9.4 C
Athens
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΗ πραγματικότητα μάς περιμένει

Η πραγματικότητα μάς περιμένει


Του Γιώργου Κοσματόπουλου, 

Κάθε κοινωνία έχει ένα πλέγμα αντιλήψεων, το οποίο την χαρακτηρίζει. Αυτές οι αντιλήψεις έχουν διαμορφωθεί στην πάροδο των ετών βάσει των εμπειριών, των καταβολών της και της περιρρέουσας ατμόσφαιρας που χαρακτηρίζει κάθε εποχή, σε παγκόσμια κλίμακα. Έτσι, προκύπτουν τα πρότυπα συμπεριφοράς, οι ηθικές αρχές, οι πνευματικές κι αισθητικές αξίες. Κομβικής δε σημασίας, για να κατανοήσει κάποιος μία κοινωνία, είναι να παρατηρήσει και να ερμηνεύσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται την έννοια της Εκπαίδευσης κι εν γένει της Παιδείας.

Η ελληνική κοινωνία δεν αποτελεί φυσικά εξαίρεση. Η Παιδεία στην Ελλάδα, πέραν από μέσο απόκτησης βασικών γνώσεων και διαμόρφωσης εθνικής συνειδήσεως, αποτέλεσε το κατεξοχήν όχημα ανοδικής κοινωνική κινητικότητας. Σε μία χώρα όπου παραδοσιακά οι μηχανισμοί ανέλιξης χαρακτηρίζονταν από ακαμψία κι ο νεποτισμός αποτελούσε τον κανόνα, η Παιδεία προσέφερε σταδιακά τα εφόδια στους γόνους των μικρομεσαίων στρωμάτων, προκειμένου να αναζητήσουν ένα υψηλότερο βιοτικό επίπεδο από αυτό των γονέων τους. Όπου ως βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης οριζόταν  η οικονομική ευμάρεια και η συνακόλουθη κοινωνική αναγνώριση.

Πηγή εικόνας: YANNIS BEHRAKIS / REUTERS

Με τα χρόνια, η πρόσβαση σε όλες της βαθμίδες της Εκπαίδευσης έπαψε να αποτελεί προνόμιο της άρχουσας τάξης. Όλο και περισσότερα παιδιά φτωχών ή -εν πάση περιπτώσει- μη πλούσιων οικογενειών, όχι μόνο περάτωναν την υποχρεωτική εκπαίδευσή τους στα σχολεία, αλλά εισέρχονταν κι αποφοιτούσαν από Πανεπιστήμια. Μπορούσαν, έτσι, να διεκδικήσουν καλύτερες απολαβές και να αποκτήσουν προοπτικές. Την ίδια στιγμή, ακριβώς λόγω της δυσκολίας εισδοχής κι επιτυχούς ολοκλήρωσης των σπουδών στις Ανώτατες σχολές, αποτελούσαν αντικείμενα θαυμασμού από τις τοπικές τους κοινωνίες και γενικότερα  τις μάζες. Θα μπορούσε δε βάσιμα  να υποστηρίξει κάποιος ότι αυτά τα πρότυπα ήταν υγιή και η ελληνική κοινωνία βάδιζε σε μία αναπτυξιακή τροχιά, δεδομένου ότι με τον συνδυασμό πνευματικών και υλικών αγαθών διεκδικούσε ένα καλύτερο μέλλον. Κι όντως, αυτή η πορεία που ξεκίνησε μεταπολεμικά, παρά τα εμπόδια και τα πισωγυρίσματα, κορυφώθηκε κατά τη δεκαετία του ’80, όπου τα έως τότε «μη προνομιούχα» στρώματα αναδείχθηκαν για πρώτη φορά στην εξουσία. Τότε που δημιουργήθηκε μια ισχυρή μεσαία τάξη -ραχοκοκαλιά της Δημοκρατίας και της οικονομίας- και ξεκίνησε μία περίοδος ευμάρειας, η οποία κράτησε τρεις δεκαετίας, μέχρι την χρεοκοπία του 2010.

