Του Ανδρέα Βλάχου,
Αποτελεί πλέον κοινό μυστικό πως ο Μάρτιν Σκορσέζε και οι ταινίες της Μarvel δεν βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος, όσον αφορά την ίδια τη φύση του κινηματογράφου. Το 2019 ο 77χρονος σκηνοθέτης, ο οποίος σε συνέντευξη του στο περιοδικό Empire ερωτήθηκε για το εάν έχει δει τις ταινίες της Marvel, δήλωσε πως οι ταινίες αυτές «δεν είναι σινεμά». Μία φράση που έκανε τον γύρο του κόσμου, ξεσηκώνοντας πλήθος αντιδράσεων από όλες τις πλευρές της κινηματογραφικής αρένας.
Από τη στιγμή που τα σχόλια του αυτά έγιναν δημόσια, πολλοί εργαζόμενοι στο κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel, έκαναν διαφώνησαν έντονα με τα σχόλια του αμερικανού σκηνοθέτη. Μάλιστα, ο Τζέιμς Γκαν, όταν βρέθηκε στο podcast “Happy Sad Confused” του MTV και ρωτήθηκε σχετικά με τα σχόλια του Σκορσέζε, δήλωσε: «Ξεκίνησε αυτόν τον πόλεμο δηλώσεων γιατί ήταν ο μοναδικός τρόπος να διαφημίσει την ταινία του». Παράλληλα, οι αδερφοί Ρούσσο, έδωσαν μία πιο διαλλακτική απάντηση ως αντίλογο στα σχόλια αυτά τονίζοντας στο “The Hollywood Reporter” ότι: «Ουσιαστικά ορίζουμε τον κινηματογράφο ως μία τέχνη που μπορεί να φέρει τους ανθρώπους μαζί, για να έχουν μία κοινή συναισθηματική εμπειρία». Τέλος, και ο ίδιος ο επικεφαλής της Marvel, Κέβιν Φάιγκι απάντησε στα λόγια του Σκορσέζε με την φράση: «ο καθένας ορίζει διαφορετικά το σινεμά».
Αντίθετα, σκηνοθέτες όπως ο Φράνσις Φόρντ Κόπολα και ο Ντενίς Βιλενέβ έχουν εκφράσει τη δυσαρέσκειά τους με τις ταινίες αυτές, θεωρώντας ότι «κλέβουν» χώρο από άλλες, διαφορετικές ταινίες στις κινηματογραφικές αίθουσες και τάσσονται υπέρ της άποψης του Σκορσέζε. Όμως, ποια άποψη, τελικά, βαδίζει στις προδιαγραφές του ορθολογισμού;
To κύριο σημείο για το οποίο κατακρίνεται η Marvel και οι ταινίες της, αποτελεί η δομή που ακολουθούν αυτές οι ταινίες. Συνήθως είναι απλές, με τριμερή δομή, εύπεπτες με μία σχεδόν παιδιάστικη πλοκή, η οποία συνοδεύεται από εκκωφαντικές εκρήξεις, καταιγιστική δράση, εντυπωσιακά οπτικά εφέ και έξυπνες και χιουμοριστικές ατάκες, τοποθετημένες στα κατάλληλα σημεία. Κάτι που με την πάροδο του χρόνου αρχίζει να γίνεται κουραστικό και επαναλαμβανόμενο, ενώ και η συχνότητα με την οποία κυκλοφορούν πλέον αυτές οι ταινίες δεν βοηθάει τον θεατή, στο να του δημιουργήσει τα απαραίτητα συναισθήματα στέρησης και ενθουσιασμού για το υπερηρωικό είδος κινηματογράφου. Κάθε χρόνο κυκλοφορούν πάνω από τρεις ταινίες με πρωταγωνιστές χαρακτήρες κόμικς και αυτές μόνο από την Marvel.
Επομένως, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι υπάρχει μία κατάσταση κορεσμού -έως και αηδίας- για κάθε νέα κυκλοφορία, πριν καν ακόμα οι αίθουσες γεμίσουν με κόσμο στο σινεμά. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι η κριτική αυτή έρχεται από έναν παλαίμαχο βετεράνο του κινηματογράφου, ο οποίος έχει αφιερώσει τη ζωή του στην σκηνοθεσία, δίνοντας μας μερικές από τις καλύτερες ταινίες στην ιστορία της τέχνης του φιλμ και μερικά από τα πιο έντονα συναισθήματα. Ο ίδιος σκηνοθέτης τώρα πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με την πραγματικότητα ότι αυτό είναι το νέο ρεύμα στον κινηματογράφο, οι μεγάλες blockbuster και franchise starters ταινίες, οι οποίες απευθύνονται στο μεγαλύτερο δυνατό εύρος θεατών με απώτερο στόχο τα μεγαλύτερα δυνατά κέρδη και τα λιγότερα έξοδα. Αυτός ο σκηνοθέτης, λοιπόν, τώρα βλέπει ότι το σινεμά που βοήθησε να θεμελιωθεί μέσα από τα έργα του, έργα τα οποία είχαν επίκεντρο τον άνθρωπο και την πάλη του με τον εσωτερικό του κόσμο αλλά και τον εξωτερικό σε έναν ατέρμονο αγώνα προς την αυτό-βελτίωση, αρχίζει να παίρνει μία απότομη τροπή σε κάτι το οποίο δεν καταλαβαίνει. Και ο φόβος για το άγνωστο είναι μεγάλος.
