Της Μαρίας Κελεπούρη,
Αυτό το μυθιστόρημα του Λωράν Μωβινιέ αφήνει τις αποφάσεις των ηρώων του να το καθοδηγήσουν. Ακολουθεί τις επιλογές τους, την παρορμητικότητά τους κι άλλοτε τους ενδοιασμούς τους. Μεταφρασμένο από τα Γαλλικά χάρη στην Ισμήνη Δούκα, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Σοκόλη, συνεχίζοντας –όπως μάς παρακινεί και ο τίτλος του- το ταξίδι της γνωριμίας του με το αναγνωστικό κοινό, μέσα από μια διαδικασία ανακάλυψης και αποδοχής του εαυτού.
Ο Γάλλος συγγραφέας κατέχει μια ξεχωριστή θέση στα λογοτεχνικά δρώμενα της χώρας του, γεγονός που αποδεικνύεται από τον τίτλο του Αξιωματούχου των Γραμμάτων και των Τεχνών της Γαλλικής Δημοκρατίας, που του απονεμήθηκε το 2017. Την ίδια χρονιά, το υπό συζήτηση έργο κέρδισε το βραβείο “Culture et Bibliothèques pour tous”. Ο Λωράν Μωβινιέ σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι κι έγινε συγγραφέας μετά από παρότρυνση ενός φίλου του. Όπως φάνηκε, αυτή η συμβουλή μόνο ατυχής δεν αποδείχτηκε, αφού κατά τη λογοτεχνική του πορεία έχει αποσπάσει πλήθος επαίνων, μεταξύ των οποίων το Βραβείο Μυθιστορήματος Fnac (2006), καθώς και το Amerigo Vespucci (2014).
Με αφορμή ένα παρ’ ολίγον έγκλημα, ο Μωβινιέ ξεδιπλώνει στο Να συνεχίζεις τη σχέση μιας μητέρας με τον έφηβο γιο της. Μια σχέση εντάσεων, διάστασης ανάμεσα στα νεανικά «θέλω» και στα ώριμα «πρέπει» και δυσκολίας αλληλοκατανόησης. Η επικοινωνία αυτή δυσχεραίνεται περισσότερο, όταν στην ιστορία εισέρχεται ο πατέρας του Σαμυέλ και πρώην σύζυγος της Σιμπύλ. Η κακή επικοινωνία μεταξύ των διαζευγμένων γονιών, καθώς και η αδιαφορία του Μπενουά προς τις ανάγκες του παιδιού του, δημιουργούν μια συνθήκη που φέρνει σε αμηχανία τον Σαμυέλ. Ταυτόχρονα, όμως, δείχνει να προτιμά τον πατέρα του. Όχι γιατί τον γνωρίζει πραγματικά. Το ακριβώς αντίθετο. Επειδή η απουσία του ευνόησε την εξιδανίκευσή του.
Η διαρκής υποτίμηση που δεχόταν η Σιμπύλ από εκείνον έφερε σταδιακά στο φως τη χαμηλή αυτοεκτίμησή της. Επέτρεπε τις απρεπείς συμπεριφορές, γιατί δεν είχε συμφιλιωθεί με τα λάθη της, ούτε είχε ανταμείψει τον εαυτό της για όσα κατάφερε κι αυτό γιατί δεν τα είχε καν συνειδητοποιήσει ή υποβάθμιζε τη σημασία τους. Η απόσταση που διατηρούσε από τις πραγματικές της ανάγκες είχε ως συνέπεια τη ρευστή της σχέση με τους γύρω της. Είχε, λοιπόν, και η ίδια ένα μερίδιο ευθύνης για τον τρόπο που της συμπεριφέρονταν ο γιος και ο πρώην σύζυγός της. Αν έθετε τα όρια της αξιοπρέπειάς της, θα προστάτευε τον εαυτό της από τουλάχιστον ένα μέρος όσων την πλήγωσαν. Γιατί πέρα από τη δική μας ύπαρξη, δεν μπορούμε να ελέγξουμε κανέναν, ούτε είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις τους.
