Του Άγγελου Μαρίνου,
Το διεθνές εμπόριο είναι μεγάλο προνόμιο. Παρότι φέρει τις αρνητικές του πτυχές και τις δικές του δυσκολίες, αδιαμφισβήτητα ωφελεί μία σημαντικότατη οικονομική ομάδα, τους καταναλωτές. Το διεθνές εμπόριο είναι μέρος της σύγχρονης πραγματικότητας, μαζί με το φαινόμενο της οικονομικής αλληλεξάρτησης.
Όταν ένα άτομο αγοράζει σημαντική μερίδα του ετήσιου προϊόντος ενός άλλου, οποιαδήποτε μείωση στις δαπάνες του πρώτου σημαίνει μείωση στο εισόδημα του δεύτερου. Το ίδιο ισχύει σε επίπεδο χωρών και αυτή είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι εξαγωγικές οικονομίες με την Κίνα, ιδίως δε η Γερμανία.
Μετά από τρεις δεκαετίες ισχυρής ανάπτυξης, η Κινέζικη οικονομία δείχνει τα πρώτα σημάδια κόπωσης. Ο ρυθμός αύξησης των μισθών έχει μειωθεί, καθώς ταυτόχρονα παρατηρείται το φαινόμενο βιοτεχνίες και βιομηχανίες να μειώνουν το εργατικό τους δυναμικό, ένα φαινόμενο που μπορεί να είναι σύνηθες για τις δυτικές οικονομίες, αλλά σίγουρα όχι για τη Κίνα. Σε συνδυασμό, λοιπόν, με τον εμπορικό πόλεμο που πραγματοποιείται είναι δύσκολο να μην εγείρονται αμφιβολίες για τη συνέχεια.
Αυτό που έχει ήδη συμβεί πάντως, είναι η μείωση των εισαγωγών από πλευράς Κίνας, κάτι που επηρεάζει αρνητικά το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας. Μεγάλη «ζημιά» εμφανίζει η οικονομία της Γερμανίας, της οποίας η εθνική κεντρική τράπεζα, η Bundesbank, μείωσε τις προσδοκίες για ανάπτυξη σε 0,6%, από 1,6% που είχε προβλέψει τον Δεκέμβριο. Η βιομηχανική παραγωγή, συναρτήσει της ζήτησης, έχει μειωθεί κατά 1,9% τον τελευταίο μήνα.
Η εικόνα της πιο ισχυρής οικονομίας της Ευρωζώνης σε αυτή τη κατάσταση μειώνει ακόμα περισσότερο την αυτοπεποίθηση στα Ευρωπαϊκά prospects για ανάπτυξη. Δεν είναι, όμως, μόνον η Γερμανία και η Κίνα που δημιουργούν αμφιβολία. Ακόμα και οι ΗΠΑ εμφάνισαν ανησυχητικά σημάδια, με τη δημιουργία θέσεων εργασίας για τον Μάιο να φτάνει τις 75.000 θέσεις εργασίας, έναντι των 185.000 που είχαν προβλεφθεί. Στο άκουσμα αυτής της είδησης, το δολάριο υποχώρησε πάνω από 0,4% έναντι του Ευρώ, της Βρετανικής Λίρας και του Γιεν. Αυτό που τώρα αναμένεται είναι η μείωση των επιτοκίων από την ομοσπονδιακή τράπεζα.
Επί του συνόλου λοιπόν, οι εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ- Κίνας σε συνδυασμό με τα προβλήματα που προκύπτουν από εσωτερικές παραμέτρους της Κίνας, έχουν οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε συνολική επιβράδυνση και με την Ευρωζώνη να πιέζεται σε μία περίοδο όπου η ανάπτυξη της ήταν ήδη αναιμική. Τι σημαίνει, όμως, αυτό για την Ελλάδα; Ποιο θα είναι το αντίκτυπο στην δική μας οικονομία;
Κατά πάσα πιθανότητα, θετικό. Καταρχάς, οι μεγάλες οικονομίες έχουν πολύ χαμηλές αποδόσεις στα ομόλογα τους, σε αντίθεση με εμάς. Επομένως, σε αυτή τη περίοδο όπου η οικονομία μας αναπτύσσεται, ενώ η παγκόσμια οικονομία σημειώνει επιβράδυνση, είναι πολύ πιθανό να σημειωθεί αυξημένη ζήτηση για τα Ελληνικά ομόλογα μειώνοντας το επιτόκιο τους και αυξάνοντας την τιμή μεταπώλησης τους. Επίσης, καθότι δεν είμαστε εξαγωγική οικονομία, η μεταβολή ζήτησης της Κίνας δεν μας αποδυναμώνει άμεσα. Όπως αντιλαμβάνεστε, είναι καλό να έχεις ισχυρή ανάπτυξη στην οικονομία σου. Είναι, όμως, ακόμα καλύτερο υποκειμενικά να έχεις ισχυρή ανάπτυξη ενώ η παγκόσμια οικονομία στο σύνολο της επιβραδύνεται.
Σε περίπτωση που όντως αυξηθεί η επένδυση στην Ελλάδα, θα εμφανίσουμε μείωση της ανεργίας και υψηλότατους ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς η οικονομίας μας, που έχει περάσει μια βίαιη συρρίκνωση πρόσφατα, θα ξεκινήσει την αναμενόμενη επάνοδο της. Όλα αυτά εφόσον καταφέρουμε να μην ανατρέψουμε την κατάσταση μας, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί προνομιακή.
Γεννηθείς το 1996 στη Κομοτηνή, είναι φοιτητής του Οικονομικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, με κατεύθυνση στην οικονομική ανάλυση. Διαθέτοντας ακόρεστο ενδιαφέρον για τα πολιτικά, αρθρογραφεί στην κατηγορία των Οικονομικών του OffLine Post.