Του Θανάση Κουκόπουλου,
Μία από τις πιο σπουδαίες προσωπικότητες της παρεξηγημένης αυτής εποχής είναι ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος Θ΄. Ο Λουδοβίκος γεννήθηκε το 1214. Πατέρας του ήταν ο Λουδοβίκος Η΄ και μητέρα του η Blanche (Λευκή) της Καστίλλης, η οποία θα παίξει σημαντικό και ενεργό ρόλο ως αντιβασίλισσα μέχρι και το θάνατό της, το 1252. Ο γιος της ανήλθε στον βασιλικό θώκο μόλις το 1226. Έτσι, η παρουσία και η δράση της κατέστη αναγκαία. Το 1234, ο Λουδοβίκος παντρεύτηκε τη Μαργαρίτα της Προβηγκίας. Στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών, που απέκτησε μαζί της, ήταν αυστηρός.
Ήταν, επίσης, βαθιά θρησκευόμενος άνθρωπος και αφοσιωμένος στο καθήκον του. Ζούσε χωρίς πολυτέλειες, είχε ισχνό κορμί, ήταν ταπεινόφρων, ωστόσο, κατέφευγε και σε παραθρησκευτικές πρακτικές (όπως η αυτομαστίγωση), τις οποίες βέβαια δεν εγκρίνει σήμερα η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ήταν προσηνής και ευγενής στον χαρακτήρα. Αγαπούσε τους φτωχούς και έκανε πολλές ελεημοσύνες. Είχε ακόμα πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα της δικαιοσύνης. Επί των ημερών της βασιλείας του καθιερώθηκαν τακτικές συνεδριάσεις των δικαστηρίων, δημιουργήθηκαν μόνιμα σώματα δικαστών, ξεκίνησαν να τηρούνται κανονικά αρχεία, ενώ διευρύνθηκε σημαντικά και η δυνατότητα υποβολής εφέσεων στο βασιλικό δικαστήριο. Παράλληλα, ενίσχυσε την κεντρική εξουσία. Μελανές σελίδες στη βασιλεία του αποτέλεσαν οι σκληρές διώξεις που εξαπέλυσε κατά των αιρετικών και των Εβραίων, που φυσικά πρέπει να κατανοηθούν στο πλαίσιο της εποχής. Πάντως, σε γενικές γραμμές δεν αντιμετώπισε ιδιαίτερα προβλήματα στο εσωτερικό του, τουλάχιστον μέχρι να εμπλακεί στα πράγματα της Ανατολής.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, σημειώνεται και έκρηξη των τεχνών και των γραμμάτων. Τότε είναι που τόσο το φιλοσοφικό κίνημα του σχολαστικισμού, όσο και η γοτθική τέχνη διανύουν τη λεγόμενη «κλασική» ή «κορυφαία» τους φάση. Τότε είναι που ακμάζουν ώριμοι σχολαστικοί φιλόσοφοι, όπως οι Αλέξανδρος Χαλέσιος, Αλβέρτος ο Μέγας, Γουλιέλμος της Ωβέρνης κ.α., αλλά και ώριμοι γοτθικοί αρχιτέκτονες, όπως οι Jean le Loup, Robert de Luzarches, Hugues Libergier, Pierre de Montereau κ.α.. Στον Λουδοβίκο η ανθρωπότητα οφείλει και ένα μοναδικό μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, τη Sainte-Chapelle, το Ιερό Παρεκκλήσιο με τις 1113 υαλογραφικές παραστάσεις (βιτρώ) από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Οικοδομήθηκε για να στεγάσει τα όργανα του Θείου Πάθους (μεταξύ αυτών φυσικά και τον ακάνθινο στέφανο), τα οποία πούλησε στο Παρίσι ο Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης Βαλδουίνος Β΄, προκειμένου να καταφέρει να συγκεντρώσει χρήματα.
