10.7 C
Athens
Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ αρχαία πόλη της Ποσειδωνίας και ο «τάφος του Δύτη»

Η αρχαία πόλη της Ποσειδωνίας και ο «τάφος του Δύτη»


Της Σοφίας Τάνα,

Γύρω στο 600 π.Χ., τότε που ακόμα οι λαοί και οι πληθυσμοί δεν ήξεραν τι είναι συγκεκριμένα γεωγραφικά όρια και τι ελευθερία, μία μικρή ομάδα Ελλήνων από τη Σύβαρη, μια πόλη που η ίδρυσή της πιστωνόταν σε Αχαιούς άποικους από την Ελίκη και σε Ίωνες από την Τροιζήνα, αποφάσισε να μεταφέρει την καθημερινότητά της σε ένα καινούργιο μέρος. Ο νέος τόπος εγκατάστασης βρέθηκε στον Κόλπο του Σαλέρνο, στην κοιλάδα που ορίζεται στη βόρεια μεριά της από τον ποταμό Σέλε και στην ανατολική μεριά της από τα Απέννινα. Εκεί, υψώθηκε περήφανη και αγέρωχη μια νέα πόλη και το όνομα αυτής, Ποσειδωνία. Η απόφαση της δραστικής μετακίνησης του πληθυσμού αποτελεί εύλογα συνακόλουθο αποτέλεσμα της συνεχούς και κλιμακούμενης αυξητικής πληθυσμιακής τάσης που παρατηρούνταν στην πόλη προέλευσης, αλλά και την άκρως στρατηγική κίνηση δημιουργίας μιας πόλης, που θα επέτρεπε την πρόσβαση στις τυρρηνικές οδούς και θα τους παρέδιδε τα ηνία των εσωτερικών διαδρομών, που αποτελούσαν τον συνδετικό κρίκο μεταξύ της Τυρρηνικής Θάλασσας και του Ιονίου μέσω του Βαλντιάνο.

Βέβαια, η εγκατάσταση του ελληνικού πληθυσμού σ’ εκείνη την εξέχουσα περιοχή, προκειμένου να την εκμεταλλευτούν προς όφελός τους, δεν κρίθηκε απρόσκοπτη. Το έδαφος εκείνο ήταν κατειλημμένο από μια ομάδα ιθαγενών, όπου οι ασχολίες τους περιορίζονταν στη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν τεθεί υπό την άμεση και αχαλίνωτη επιρροή του ετρουσκικού πολιτισμού. Προκειμένου, λοιπόν, ο ελληνικός πληθυσμός να ενταχθεί ομαλά και να οικειοποιηθεί στρατηγικά ένα μέρος εκείνου του εδάφους, άφησε να πάρουν σάρκα και οστά λατρευτικοί ναοί, με το σημαντικότερο και αναμφίβολα πιο γνωστό, το ιερό που είχε αφιερωθεί στη λατρεία της θεάς Ήρας.

Ο Ναός της Αθηνάς. Πηγή εικόνας: cognoscoteam.gr

Αμέσως, προχώρησαν στην ανέγερση ενός αστικού ιστού. Η πόλη αποφασίστηκε να βασιστεί σε ένα συνολικό δίκτυο από ορθογώνιους άξονες, αφήνοντας στο κέντρο έναν έξοχα μελετημένο και μεγάλων διαστάσεων χώρο, προκειμένου να φιλοξενήσει τη λαμπρότητα διάφορων πολιτικών και θρησκευτικών τελετών. Αποτελούνταν, δηλαδή, από την Αγορά και δύο μεγάλα, επιβλητικά ιερά που στελέχωναν τη βόρεια και τη νότια πλευρά, οι οποίες σταδιακά εμπλουτίστηκαν με πέτρινους ναούς. Συγκεκριμένα, περί τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., ανεγέρθηκε στα νότια δωρικός ναός που αποτελούνταν από εννέα κίονες και είχε αφιερωθεί στη θεότητα Ήρα, ενώ πέντε δεκαετίες αργότερα, ανεγέρθηκε ο ναός της Αθηνάς στο βόρειο ιερό. Στη βορειοδυτική πλευρά της αγοράς, χτίστηκε σαν κόσμημα ένα τέμενος, το οποίο βρισκόταν εν μέρει υπογείως. Μέσα ο διάκοσμος ήταν περίτεχνος και ρηξικέλευθος, καθώς τοποθετήθηκαν οκτώ ορειχάλκινα αγγεία που στο εσωτερικό τους υπήρχε μέλι, ένας αττικός αμφορέας με μελανόμορφες φιγούρες, που ζωντάνευε την αποθέωση του Ηρακλή, και πέντε αντικείμενα μεταλλικού χαρακτήρα. Το κτίριο αυτό έφερε το όνομα «Ηρώον» και αποτελούσε ένα κενοτάφιο αφιερωμένο στην ένδοξη μνήμη κάποιας ηρωικής προσωπικότητας, ενδεχομένως του ιδρυτή της πόλης.

