Του Νικηφόρου Παγώνη,
Το 2021 μπορεί να χαρακτηριστεί, εκτός άλλων, ως το έτος των περισσότερων αποκαλύψεων από θύματα ανθρώπων που άσκησαν μία άκρως καταχρηστική συμπεριφορά, εξαιτίας της ιεραρχικά ανώτερης θέσης που κατέχουν. Τους μήνες που πέρασαν βρεθήκαμε αντιμέτωποι με αποκαλύψεις για ψυχολογική και λεκτική βία, καθώς και για πράξεις ποινικά κολάσιμες, που αφορούσαν τη γενετήσια αξιοπρέπεια, από τους χώρους του αθλητισμού και της τέχνης. Σίγουρα ωστόσο, είναι κοινό μυστικό ότι τέτοιες συμπεριφορές δεν υπάρχουν μόνο σε χώρους με αίγλη και λάμψη, όπως οι παραπάνω, αλλά και σε άλλους χώρους εργασίας, που δεν είναι τόσο γνωστοί στο ευρύ κοινό για να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης.
Στον τομέα της εργασίας, καθημερινά αρκετοί άνθρωποι υφίστανται κακοποιητικές συμπεριφορές στην προσπάθειά τους να εργαστούν, ώστε να έχουν τα προς το ζην. Βιώνουν καταστάσεις που ευτελίζουν την αξιοπρέπειά τους και την ανθρώπινή τους υπόσταση για έναν πενιχρό μισθό, έχοντας φόβο και ανασφάλεια για το αύριο και το αν θα είναι σε θέση να εργαστούν, εάν αντιδράσουν σε αυτή την κατάσταση. Από την ίδια πλευρά του ίδιου νομίσματος, άνθρωποι που εργάζονται με στόχο και την επαγγελματική τους ανέλιξη, συνεπώς και την άνοδό τους στην εργασιακή ιεραρχία, υφίστανται ποικίλες διακρίσεις που δεν σχετίζονται με την ικανότητά τους στη διεκπεραίωση της εργασίας. Οι διακρίσεις, επομένως, υπάρχουν και δυστυχώς διαιωνίζονται ως δεδομένες, ιδίως στα πρωταρχικά βήματα, με αρνητικές συνέπειες.
Αναντίλεκτα, οι διακρίσεις και οι κακοποιητικές συμπεριφορές είναι υπαρκτές και αλγεινές για όλα τα θύματα που τις έχουν υποστεί. Αναλυτικότερα, γίνεται λόγος για τις «άμεσες διακρίσεις», οι οποίες αφορούν θρησκευτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την ηλικία, ή την οικογενειακή και κοινωνική κατάσταση κ.α. και τις «έμμεσες διακρίσεις», οι οποίες δύναται να θέσουν τα άτομα με τα παραπάνω χαρακτηριστικά σε μειονοτική θέση συγκριτικά με άλλα άτομα χωρίς δικαιολογία, με τα χαρακτηριστικά αυτά να μη σχετίζονται με την εργασία. Ως ξεχωριστό μέρος της ίδιας συμπεριφοράς που βάλλει το άτομο, λογίζεται και η «παρενόχληση», δηλαδή η ανεπιθύμητη συμπεριφορά που έχει ως στόχο της να θίξει και να προσβάλει την αξιοπρέπεια ενός προσώπου, δημιουργώντας ένα περιβάλλον δυσφορίας. Σε κάθε περίπτωση και από όποιο ανώτερο στην εργασιακή ιεραρχία άτομο και αν προέρχονται, αυτές οι συμπεριφορές είναι κατακριτέες, καταδικαστέες και ανεπίτρεπτες για οποιονδήποτε.
