Του Βασίλη Πλαΐτη,
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι ηθικές και κοινωνικές αξίες αποδυναμώνονται και δεν τηρούνται σε μεγάλο βαθμό, λόγω των απαιτητικών συνθηκών, αλλά και εξαιτίας της αίσθησης υπερβολικής εξουσίας. Ωστόσο, ακόμα και τότε, υπάρχει μια στοιχειώδης ηθική, που ορίζει τις πράξεις των ανθρώπων προς το καλύτερο και η οποία έχει επιχειρηθεί να θεσμοποιηθεί από τη διεθνή κοινότητα, μέσω της θέσπισης κανόνων του πολέμου (π.χ. οι συνθήκες της Χάγης και της Γενεύης, κατά τον Μεσοπόλεμο). Όμως, πολλές φορές, αυτή η στοιχειώδης ηθική έχει καταπατηθεί από πρακτικές που μπορούν να περιγραφούν ως μισάνθρωπες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής το Ολοκαύτωμα των Εβραίων από τη ναζιστική Γερμανία. Ένα άλλο παράδειγμα διάπραξης ειδεχθών εγκλημάτων, κατά της ανθρωπότητας, είναι οι πρακτικές της Μονάδας 731 του ιαπωνικού στρατού στην Κίνα, η οποία, με αφορμή την ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης και των τεχνολογιών βιολογικού πολέμου, προχώρησε σε αδιανόητα απάνθρωπα «πειράματα» σε ανθρώπους. Η Μονάδα 731 αποτελεί και το θέμα του παρόντος κειμένου. Αν ψάξετε στο διαδίκτυο, θα βρείτε εξαιρετικά ακραίες εικόνες, και ελπίζω να εισακουστώ και να μην το κάνετε. Εγώ σάς προειδοποίησα.
Προτού, όμως, αρχίσουμε την περιγραφή των εγκληματικών πρακτικών της Μονάδας 731, πρέπει να την τοποθετήσουμε στο σωστό χρονικό πλαίσιο. Εκείνη την εποχή, στην Ιαπωνία είχε επιβληθεί ένα αυταρχικό καθεστώς, με αρκετές ομοιότητες με τα αυταρχικά και φασιστικά καθεστώτα που υπήρχαν στην Ευρώπη. Το αυταρχικό καθεστώς καθοδηγείτο από τη στρατιωτική ελίτ και τον αυτοκράτορα Hirohito, είχε ένα εθνικιστικό και μιλιταριστικό προσανατολισμό, με κύριο στόχο αυτού την αδύναμη και αποδιοργανωμένη Κίνα. Το 1931, μετά από το συμβάν της γέφυρας Mukden, ξέσπασε ο πρώτος Σινο-Ιαπωνικός Πόλεμος, που οδήγησε στην κατάληψη της Μαντζουρίας από τον ιαπωνικό στρατό και τη συγκρότηση του ιαπωνικού προτεκτοράτου του Manchukuo, υπό τον πρώην αυτοκράτορα της Κίνας Puyi. Στη Μαντζουρία, η Ιαπωνία είχε τον ουσιαστικό έλεγχο, προωθώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις προθέσεις της για περαιτέρω επέκταση επί της Κίνας, οι οποίες εκφράστηκαν με το ξέσπασμα του Δεύτερου Σινο-Ιαπωνικού Πολέμου (1937-45).
Στη Μαντζουρία βρέθηκε, ως μέλος του Ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Στρατού, ο Shiro Ishii, στρατιωτικός ιατρός. Ο Ishii ήταν ένας ριζοσπάστης εθνικιστής, που στήριζε απολύτως τον ιαπωνικό επεκτατισμό. Επίσης, είχε εντυπωσιαστεί από τις δυνατότητες βιολογικού πολέμου, οι οποίες είχαν αναδειχθεί στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετέπειτα. Το 1928, έκανε ένα διετές ταξίδι στην Ευρώπη, για να διακρίνει την εξέλιξη των τεχνικών βιολογικού και χημικού πολέμου. Το 1930, επιστρέφοντας στην Ιαπωνία και έχοντας τη στήριξη πολλών ανώτατων αξιωματικών και πολιτικών (όπως ο μετέπειτα Υπουργός Πολέμου Sarao Asaki και ο μετέπειτα Υπουργός Υγείας Chikahiko Kozumi), ο Ishii άρχισε να προωθεί εντονότερα την κατάρτιση σχεδίων βιολογικού πολέμου. Το 1932, πέτυχε ακριβώς αυτό, με τη Μονάδα Τόγκο να σχηματίζεται στο παράρτημα Επιδημιολογίας του Ιαπωνικού Στρατού της Μαντζουρίας (Kwantung Army). Η Μονάδα Τόγκο πραγματοποίησε πολλά πειράματα σε ανθρώπους, όπως πειράματα ζωοτομίας (ανατομή ζωντανών ανθρώπων), μόλυνσης με ασθένειες και στέρησης τροφής. Η Μονάδα Τόγκο έκλεισε το 1935, για λόγους ασφάλειας της μονάδας από εξωτερικές παρεμβάσεις, και μετακινήθηκε 24 χλμ. νοτίως του Harbin, της μεγαλύτερης πόλης της Μαντζουρίας, σε ένα νέο κτιριακό σύμπλεγμα. Εκεί οργανώθηκε η Μονάδα 731, η οποία εντάχθηκε επίσημα στη «Μονάδα Επιδημιολογικής Πρόληψης και Υδατικής Καθαρότητας» (Μονάδα 691) του Στρατού Kwantung. Η μονάδα ιδρύθηκε με αυτοκρατορικό διάταγμα και τη διεύθυνσή της ανέλαβε ο Shiro Ishii.