Περί τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ., έπειτα από την απόφαση για την ανέγερση του επιβλητικού Ποσειδώνιου ναού στο βόρειο ιερό και τη δημιουργία ενός εκκλησιαστηρίου, για την επιτυχή τέλεση συμβουλίων με την παρουσία όλων των πολιτών, η πόλη άγγιξε τη μέγιστη μνημειακή ακμή της. Βέβαια, οι πληροφορίες που έχουμε σχετικά με την πόλη της Ποσειδωνίας περί τα τέλη του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ. είναι απειροελάχιστες, εξαιτίας της ανάληψης των ηνίων από τους Λουκανούς, ενός λαού Σαμνιτών που χειρίζονταν την οστική γλώσσα (μία μη ιδιαίτερα γνωστή διάλεκτος του νότιου μέρους της Ιταλίας). Κατά πάσα πιθανότητα, οι νέοι κάτοικοι της πόλης, αφότου εγκαταστάθηκαν πλήρως, συνέχισαν να χρησιμοποιούν με ευλαβική προσοχή τα δομικά της μέρη, χωρίς μάλιστα να προβούν και σε διαφοροποιήσεις σχετικά με τα ζητήματα του πολεοδομικού άξονα.

Σχηματικό διάγραμμα που απεικονίζει τις θέσεις των τοιχογραφιών στον «Τάφο του Δύτη». Πηγή εικόνας: tapantareinews.gr

Περί τον Ιούνιο του 1968, ανάμεσα στις πυρετώδεις έρευνες που λάμβαναν χώρα στις νεκροπόλεις που βρίσκονται στον περίγυρο της αρχαίας πόλης Ποσειδωνίας (σημερινό Paestum), μια ομάδα, με επικεφαλής τον Mario Napoli, έγινε η αφορμή να ανακαλυφθεί ένα από τα σπουδαιότερα αρχαιολογικά ευρήματα εκείνης της εποχής. Κοντά στο Tempa Del Prete, στον νότιο άξονα της πόλης, βγήκαν στην επιφάνεια πληθώρα ταφών, που συγκαταλέγονται στις χρονικές περιόδους από τα τέλη του 6ου έως τον 4ο αιώνα π.Χ.. Ο γνωστότερος από αυτούς είναι ο «Τάφος του Δύτη». Ο τάφος αυτός πλαισιώνεται συμμετρικά από τέσσερις πλάκες από τραβερτίνη και μια επιπρόσθετη που χρησιμεύει ως οροφή, οι οποίες ακόμη και σήμερα διατηρούνται και εφάπτονται με άψογο τρόπο. Τη στιγμή της ανασκαφής και της αποκάλυψης του νεκρού, βρέθηκαν σχεδόν μηδαμινά υπολείμματά του, ενώ το πρόσωπό του ήταν στραμμένο προς την Ανατολή.

Από τα τοιχώματα του τάφου ζοφερά ξεδιπλώνονται και ξεπετάγονται εικόνες γνωστές στους αρχαίους προγόνους των Ελλήνων. Ένα συμπόσιο λαμβάνει σάρκα και οστά μπροστά στον θεατή, με τις εικόνες κατανάλωσης κρασιού, μουσικής και ομοφυλοφιλικού φλερτ να κυριαρχούν. Ως προς το όνομα του αριστουργήματος αυτού, η εξήγηση κρίνεται ως παιδικά απλουστευτική. Οφείλεται σε μια ολοζώντανη αναπαράσταση που ξετυλίγεται αρμονικά μπροστά στα μάτια του θεατή. Στην επιτύμβια πλάκα του τάφου, απεικονίζεται, ένας νεαρός γυμνός και αρρενωπός άνδρας, ο οποίος τελεί ένα άλμα, από την άκρη ενός βατήρα. Στο τέλος, τον περιμένει μια υδάτινη έκταση, που ερμηνεύεται με την ποιητική έννοια του λόγου ως η θάλασσα. Αν και η ανάγνωση της εικόνας δε χρήζει ιδιαίτερης προσπάθειας, δε μπορεί να εννοηθεί το ίδιο και για το βαθύτερο, συμβολικό νόημά της. Ακόμη και σήμερα, αποτελεί ένα άλυτο μυστήριο και όχι μια απτή πραγματικότητα. Μία αρκετά ενδιαφέρουσα άποψη, η οποία αποτελεί και την επικρατέστερη ερμηνεία, θέλει η βουτιά του άνδρα, να αποτελεί την ανώδυνη και λυτρωτική μεταφορά, το πέρασμα μεταξύ τους φωτός και του σκότους, τη μετάβαση από τη ζωή στον θάνατο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Έκο, Oυμπέρτο (2018), Αρχαία Ελλάδα: Τέχνες και Λογοτεχνία (Μέρος Α΄), Αθήνα: Εκδ. Ελληνικά γράμματα
  • Έκο, Oυμπέρτο (2018), Αρχαία Ελλάδα: Τέχνες και Λογοτεχνία (Μέρος Β΄), Αθήνα: Εκδ. Ελληνικά γράμματα

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Τάνα
Σοφία Τάνα
Γεννήθηκε το 2000 και ιδιαίτερη πατρίδα της η Λάρισα. Αποτελεί προπτυχιακή φοιτήτρια του παιδαγωγικού τμήματος δημοτικής εκπαίδευσης του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στόχος της η βαθύτερη και πολύπλευρη κατανόηση της κοινωνίας μας και η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο μέσα από το κόσμο του εθελοντισμού. Όνειρο της η ενασχόληση με τα παιδιά με τη συνακόλουθη συμβολή της στο να αγγίζουν τα όνειρα τους.