Του Νικόλαου Τσελέντη,
Η περίοδος της αποαποικιοποίησης (1947-1978) αποτέλεσε ένα κομβικό σημείο για τον ρου της ιστορίας, όσον αφορά τη γένεση κρατικών δρώντων, καθόσον παλιές κραταιές δυνάμεις, όπως η Βρετανική Αυτοκρατορία, που μέσω αυτής ανέκυψαν 70(!) νέες χώρες, εγκατέλειψαν οικειοθελώς ή δια της βίας τα ξένα εδάφη, εγείροντας ερωτηματικά ως προς την επιβίωσή τους. Ακόμη, η πτώση του «Σιδηρού Παραπετάσματος», με την επακόλουθη διάλυση της Ε.Σ.Σ.Δ., και η αναζωπύρωση των Βαλκανίων στα τέλη της δεκαετίας του ’90 δημιούργησαν μια καινούρια πραγματικότητα στον ευρωπαϊκό χώρο, με τα μέλη του να αυξάνονται ταχύτατα. Σήμερα, εκατό ενενήντα τρεις χώρες, βάσει του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, αναγνωρίζονται στη διεθνή κοινότητα, χωρίς να εκλείπουν και οντότητες που διεκδικούν την ανεξαρτησία και κατ’ επέκταση την ιδιότητα του «κράτους» (Παλαιστίνη, Δυτική Σαχάρα) – με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Έχοντας προλογίσει τα ανωτέρω, ο «πρωταγωνιστής» του σημερινού άρθρου είναι το Νότιο Σουδάν, το ιδιαίτερο και συνάμα νεότερο κράτος του κόσμου.
Ιστορική αναδρομή
Το Σουδάν, κατά τη σύγχρονή του πορεία, υπήρξε υπό την κατοχή της Αιγύπτου, τελώντας, ωστόσο, υπό την ευρεία κηδεμονία του βρετανικού ηγεμονισμού. Μόλις ξεκίνησαν οι εσωτερικές αναταράξεις στη Μαύρη Ήπειρο, η ηγεσία της Αιγύπτου παραιτήθηκε από τις διεκδικήσεις της στην περιοχή αυτή, το 1954, και δύο χρόνια αργότερα το Σουδάν απέκτησε την ανεξαρτησία του από τη Βρετανία. Ευθύς αμέσως έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτοι σκόπελοι στο νεοσύστατο αφρικανικό κράτος, με τους Χριστιανούς και Ανιμιστές του νότου να μάχονται αρχικά κατά των δυνάμεων της βρετανικής διοίκησης, ενώ στη συνέχεια η σύρραξη έλαβε τη μορφή εμφυλίου, μεταξύ του πολυπολιτισμικού νότου και του Μουσουλμανικού βορρά. Ο εν λόγω πόλεμος έληξε το 1972 με την Ειρηνευτική Συνθήκη της Αντί Αμπέμπα, που εγγυήθηκε αυτονομία στο νότιο τμήμα της χώρας, αφήνοντας στον διάβα του μισό εκατομμύριο νεκρούς.
Η υποσχόμενη αυτονομία αποδείχθηκε βραχείας διάρκειας, καθώς έντεκα χρόνια μετά, το 1983, ο τότε Πρόεδρος του Σουδάν, ονόματι Jaafar Nimeiry, πιεζόμενος από τους Ισλαμιστές αντιπάλους του, επέβαλε τον νόμο της Σαρία σε ολόκληρη τη χώρα, δυναμιτίζοντας οποιαδήποτε προσπάθεια για την εδραίωση της ειρήνης. Το απότοκο της αυθαίρετης απόφασης του Nimeiry ήταν το ξέσπασμα του δεύτερου σουδανικού εμφυλίου (Sudan People’s Liberation Army – SPLA vs. The central Sudanese government), ο οποίος συνεχίστηκε μέχρι το 2005, καθιστώντας τον ως μία από τις πιο αιμοσταγείς συγκρούσεις της Αφρικής και σίγουρα τη μακροβιότερη. Οι επιπτώσεις του πολέμου αποτυπώθηκαν στο έπακρο στον αριθμό των θανόντων (περί 1,5 εκατομμύριο) και στην άνευ προηγουμένου όξυνση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Το τέλος του πολέμου ανάμεσα στα κυβερνητικά στρατεύματα και το Λαϊκό Απελευθερωτικό Κίνημα του Σουδάν επήλθε με την υπογραφή της Συνολικής Ειρηνευτικής Συμφωνίας (Comprehensive Peace Agreement – CPA), γνωστή και ως Συμφωνία της Ναϊβάσα, στην Κένυα, στις 9 Ιανουαρίου του 2005, με τη μεσολάβηση της Διακυβερνητικής Αρχής για την Ανάπτυξη (Intergovernmental Authority on Development – IGAD), ενός εμπορικού μπλοκ, στο οποίο το Σουδάν είναι μέλος. Η CPA συμπεριέλαβε μία σειρά από προηγούμενες συμφωνίες και πρωτόκολλα (π.χ. Πρωτόκολλο Machakos, Ιούλιος 2002), προσπαθώντας να καλύψει τα συμφέροντα της πλειονότητας του σουδανικού λαού. Ειδικότερα, προέβλεπε ένα νέο εθνικό Σύνταγμα, όπου η κατανομή της εξουσίας και των εδρών του Κοινοβουλίου θα γίνεται λαμβάνοντας υπόψιν όλες τις εθνότητες του κράτους -ακόμη και στις αμφισβητήσιμες περιοχές για βορρά και νότο-, την ίση διανομή του πλούτου και την παροχή ασφάλειας εντός της εδαφικής επικράτειας. Τέλος, ικανοποιήθηκε το βασικότερο αίτημα των ανταρτών με τη θέσπιση μίας ανεξάρτητης αρχής στο Νότιο Σουδάν, προγραμματίζοντας παράλληλα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος σε έξι χρόνια, προκειμένου ο πληθυσμός να αποφανθεί για ενδεχόμενη απόσχιση.
