14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΣυνεντεύξειςΚωνσταντίνος Φίλης: «Η παρουσία Ερντογάν στα Κατεχόμενα έδειξε πόσο μεγάλη σημασία έχει...

Κωνσταντίνος Φίλης: «Η παρουσία Ερντογάν στα Κατεχόμενα έδειξε πόσο μεγάλη σημασία έχει η Κύπρος για τους τουρκικούς σχεδιασμούς»


Συνέντευξη στον Νικόλαο Τσελέντη,

Ο Κωνσταντίνος Φίλης, Εκτελεστικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και Αναλυτής Διεθνών Θεμάτων του ANT1, μιλάει στο OffLine Post για τις πρόσφατες εξελίξεις στην Κύπρο, επ’ αφορμή της επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο ψευδοκράτος.

Ειδικότερα, αναφέρεται στη διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού σκηνικού, μετά την αλλαγή της ηγεσίας στο ψευδοκράτος, η οποία επήλθε δια χειρός Ερντογάν, και στην αύξηση της τουρκικής προκλητικότητας με την αναγγελία του ανοίγματος της περιοχής των Βαρωσίων. Παράλληλα, εστιάζει στις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας, στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ δεν παραλείπει να τονίσει την αναγκαιότητα άσκησης σκληρής ισχύος από πλευράς Ελλάδας, προκειμένου να καταστεί έτοιμη την ώρα της διαπραγμάτευσης.

  • Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το αποτέλεσμα της εκλογής του Ερσίν Τατάρ ως Προέδρου στο ψευδοκράτος τον Οκτώβριο του 2020 και πώς αυτό έχει επηρεάσει την προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού, δεδομένης της στήριξης που λαμβάνει από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν;

Η Τουρκία έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να εξασφαλίσει την εκλογή Τατάρ και τη μη επανεκλογή Ακιντζί. Η διαφορά Ακιντζί-Τατάρ είναι ότι ο πρώτος είναι ένας αυθεντικός Τουρκοκύπριος, ο οποίος έχει κυπριακή συνείδηση και θα μπορούσε, πράγματι, να συντελέσει σε μία οριστική λύση για το Κυπριακό ζήτημα, παρά, βέβαια, το γεγονός ότι τελούσε και αυτός υπό την ασφυκτική πίεση της Τουρκίας στα χρόνια της ηγεσίας του. Ο Τατάρ, από την άλλη, είναι απόλυτα ταυτισμένος με την Τουρκία – ουσιαστικά είναι ένα ανδρείκελο της Άγκυρας. Είναι ένας ηγέτης, ο οποίος κατάφερε, με όλη αυτήν την προσπάθεια που έγινε από πλευράς της Τουρκίας, να εκλεγεί με οριακή διαφορά από τον Ακιντζί – πιθανότατα με τις ψήφους των Τούρκων εποίκων, οι οποίοι πλέον είναι πάρα πολλοί στο νησί – και οπωσδήποτε, η εκλογή του ήταν, ήδη από τον Οκτώβριο, μια αρνητική εξέλιξη για την επίτευξη μιας λύσης, τουλάχιστον στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, όπως υπάρχουν όλες οι αποφάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών σε αυτήν την κατεύθυνση.

