποφάσεις και αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη Ρωσία, η DW θα εξακολουθήσει και θα εντείνει το ρεπορτάζ της για τη χώρα, θέλοντας να καταστήσει σαφές, με αυτόν τον τρόπο, ότι η ανεξάρτητη δημοσιογραφία και η ελευθερία της ενημέρωσης δεν θα εκλείψει με αλόγιστα μέτρα, που φιμώνουν την πληροφόρηση.
Η επικαιρότητα, λοιπόν, μας αποδεικνύει πως η ενημέρωση και η πληροφόρηση δεν θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες. Επομένως, είναι απαραίτητο να αντιδρούμε σε πράξεις που τις περιορίζουν και να τις προστατεύουμε, πόσο μάλλον, όταν αυτές προέρχονται από αυτόνομους και ηθικούς φορείς που διατηρούν την αξία του δημοσιογραφικού λειτουργήματος. Αντίστοιχα, δράσεις που ταιριάζουν σε απολυταρχικά καθεστώτα θα πρέπει να κατακρίνονται συνολικά και να αποτρέπονται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Κύμα στήριξης και αλληλεγγύης στην Deutsche Welle», DW.com, διαθέσιμο εδώ
- «Έντονη αντίδραση της Γερμανίας στην απόφαση της Ρωσίας για την Deutsche Welle», Naftemporiki.gr, διαθέσιμο εδώ