Όλες οι μονάδες βιολογικού πολέμου (μεταξύ των οποίων και η Μονάδα 731) ήταν οργανωμένες υπό τη Μονάδα 691 του Στρατού Kwantung. Η πραγματική τους ιδιότητα παρέμεινε κρυφή, από το ευρύ κοινό, με τους δημόσιους τους στόχους να αφορούν την επιδημιολογική πρόληψη. Στα πειράματα που διενεργήθηκαν χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον Κινέζοι αιχμάλωτοι, ενώ πολλοί ήταν και οι Ρώσοι αιχμάλωτοι. Έκτοτε, η Μονάδα 731 άρχισε να επεκτείνει τη δράση της στους διαφορετικούς τομείς βιολογικού πολέμου. Η Μονάδα χωριζόταν σε οκτώ υπομονάδες, με τη καθεμία να ασχολείται με διαφορετικό τομέα βιολογικού και χημικού πολέμου. Απασχολούσε αρκετά μεγάλο αριθμό ιατρικού προσωπικού από την Ιαπωνία, με πολλούς νέους ιατρούς να ενθουσιάζονται με την ιδέα των πειραμάτων σε ανθρώπους.
Η δράση της Μονάδας 731 ήταν αυτή που προκαλεί τον παγκόσμιο τρόμο και απέχθεια στην ανθρωπότητα μέχρι και σήμερα. Τα πειράματα ήταν απάνθρωπα και αποκρουστικά, ενώ πολλά δεν είχαν καν σχέση με πρακτικές βιολογικού πολέμου, αλλά απλά ήθελαν να δείξουν τα όρια των ανθρώπινων αντοχών. Αρχικά, η Μονάδα διεξήγε συστηματικές έρευνες στο βιολογικό πόλεμο, μέσω της απελευθέρωσης τεράστιας ποσότητας βακτηρίων στην ατμόσφαιρα. Γι’ αυτό, η Μονάδα παρήγαγε τεράστιες ποσότητες βακτηρίων, τα οποία δοκίμαζε σε κρατούμενους της μονάδας, αλλά και σε ολόκληρες πόλεις. Οι επιπτώσεις αυτών των ασθενειών (όπως ο τύφος και η χολέρα) παρατηρούνταν στους ασθενείς κρατούμενους, που έπειτα αφήνονταν να πεθάνουν. Στο επίπεδο πόλεων, μαζικές ποσότητες βακτηρίων ερρίφθησαν σε πόλεις, με τα συνολικά θύματά τους να υπολογίζονται σε 40.000 (1.700 εκ των οποίων Ιάπωνες στρατιώτες). Μια άλλη επαίσχυντη πρακτική της Μονάδας 731 ήταν η ζωοτομία, η ανατομή δηλαδή ζωντανών ατόμων και η αφαίρεση οργάνων τους, χωρίς αναισθησία. Η πρακτική αυτή ήταν μια από τις αποκρουστικότερες, όπως έχουν δηλώσει πρώην μέλη της Μονάδας, καθώς οι άνθρωποι σφάδαζαν από τον πόνο, προτού πεθάνουν από τα τραύματά τους.