Ο Τατάρ, πριν από την εκλογή του και κατόπιν αυτής πολύ περισσότερο, μιλάει για δύο ξεχωριστά κράτη. Τώρα, είτε το εννοεί είτε, επειδή βρίσκεται σε πλήρη συντονισμό με την Τουρκία, προσπαθεί μέσα από τα δύο κράτη και την απειλή της διχοτόμησης να δημιουργήσει συνθήκες χαλαρής συνομοσπονδίας μεταξύ των δύο κοινοτήτων (Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων) και ουσιαστικά να αναγνωριστούν οι Τουρκοκύπριοι ως κρατική οντότητα, γιατί αυτός είναι ο μεγάλος στόχος. Κι εδώ, επιτρέψτε μου να πω ότι η τεράστια αποτυχία της Τουρκίας οφείλεται στο γεγονός ότι από το 1983, όταν δημιουργήθηκε το ψευδοκράτος, δεν βρέθηκε ούτε ένα κράτος, τουλάχιστον για την ώρα, να το αναγνωρίσει, πέραν της ίδιας της Τουρκίας. Ο Τατάρ, λοιπόν, φαίνεται ότι έχει μία ατζέντα, όπως και η Τουρκία – γιατί είναι ταυτόσημες οι ατζέντες τους – η οποία λέει ότι, προκειμένου να κάνουμε το επόμενο βήμα για λύση του Κυπριακού, θα πρέπει να αναγνωριστεί status κρατικό, δηλαδή να αποκτήσουν κρατική υπόσταση οι Τουρκοκύπριοι. Όπως αντιλαμβάνεστε, αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί και δεν πρόκειται να συμβεί. Βέβαια, πρέπει να σας ομολογήσω ότι, προϊόντος του χρόνου, δεν αποκλείω το σενάριο πράγματι οι Τουρκοκύπριοι ή αυτό το τμήμα των Τουρκοκυπρίων που εκπροσωπεί ο Τατάρ, που δεν είναι η πλειονότητα των Τουρκοκυπρίων – είναι οι έποικοι αυτοί οι οποίοι τον εξέλεξαν -, να θεωρούν ότι η διχοτόμηση ίσως να είναι η καλύτερη λύση.

Γιατί οι Τουρκοκύπριοι, στη πλειονότητά τους, δεν θεωρεί ότι είναι η καλύτερη λύση και γιατί είχαμε και τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας εν όψει και της επίσκεψης Ερντογάν; Διότι, για τους Τουρκοκύπριους, η πιθανή διχοτόμηση σημαίνει, ουσιαστικά, προσάρτησή τους από την Τουρκία, άρα σημαίνει ότι κλείνει οριστικά η πόρτα της Ευρώπης για αυτούς. Και αυτό είναι ένα εφιαλτικό σενάριο για τους Τουρκοκύπριους, είτε έχουν είτε όχι κυπριακή συνείδηση, το να είναι προέκταση της Τουρκίας.

  • Βλέπουμε πως η ιδέα της δημιουργίας μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδιακής Κύπρου ολοένα και απομακρύνεται, καθώς Τουρκία και ΤΔΒΚ προτάσσουν την αναγνώριση της δεύτερης ως ανεξάρτητου και αυτόνομου κράτους. Πού μας αφήνει ακριβώς η διάσταση των απόψεων των δύο πλευρών;

Αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι είναι non-starter, δηλαδή η Κυπριακή Δημοκρατία, όπως επίσης και οι δύο εκ των τριών συμβαλλόμενων και εγγυητριών δυνάμεων, η Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο, μιλούν για τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία και – όπως σας ανέφερα πριν – οι Τουρκοκύπριοι και η Τουρκία μιλούν για διχοτόμηση, μιλούν για δύο κράτη. Δεν έχουν μιλήσει καν για χαλαρή συνομοσπονδία – έχουν μιλήσει για δύο κράτη. Ακόμη κι αν εννοούν τη χαλαρή συνομοσπονδία, επαναλαμβάνω ότι είναι non-starter η απαίτηση οι Τουρκοκύπριοι να αναγνωριστούν ως κράτος. Οπότε, αυτή την στιγμή βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο.

Βέβαια, από την άλλη, πρέπει να επισημάνουμε ότι, όπως τα πράγματα κυλούν, δεν αποκλείεται να έχουμε μία πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για να ξανακαθίσουν, παρά τις αποκλίνουσες θέσεις, τα εμπλεκόμενα μέρη στο τραπέζι, αν και πρέπει να πω ότι η Γενεύη γενικά ήταν μια αποτυχία. Όμως, δεν αποκλείω μια τέτοια προσπάθεια, είτε γιατί ο Γκουττέρες πρέπει να ανανεώσει τη θητεία του στα τέλη του χρόνου και θα θέλει να δείξει κάτι είτε γιατί υπάρχει πίεση από τον αμερικανικό παράγοντα για να καθίσουν τα μέρη στο τραπέζι.

Θα μπορούσε αυτό που συμβαίνει από πλευράς της Τουρκίας να είναι και ένα τερτίπι πριν από μια διαπραγμάτευση, αλλά νομίζω ότι η Τουρκία αυτό το κάνει πριν από μια μεγάλη διαπραγμάτευση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενδεχομένως και με την Ελλάδα, και δεν φαίνεται απαραίτητα να εντάσσει το Κυπριακό σε αυτό, χωρίς να αποκλείεται, βέβαια, κάτι τέτοιο.