Πηγή εικόνας: tovima.gr

Στο πλαίσιο υπερβολής που επικράτησε στην Ελλάδα -εν πολλοίς αναπόφευκτο λόγω του γεγονότος ότι η ταλάντωση του εκκρεμούς της Ιστορίας υπήρξε βίαιη- επηρεάστηκε σαφώς και η Παιδεία. Η σχέση, όμως, των Νεοελλήνων με την έννοια του μέτρου υπήρξε ανέκαθεν προβληματική καίτοι οι ευκλεείς ημών πρόγονοι την όρισαν. Όπως συνέβη σε όλους τους τομείς, η Δημοκρατία εξετράπη σε ασυδοσία. Η ισότητα σε ισοπέδωση και η διεκδίκηση των δικαιωμάτων σε δικαιωματισμό.

Με την πάροδο των ετών, η εισαγωγή στα Ανώτατα κι Ανώτερα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα γινόταν όλο και πιο ευχερής. Μπορεί το ξεπερασμένο πνεύμα της παπαγαλίας να δέσποζε στον πυρήνα των εισαγωγικών εξετάσεων και η αγορά της παραπαιδείας να γνώριζε μεγάλες δόξες, αλλά -συγκριτικά με προηγούμενες εποχές- ήταν πολύ πιο εύκολο για κάποιον να μπει σε μια σχολή και να την τελειώσει. Άλλωστε, δεν υπήρχε και κανένας χρονικός περιορισμός για την επιτυχή ολοκλήρωση των προγραμμάτων, με το φαινόμενο των «αιώνιων» φοιτητών -καμία σχέση με αυτούς που όντως λόγω σοβαρών προβλημάτων δικαιούνται παράταση- να ενσκήπτει τότε και να ταλανίζει για χρόνια ΑΕΙ και ΤΕΙ.

Οι σπουδές εξακολουθούσαν να αποτελούν, εν πολλοίς, εχέγγυο επαγγελματικής αποκατάστασης, δεδομένου ότι ειδικά ο δημόσιος τομέας ήταν ένας εξαιρετικά δελεαστικός εργοδότης με μεγάλες δυνατότητες απορρόφησης πτυχιούχων. Η λογική, άλλωστε, του «κάθε νομός και ΑΕΙ, κάθε πόλη και ΤΕΙ» είχε προικίσει την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση με πλήθος σχολών ανά την επικράτεια κι, έτσι, ο υποψήφιος φοιτητής είχε βάσιμες ελπίδες να σπουδάσει κάπου κοντά ή ακόμα και μέσα στο σπίτι του. Πάντοτε, επίσης, είχε και πολλές εναλλακτικές επιλογές διαφορετικών σχολών κι επιστημονικών αντικειμένων, άσχετο αν κάποιες εξ αυτών υπήρχαν στο Μηχανογραφικό του μόνο για το τυπικό της υποθέσεως.  Πλην των άλλων, με αυτές τις πρακτικές οι δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου απαξιώθηκαν πλήρως, δεδομένου ότι όλοι όσοι φιλοδοξούσαν να αποκτήσουν την ιδιότητα του ακαδημαϊκού πολίτη ασχολούνταν με τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα σε φροντιστηριακό επίπεδο. Το Γενικό Λύκειο έγινε πανεύκολη, τυπική διαδικασία και αυτό είχε ως συνέπεια και την αποψίλωση της Επαγγελματικής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης μιας κι ένας αδύναμος μαθητής του Γυμνασίου αντί να πάει να μάθει μία τέχνη στον ανάλογο Λύκειο, επέλεγε να περάσει τρία χρόνια «διακοπών και χαβαλέ» με την παρέα του, πριν βγει στην αγορά ως πλήρως ανειδίκευτος….

Με την είσοδο και την αποφοίτηση από το Πανεπιστήμιο να έχει καθιερωθεί πλέον ως περίπου αυτονόητο δικαίωμα,  μπήκαμε στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα και βρεθήκαμε αντιμέτωποι με την χρεοκοπία. Θέλοντας και μη έπρεπε να αλλάξουμε εκ βάθρων βασικές παραμέτρους του τρόπου λειτουργίας του κράτους κι εκ παραλλήλου της κοινωνίας. Οι παγιωμένες αντιλήψεις, όμως, δύσκολα αλλάζουν. Ίσα ίσα, σε περιόδους μεγάλων κρίσεων, οξύνονται και δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα για τη συντήρησή τους. Το κράτος δεν μπορούσε και δεν μπορεί πλέον να προσλαμβάνει αφειδώς. Κάπως έτσι δημιουργήθηκε, για παράδειγμα,  το μέτωπο των «αδιόριστων εκπαιδευτικών», λες κι ο νεοεισελθών σε κάποια ανάλογη σχολή υπέγραφε κάποιο συμβόλαιο με το δημόσιο που υποχρέωνε το τελευταίο να τον προσλάβει. Αναπόφευκτα, οι συγκεκριμένες σχολές από το ρετιρέ των βάσεων οδηγήθηκαν στο υπόγειο, με αποτέλεσμα να είναι εν δυνάμει εκπαιδευτικοί  άνθρωποι, οι οποίοι αδυνατούσαν να απαντήσουν σωστά έστω και στα μισά θέματα των εισαγωγικών εξετάσεων.

