Του Γιώργου Κίτη,
ΧΑΛΑΡΑ ΣΤΗΝ ΚΑΛΠΗ…
Λίγες ώρες έμειναν για την κάλπη της 7ης Ιουλίου. Και στο μυαλό του Έλληνα όλα λίγο πολύ είναι προδιαγεγραμμένα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ετοιμάζεται να επαναφέρει τη Νέα Δημοκρατία στην εξουσία και το μοναδικό ερώτημα έγκειται στο αν θα προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση ή πορεία συγκυβέρνησης με το ΚΙΝΑΛ ή άλλον πιθανό σύμμαχο. Η πιθανότητα διεξαγωγής συνεχόμενων εκλογών τον Αύγουστο είναι κατά τη γνώμη μου ισχνή, αφού δύσκολα θίγονται τα ιερά «μπάνια του λαού». Ο λαός μάλλον βαδίζει «χαλαρά» στην κάλπη ξέροντας λίγο ή πολύ τι θα γίνει, αφού αδημονεί για τη Χαλκιδική, την Μύκονο, την Κέρκυρα, την Κρήτη ή εν «τοιαύτη περιπτώσει» που λέει κι ο πρωθυπουργός, για τις διακοπές. Οι Ευρωεκλογές φαίνεται πως εκτόνωσαν σε μεγάλο βαθμό την ένταση μεταξύ των κομμάτων και ο light χαρακτήρας εντείνεται από την έλλειψη τηλεοπτικής αντιπαράθεσης. Βάλε μέσα και τα 40άρια και η ψήφος φαντάζει μάλλον ωχρή στον νέο μπροστά στο φρέντο εσπρέσο στην παραλιακή. Αν κάποιο κίνδυνο έχει ο κ. Μητσοτάκης είναι ακριβώς αυτός: οι ψηφοφόροι να «χαλαρώσουν» θεωρώντας προδιαγεγραμμένο το αποτέλεσμα και να απέχουν από την κάλπη, κι ας τονίζει ο Κυριάκος την ανάγκη για μη εφησυχασμό.
Στο κλίμα της “light” προεκλογικής περιόδου εντάσσονται και οι κομματικές συγκεντρώσεις. Τα στοιχήματα της πλατείας δεν βγήκαν σε Κυριάκο και Αλέξη και μάλλον βάζουν οριστικά ταφόπλακα στο τύπο των μεγάλων ανοιχτών συγκεντρώσεων όπως τις γνωρίσαμε –κυρίως- από τη δεκαετία του 80’. Λείπουν τα πικαρίσματα για την προσέλευση του κόσμου, τα συνθήματα και οι εύκολοι χαρακτηρισμοί. Ίσως είναι από τα καλά που άφησε η κατάρρευση του θηριώδους δικομματισμού, αφού οι ανοιχτές συζητήσεις επικεντρώνεται κυρίως σε θεματικές επί των κομματικών προγραμμάτων και δίνουν την ευκαιρία σε πολίτες –εάν δεν είναι βέβαια βαλτοί- να τοποθετηθούν και να αλληλεπιδράσουν άμεσα με τους πολιτικούς.