Ο Δρ. Κωνσταντίνος Φίλης σε εκδήλωση του OffLine Post, με τίτλο «Μεταναστευτικό: άνθρωποι σε λίστα αναμονής», που πραγματοποιήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 2020, στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ. Δίπλα του διακρίνεται ο πρώην Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής κ. Γιάννης Μουζάλας.
  • Πώς κρίνετε την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στα κατεχόμενα στις 20 Ιουλίου -ανήμερα της μαύρης επετείου της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο- και τι μέλλει γενέσθαι με την περαιτέρω ανακήρυξη του ανοίγματος των Βαρωσίων και την ένταξή τους στις διοικητικές δομές της ΤΔΒΚ;

Καταρχάς, ξεκινάω από το τελευταίο. Η Τουρκία, στην περίπτωση των Βαρωσίων, ουσιαστικά, θέλει να επεκτείνει την εισβολή, θέλει να επεκτείνει τον Αττίλα, ας το πούμε έτσι για να γίνει πιο κατανοητό, υπό την έννοια ότι ακόμη και εάν άνοιγε το μισό της Αμμοχώστου – μικρή σημασία έχει αν είναι το 0,5% ή το 3,5% και αν θα λειτουργήσει πιλοτικά, όπως λέει ο Ερντογάν ή όχι – αυτό συνιστά πρώτον, παραβίαση δύο ψηφισμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και δεύτερον, συνιστά μια προσπάθεια από πλευράς Τουρκίας να δημιουργήσει ένα νέο τετελεσμένο. Η Αμμόχωστος είναι ειδικής σημασίας περιοχή, πρώτον για τουριστικούς – ήταν μέχρι το 1974 το πιο ελκυστικό τουριστικό θέρετρο της Κύπρου – άρα και για εμπορικούς λόγους. Ο δεύτερος λόγος, που καθιστά σημαντική την Αμμόχωστο, είναι γιατί τα τελευταία περίπου 20 χρόνια η συζήτηση μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων γινόταν στη βάση της επιστροφής της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατόχους της, που είναι οι Ελληνοκύπριοι. Εξάλλου, ήταν η περιοχή στην οποία, ακριβώς επειδή υπήρχαν αυτά τα ψηφίσματα που την είχαν βάλει σε μία limbo κατάσταση, κανένας δεν μπορούσε να κάνει το οτιδήποτε, γι’ αυτό και οι εικόνες που βλέπουμε παραπέμπουν σε μία πόλη-φάντασμα που έχει μείνει στο 1974. Άρα, αν η Τουρκία αυτή την στιγμή κάνει έστω και 0,5% άνοιγμα της Αμμοχώστου, δεν μπορώ να βρω με ποιον τρόπο θα μπορούσε κάποια στιγμή να επιστρέψει στους νόμιμους κατόχους της.

Ως προς την επίσκεψη του Ερντογάν, ο ίδιος την πραγματοποίησε για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Προφανώς, υπάρχει εσωτερική διάσταση∙ πιέζεται λόγω της κακής πορείας της οικονομίας, παίζει το εθνικιστικό χαρτί, ταΐζει εθνικισμό την κοινωνία και τους συμπατριώτες του, γιατί δεν μπορεί να τους ταΐσει με κάτι άλλο και είχε τον Μπαχτσελί στο πλευρό του, που είναι ο συγκυβερνήτης και ακραίος εθνικιστής. Όμως, αυτή είναι μία πτυχή. Υπάρχει και άλλη πτυχή, που είναι πολύ σοβαρή και που έχει να κάνει με το πώς η Τουρκία αντιλαμβάνεται την Κύπρο.

