17.1 C
Athens
Σάββατο, 2 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμός«Βουτιά» στο εμπόριο των αρχαίων Ελλήνων

«Βουτιά» στο εμπόριο των αρχαίων Ελλήνων


Της Χριστίνας Κυράντζη,

Η προνομιακή γεωγραφική θέση της Ελλάδας, στην καρδιά της Μεσογείου, συνέβαλε στην ανάπτυξη τόσο εγχώριου, όσο και εξωτερικού εμπορίου ήδη από την εποχή του Χαλκού. Πολίτες, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, μικροπωλητές και ναύκληροι, τραπεζίτες και επενδυτές, ασχολούνταν με το εμπόριο. Η διακίνηση αγαθών ξεκίνησε από τον αιγιακό χώρο και σύντομα επεκτάθηκε στην υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Συχνές ήταν, επίσης, οι εμπορικές συναλλαγές των αρχαίων Ελλήνων με τους Αιγυπτίους αλλά και με τους κατοίκους της συροπαλαιστινιακής ακτής.

Τα αγαθά που διακινούνταν ήταν, κατά κύριο λόγο, αγροτικά προϊόντα, υγρά αλλά και στερεά, όπως το κρασί, το λάδι και ο λινόκοκκος. Η μεταφορά τους γινόταν μέσα σε ειδικά χρηστικά αγγεία, συνήθως μη φέροντα ιδιαίτερη διακόσμηση, τα οποία σήμερα είναι γνωστά ως εμπορικοί αμφορείς. Τέτοια αγγεία εντοπίστηκαν σε ναυάγια αρχαίων πλοίων στη λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου, σε ανασκαφές οικισμών και σε τάφους, στην τελευταία περίπτωση, όχι υπό την συνηθισμένη μορφή τους, αλλά ως μέσα εγχυτρισμού βρεφών. Άξιο θαυμασμού είναι το γεγονός ότι ορισμένοι από τους αμφορείς έφεραν υπολείμματα από τα προϊόντα που περιείχαν.

Αφετηρία της παραγωγής των ελληνικών εμπορικών αμφορέων είναι ο 8ος αιώνας π.Χ.. Σημαντική αύξηση της παραγωγής τους σημειώνεται κατά τους ελληνιστικούς και κλασικούς χρόνους, όταν τα μεγάλα κέντρα παραγωγής οίνου, αρχικά αυτά του βόρειου Αιγαίου (Μένδη, Θάσος, Άκανθος, Πεπάρηθος, Ίκος, Σαμοθράκη) και στη συνέχεια του νοτιοανατολικού (Ρόδος, Κνίδος, Κως) ανέπτυξαν μεγαλύτερη δραστηριότητα. Μικρότερα εργαστήρια παραγωγής υπήρχαν και λειτουργούσαν, βέβαια, σε όλη την επικράτεια.

