11.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΦεμινισμός και γλώσσα: Η φεμινιστική γλωσσολογία ως αντίδοτο στο γλωσσικό σεξισμό (Β'...

Φεμινισμός και γλώσσα: Η φεμινιστική γλωσσολογία ως αντίδοτο στο γλωσσικό σεξισμό (Β’ μέρος)


Της Ιωάννας Λυμιώτη,

Το φαινόμενο του σεξισμού, ακόμα και σήμερα, έχει κυρίαρχη θέση στην κοινωνία, επηρεάζοντας την αντίληψη του σύγχρονου ανθρώπου. Εμφανίζεται με ποικίλες διαφορετικές μορφές, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Μια από αυτές, όπως είδαμε και στο προηγούμενο άρθρο (διαθέσιμο εδώ) είναι ο γλωσσικός σεξισμός, ο οποίος εγκυμονεί σοβαρούς κίνδυνους, καθώς λόγω της λανθάνουσας μορφής του, περνάει συχνά απαρατήρητος.

Οι εκφάνσεις του γλωσσικού σεξισμού είναι πολυάριθμες: από τον γενικευτικό, περιεκτικό τύπο του αρσενικού, την απουσία θηλυκών δηλωτικών επαγγέλματος ουσιαστικών, τη γενική κτητική στο γυναικείο επώνυμο αλλά και τη σημασιολογική διάσταση των δύο γενών. Πρόκειται για γλωσσικά φαινόμενα, που από από μικρή ηλικία μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε στο πλαίσιο της ορθής γλωσσικής διαπαιδαγώγησης, χωρίς να αναζητούμε τι κρύβεται πίσω από αυτά, τι συμβολίζουν, τι ιδέες εκφράζουν και τι κοινωνικό αντίκτυπο έχουν. Η κοινωνιολογική αυτή παρατήρηση και διάσταση της γλώσσας απουσιάζει έτσι από την εκπαιδευτική διαδικασία, έχοντας ως αποτέλεσμα να αποδεχόμαστε χωρίς καμία αμφισβήτηση γλωσσικά μορφώματα που μας προσβάλλουν και δεν αντικατοπτρίζουν την κοινωνική πρόοδο, που με πολύ κόπο έχουμε κατακτήσει σήμερα.

Πηγή εικόνας: medium.com

Η επικράτηση σεξιστικών γλωσσικών φαινομένων επομένως, και η καθημερινή αναπαραγωγή τους, θέτουν σημαντικά εμπόδια στον αγώνα για αναγνώριση και εξύμνηση της έμφυλη ισότητας. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο να απομακρυνθούμε από τέτοιου είδους παρωχημένες αντιλήψεις και να συμβάλλουμε στην εξάλειψη τους από τον γραπτό και προφορικό λόγο. Οι κυριότερες δυσκολίες που συναντά αυτή η προσπάθεια οφείλονται στον σταθερό χαρακτήρα της γλώσσας, την ιδιότητά της δηλαδή, πάρα τις συχνές τις μεταβολές, να διατηρεί ακέραια τα στοιχεία εκείνα που εξυπηρετούν συγκεκριμένους στόχους. Αντιλαμβανόμαστε, έτσι πως η επιδίωξη μεταβολής ενός λεξιλογίου ή ενός συνόλου γραμματικών κανόνων που έχουν καθιερωθεί για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων κοινωνικών σκοπών (π.χ. διάκριση των δύο φύλων), συναντά συχνά αντιστάσεις στην πράξη.

Παρ ’όλα αυτά, έχουν γίνει κατά καιρούς σημαντικές προτάσεις σε διεθνές κι εθνικό επίπεδο για την εξέλιξη της γλώσσας προς μια πιο προοδευτική κατεύθυνση. Ήδη τη δεκαετία του 1970 εμφανίστηκε το δεύτερο κύμα Φεμινιστικής Γλωσσολογίας με στόχο την ικανοποίηση σειράς αιτημάτων που αφορούσαν στην εκπροσώπηση των γυναικών μέσω της γλώσσας. Ως Φεμινιστική γλωσσολογία ονομάζουμε την κοινωνική επιστήμη που μελετά κι αξιολογεί τα γλωσσικά φαινόμενα συγκριτικά με την κοινωνική πραγματικότητα. Πρόκειται για μια επιστήμη γεννημένη μέσα από το κίνημα του φεμινισμού που δεν εξαντλείται στην απλή ανάλυση των δεδομένων αλλά παρεμβαίνει δυναμικά προτείνοντας τρόπους αντιμετώπισης του γλωσσικού σεξισμού και συντηρητισμού. Επομένως, πρόκειται για μια επιστήμη κριτική και όχι θεωρητική.

Στο πλαίσιο διάδοσης των θέσεων της Φεμινιστικής Γλωσσολογίας, πολλές χώρες έσπευσαν να πραγματοποιήσουν σημαντικές αλλαγές γραμματικού και λεξιλογικού περιεχομένου. Για παράδειγμα, στην αγγλική γλώσσα έγινε μια προσπάθεια περιορισμού του γενικευτικού αρσενικού και αντικατάστασης των αρσενικών επαγγελματικών όρων με αντίστοιχους ουδέτερους: salesperson αντί για salesman, fire fighter αντί για fireman, police officer αντί για policeman κλπ. Παρόμοιες πρωτοβουλίες παρατηρήθηκαν και σε πολλές ακόμα γλώσσες, όπως στην ισπανική που μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα ολοκληρώθηκε η διαμόρφωση και καθιέρωση θηλυκών τύπων για όλα σχεδόν τα επαγγέλματα.