Η Κύπρος για την Τουρκία είναι πάρα μα πάρα πολύ κρίσιμης σημασίας περιοχή, διότι τους δίνει ένα μόνιμο πάτημα και μία μόνιμη βάση στην Ανατολική Μεσόγειο, είτε μιλάμε για αεροπορικές είτε για ναυτικές, είτε για την παρουσία των Τούρκων στρατιωτών, εξ ου και είναι πολύ δύσκολο η Τουρκία αυτή τη στιγμή να συζητήσει την αποχώρηση των στρατευμάτων της και την απόσυρσή της από εγγυήτρια δύναμη, κάτι το οποίο στο Κραν Μοντανά τον Ιούλιο του 2017 είχε συζητηθεί και φαίνεται ότι ήταν κοντά τα μέρη σε μία συμφωνία. Το δεύτερο είναι ότι υπήρξε μία αίσθηση, που αποδεικνύεται με την επίσκεψη Ερντογάν ότι η Τουρκία είναι εκεί και μάλιστα, για να μείνει. Δηλαδή, δεν είναι απλά και μόνο μία δύναμη∙ η Τουρκία είναι στην Κύπρο για να μείνει -αν όχι για πάντα, γιατί είναι μεγάλη κουβέντα αυτή- για πάρα μα πάρα πολλά χρόνια από σήμερα. Το τρίτο είναι ότι ναι μεν ο Ερντογάν είχε ανεβάσει πολύ υψηλά τον πήχη των προσδοκιών, μιλώντας για την ανακοίνωση βάσης drones, μιλώντας για φοβερές ανακοινώσεις, οι οποίες θα γινόντουσαν για τα ενεργειακά, εντούτοις δεν έκανε κάτι από αυτά. Είναι σαφές ότι το τηλεφώνημα του Σάλιβαν, συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του Αμερικανού Προέδρου, στον Καλίν, την Παρασκευή, έπαιξε τον ρόλο του. Γι’ αυτό δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία, εξ ου και ο Ερντογάν, που δεν πήγε στην Αμμόχωστο δήθεν για λόγους ζέστης, αλλά από την άλλη έκανε αυτό το ατόπημα, το τεράστιο ατόπημα σε σχέση με την Αμμόχωστο. Πάντως, η παρουσία Ερντογάν στα Κατεχόμενα έδειξε πόσο μεγάλη σημασία έχει η Κύπρος για τους τουρκικούς σχεδιασμούς.

  • Υπήρξε επαρκής η καταρχήν αντίδραση της διεθνούς κοινότητας στην αιφνίδια κίνηση της τουρκικής ηγεσίας και, σε δεύτερη μοίρα, θα μπορέσει, άραγε, να νουθετηθεί-τιμωρηθεί ο μονίμως προκλητικός Ερντογάν με απτά μέσα, πέραν των αλλεπάλληλων δηλώσεών της;

Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι το οποίο ο Ερντογάν το συνυπολόγισε. Το γεγονός, δηλαδή, ότι οι αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας προφανώς και θα ήταν σφοδρές – νομίζω ότι ίσως να μην περίμενε αυτού του είδους την αντίδραση από πλευράς Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό είναι, πράγματι, πιθανόν να τον κλόνισε, γιατί η αλήθεια είναι ότι μέχρι σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν ποτέ τόσο προωθημένες στην αντίληψή τους στα ζητήματα της Κύπρου και δεν αναλάμβαναν ποτέ πρωτοβουλίες, όπως συνέβη τώρα, όπου ήτανε μπροστάρης ουσιαστικά η Ουάσινγκτον στην καταδίκη των τουρκικών ενεργειών. Από την άλλη, όμως, ο Ερντογάν υπολογίζει ότι η παρέμβαση της διεθνούς κοινότητας, απέναντι σε ένα κράτος που συμπεριφέρεται όπως η Τουρκία, δηλαδή παραβιάζοντας ψηφίσματα, αποφάσεις του ΟΗΕ, εμπάργκο όπλων όπως συμβαίνει στη Λιβύη, την εδαφική ακεραιότητα τρίτων κρατών, δεν μπορεί να κάνει κάτι περισσότερο από αυτό που έχει ήδη κάνει από πλευράς ΟΗΕ. Είναι πάρα πολύ δύσκολο – στα όρια του αδύνατου θα έλεγα, αλλά ας κρατήσουμε λίγο μικρότερο καλάθι – οι Ηνωμένες Πολιτείες, ας πούμε, να επιβάλλουν στην Τουρκία κυρώσεις για το άνοιγμα της Αμμοχώστου. Είναι εξίσου – για να μην σας πω ακόμη δυσκολότερο – αυτό να το κάνουν οι Ευρωπαίοι, παρά το γεγονός ότι η Κύπρος είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οπότε, όλα αυτά τα έχει προσμετρήσει.