Φυσικά, μόλις θεσπίστηκε ένα minimum επίδοσης για την είσοδο στα πανεπιστήμια ζήσαμε στιγμές απείρου κάλους: φοιτητής να στέλνει ανοιχτή επιστολή στην Υπουργό για να διαμαρτυρηθεί για την «αδικία» που υπέστη λες και οι συνυποψήφιοί του, οι οποίοι εισήχθησαν στη σχολή της πρώτης τους επιλογής, έδιναν με διαφορετικό σύστημα εξετάσεις ή λες και τόσα άλλα παιδιά που αρίστευσαν δεν βίωσαν καραντίνα, τηλεκπαίδευση κ.λπ. Ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να επιδίδεται στην πλέον ξεδιάντροπη ρουσφετολογία, υποσχόμενος αναδρομική «δικαίωση» όσων απέτυχαν φέτος! Πριν λίγο καιρό, είδαμε «εργατοπατέρες» και «βλαχοδημάρχους» να απαιτούν να μην προχωρήσει η κατάργηση άχρηστων τμημάτων στις περιοχές τους με το επιχείρημα ότι θα πληγεί η τοπική οικονομία. Ο σχεδιασμός, δηλαδή, του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας να γίνεται με βάση τα διαμερίσματα που νοικιάζει κάθε πόλη σε φοιτητές και τους καφέδες και τα σουβλάκια που πουλάει!

Πηγή εικόνας: neolaia.gr

Αποτελεί επείγουσα ανάγκη ο συνολικός και ριζικός επανασχεδιασμός της εκπαιδευτικής πολιτικής της χώρας. Με βάση το πρότυπο του πολίτη που αρμόζει στην Ελλάδα του 2021. Με σεβασμό στις ρίζες μας και με το βλέμμα στο μέλλον. Με καλλιέργεια των ελληνικών και πανανθρώπινων αξιών και σύνδεση με το απαιτούμενο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Για να συμβεί αυτό απαιτείται όραμα, ικανότητα και πολιτική βούληση. Πάνω απ’ όλα, οι δυνάμεις που πιστεύουν στην αναβάθμιση της ελληνικής Παιδείας οφείλουν να μιλήσουν με ειλικρίνεια στην ελληνική κοινωνία και στη νέα γενιά ειδικότερα. Να ξεκαθαρίσουν ότι είναι διαφορετικό το να είμαστε όλοι ίσοι με το να είμαστε όλοι ίδιοι. Ότι δεν έχουμε όλοι τα ίδια ταλέντα και τις ίδιες ικανότητες για καθετί. Ότι δεν είναι κακό κάποιος που δεν έχει την ικανότητα να γίνει επιστήμονας, να γίνει τεχνίτης. Ότι κάποιος ο οποίος είναι άριστος μαθητής δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει και το φάσμα της αποτυχίας. Ότι αν κάποιος μετανιώσει για την επιλογή της σχολής που έκανε, θα πρέπει να αναζητήσει κάτι που να τον εκφράζει περισσότερο κι όχι να σέρνεται σε ένα διαρκές αδιέξοδο. Αναπτυγμένη, ισχυρή, ευημερούσα χώρα δεν νοείται χωρίς Παιδεία, η οποία υπακούει στους κανόνες της λογικής και λειτουργεί με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Είτε θα το καταλάβουμε είτε θα βρισκόμαστε μονίμως κάτω από τη βάση ως κοινωνία…


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Κοσματόπουλος
Γιώργος Κοσματόπουλος
Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 του χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.