Στην Ελλάδα από την άλλη πλευρά, παρατηρείται σημαντική υστέρηση όσον αφορά τις θεσμικές γλωσσικές μεταρρυθμίσεις. Ο γλωσσικός σεξισμός δεν εντοπίζεται μόνο στον καθημερινό λόγο αλλά και στα δημόσια έγγραφα και τα επίσημα κείμενα. Ωστόσο, μόλις το 2014 υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εσωτερικών, δημοσιεύτηκε «ο Οδηγός για τη μη Σεξιστική Χρήση της Γλώσσας στα Δημόσια Έγγραφα», ο οποίος περιλάμβανε ορισμένα απογοητευτικά στοιχεία, που σε απόλυτο βαθμό επιβεβαίωναν την κυριαρχία του αρσενικού τύπου έναντι του θηλυκού στα ελληνικά δημόσια έγγραφα, αλλά και ορισμένες προτάσεις για περιορισμό τους εστιάζοντας κυρίως στη συμπληρωματική χρήση θηλυκών τύπων. Μια τέτοια πρωτοβουλία αποδεικνύεται οπωσδήποτε σημαντική, ωστόσο η μεμονωμένη παρουσία της επιβεβαιώνει την έλλειψη μιας οργανωμένης κεντρικής μεταρρυθμιστικής προσπάθειας.

Για να δούμε, όμως, στην πράξη αποτελέσματα· Θα πρέπει η προσπάθεια αυτή να ξεκινήσει από τα δημόσια έγγραφα και τον πολιτικό λόγο και να μεταδοθεί στη συνέχεια με συστηματικό τρόπο μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας στη νέα γενιά, ώστε να επικρατήσει τελικά στην κοινωνία. Αναγκαία κρίνεται επομένως, η ανανέωση του διδακτικού υλικού με μια γλώσσα πιο αντιπροσωπευτική. Βασική προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η μη παραγωγή έμφυλου λόγου και όχι η οικονομία της γλώσσας, άρα η χρήση του γενικευτικού αρσενικού θα πρέπει να περιοριστεί σημαντικά. Επιπλέον, απαραίτητη κρίνεται η διαμόρφωση θηλυκών τύπων κυρίως για έννοιες που σχετίζονται με τον χώρο εργασίας. Παρωχημένα φαινόμενα, τα οποία εξακολουθούν να υπάρχουν και θεωρείται δύσκολο να αλλάξουν, θα πρέπει να συνοδεύονται από αρνητική αξιολόγηση και ανάλυση για το πώς δημιουργήθηκαν, τι αξίες αντιπροσωπεύουν και τι αρνητικό κοινωνικό αντίκτυπο επιφέρουν.

Πηγή εικόνας: community.themomproject.com

Στην προσπάθεια αλλαγής, μπορούμε να συμμετέχουμε κι εμείς δυναμικά, εάν επαναπροσδιορίσουμε ορισμένες καθημερινές μας συνήθειες. Προς αυτόν τον σκοπό, στον καθημερινό μας λόγο, θα πρέπει να περιορίσουμε τον γενικευτικό τύπο του αρσενικού και να εντάξουμε και το θηλυκό γένος. Ειδικότερα, όταν απευθυνόμαστε σε μικτό πλήθος, θα ήταν προτιμότερο οι προσφωνήσεις μας να περιλαμβάνουν και τα δύο γένη (π.χ. «μαθήτριες και μαθητές») ή ακόμα να να χρησιμοποιούμε ως γενικευτικό τον θηλυκό τύπο όταν το πλήθος απαρτίζεται σε μεγάλη πλειοψηφία από γυναίκες. Η αντιπροσώπευση άλλωστε, του ανθρώπινου είδους δεν είναι γένους αρσενικού. Ταυτόχρονα, σημαντικό είναι σε επαγγελματικά ουσιαστικά να «νομιμοποιήσουμε» τη χρήση των σημαδεμένων θηλυκών καταλήξεων (-ινα, -τρα), αποσυνδέοντάς την από την υποτιμητική και περιφρονητική υπόσταση που συχνά λαμβάνει.

Για την εξάλειψη, επομένως, του γλωσσικού σεξισμού, απαραίτητη είναι, τόσο μια επίσημη και οργανωμένη γλωσσική μεταρρύθμιση, όσο και η υιοθέτηση των προτάσεων της Φεμινιστικής Γλωσσολογίας στον καθημερινό μας λόγο. Όσο για τους σκεπτικιστές που προβάλλουν σημαντικές αντιστάσεις στην όλη προσπάθεια, είναι σημαντικό να ξεκαθαριστεί πως ο εκσυγχρονισμός της γλώσσας δεν συνιστά μια απλή εκδήλωση της πολιτικής ορθότητας, αλλά συνδέεται απόλυτα με την ερμηνεία του κόσμου, τη νοηματοδότηση των εμπειριών μας και την κατανόηση κι εσωτερίκευση ολόκληρης της κοινωνικής πραγματικότητας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Γλώσσα και σεξισμός: Μπορούμε να είμαστε και βουλεύτριες εκτός από χορεύτριες;, athinorama.gr, διαθέσιμο εδώ
  • How do Language and Gender Interact? (A Critical Study on the Feminist Theory of Language), hrmars.com, διαθέσιμο εδώ
  • Feminist Philosophy of Language, plato.stanford.edu, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννα Λυμιώτη
Ιωάννα Λυμιώτη
Γεννήθηκε το 2002 στην Πάτρα όπου και μεγάλωσε. Σπουδάζει απ’ το 2020 στο τμήμα Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Συμμετέχει κατά καιρούς σε ερασιτεχνικές θεατρικές ομάδες ενώ την ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τα ταξίδια, οι ξένες γλώσσες και διαθέτει πτυχία αγγλικών και κινέζικων. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τη γυμναστική, την ανάγνωση βιβλίων και την παρακολούθηση ταινιών κοινωνικού κυρίως περιεχομένου.