Του Δημήτρη Βασιλειάδη,
Το ελληνικό κράτος, στα λιγότερα από 200 χρόνια συγκρότησής του, έχει γνωρίσει πλήθος εκλογικών αναμετρήσεων. Ορισμένες από αυτές έγιναν μέσα σε κλίμα ακραίας πόλωσης μεταξύ των αντίπαλων παρατάξεων, άλλες σηματοδότησαν την έναρξη μιας νέας εποχής, ενώ κάποιες αποτέλεσαν τον προάγγελο άμεσων εξελίξεων. Οι βουλευτικές εκλογές της 18ης Οκτωβρίου του 1981 περιέχουν το σύνολο των τριών άνωθεν χαρακτηριστικών. Για ποιον λόγο, όμως, οι συγκεκριμένες εκλογές αποδείχθηκαν ιστορικής σημασίας; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα θα επιχειρηθεί να δοθεί στις παρακάτω σειρές.
Ωστόσο, πριν σχολιαστούν τα κυρίως γεγονότα της εξεταζόμενης εκλογικής αναμέτρησης, αξίζει να αναφερθεί, έστω και συνοπτικά, η κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα τα τελευταία έτη. Συγκεκριμένα, είχαν συμπληρωθεί επτά χρόνια από την πτώση της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών και την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος, με την άφιξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Ελλάδα. Ο Σερραίος πολιτικός σχηματίζει μία κυβέρνηση εθνικής ενότητας, χωρίς, όμως, τη σύμπραξη της ευρύτερης Αριστεράς, μέχρι τις εκλογές που διεξάγονται τον Νοέμβριο του 1974, στις οποίες και κυριαρχεί με το νέο του κόμμα, τη Νέα Δημοκρατία, συγκεντρώνοντας ποσοστό 54,45%.
Στις εκλογές αυτές συμμετείχε και το νεοϊδρυθέν κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου, το ΠΑ.ΣΟ.Κ., το οποίο αναδείχθηκε τρίτη πολιτική δύναμη με ποσοστό 13,6%. Η νέα παράταξη παρουσιάζει μια διαρκή αύξηση στις τάξεις των Ελλήνων ψηφοφόρων, με αποτέλεσμα την αναρρίχησή του στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις εκλογές του Νοεμβρίου 1977. Στη δεύτερη εκλογική του αναμέτρηση συγκεντρώνει ποσοστό 25,34% και πολλαπλασιάζει τις έδρες του στο Κοινοβούλιο, από 12 σε 93.
Το άνωθεν εκλογικό αποτέλεσμα κατέστησε σαφές ότι η Νέα Δημοκρατία δεν αγωνιζόταν πλέον μόνη της στον πολιτικό στίβο. Αντιθέτως, μία νέα δύναμη έκανε την εμφάνισή της, η οποία είχε τη δυνατότητα να ασκεί κριτική στις πράξεις της κυβέρνησης. Έπειτα, θα ζητούσε την ψήφο του ελληνικού λαού, προκειμένου να αναδείξει τις ικανότητές της στη διακυβέρνηση του κράτους και να αλλάξει τις κυβερνητικές αποφάσεις που θεωρούσε λανθασμένες.
Με τις παραπάνω συνθήκες να έχουν διαμορφωθεί στην ελληνική πολιτική σκηνή, λίγο πριν τις εκλογές του 1981, το προεκλογικό σύνθημα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. δε θα μπορούσε να είναι άλλο από την «Αλλαγή». Η αλλαγή που υποστήριζε το σοσιαλιστικό κόμμα ότι μπορούσε να φέρει ήταν πολυεπίπεδη. Αφορούσε τον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και διπλωματικό τομέα. Προέτρεψε τους ψηφοφόρους να εμπιστευτούν την ψήφο τους σε μία παράταξη διαφορετικής ιδεολογίας από αυτή του, επταετής διάρκειας, κυβερνώντος κόμματος.
Ο ελληνικός λαός ανταποκρίθηκε στο προαναφερθέν κάλεσμα. Φυσικά, δε θα αρκούσε από μόνη της μια προτροπή να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης σε κάτι το διαφορετικό. Για την τελική επικράτηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ευθύνεται, εν μέρει, και η ίδια η Νέα Δημοκρατία. Η επταετής διακυβέρνηση της χώρας σε μία αρκετά δύσκολη για την ίδια περίοδο και με αρκετά πολύπλοκα θέματα να απαιτούν άμεση επίλυση, δημιούργησαν φθορά στις σχέσεις κόμματος-ψηφοφόρων. Το «φάντασμα» της Κυπριακής Εισβολής προκαλούσε ακόμη προβλήματα στη γαλάζια παράταξη, καθώς οι χειρισμοί του Κωνσταντίνου Καραμανλή αμφισβητήθηκαν έντονα. Επιπλέον, η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης και η εμφάνιση ορισμένων οικονομικών προβλημάτων, η ατμοσφαιρική ρύπανση στο λεκανοπέδιο της Αττικής, η αδράνεια του κρατικού μηχανισμού στην πυρκαγιά της Αττικής, το 1981, συνέβαλλαν στη φθορά του κυβερνώντος κόμματος. Τέλος, η απόσυρση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας, με τον συντηρητικό Γεώργιο Ράλλη να τον αντικαθιστά, θεωρείται ότι δε λειτούργησε ευεργετικά για το κυβερνών κόμμα.
