10.4 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΜια δημοκρατία γεμάτη εντάσεις

Μια δημοκρατία γεμάτη εντάσεις


Της Θεοδώρας Αγγελοπούλου,

Το ελληνικό πολιτικό σύστημα χαρακτηρίζεται ιστορικά ως ένα από τα δημοκρατικότερα στο διεθνές στερέωμα, πλην ελαχίστων σκοτεινών υποπεριόδων που διάνυσε κατά το παρελθόν. Ιδίως η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία έχει εξυψώσει ουσιοκρατικά το περιεχόμενο του όρου της, παρόλες τις κρίσεις, οι οποίες την έχουν ταλανίσει κατά καιρούς. Η πολιτειακή επένδυση του πολιτικού γίγνεσθαι έχει δημιουργήσει ένα είδος «δημοκρατικής ασφάλισης», του οποίου οι δικλείδες ασφαλείας, τόσο σε θεσμικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, έχουν διατρανωθεί στο πεδίο της εκτελεστικής και νομοθετικής πρακτικής, ενσωματώνοντας παράλληλα το ενωσιακό status quo, που όσο και να έχει αμφισβητηθεί -ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης- έχει λειτουργήσει καταλυτικά στην αναβάθμιση της δημόσιας πολιτικής του κράτους.

Η ποιότητα της δημοκρατίας μας, αν και επισφαλής, δεν αρκεί για την εύρυθμη λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος. Αποτελεί αναγκαία συνθήκη, αλλά όχι και ικανή για να του προσδώσει εκείνα τα χαρακτηριστικά, τα οποία θα το καταστήσουν πλήρως εκσυγχρονισμένο και αποτελεσματικό, ώστε να ικανοποιεί τα κοινωνικά και ατομικά αιτήματα. Ο πλουραλισμός, ως επιθυμητό και απαραίτητο συστατικό, αναγνωρίζει την αρχή της πλειοψηφίας στην κυριαρχικότητα των αποφάσεων, ωστόσο, παρουσιάζει την αρχή της αμεροληψίας ως το εργαλείο προστασίας των μειονοτήτων, πραγματώνοντας την κοινωνική δικαιοσύνη. Η ίδια η ιστορία εξέλιξης των δικαιωματικών γενεών αποδεικνύει τη θεσμική αποτύπωση και την κοινωνική εμπέδωση του πλουραλιστικού χαρακτήρα της δημοκρατίας.

Ο πλουραλισμός νομιμοποιεί τους όρους του παιχνιδιού, καθορίζει το πλαίσιο της διαφωνίας και προστατεύει τις πλειοψηφίες και τις μειοψηφίες, εκατέρωθεν διά μέσου ενός λεπτού και πολυπαραγοντικού ισοζυγίου. Η χρυσή τομή της διχογνωμικής ισορροπίας δεν αναλύεται γραμμικά, παρά μόνο τεθλασμένα. Τεθλασμένη, όμως, είναι και η πολιτική πραγματικότητα, η οποία φορά τον δημοκρατικό μανδύα της θεωρίας και του Συντάγματος, όπου μετουσιώνεται το κράτος δικαίου και βοηθά να διατηρεί σε καταστολή οτιδήποτε μπορεί να διαταράξει τις κοινωνικές συνθήκες ομαλότητας.

Πηγή εικόνας: nationalreview.com

Τι συμβαίνει, όμως, με τα στοιχεία που ξεφεύγουν αυτής της κατασταλτικής δραστικότητας; Πελατειακά συμφέροντα και εξυπηρέτηση αυτών, ιστορικά κατάλοιπα θαμμένα κάτω από τη λειτουργική επιφάνεια της δημοκρατίας, έτοιμα να φανούν σε κάθε λάθος χειρισμό, φαινόμενα πολιτικής βίας τα οποία υπονομεύουν οτιδήποτε το καθεστωτικό -είτε θετικό είτε αρνητικό- και ιδεολογικές αντιπαλότητες που παρακωλύουν την ανάληψη αποτελεσματικών δράσεων, κάμπτοντας την πολιτειακή εξελικτικότητα και την κοινωνικοοικονομική πρόοδο. Παράλληλα, αναπτύσσεται η κατηγορία των προβλημάτων που προκύπτουν από την ίδια τη φύση της δημοκρατίας. Οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες όπως μεγεθύνονται ή συστέλλονται, αναλόγως του κρατικού πλαισίου το οποίο ρυθμίζει την οικονομία της αγοράς, κομματικός αυταρχισμός και δεσμευτικότητα που δύνανται να περιορίσουν την ελεύθερη βούληση εκάστου πολιτευομένου, μορφές φανατισμού και ενίοτε εξτρεμισμού, όπως αναδύονται από τη στρατευμένη πλάνη των απογοητεύσεων των πολιτών από την κρατική εξουσία, ο «υπερβάλλων ζήλος» του μονοπωλίου της κρατικής βίας, η δημαγωγία, κ.ο.κ. .