Στον αντίποδα όμως, υπάρχουν περιπτώσεις και ταινίες που λειτουργούν ως τρανά επιχειρήματα κατά της άποψης αυτής ότι τέτοιου είδους ταινίες δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα «λούνα πάρκ». Ταινίες όπως το Κάπτεν Αμέρικα: ο Στρατιώτης του Χειμώνα και το Κάπτεν Αμέρικα: Εμφύλιος Πόλεμος, που πραγματεύονται τις συνέπειες της συγκέντρωσης της εξουσίας σε ένα πρόσωπο ή οργανισμό, έννοια του κυβερνητικού φόβου καθώς και την ευρύτερη έννοια του ελέγχου σε ένα ελεύθερο κράτος δικαίου και πότε πρέπει να θέτεται σε εφαρμογή. Άλλα παραδείγματα αποτελούν οι ταινίες Οι Φύλακες του Γαλαξία, όπου πίσω από τα διαστημόπλοια και τις αερομαχίες και τις απειλές συμπαντικού επιπέδου, κρύβονται τρυφερές ιστορίες για την δυσκολία του να μεγαλώνεις χωρίς μητρική φιγούρα, την έννοια και την αξία της πατρότητας και για την έννοια της οικογένειας που επιλέγει ο καθένας και που δεν δεσμεύεται από δεσμούς αίματος.
Όμως, μάλλον εκεί έγκειται το «πρόβλημα» και από εκεί πηγάζει η όλη κριτική που εναντιώνεται με τις ταινίες αυτές. Τέτοιες θεματικές και τέτοια μηνύματα, μπορεί να ανοίγουν νέους ορίζοντες και τον δρόμο για έναν πιο ώριμο και παραγωγικό τρόπο σκέψης, όμως δεν αποτελούν τον πυρήνα της ταινίας, τον συνεκτικό κρίκο από τον οποίο όλα εξαρτώνται και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, παρά βρίσκονται στο παρασκήνιο και αιωρούντα,ι περιμένοντας κάποιος από τους πρωταγωνιστές και τους σεναριογράφους να τις προσέξουν και τις εντάξουν μέσα στην πλοκή. Είναι σχεδόν λυπηρό τόσο ωραίες και πρωτοποριακές, για το συγκεκριμένο είδος ταινιών, ιδέες να χάνονται μπροστά στο μεγαλείο των ανθρώπων με λέιζερ, στολές και δυνάμεις, οι οποίοι σχεδόν ξεχειλίζουν από την οθόνη και σε τραβάνε σε έναν κόσμο όπου η λογική και η συνοχή διακρίνονται πολύ δύσκολα. Ίσως, όμως, αυτό να είναι και το κλειδί.
Ίσως αυτές οι ταινίες να μην χρειάζεται να γίνουν ο επόμενος Ταξιτζής ή ο επόμενος Ιρλανδός και για αυτό να γνωρίζουν τέτοια εισπρακτική επιτυχία και τέτοια αποθέωση από το φανατικό και μη κοινό. Ωστόσο, δεν θα μπορούσαμε σε καμία των περιπτώσεων να αποκλείσουμε το υπερηρωϊκό είδος από τον κινηματογράφο. Εκτός από το επιχείρημα τις ποικιλίας που προσφέρουν, για πολλούς αποτελούν και μία διέξοδο από την μουντή και άχρωμη καθημερινότητα, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον θεατή να ταξιδέψει και να δώσει μία νέα πνοή στην φαντασία του ενώ ταυτόχρονα να αποβάλλει από πάνω κάθε μορφή αρνητισμού, αφήνοντας τον εαυτό του να χαθεί μέσα στο πέλαγος του φανταστικού και των θετικών συναισθημάτων. Συνεισφέρουν, λοιπόν, στην διατήρηση μίας από τις πιο ζωτικές και χαμένες στο χρόνο αξίες που παρέχει το σινεμά και σε γενικότερο επίπεδο η ίδια η τέχνη, την αξία της αγνής και αμετάκλητης διασκέδασης, εξυπηρετώντας έτσι τον πρωταρχικό σκοπό τους. Αν θέλουν όμως να αυξήσουν την διάρκεια ζωής τους μέσα στις αίθουσες, τότε θα πρέπει να πάρουν ρίσκα, δοκιμάζοντας και άλλες οπτικές, έξω από το καθιερωμένο ”status quo”.
Συνοψίζοντας λοιπόν νομίζω ότι η φράση που έδωσε ο Κέβιν Φάιγκι ως απάντηση για τα σχόλια του Μάρτιν Σκορσέζε, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και εδώ για να απαντήσει το ερώτημα του «τι θεωρείται σινεμά;». Ο όρος σινεμά είναι πολύ γενικός και εξαρτάται από τον τρόπο σκέψης, τις εμπειρίες και γούστα του κάθε ανθρώπου τα οποία ποικίλουν. Σύμφωνα με αυτά καθορίζεται το τι πρέπει να υπάρχει αλλά και τι όχι σε ένα φιλμ, το τι συμβαδίζει με τη λογική και τι όχι, αλλά και το τι θα πουλήσει σε σχέση με κάτι που δεν θα φέρει εισπράξεις. Άλλωστε, η μαγεία του σινεμά είναι τέτοια, ώστε να δίνει στον καθένα την δυνατότητα να τον χρωματίζει με την δική του παλέτα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- «Η Marvel απάντησε στα σχόλια του Μάρτιν Σκορσέζε πως οι ταινίες της δεν είναι σινεμά», Lifo.gr, διαθέσιμο εδώ.
- «Ο Τζέιμς Γκαν εναντίον Μάρτιν Σκορσέζε: ‘’Τα έβαλε με την Marvel για να διαφημίσει την ταινία του’’», Flix.gr, διαθέσιμο εδώ.
- «Οι αδερφοί Ρούσσο απαντούν στα σχόλια του Μάρτιν Σκορσέζε πως οι ταινίες Marvel ‘’δεν είναι σινεμά’’», Fortune Greece, διαθέσιμο εδώ.