Η ίδρυση του Νότιου Σουδάν
Από την έναρξη του δεύτερου εμφυλίου πολέμου, το 1983, μέχρι και τη σύναψη ειρήνης το 2005, στο αξίωμα του Αρχιστράτηγου του SPLA βρισκόταν ο John Garang, ο οποίος επιλέχθηκε ως Αντιπρόεδρος του Σουδάν και ηγέτης της αυτόνομης διοίκησης του νοτίου τμήματος. Στη θέση αυτή παρέμεινε μόλις για τρεις εβδομάδες, διότι απεβίωσε μετά την πρόσκρουση του ελικοπτέρου, στο οποίο είχε επιβιβαστεί. Ύστερα από το δυσάρεστο και ατυχές συμβάν, τον διαδέχθηκε ο Salva Kiir Mayardit, αντικαθιστώντας τον πλήρως σε όλες τις πολιτικές του αρμοδιότητες. Μάλιστα, ο Kiir επιλέχθηκε να ολοκληρώσει το όραμα των φυλών του Νοτίου Σουδάν, παραμένοντας επικεφαλής στη de facto ημιαυτόνομη περιοχή (στις εκλογές του νότου το 2010 επικράτησε με 93%), ωσότου φτάσει η ώρα της «κρίσης».
Τον Ιανουάριο του 2011, οι Νοτιοσουδανοί κλήθηκαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, αποφασίζοντας υπέρ ή κατά της απόσχισης από την κεντρική κυβέρνηση του Σουδάν. Πράγματι, η προσέλευση στις κάλπες ήταν μαζική και το 98,83% των ψηφοφόρων προτίμησε τον διαμελισμό του κράτους σε δύο μέρη: στο Σουδάν και το Νότιο Σουδάν. Ο αυταρχικός πρώην Πρόεδρος του Σουδάν, Omar al-Bashir, ορώμενος τις εξελίξεις και τις πιέσεις, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε εξωτερικό επίπεδο, στήριξε εμπράκτως τη βούληση των Νοτίων να διασπαστούν από το υπάρχον κράτος και να δημιουργήσουν νέο, επιθυμώντας τον τερματισμό των αλλεπάλληλων αλληλοσπαραγμών. Όπερ και εγένετο.
Στις 9 Ιουλίου του 2011, το Νότιο Σουδάν αποσχίστηκε επισήμως από το Σουδάν, με το δεύτερο να προβαίνει στην αναγνώρισή του, δίνοντας το έναυσμα για διεθνή υποστήριξη στο νεοσυσταθέν κράτος. Στον ρόλο του Προέδρου παράμεινε ο Kiir, ο οποίος παρουσίαζε τον εαυτό του διαρκώς ως ρεφορμιστή, τάζοντας ένα δημοκρατικό καθεστώς, όπου θα εκπροσωπούνται τα ποικιλόμορφα εθνοτικά συμφέροντα. Μάλιστα, προς επίρρωση των ειρημένων του, στη θέση του Αντιπροέδρου επέλεξε τον Riek Machar, που προέρχεται από τη δεύτερη μεγαλύτερη εθνότητα της χώρας, τους Nuer, ενώ ο Kiir ανήκει στους Dinka, την πλειοψηφούσα, δηλαδή, φυλή του Νοτίου Σουδάν.