Απλώς, αυτό που ίσως να μην προσμετρά ή να μην του δίνει σημασία είναι ότι προσθέτει συνεχώς ο Ερντογάν προβληματισμό στους εταίρους του, ανεξάρτητα με το πόσο μεγάλη και σημαντική είναι η χώρα του∙ η Τουρκία είναι μεγάλη και σημαντική, αλλά προφανώς δεν είναι ούτε Κίνα ούτε Ρωσία, ούτε Ηνωμένες Πολιτείες. Συνιστά μια σημαντική περιφερειακή δύναμη, μέχρι εκεί – ίσως διαπεριφερειακή δύναμη για να το πω πιο σωστά. Όσο, λοιπόν, ο Ερντογάν και να πιστεύει ότι αυτά δεν επηρεάζουν, η αλήθεια είναι ότι προσθέτει προβλήματα και προβληματισμούς στους εταίρους του και αυτό, προφανώς, κλονίζει την εμπιστοσύνη που υπάρχει απέναντι στην Τουρκία. Η εμπιστοσύνη που κλονίζεται απέναντι στην Τουρκία είναι κάτι το οποίο η Τουρκία το βρίσκει μπροστά της (βλέπε S-400), όπου η Τουρκία υπόσχεται ότι θα κάνει φοβερά και τρομερά πράγματα και ότι οι S-400 δεν θα στραφούν σε βάρος τρίτων, ότι είναι για την ασφάλεια της Τουρκίας (για να μην πω του ίδιου του Ερντογάν). Ωστόσο, οι Αμερικανοί δεν εμπιστεύονται τους Τούρκους, οπότε τους λένε ότι οι S-400 θα φύγουν από κει οριστικά. Μπορεί οι S-400 να είναι ένα μόνο από τα πολλά παραδείγματα, όμως αποδεικνύει πως έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη των δυτικών απέναντι στην Τουρκία – νομίζω απολύτως εύλογα.

Στην εικόνα απεικονίζονται ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης και ο Αρχισυντάκτης Διεθνών Θεμάτων, Νικόλαος Τσελέντης, κατά τη διάρκεια της διαδικτυακής συνέντευξης.
  • Η έλλειψη ομοφωνίας της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ακανθώδες ζήτημα της Τουρκίας, σχετικά με την επιβολή βαρύτατων κυρώσεων, μπορεί να ξεπεραστεί μετά τα πρόσφατα γεγονότα στο ψευδοκράτος ή θα συνεχιστεί η διαίρεση της ΕΕ σε δύο στρατόπεδα;

Η έλλειψη ομοφωνίας δεν θα ξεπεραστεί για τον πολύ απλό λόγο ότι υπάρχει πρώτον το γερμανικό τείχος. Ο γερμανικός τοίχος, μάλλον, γιατί αν ήταν τείχος με «ει», θα μπορούσε κάποιος να σκαρφαλώσει και να περάσει από την άλλη πλευρά. Όταν μιλάμε για τοίχο, σημαίνει ότι πας και βρίσκεις επάνω, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η Γερμανία έχει υψώσει αυτόν τον τοίχο απέναντι σε όσους σκέπτονται ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα σε βάρος της Τουρκίας. Μαζί, βέβαια, με τη Γερμανία υπάρχουν και άλλες χώρες, όπως είναι η Ισπανία, μέχρι πρότινος ήταν η Ιταλία (δεν ξέρω με την έλευση Ντράγκι στην πρωθυπουργία αν αυτό έχει αλλάξει, αλλά πάντως είναι κι αυτή στις χώρες, οι οποίες σκέφτονται διπλά και τριπλά λόγω των συμφερόντων τους, αν κάτι τέτοιο πρέπει να συμβεί), είναι η Βουλγαρία -τουλάχιστον όσο ήταν ο Μπορίσοφ στα πράγματα, αλλά μην ξεχνάμε ότι στη Βουλγαρία υπάρχει κι ένα 10% τουρκική μειονότητα αναγνωρισμένη, το οποίο παίζει το ρόλο του -, είναι η Ουγγαρία όπου ο Όρμπαν προφανώς θαυμάζει τον Ερντογάν και ο Ερντογάν τον Όρμπαν (για λόγους που κατανοούμε όλοι). Δε νομίζω ότι μπορεί να επιτευχθεί η ομοφωνία, ακόμη κι αν μιλάμε για μια τέτοια εξέλιξη, ακόμη κι αν η Κύπρος καταφέρει να συγκαλέσει ένα Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών για να υπάρξει μια καταδίκη. Είδατε ότι οι αντιδράσεις και λεκτικά των Ευρωπαίων ήταν μεν αυτονόητα καταγγελτικές, αλλά μέχρι εκεί. Μάλλον θα έλεγα ότι ήταν και πιο χλιαρές σε σχέση με των Αμερικανών.