Έπειτα, οι γιατροί της μονάδας διενήργησαν εκτεταμένα πειράματα, πάνω στις αντοχές του ανθρώπινου σώματος, κόβοντας μέλη του σώματος, εκθέτοντας άτομα (και ακόμα και νεογέννητα!!) στο υπερβολικό ψύχος και στερώντας τους την τροφή. Ύστερα, φυσικό αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν ο πειραματισμός ανθρώπων με νέα όπλα (βιολογικού πολέμου ή μη). Αυτά περιλάμβαναν φλογοβόλα, ασφυξιογόνα αέρια και χειροβομβίδες. Τέλος, σε μια ειδική κατηγορία βαρβαρότητας ανήκουν τα σεξουαλικά πειράματα, που διενεργήθηκαν σε κρατούμενους και κρατούμενες της μονάδας, στα οποία ανήκουν ο εξαναγκασμός σεξουαλικής συνεύρεσης μεταξύ κρατουμένων, για τη μετάδοση και τη μελέτη της σύφιλης, και ο βιασμός γυναικών κρατουμένων από φρουρούς της μονάδας, για τη μελέτη της έκτρωσης και των συνεπειών ενός βιασμού.
Από το 1936 ως το 1945, στη Μονάδα θανατώθηκαν περισσότεροι από 3.000 κρατούμενοι, ενώ πολλοί περισσότεροι θανατώθηκαν με παρόμοιο τρόπο σε μονάδες άλλων πόλεων. Κανένας κρατούμενος της Μονάδας 731 δεν επέζησε, και οι μαρτυρίες που έχουμε στη διάθεσή μας προέρχονται από εργαζόμενους της μονάδας (επιστάτες, γιατρούς κλπ). Η δράση της μονάδας συνεχίστηκε μέχρι τον Αύγουστο του 1945, όταν και ο σοβιετικός στρατός εισέβαλε στη Μαντζουρία, και, κατά συνέπεια, η Μονάδα καταστράφηκε. Όμως, παρά τη γνώση των Συμμάχων για τη δράση της Μονάδας, τα μέλη της έμειναν εν πολλοίς ατιμώρητα, με πολλούς επιστήμονες (μεταξύ των οποίων και ο Ishii) να δίνουν τα δεδομένα της απάνθρωπης έρευνάς τους στις Η.Π.Α., με αντάλλαγμα την ελευθερία. Αρκετοί άλλοι διετέλεσαν καθηγητές πανεπιστημίων στη μεταπολεμική Ιαπωνία, με την προηγούμενή τους ιδιότητα να μην επηρεάζει τη μετέπειτα καριέρα τους. Αυτή η ατιμωρησία των εμπλεκομένων είναι μάλλον και το εξοργιστικότερο κομμάτι αυτής της υπόθεσης.
Η μόνη δίκη που έγινε για τα εγκλήματα της Μονάδας 731 ήταν αυτή του Khabarovsk, στις 25-31 Δεκεμβρίου 1949. Αυτή οδήγησε σε πολλές μαρτυρίες για τα πεπραγμένα της Μονάδας από πρώην μέλη της, τα οποία καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης που δεν τηρήθηκαν σε όλη τους τη διάρκεια. Ωστόσο, οι μαρτυρίες των αξιωματικών απορρίφθηκαν από τη Δύση ως κομμουνιστική χειραγώγηση και προπαγάνδα. Μόλις τη δεκαετία του 1980 άρχισε να αναζωογονείται το ενδιαφέρον στην υπόθεση της Μονάδας στη Δύση. Όμως, παρά τις παραδοχές ορισμένων Ιαπώνων πολιτικών για την ύπαρξη της Μονάδας, αυτή δεν προβάλλεται ιδιαίτερα στη δημόσια σφαίρα και, όταν προβάλλεται, παρουσιάζεται ως ευθύνη της στρατιωτικής ηγεσίας. Έτσι, ακόμα και μια επίσημη απολογία εκ μέρους της Αυτοκρατορίας της Ιαπωνίας δεν έχει υπάρξει στα 77 χρόνια από το τέλος του πολέμου. Το κτίριο της Μονάδας 731, στο Harbin της Κίνας, έχει μετατραπεί σε Μουσείο, που θυμίζει σε κάθε παρευρισκόμενο την ικανότητα της ανθρωπότητας στην καταστροφή και τη βαρβαρότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Πρακτικά δίκης του Khabarovsk, 25-31 Δεκεμβρίου του 1949. Διαθέσιμο εδώ.
- Cunliffe, H. William, Select Documents on Japanese War Crimes and Japanese Biological Warfare, 1934-2006. Διαθέσιμο εδώ.
- Συλλογικό Έργο (2017), “Unit 731 and Moral Repair.” Journal of Medical Ethics 43, no. 4. Διαθέσιμο εδώ