Η προεκλογική εκστρατεία, λοιπόν, ξεκινάει για τα δύο κόμματα, με το «πράσινο στρατόπεδο» να ανακοινώνει τους υποψηφίους του, ένα κράμα παλαιών και νέων υποψηφίων. Από τις προεκλογικές συγκεντρώσεις, για το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου ξεχωρίζουν σίγουρα αυτές στην Πάτρα, στις 5 Σεπτεμβρίου, και στην Αθήνα, στις 15 Οκτωβρίου, ενώ η Νέα Δημοκρατία πραγματοποίησε την πρώτη της μεγάλη συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη, στις 20 Σεπτεμβρίου. Η προεκλογική ατζέντα της πράσινης παράταξης αποτυπώνει το κεντρικό σύνθημα της «Αλλαγής». Ειδικότερα, υποσχόταν αναπροσδιορισμό της οικονομικής πολιτικής του κράτους και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των μικρομεσαίων κοινωνικών στρωμάτων.
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, κατέκρινε την τακτική της μέχρι τότε κυβέρνησης, θεωρώντας ότι παρουσίαζε μία διαρκή υποχωρητικότητα στις τουρκικές διεκδικήσεις. Ακόμα, παρουσιαζόταν ως αντίμαχο της συμμετοχής της Ελλάδας στο Ν.Α.Τ.Ο. και στην Ε.Ο.Κ., θεωρώντας ότι, μεταξύ άλλων, υπονομεύονται τα εθνικά συμφέροντα. Αυτού του είδους οι πατριωτικές εξαγγελίες σχετικά με την εξωτερική πολιτική ώθησαν ένα μεγάλο ποσοστό στρατιωτικών να υποστηρίξουν το ΠΑ.ΣΟ.Κ., παρά τις ιδεολογικές τους διαφορές. Αποφεύχθηκε έτσι ο κίνδυνος ενός νέου πραξικοπήματος, σε ενδεχόμενη επικράτηση του Σοσιαλισμού στη χώρα.
Η διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας υπήρξε αρκετά έντονη. Μάλιστα, δεν έλειψαν τα περιστατικά βίας μεταξύ ένθερμων ψηφοφόρων των δύο κυρίαρχων κομμάτων. Απόρροια αυτής της έντασης που επικρατούσε είναι και η γνωστή φράση του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, Γεωργίου Ράλλη, «Δεν θέλω ου», όταν συγκεντρωμένοι αποδοκίμασαν τον Ανδρέα Παπανδρέου, δείχνοντας έτσι τον απαραίτητο σεβασμό προς τον πολιτικό του αντίπαλο.
Τα αποτελέσματα της εκλογικής διαδικασίας της 18ης Οκτωβρίου 1981 ανέδειξαν θριαμβευτική νίκη του σοσιαλιστικού κόμματος. Η παράταξη του Ανδρέα Παπανδρέου συγκέντρωσε ποσοστό 48,07%, το οποίο μεταφράστηκε σε 172 έδρες. Από την άλλη πλευρά, ο άμεσος αντίπαλός του, Γεώργιος Ράλλης συγκέντρωσε ποσοστό 35,88%, λαμβάνοντας 115 έδρες. Για τον επικεφαλής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. επρόκειτο για μία σημαντική στιγμή, καθώς αναλάμβανε το πρωθυπουργικό αξίωμα 37 ακριβώς χρόνια, μετά την άφιξη στην Αθήνα της κυβερνήσεως του πατέρα του, Γεωργίου Παπανδρέου, και την απομάκρυνση των Γερμανών από τη χώρα.
Την πρώτη κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ακολούθησαν και άλλες, καθιερώνοντας τον δικομματισμό στην ελληνική πολιτική σκηνή. Η αλήθεια είναι ότι η σοσιαλιστική παράταξη δεν ανταποκρίθηκε πλήρως σε όλα όσα υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό. Δεν μπορούμε, όμως, να αρνηθούμε ότι στις περιόδους διακυβέρνησής της σημειώθηκαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους κρατικούς και κοινωνικούς τομείς. Τα μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα ενισχύθηκαν σημαντικά, με αποτέλεσμα ο Ανδρέας Παπανδρέου να έχει λάβει από πολλούς τον τίτλο του «Πατέρα» της μεσαίας τάξης.
Ωστόσο, η γενικότερη κοινωνική ευημερία που υπήρχε εκείνη την περίοδο στηρίχθηκε, εν μέρει, σε σαθρά θεμέλια. Τα οικονομικά προβλήματα δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους και η «πράσινη κυριαρχία» της δεκαετίας του ’80 φέρει και αυτή ένα μερίδιο ευθύνης για την οικονομική κατάσταση της χώρας τον 21ο αιώνα. Αναμφίβολα, όμως, με τα όποια θετικά και αρνητικά συντελέστηκαν, σαν σήμερα πριν 40 χρόνια ανέτειλε μία μέρα «Αλλαγής».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Λακόπουλος, Γιώργος (2010), «Το μυθιστόρημα του ΠΑΣΟΚ», Ο Ελληνικός Εικοστός Αιώνας Βήμα προς Βήμα, Αθήνα: Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη Α.Ε. Ειδική έκδοση για την εφημερίδα «Το Βήμα».
- Παπανδρέου, Γ. Ανδρέας (2006), Η δημοκρατία στο απόσπασμα, Αθήνα: Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη Α.Β.Ε.
- Clogg, Richard (1983), “PASOK in Power: Rendezvous with History or with Reality?”, The World Today, 39/11, London: Royal Institute of International Affairs