Όσον αφορά την εξωτερική του πολιτική, επέδειξε διαλλακτικότητα και μετριοπάθεια στις σχέσεις του με τους ξένους ηγεμόνες. Παραχώρησε στον Άγγλο βασιλιά Ερρίκο Γ΄ (1216-1272) κάποιες περιοχές, με αντάλλαγμα την παραίτηση από κάθε διεκδίκηση στη Νορμανδία, το Poitou, την Ανδηγαυία, το Main και την Touraine, αλλά και την αναγνώριση της επικυριαρχίας του Γάλλου βασιλιά στο Μπορντώ, τη Bayonne και τη Γασκόνη. Παρομοίως, ο βασιλιάς Ιάκωβος Α΄ της Αραγονίας παραιτήθηκε από τις διεκδικήσεις του στο Languedoc και την Προβηγκία, με αντάλλαγμα την παραίτηση του Λουδοβίκου από τις διεκδικήσεις του στη Βαρκελώνη και το Roussillon. Ο «βασιλιάς-ήλιος» του Μεσαίωνα, παρά την ευσέβειά του, δεν τηρούσε δουλοπρεπή στάση απέναντι στον Πάπα. Έτσι, όταν ο τελευταίος του ζήτησε να συμμετάσχει σε σταυροφορία εναντίον του Γερμανού αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β΄, δεν ήταν καθόλου πρόθυμος να κάνει κάτι τέτοιο.
Η σημαντικότερη, όμως, στιγμή στη ζωή του Λουδοβίκου ήταν αναμφίβολα η απόφασή του να ξεκινήσει σταυροφορική εκστρατεία στην Ανατολή. Η πρωτοβουλία αυτή ήταν ουσιαστικά ένα τάμα, όταν τον Δεκέμβριο του 1244 αρρώστησε βαριά από ελονοσία. Στην εκστρατεία αυτή τον ακολούθησε πλήθος συγγενών και διαφόρων άλλων ευγενών. Αξίζει να σημειωθεί πως για την κάλυψη των εξόδων φορολογήθηκε μέχρι και η Εκκλησία. Η Γένουα και η Μασσαλία ανέλαβαν τη δια θαλάσσης μεταφορά των σταυροφόρων, ενώ η Βενετία τήρησε εχθρική στάση λόγω των εμπορικών της συμφερόντων. Τον Αύγουστο του 1248 ο βασιλιάς αναχώρησε τελικά από το Παρίσι.
Πρώτος σταθμός των «προσκυνητών» ήταν το λατινικό βασίλειο της Κύπρου. Διαχείμασαν στη Λεμεσό, ενώ αναλώθηκαν σε αποτυχημένες διαπραγματεύσεις με τους Μογγόλους, στην προσπάθειά τους να τους εκχριστιανίσουν και να τους καταστήσουν συμμάχους τους. Αν και διακαής πόθος του Λουδοβίκου ήταν η Ιερουσαλήμ, συμφωνήθηκε πως πρώτα έπρεπε να χτυπηθεί το ισχυρό αιγυπτιακό σουλτανάτο.