Τα προειρημμένα συνιστούν μέρος της δημοκρατικής καθημερινότητας, ως προβληματικές της εκφάνσεις μεν, αλλά και ως απόδειξη ότι η δημοκρατία αποτελεί ένα είδος ζωντανού οργανισμού, το οποίο καλείται να αντιμετωπίσεις τις δικές τους ασθενικές συνθήκες δε. Μεγαλύτερος αρωγός σε αυτήν την προσπάθεια συνιστούν οι ίδιοι οι πολίτες με το φρόνημα που τους διακατέχει για κοινωνική ευημερία και ατομική ευτυχία. Οι πράξεις, όμως, στις οποίες προβαίνουν για να επιλύσουν τέτοιου είδους προβλήματα εξαρτώνται από το είδος του πολιτικού πολιτισμού και κουλτούρας που τους διακατέχει, τα οποία αντανακλώνται στους πολιτικούς τους αντιπροσώπους, καθώς κάνουμε λόγο (και) για αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

Η ελληνική περίπτωση, ωστόσο, χαρακτηρίζεται από έντονες διχαστικές απολήξεις. Από τις εμφύλιες διαμάχες, κατά τη διάρκεια του Επαναστατικού Αγώνα, για την Εθνική Ανεξαρτησία, στον Εθνικό Διχασμό του 1915 έως και τον Εμφύλιο Πόλεμο, μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων Κατοχής, αλλά και σε ηπιότερο βαθμό, χωρίς τις βίαιες εκφάνσεις των προηγούμενων περιόδων, στο τεταμένο πολιτικό κλίμα του δικομματισμού της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, παρατηρείται ένας φαύλος κύκλος αυτοπαγίδευσης, κατά τον οποίο το παιχνίδι της εξουσίας -διότι αυτή εν τέλει είναι για έκαστη πλευρά το ζητούμενο- προβάλλεται ωραιοποιημένα ως το καλό του τόπου, όπου τα προσωπικά συμφέροντα προτάσσονται έναντι οποιασδήποτε προσπάθειας συμβιβασμού ή συναινετικής λύσης.

Πηγή εικόνας: Οικονομικός Ταχυδρόμος

Η πολιτική ηθική οπισθοχωρεί έναντι του εγωισμού, ώστε κάθε ευκαιρία για εύρεση ενός αποτελεσματικού τρόπου αντιμετώπισης ενός προβλήματος να μένει ανεκμετάλλευτη, με την ευθύνη του κατηγορητηρίου να απονέμεται κάθε φορά είτε στην αντίθετη πλευρά είτε στον εξωτερικό παράγοντα. Αντί, λοιπόν, κάθε πλευρά να αναλάβει τις δικές τις ευθύνες, σπεύδει να κατηγορήσει την αντίπαλη, ακόμη και για καταστάσεις που η ίδια έχει προκαλέσει. Σε αυτό το σημείο ταιριάζει άριστα η παρατήρηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, όπως τη διατύπωσε στους Αθηναίους πολίτες στις 16 Νοεμβρίου 1974: «Είναι γνωστό ότι εμείς οι Έλληνες έχουμε την αδυναμία να λησμονούμε γρήγορα τους κινδύνους και να επιδιδόμεθα πριν καλά-καλά παρέλθουν στην ικανοποίηση των κομματικών ή προσωπικών μας αδυναμιών. Έχουμε επίσης την κακήν συνήθεια να καταστρέφουμε με τα δικά μας τα χέρια όσα με κόπους και θυσίες δημιουργούμε. Και το κάνουμε αυτό όταν ακριβώς ευρισκόμεθα στα πρόθυρα της επιτυχίας. Την αδυναμία μας δε αυτήν ακριβώς συμβολίζει και ο μύθος του Σισύφου. Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο μύθος αυτός είναι ελληνικός».

Κατά συνέπεια, η βελτίωση του πολιτικού μας κόσμου δύναται να είναι απότοκο της δικής μας συμπεριφοράς. Ο συνδετικός κρίκος της ηθικής και της πολιτικής αποτελεί τον ισχυρότερο δεσμό στην αλυσίδα του πολιτικού γίγνεσθαι, καθώς η ομόνοια των πολιτών με την υγιή έκφραση των διαφωνιών τους οδηγούν στην αναβαθμισμένη ποιοτικά έκφανση του δημοκρατικού πολιτεύματος. Καταληκτικά, όταν κάνουμε λόγο για πολιτικό ήθος, αναφερόμαστε σε εκείνον τον κώδικα αξιών που όσο και αν ετεροκαθορίζεται κοινωνικά, η οντολογική του σκοπιμότητα δεν του επιτρέπει αλλοιώσεις, οι οποίες θα το υπονομεύουν με αδιέξοδες σκέψεις και απόλυτα αξιολογικά δίπολα, διότι η ρευστότητα του σημερινού κόσμου απαιτεί εκείνη την ηθική πολιτική δεινότητα που προσαρμόζεται αναλόγως.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεοδώρα Αγγελοπούλου
Θεοδώρα Αγγελοπούλου
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1998, όπου διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτη του Πρότυπου ΓΕΛ Αναβρύτων και πλέον πτυχιούχος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος σεμιναρίων, ημερίδων και προσομοιώσεων σχετικά με την πολιτική, τις διεθνείς σχέσεις, την άμυνα και τη δημόσια διοίκηση ήδη από τα σχολικά χρόνια και το ενδιαφέρον της προς αυτά συνεχίζει αμειώτο. Γνωρίζει άριστα αγγλικά και γαλλικά ενώ στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον κλασσικό και σύγχρονο χορό.