  • Ποιες θα μπορούσαν ενδεχομένως να είναι οι κυρώσεις προς Αζερμπαϊτζάν και Πακιστάν σε μία πιθανή αναγνώριση του ψευδοκράτους;

Δε νομίζω ότι μπορούν να αναγνωρίσουν πλήρως το ψευδοκράτος ούτε ο ένας ούτε ο άλλος. Το μεν Αζερμπαϊτζάν γιατί έχει ανοιχτή την υπόθεση του Ναγκόρνο Καραμπάχ-Αρτσάχ και δεν πιστεύω ότι μπορεί να προβεί σε μία τέτοια κίνηση για να σας είμαι ειλικρινής. Το δε Πακιστάν, όπως και το Αζερμπαϊτζάν, αν αποφασίσουν κάτι τέτοιο -μιλάω για πλήρη αναγνώριση, κάτι άλλο, το οποίο μπορεί να είναι μία ενδιάμεση κατάσταση, δεν το αποκλείω – σημαίνει ότι οι δύο αυτές χώρες θα στραφούν κατά μιας απόφασης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Υπάρχει απόφαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η οποία λέει ότι οποιαδήποτε αναγνώριση του ψευδοκράτους είναι άκυρη και κόντρα στις αποφάσεις του ΟΗΕ. Δε νομίζω ότι έχουν κάποιον ιδιαίτερο λόγο, γιατί κι όλα αυτά τα χρόνια πιέζονται από την Τουρκία – δεν είναι μόνο τώρα – και παρόλα αυτά δεν το έχουν κάνει, επειδή καταλαβαίνουν και οι δύο τι αυτό θα σημαίνει.

Άλλο είναι η Τουρκία, η οποία έχει τον ρόλο της εγγυήτρια δύναμης και βέβαια, έχει δυστυχώς εργαλειοποιήσει τους Τουρκοκύπριους και άλλο πράγμα είναι αυτές οι δύο χώρες μόνο και μόνο, επειδή τους το ζητάει η Τουρκία να προβούν σε μια τέτοια ενέργεια. Το θεωρώ εξαιρετικά απίθανο να συμβεί κάτι τέτοιο. Αν συμβεί, σημαίνει ότι θα έχουν διαβεί τον Ρουβίκωνα και θα έχουν περάσει σε μια κατάσταση, όπου θα βάλουν απέναντί τους σύσσωμη τη διεθνή κοινότητα. Κάτι – ξαναλέω – ήπιο, το οποίο μπορεί να παραπέμπει ή η Τουρκία να το ερμηνεύσει ή το ψευδοκράτος να το ερμηνεύσει ως αναγνώριση, όπως ήταν ας πούμε η επίσκεψη της αντιπροσωπείας των Αζέρων αυτό το διήμερο που προηγήθηκε, – που ήταν και ο Ερντογάν εκεί – θα μπορούσε (κοινοβουλευτικής ομάδας ας πούμε). Αλλά, να υπάρχει αναγνώριση του ψευδοκράτους, όπως αυτή στην οποία έχει προβεί η Τουρκία το θεωρώ πραγματικά στα όρια του αδύνατου. Κι αν συμβεί, σημαίνει ότι – ξαναλέω – Αζερμπαϊτζάν και Πακιστάν έχουν αποφασίσει να αντιταχθούν σε απόφαση του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.