Τον Μάιο του 1249, οι σταυροφορικές δυνάμεις αναχώρησαν για τα νότια. Η πρώτη και σημαντική πόλη που συνάντησαν, η Δαμιέτα, αποτέλεσε εύκολη λεία. Σχετικά με τον επόμενο αντικειμενικό στόχο, μερίδα ευγενών υποστήριξε ότι αυτός θα έπρεπε να ήταν η Αλεξάνδρεια, ενώ ο βασιλιάς και ο αδερφός του, Ροβέρτος του Αρτουά, το Κάιρο. Επιλέχθηκε τελικά το δεύτερο. Πρώτα, όμως, έπρεπε να καταληφθεί μία άλλη σημαντική πόλη, η Μανσούρα. Αποφασίστηκε οι δυνάμεις να περάσουν μέσα από έναν πόρο. Η διέλευση δεν έγινε με ταχείς ρυθμούς. Μάλιστα, η εμπροσθοφυλακή, με αρχηγό τον Ροβέρτο, ανέλαβε επιθετικές πρωτοβουλίες χωρίς να περιμένει το υπόλοιπο στράτευμα. Μετά από μία αρχική επιτυχία εναντίον του στρατοπέδου των Αιγυπτίων, ο Ροβέρτος με τις δυνάμεις του όρμησε μέσα στην πόλη. Οι ανασυνταγμένοι μουσουλμάνοι τούς περίμεναν κρυμμένοι στα στενά σοκάκια του αστικού ιστού, με αποτέλεσμα οι σταυροφόροι να υποστούν πανωλεθρία. Το υπόλοιπο στράτευμα, αν και άντεξε τη μουσουλμανική αντεπίθεση, αποφάσισε να υποχωρήσει. Κατά τη διάρκεια της υποχώρησης αυτής δέχθηκε επιθέσεις των μουσουλμάνων και με ένα τέχνασμα πιάστηκε αιχμάλωτο. Κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας πρέπει να υπογραμμιστεί πως ο χαρακτήρας του Λουδοβίκου προξένησε εντύπωση στους μουσουλμάνους και κέρδισε τον σεβασμό τους. Έπειτα από κάποιες εβδομάδες συμφωνήθηκαν λύτρα και ο Λουδοβίκος με ένα μέρος των αιχμαλώτων ελευθερώθηκε.
Μετά την απελευθέρωση και την αποχώρηση μεγάλου μέρους των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ο Λουδοβίκος αποφάσισε να μείνει στην Ανατολή με λίγους πιστούς συντρόφους. Εγκαταστάθηκε στην Άκρα, όπου και ωφέλησε το παρηκμασμένο βασίλειο με τη σύνεση και τη μετριοπάθειά του. Έριδες των ευγενών εντός του βασιλείου της Γαλλίας, ωστόσο, τον ανάγκασαν να επιστρέψει το 1254.
Ένας άλλος αδελφός του Λουδοβίκου, ο Κάρολος ο Ανδεγαυός, ο οποίος είχε αναλάβει τα ηνία της Σικελίας, τον ενέπλεξε σε μία νέα περιπέτεια, η οποία έμελλε να αποβεί μοιραία. Αντίπαλοι του Καρόλου είχαν καταφύγει στον εμίρη της Τύνιδας, Μουστανσίρ, ο οποίος -σημειωτέον- διέκειτο φιλικά απέναντι στους χριστιανούς. Ο Κάρολος «στοίχειωσε» το μυαλό του Λουδοβίκου με την ιδέα ότι ο Μουστανσίρ θα ασπαζόταν τον χριστιανισμό. Έτσι, μία σταυροφορία υποτίθεται ότι θα τον έπειθε οριστικά. Την 1η Ιουλίου 1270 ένα μεγάλο εκστρατευτικό σώμα αναχώρησε. Στις 18 του ίδιου μήνα, οι χριστιανικές δυνάμεις πάτησαν το πόδι τους στις αφρικανικές ακτές. Φυσικά, ο εμίρης της Τύνιδας απέρριψε κάθε πιθανότητα να μεταστραφεί στον χριστιανισμό. Και το κακό δεν άργησε να συμβεί. Στο γαλλικό στρατόπεδο εμφανίστηκε λοιμός, θύμα του οποίου υπήρξε και ο Λουδοβίκος. Έτσι, στις 25 Αυγούστου ο μεγάλος βασιλιάς άφησε την τελευταία του πνοή. Λέγεται ότι τα τελευταία λόγια του ήταν: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ!».
Μετά το θάνατο του Λουδοβίκου, άνθρωποι του οικείου περιβάλλοντός του, όπως ο Jean de Joinville και ο Γουλιέλμος του Saint-Pathus, εξομολόγος ιερέας της βασίλισσας Μαργαρίτας, κατέγραψαν τις πράξεις του και σκιαγράφησαν τον ενάρετο χαρακτήρα του. Ειδικά το έργο του τελευταίου είχε ως στόχο να παρέχει άμεσες αποδείξεις για την αγιοποίηση του Λουδοβίκου, η οποία και πραγματοποιήθηκε το 1297.