Honeymoon phase is over
Ο «μήνας του μέλιτος» για τις δύο ισχυρές προσωπικότητες του νοτιοσουδανικής πολιτικής σκηνής διήρκησε 2 χρόνια, έως το 2013. Τότε, ο Kiir, διαισθανόμενος πως ο Machar επιθυμεί την καθαίρεσή του, έλαβε δρακόντεια μέτρα και τον απέλυσε από τα καθήκοντά του, προκαλώντας τη μήνη του δεύτερου. Ο Machar, διαθέτοντας πλήθος υποστηρικτών στο πλευρό του, οργάνωσε το Λαϊκό Απελευθερωτικό Κίνημα της Αντιπολίτευσης (Sudan People’s Liberation Movement-in-Opposition – SPLM-IO) και αντιτάχθηκε με όλες του τις δυνάμεις στον εκκολαπτόμενο αυταρχισμό του Προέδρου. Αυτή τη φορά, λοιπόν, ο πόλεμος δεν αφορούσε βορρά και νότο, αλλά ήταν μία σύγκρουση των «αδελφών» Νοτιοσουδανών.
Οι εχθροπραξίες πήραν άγρια μορφή και, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες για εκεχειρία, κανένα εκ των δύο μετώπων δεν υποχωρούσε. Από το 2013 μέχρι και το 2018, οπότε υπογράφηκε μια ακόμη εύθραυστη ειρήνη, ο πόλεμος μαινόταν και προξένησε ανεπανόρθωτες ανθρώπινες και υλικές ζημίες. Σε μία χώρα με πληθυσμό 12 εκατομμυρίων, 400.000 πολίτες, μαχητές και μη, έχασαν τη ζωή τους, 1,6 εκατομμύρια θεωρούνται εσωτερικά εκτοπισμένοι και 2,2 εκατομμύρια Νοτιοσουδανοί έχουν αναζητήσει καταφύγιο σε όμορα κράτη. Επιπλέον, όντας μία από τις φτωχότερες κρατικές οντότητες ανά την υφήλιο, τα δύο τρίτα του πληθυσμού χρήζουν άμεσης ανθρωπιστικής αρωγής και 300.000 παιδιά ηλικίας πέντε ετών και κάτω βρίσκονται στα πρόθυρα λιμού.
Ωστόσο, η ειρήνη δεν ευδοκίμησε ούτε το 2018, με τα επόμενα δύο έτη να διεξάγονται στρατιωτικές επιχειρήσεις σε περιορισμένη εμβέλεια, σπέρνοντας τον φόβο για ενδεχόμενη έξαρση της βίας. Εν τέλει, το 2020 οι Kiir και Machar συμφώνησαν να παραμερίσουν τις ίδιες βλέψεις τους και να συνεργαστούν για ένα καλύτερο αύριο στη γενέτειρά τους. Έτσι, συστάθηκε κυβέρνηση συνασπισμού, με τον Machar να ανακτά την απολεσθείσα θέση του Αντιπροέδρου. Αξίζει να επισημανθεί πως η απόφασή τους δεν διαπνεόταν από ανιδιοτέλεια, εφόσον αντιλήφθηκαν πως από κοινού μπορούν να εκμεταλλευτούν απολύτως την εξουσία τους και να θρέψουν μία πολιτική ελίτ, φίλα προσκείμενη σε αυτούς, καταχρώντας τους δημόσιους πόρους και τα έσοδα από το πετρέλαιο, εντείνονται έτι περαιτέρω τις ανισότητες.
Γίνεται αντιληπτό πως η πρώτη δεκαετία του ανεξάρτητου Νότιου Σουδάν ήταν κάθε άλλο παρά ονειρική, καθώς έχει εγκλωβιστεί σε έναν αέναο κύκλο βίας και αστάθειας, παλεύοντας με τους δαίμονές του. Η πολιτική ηγεσία γνωστοποίησε τη διεξαγωγή εκλογών για το 2023 και θα πράξει τα δέοντα, ούτως ώστε να παραμείνει στην εξουσία ανεξαρτήτου κόστους. Ο λαός, στον αντίποδα, φανερά καταβεβλημένος αποζητά την πολυπόθητη ειρήνη, η οποία μπορεί να προκύψει μόνον με την απομάκρυνση των ιθυνόντων της υφιστάμενης κατάστασης, για να μπορέσει να γευτεί επιτέλους τι εστί δημοκρατία – μία έννοια που το διεθνές οικοδόμημα τείνει να ξεχνά…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- South Sudan: Dashed hopes after 10 years of independence, Deutsche Welle, διαθέσιμο εδώ
- South Sudan celebrates 10 years of independence – but few rejoice, Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ
- South Sudan’s ‘wasted’ decade: ‘We have been at war for far too long’, Financial Times, διαθέσιμο εδώ
- South Sudan: 10 years of independence, violence, disease and dire needs, Médecins Sans Frontières, διαθέσιμο εδώ
- South Sudan 10 years after independence: A call on leaders to end conflict, hunger, and impunity, USAID, διαθέσιμο εδώ