Πηγή εικόνας: KJ Reports
  • Θεωρείτε ότι πέρα από την αναμφισβήτητα εκτενή και φαινομενικά επιτυχημένη δράση της, χρειάζεται η Ελλάδα να δείξει μία πιο αυτόνομη εξωτερική πολιτική, μακριά από τις κατευθυντήριες οδηγίες των ευρωπαίων εταίρων της, ενισχύοντας την αμυντική της ικανότητα όχι μόνο σε επίπεδο εξοπλισμών (πχ Rafale), αλλά και σε επίπεδο προβολής σκληρής ισχύος;

Δε νομίζω ότι οι Ευρωπαίοι επηρεάζουν, στον βαθμό που κάποιοι θεωρούν, την ελληνική εξωτερική πολιτική. Η ελληνική εξωτερική πολιτική σε σχέση με την Τουρκία περισσότερο επηρεάζει την Ευρώπη και τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη παρά το ανάποδο. Ναι, θα θέλαμε να έχει η Ευρώπη διαφορετική θέση απέναντι στην Τουρκία. Εγώ πιστεύω ότι η Ελλάδα κακώς έχει εγκλωβιστεί όλο το τελευταίο χρονικό διάστημα στη λογική των κυρώσεων∙ θα έπρεπε να σκεφτεί με έναν άλλον τρόπο πώς μπορεί να επιβάλλει ή να προωθήσει – να το πω καλύτερα – τα συμφέροντά της. Επί παραδείγματι, μία θετική ατζέντα Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, που μπορούν να την «αγοράσουν» και οι Τούρκοι και οι Ευρωπαίοι και κανείς δεν μπορεί να αντιδράσει, με ταυτόχρονα πολύ σκληρά conditionalities απέναντι στην Τουρκία και πολύ σκληρές και ξεκάθαρες προϋποθέσεις απέναντι στην Τουρκία σε σχέση με την Ελλάδα, την Κύπρο, σε σχέση με τις παραβιάσεις και την Χάγη, θα λειτουργούσε, κατά την άποψή μου, πολύ περισσότερο.

Από κει και πέρα, εννοείται όταν μιλάμε για εθνική άμυνα – το λέω συνέχεια – αυτή δεν εκχωρείται σε τρίτους∙ την εθνική σου άμυνα την εξασφαλίζεις εσύ. Αλίμονο αν συνέβαινε αυτό, θα ήσουνα κράτος μπανανία. Και η Ελλάδα είναι μία χώρα, η οποία αναπτύσσει την σκληρή ισχύ της (την στρατιωτική ισχύ) όχι για να πολεμήσει – που αν χρειαστεί, θα το κάνει κι αυτό, πιθανότατα δεν θα χρειαστεί – αλλά την αναπτύσσει ως ένα εργαλείο πάρα μα πάρα πολύ ισχυρό πάνω στο τραπέζι, για να μπορέσει να διαπραγματευτεί με την Τουρκία από καλύτερη βάση, όταν κι εφόσον ευδοκιμήσουν οι συνθήκες για να γίνει κάτι τέτοιο. Άρα χρειαζόμαστε, για να ολοκληρώσω, σκληρή ισχύ εννοείται (Rafale, φρεγάτες, αναβαθμισμένα F-16 και οτιδήποτε άλλο) όχι για να πολεμήσουμε – αν χρειαστεί, εννοείται ότι θα πολεμήσουμε και θα το κάνουμε μέχρι τελικής πτώσεως, εφόσον προκληθούμε, γιατί δεν είμαστε επιθετική δύναμη, ξεκάθαρο αυτό – αλλά επειδή, όταν έχεις μία χώρα απέναντί σου όπως είναι η Τουρκία, η οποία καταλαβαίνει από στρατιωτική ισχύ, είσαι υποχρεωμένος να το έχεις πάνω στο τραπέζι ως ένα από τα πολλά εργαλεία που θα έχεις για να μπορέσεις να ασκήσεις πίεση προς την Τουρκία για μία διαπραγμάτευση, η οποία θα γίνει από καλύτερη βάση.

Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Κωνσταντίνο Φίλη για την παραχώρηση της συνέντευξης!

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Τσελέντης
Νίκος Τσελέντης
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι φοιτητής του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει παρακολουθήσει αρκετές ομιλίες και ημερίδες σχετικές με το αντικείμενο των σπουδών του. Ιδιαίτερη είναι η συμμετοχή του σε συνέδριο προσομοίωσης του ΟΗΕ (RhodesMRC). Είναι γνώστης της Αγγλικής και αυτήν την περίοδο διδάσκεται τη Γαλλική γλώσσα.