Προκειμένου να πείσω και τους πιο δύσπιστους αναγνώστες, ας μου επιτραπεί να κάνω μία γενική αποτίμηση της βασιλείας του Λουδοβίκου Θ΄ και να εκφράσω κάποιες σκέψεις που αφορούν ταυτόχρονα και την πρόσληψη του Μεσαίωνα γενικότερα. Μεγάλη μερίδα των σύγχρονων κοινωνιών έχει διαμορφώσει δικές της προσωπικές αντιλήψεις περί θρησκείας και, ακριβώς εξαιτίας των ιδεοληψιών που απορρέουν από αυτές, αδυνατεί να κατανοήσει τον Μεσαίωνα. Βεβαίως, υπήρχαν δεισιδαιμονίες και φανατισμός. Και δεν υπάρχει αμφιβολία πως στο όνομα της χριστιανικής πίστης διαπράχθηκαν ειδεχθή εγκλήματα, τα οποία όμως δεν έχουν καμία σχέση με αυτήν. Όμως, ας αναλογιστούμε πως, όταν οι ιεροί τόποι του Χριστιανισμού βρίσκονταν υπό την κατοχή αλλοθρήσκων, ασφαλώς διακινδυνευόταν ανά πάσα στιγμή τόσο η ακεραιότητα και η εύρυθμη λειτουργία των προσκυνημάτων όσο και οι ελευθερίες των ίδιων των χριστιανών. Έτσι, ο σταυροφορικός ζήλος μπορεί εν μέρει να δικαιολογηθεί. Δεν θα πρέπει να αποδοθούν οικονομικά κίνητρα στις σταυροφορίες, καθώς αυτές άφηναν δυσαναπλήρωτα κενά στα ταμεία των σταυροφόρων, εξαιτίας των υπέρογκων εξόδων. Υπήρχε ένας διάχυτος ιδεαλισμός μεταξύ αυτών των ιδιότυπων «προσκυνητών». Και ο Λουδοβίκος ήταν ο πιο «ρομαντικός» από αυτούς.
Τέλος, δεν θα πρέπει να αξιολογούμε μία προσωπικότητα ή μία εποχή υπερτονίζοντας τα αρνητικά της στοιχεία. Ας μην ξεχνάμε πως και η αρχαία Αθήνα των σπουδαίων πολιτισμικών επιτευγμάτων μεταχειριζόταν με απάνθρωπο τρόπο τους δούλους της στα μεταλλεία της Λαυρεωτικής. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να απορρίψουμε τα επιτεύγματά της. Εξάλλου, η σύγχρονη εποχή των δύο παγκοσμίων πολέμων, των ατομικών βομβών κ.α. δεν δικαιούται να δείχνει με το δάχτυλο τον Λουδοβίκο και τον Μεσαίωνα. Άλλωστε, η χριστιανική πίστη είναι που τον ενέπνευσε να κάνει τόσες αγαθοεργίες, να τελειοποιήσει το σύστημα δικαιοσύνης, να έχει έναν ήρεμο χαρακτήρα και να χρηματοδοτήσει λαμπρά έργα τέχνης και πολιτισμού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Cho Powell, J. D. (2006), Louis IX, the Most Christian King: How Changes in Religious Perspective Affected his Practices and Capetian French Administration, Portland State University (μεταπτυχιακή εργασία). Διαθέσιμο εδώ.
- Nicholas, D. (2019), Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου: Κοινωνία, Διακυβέρνηση και Σκέψη στην Ευρώπη, 312-1500, μτφρ. Μ. Τζιαντζή, Αθήνα.
- Panofsky, E. (2018), Γοτθική Αρχιτεκτονική και Σχολαστικισμός, μτφρ. Σ. Κονταράτος, Αθήνα.
- Runciman, St. (2006), Η Ιστορία των Σταυροφοριών, τ. 3, μτφρ. Α. Βλαβιανού, Αθήνα.