ΤΣΙΠΡΑΣ VS(;) ΣΚΑΪ
Προσωπικές επιθέσεις λείπουν αισθητά από το πολιτικό παιχνίδι. Τα λιμνάζοντα νερά τάραξε κάπως η συνέντευξη του Αλ. Τσίπρα στον ΣΚΑΪ, αφού ο πρωθυπουργός έσπασε το εμπάργκο που ο ίδιος είχε επιβάλει στον τηλεοπτικό σταθμό. Επιδίωξε να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο κοινό, προερχόμενο από τη δεξαμενή του κέντρο έως τα δεξιά, καταφέρνοντας να τραβήξει την προσοχή εκατομμυρίων Ελλήνων για πάνω από δύο ώρες. Αξίζει να σημειωθεί πως με βάση τις μετρήσεις της Nielsen, η συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα μεταξύ 20:00 και 22:00, σημείωσε τηλεθέαση 38,5% στο γενικό κοινό. Μεταξύ 20:00- 21:00 το ποσοστό κινήθηκε στο 36,5% με περίπου 830.000 τηλεθεατές στο μέσο λεπτό και περίπου 1.500.000 που παρακολούθησαν έστω και για ένα λεπτό. Η συζήτηση δυστυχώς, βέβαια, αναλώθηκε σε μικροπολιτικά θέματα κι ο πρωθυπουργός έχασε την ευκαιρία να αναπτύξει εκτενώς το κομματικό πρόγραμμα για να πείσει τους ψηφοφόρους. Ίσως, όμως, εν τέλει η πολιτική είναι η επικοινωνία και οι εντυπώσεις. Ίσως πάλι ο κ. Τσίπρας δεν είχε (δικές του) δυνατές προγραμματικές θέσεις να επιδείξει. Σε κάθε περίπτωση πήγε στο Νέο Φάληρο για να μαλώσει, να κάνει πάταγο με τις θέσεις του εναντίον της «διαπλοκής» και όχι να εκθέσει τις απόψεις του ούτε να αιτιολογήσει την ελεύθερη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές. Ο ΣΚΑΪ κατηγορείται για μεροληψία υπέρ της ΝΔ. Τι καλύτερο λοιπόν από μια αντίστοιχη, με επιθετικές ερωτήσεις συνέντευξη από τον Κ. Μητσοτάκη;
Στα “unfair” του Α. Τσίπρα συγκαταλέγεται η έμμεση αναφορά στη σχέση της Σίας Κοσιώνη με τον Κώστα Μπακογιάννη, ενώ η αλήθεια είναι πως δε μπορεί κανείς να πει πως θαυμάσαμε τη γλωσσική ικανότητα του πρωθυπουργού (εν τοιαύτη περιπτώσει ≠ εν πάση περιπτώσει). Πολλοί από την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης της συνέντευξης, την εξέλαβαν ως το υποκατάστατο της τηλεμαχίας των αρχηγών, πράγμα που δεν επιβεβαιώθηκε λόγω της απουσίας ουσιώδους αντιπαράθεσης. Οι δημοσιογράφοι ναι μεν «στρίμωξαν» τον Αλ. Τσίπρα, εκείνος όμως εμφανίστηκε καλά διαβασμένος απαντώντας επιθετικά, όχι όμως και επί της ουσίας. Νικητής μάλλον ο πρωθυπουργός στο παιχνίδι των εντυπώσεων, χωρίς όμως να πείθει κανέναν νέο ψηφοφόρο για τις θέσεις του.
Βαδίζουμε έτσι στις εκλογές, σε ένα κλίμα «σιγουράκι», σε ένα παιχνίδι που λίγο πολύ έχει κριθεί. Μπορεί βέβαια αυτή η προεκλογική νωθρότητα να αποβεί σε καλό, με την άμβλυνση των αντιπαραθέσεων εν όψει της επόμενης (μεταμνημονιακής) μέρας. Μακάρι! Έτσι, κι αλλιώς η διάκριση μνημονιακών – αντιμνημονιακών έχει εκπέσει. Όχι;
Γεννήθηκε το 1999 στην Αθήνα. Από το 2017 σπουδάζει στη Νομική Σχολή Αθηνών, παρακολουθώντας ταυτόχρονα εκδηλώσεις και συνέδρια του πολιτικού και νομικού χώρου. Συμμετέχει σε εκπαιδευτικές προσομοιώσεις ευρωπαϊκών και παγκόσμιων θεσμών και είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νέων Νομικών (ELSA). Από τον Απρίλιο του 2019 αποτελεί μέλος του τμήματος επικοινωνίας στο OffLine Post.