Όμως, η συμμετοχή του γιου της σε κάτι νομικά και ηθικά παράνομο ήταν η αφορμή αφύπνισης από την αδράνεια, στην οποία η ίδια είχε βυθίσει τον εαυτό της. Ήταν η αιτία της γενναίας, αλλά και ριψοκίνδυνης απόφασής της να ξεκινήσουν ένα ταξίδι στο Κιργιστάν. Έναν τόπο πολύ μακρινό από τις δικές τους εικόνες. Ένα άγριο τοπίο, που κάποιες φορές μπορεί να τους προκαλούσε δέος ή ακόμα και αποστροφή, όμως τους πρόσφερε απλόχερα την αλήθεια της φύσης. Μια αλήθεια, που στις δυτικές κοινωνίες καλύπτεται από τα φώτα των μεγαλουπόλεων και τα ανθρώπινα τεχνάσματα, για να γίνει πιο ελκυστική. Το Κιργιστάν, όμως, τους φέρνει σε επαφή με το πρωτόγονο, το, δίχως όμορφα περιτυλίγματα, πραγματικό. Κι αυτό τους τρομάζει, γιατί απομυθοποιεί αυτό που νομίζανε για αληθινό και τους προκαλεί να αναμετρηθούν μαζί του. Για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν, θα πρέπει πρώτα να κερδίσουν τον εαυτό τους.
Το ταξίδι τούς δίνει αυτή την ευκαιρία, παρόλο που ο καθένας τους ξεκίνησε από διαφορετική αφετηρία. Για τον Σαμυέλ, αν και αυτή η απόφαση της μητέρας του φαντάζει άσκοπη, είναι η ευκαιρία για να αποφύγει τα σχέδια του πατέρα του για εκείνον. Ενώ θα βρισκόταν εσώκλειστος σε ένα σχολείο, τώρα γεύεται την απόλυτη ελευθερία, αγναντεύοντας τον ορίζοντα. Όμως, συνειδητοποιεί πως η ελευθερία ενέχει και κινδύνους. Πολλές φορές απαιτείται ετοιμότητα για να βγει σώος από αυτούς. Το εγχείρημα αυτό δεν παύει να είναι για τη Σιμπύλ ένα ρίσκο. Όχι μόνο ένα ρίσκο επιβίωσης, αλλά και μια απόπειρα να αποδείξει τόσο στον Μπενουά όσο και στις δικές της αμφιβολίες πως έχει τον έλεγχο του εαυτού της. Από την άλλη, ο Μπενουά εκλαμβάνει αυτό το ταξίδι ως δώρο ξεγνοιασιάς και αποφυγής ευθυνών, όσο κι αν κατά βάθος αγαπά το παιδί του.
Η εικόνα που έχει σχηματίσει το ένα υποκείμενο για το άλλο, αποδομείται και ανασυντίθεται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Αυτό, όμως, δε σημαίνει πως η αρχική εικόνα ήταν η σωστή. Αντιθέτως, πρόκειται για απόρροια των άσχημων αναμνήσεων, της έλλειψης σεβασμού και της ανύπαρκτης αυτογνωσίας. Ο Μπενουά επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ο Σαμυέλ αντιμετωπίζει τη μητέρα του, έως ότου ο ίδιος έρθει πιο κοντά της σ’ αυτό το ταξίδι αναζήτησης, με αποτέλεσμα να δει τον κόσμο και μέσα από τα δικά της μάτια. Τότε καταφέρνει όχι απλά να τη δικαιολογήσει, αλλά κάτι πιο ουσιαστικό, να την κατανοήσει.
Τοποθετώντας τους ήρωές του σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο, ανοίκειο γι’ αυτούς, ο Μωβινιέ επιταχύνει τη συναισθηματική τους ωρίμανση, που τόσο καιρό ερχόταν αντιμέτωπη με τα εμπόδια που οι ίδιοι έθεταν στον δρόμο τους. Ίσως αυτό το ταξίδι τούς ωρίμασε πιο γρήγορα και επώδυνα, μα σίγουρα πιο ουσιαστικά. Απέδειξε σε εκείνους, αλλά και σε μας, τη δύναμη της συνέχειας. Της δυνατότητας του να συνεχίζεις να προσπαθείς, να συνεχίζεις να πιστεύεις στον εαυτό σου, να συνεχίζεις ακόμα κι όταν νομίζεις πως όλες οι δυνάμεις σου έχουν χαθεί.