Πηγή εικόνας: Winetuned.com

Από τα πρώτα έτη παραγωγής τους, οι εμπορικοί αμφορείς χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία σχημάτων. Από τα επιμέρους εργαστήρια παραγωγής, προέκυπταν τοπικές παραλλαγές, οι οποίες ικανοποιούσαν τις ιδιαίτερες ανάγκες και ανταποκρίνονταν στις οικονομικές δυνατότητες των νησιωτικών κοινωνιών. Επιδράσεις υπήρξαν και από την κεραμική της Μικράς Ασίας, της Κρήτης και της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Λόγω της εξαιρετικά μεγάλης ποικιλίας αμφορέων, με πλήθος διαφοροποιήσεων ανά περιοχή και αιώνα κατασκευής, καθίσταται αδύνατο να αναλυθούν όλοι οι τύποι και οι παραλλαγές τους. Κάποιοι από τους πιο συνήθεις αμφορείς που χρησιμοποιήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες είναι οι χιακοί, οι κλαζομενιακοί και οι μιλησιακοί. Οι χιακοί αμφορείς χαρακτηρίζονται από υπόλευκο επίχρισμα και ταινιωτή διακόσμηση.  Η παρουσία τους είναι έντονη κατά το δεύτερο μισό του 8ου αιώνα έως τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.. Παρά το όνομά τους, αμφισβητείται αν έλκουν όλοι την προέλευσή τους από το νησί της Χίου. Οι κλαζομενιακοί αμφορείς αποτελούν μία κατηγορία εμπορικών αμφορέων με υπόλευκο επίχρισμα, γραπτή διακόσμηση, ωοειδές σώμα και δακτυλιόσχημη βάση, η οποία είναι ψηλή και πλατιά. Οι μιλησιακοί αμφορείς χαρακτηρίζονται από γραπτή διακόσμηση και οριζόντιες αυλακώσεις στο λαιμό. Κέντρο παραγωγής τους αποτελεί η Μίλητος. Ξεχωριστή κατηγορία εμπορικών αμφορέων αποτελούν οι οξυπύθμενοι εμπορικοί αμφορείς, οι οποίοι οφείλουν την ονομασία τους στο ιδιόμορφο σχήμα τους. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εύχρηστο, καθώς μπορούσαν να στοιχηθούν και να στοιβαχθούν στο εσωτερικό του πλοίου, δημιουργώντας ένα ενιαίο σύνολο.

Πηγή εικόνας: DocPlayer.gr

Άξια αναφοράς, είναι μία μεγάλη κατηγορία απαρτιζόμενη από 45 ρωμαïκοί αμφορείς, οι οποίοι αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης από τον Henry Dressel, Γερμανό επιστήμονα και αρχαιολόγο. Ο Dressel, δεν περιορίστηκε στην θεωρητική παρατήρηση, αλλά αξιοποίησε τα ευρήματα και τα συμπεράσματά του προκειμένου να συντάξει ειδικό κατάλογο, ο οποίος περιείχε λεπτομέρειες σχετικές με τα ειδικά τους γνωρίσματα και τις χρονολογίες κατασκευής τους. Πολλοί αμφορείς τύπου Dressel έχουν βρεθεί σε ναυάγια του ελλαδικού χώρου και της Ανατολικής Μεσογείου.

Συμπερασματικά, η ιστορική πορεία της παραγωγής και εξέλιξης των εμπορικών αμφορέων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη του αρχαίου ελληνικού εμπορίου. Τα θραύσματα αμφορέων που φέρνουν στο φως οι αρχαιολογικές σκαπάνες αποτελούν, αναμφισβήτητα, πηγή χρήσιμων πληροφοριών για τις εμπορικές σχέσεις της Ελλάδας με όμορες περιοχές, για τα προϊόντα που αποτέλεσαν αντικείμενο εμπορίας και τις ανάγκες της κάθε περιοχής.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Τιβέριος, Μ., Μισαηλίδου-Δεσποτίδου,Β., Μανακίδου,Ε., Αρβανιτάκη,Α.,(2012), Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του(700-480 π.Χ.), Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Μακεδονικών και Θρακικών Σπουδών.
  • Γιαννοπούλου, Μ., Καλλίνη,Χ.,(2016), Εμπορικοί αμφορείς: από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση, Εκδόσεις Ηχάδιν.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χριστίνα Κυράντζη
Χριστίνα Κυράντζη
Γεννήθηκε στην Κατερίνη στις 21.12.1998. Έχει τελειώσει το Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και πιο συγκεκριμένα στην πόλη του Βόλου. Γνωρίζει αγγλικά και έχει καλή σχέση με τη χρήση Η/Υ. Θα ήθελε να ασχοληθεί με τον τομέα της Αρχαιολογίας, να ειδικευτεί πάνω σε κάτι και να δοκιμάσει διάφορα πράγματα. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει βιβλία, ταξιδεύει και ασχολείται με τη γυμναστική.