Με γνώμονα το ότι δεν πρέπει να υπάρχουν διακρίσεις ή παρενοχλήσεις στο εργασιακό περιβάλλον, είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε ότι οποιοδήποτε άτομο είναι σε θέση να εργαστεί και εργάζεται, χρειάζεται ένα περιβάλλον που να προάγει τις αρχές της ισότητας, να προσφέρει ασφάλεια και σιγουριά, ώστε κανείς, καμία, κανένα να μην αισθάνεται μειονεκτικά ή ότι στοχοποιείται και βάλλεται για οποιοδήποτε χαρακτηριστικό του. Παρόλη τη μεταβλητότητα του σύγχρονου καθεστώτος εργασίας, τα άτομα που δραστηριοποιούνται σε ένα περιβάλλον που προάγει αυτές τις αρχές, είναι ικανότερα και αποδοτικότερα. Τα πρόσωπα εκλαμβάνονται μεν ως αυτόνομες μονάδες, ο καθένας με τη θέση που έχει και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, όπως πρέπει να εκλαμβάνεται και κάθε άνθρωπος άλλωστε στη ζωή, αλλά ανήκουν στην ίδια ομάδα που δεν κάνει διακρίσεις και πράττει πάντα με τις αρχές της συνεργατικότητας, στο πλαίσιο του αρμονικού περιβάλλοντος συνεργασίας. Κατά συνέπεια, η ίση μεταχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, είναι αναγκαία για την ομαλή διεκπεραίωση της εργασίας και τις σχέσεις μεταξύ συναδέλφων.
Κάνοντας λόγο για την ίση μεταχείριση μεταξύ συνεργατών, κρίνεται ιδιάζουσας σημασίας η αναφορά στο τι πρέπει να γίνει σε περίπτωση που κάποιο άτομο υφίσταται μια αντιεπαγγελματική συμπεριφορά. Το προτεινόμενο «κλειδί» είναι το να τεθούν όρια και να υπάρξει το κατάλληλο περιβάλλον προκειμένου να γίνουν γνωστότερες τέτοιου είδους συμπεριφορές. Πρωτίστως, με το να τεθούν όρια και ειδικότερα προσωπικά όρια σε ένα υγιές επίπεδο, το άτομο θα μπορέσει να δομήσει μια προσωπικότητα που θα του επιτρέψει να αντιδράσει με τον κατάλληλο τρόπο σε όποια προσβολή ή ενόχληση μπορεί να δεχτεί. Από την άλλη, όσον αφορά την κοινωνία και την επικοινωνία αυτών των γεγονότων, το 2021 μας έφερε πολλά βήματα πιο κοντά ως χώρα με το κίνημα ”Me too”, το οποίο λειτουργεί μέσω της προτροπής για δημοσιοποίηση στα κοινωνικά δίκτυα οποιουδήποτε είδους κακοποιητικής συμπεριφοράς ή περιστατικού παρενόχλησης. Το παρόν κίνημα υπάρχει από το 2006, ωστόσο, στην Ελλάδα επικουρικός παράγοντας αποτέλεσε η απομόνωση λόγω της ιδιόμορφης αυτής κατάστασης της covid-19. Είναι σημαντικό τα άτομα να μοιράζονται αυτές τις καταστάσεις που έχουν βιώσει, ώστε να υπάρξει η κατάλληλη προειδοποίηση για μελλοντικά περιστατικά και φυσικά για να υπάρξει η συμμόρφωση των θυτών μέσω της αναθεώρησης κάποιων σκέψεων και πράξεων.
Η εργασία υπάρχει πολλές ώρες στην καθημερινότητα όλων σχεδόν των ανθρώπων. Είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα κατάλληλο περιβάλλον στο οποίο όλοι θα είναι μοναδικοί αλλά και ίσοι και να αποφεύγονται περιστατικά στοχοποίησης. Συνεπώς, πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στον καθένα που έχει βιώσει ιδιόμορφες καταστάσεις, να μπορεί να μοιράζεται την εμπειρία του, έτσι ώστε να υπάρχει η αποφυγή μελλοντικών καταστάσεων, αλλά και η συμμόρφωση όσων γίνονται καταχρηστικοί.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Κίνημα Me Too, el.wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ
- Άρθρο 02 – Η έννοια των διακρίσεων, Διαβούλευση για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης, opengov.gr, διαθέσιμο εδώ