13.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΗ μάχη του Λάλα: Λαλαίοι εναντίον Ελλήνων

Η μάχη του Λάλα: Λαλαίοι εναντίον Ελλήνων


Της Παναγιώτας Λούπα,

Με την ενίσχυση του πατριωτικού αισθήματος και την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας, η Πελοπόννησος θεωρήθηκε η πιο κατάλληλη περιοχή για την έναρξη του επαναστατικού αγώνα, τόσο λόγω της υπερίσχυσης του ελληνικού πληθυσμού σε σύγκριση με τον τουρκικό όσο και λόγω της γεωγραφικής της θέσης που εξυπηρετούσε την άμυνα και την προστασία του ελληνικού στρατού από τους εχθρούς. Παρόλα αυτά, κατά τον George Finlay, η ύπαρξη του αλβανικού στοιχείου στην ελληνική επικράτεια ήταν ιδιαίτερα ισχυρή, με περίπου 200.000 πληθυσμό. Αλβανικοί πληθυσμοί είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα, στην Αττική και στην Πελοπόννησο, πριν την κατάκτησή τους από τους Τούρκους και αναπτύχθηκαν οικονομικά κυρίως στον τομέα της γεωργίας και της ναυτιλίας. Αν και οι περισσότεροι Αλβανοί του μεταναστευτικού αυτού ρεύματος δεν ασπάζονταν το μουσουλμανικό θρήσκευμα, η περιοχή του Λάλα κυριαρχούνταν από Αλβανούς μουσουλμάνους, οι οποίοι ήταν γνωστοί για την πολεμικότητα τους και διέμεναν στην εξαιρετική ορεινή τοποθεσία Φολόη.

Οι Λαλαίοι ήταν μεγάλο εμπόδιο στα επαναστατικά σχέδια των Ελλήνων και απαραίτητη θεωρήθηκε η εξουδετέρωση του αλβανικού αυτού πληθυσμού. Όμως, οι Έλληνες παρέμειναν αναποφάσιστοι για το εάν έπρεπε να επιτεθούν αμέσως, όπως υποστήριζαν οι Επτανήσιοι, ή εάν έπρεπε να περιμένουν την κατάλληλη στιγμή, όπως πίστευαν οι Πελοποννήσιοι. Τότε, κυκλοφόρησαν φήμες πως οι Λαλαίοι ήταν πρόθυμοι να παραδοθούν στους Κεφαλλονίτες, γεγονός που προκάλεσε αναταραχή στο στρατόπεδο των Επτανησίων, οι οποίοι άρχισαν να απειλούν ότι θα εγκαταλείψουν τον αγώνα. Οι Επτανήσιοι αρχηγοί, για να αποφύγουν την παραίτηση των στρατιωτών τους, απέστειλαν επιστολή στους Λαλαίους, προτείνοντας τους να αποχωρήσουν ειρηνικά. Σε περίπτωση, όμως, που δεν αποδέχονταν την πρόταση, αντιστέκονταν και επιτίθονταν στον ελληνικό στρατό, θα παραδίνονταν στους Πελοποννήσιους. Η ανδρεία των Λαλαίων τους εμπόδισε στο να συνειδητοποιήσουν την σοβαρή απειλή που δέχονταν από τις μέχρι τότε επαναστατικές επιτυχίες των Ελλήνων και την εμφάνιση οπλισμένου τακτικού στρατού στην περιοχή τους, ώστε να μην λάβουν εγκαίρως τα κατάλληλα μέτρα προετοιμασίας και να αψηφήσουν τις ειρηνικές προτάσεις των Επτανησίων. Έτσι, επιδιώκοντας να κερδίσουν χρόνο, δεν απαντούσαν στις προτάσεις για δύο ημέρες, μέχρι που απάντησαν με μία ειρωνική επιστολή, ζητώντας από τους Επτανήσιους να παραδοθούν, παραχωρώντας τους τα μέσα αναχώρησής τους.

Ο Δημήτρης Πλαπούτας (1786-1864). Πηγή εικόνας:wikipedia.org

Ύστερα από αυτό το γεγονός, οι Έλληνες αποφάσισαν γενική επίθεση από τρία σημεία. Οι Γορτύνιοι, με επικεφαλή τον οπλαρχηγό Γεωργάκη Πλαπούτα, μαζί με τους Ολύμπιους του Χριστόπουλου, θα επιτίθονταν από τα δεξιά εναντίον της θέσης Μπαστηρά. Οι Ηλείοι, υπό τον Σισίνη, και οι Καλαβρυτινοί του Παναγιωτάκη Φωτήλα θα επιτίθονταν στα χωριά Δούκα και Λουκίσσα. Οι Ηλείοι και οι Επτανήσιοι, με αρχηγούς τους αδελφούς Ανδρέα και Κωνσταντίνο Μεταξά και τον Βαγγέλη Πανά, θα επιτίθονταν εναντίον του ίδιου του οικισμού Λάλα. Εξαιτίας της απουσίας συντονισμού και οργάνωσης, επιτέθηκε μόνο η ομάδα υπό τον Πλαπούτα. Οι Λαλαίοι εστίασαν κυρίως στην άμυνα της θέσης Μπαστηρά, αναγκάζοντας σε υποχώρηση τον Πλαπούτα. Παράλληλα, Ο Πλαπούτας πέθανε εξαιτίας του καύσωνα από εγκεφαλικό επεισόδιο. Στην μάχη αυτή σκοτώθηκαν κυρίως Λαλαίοι, καθώς επίσης και 11 Πελοποννήσιοι και 3 Επτανήσιοι από το ελληνικό στρατόπεδο. Ο θάνατος του Πλαπούτα οδήγησε, όμως, πολλούς στρατιώτες στην εγκατάλειψη της μάχη και έτσι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, φοβούμενος την πλήρη αποτυχία των επαναστατικών ενεργειών στην περιοχή, απέστειλε ως αντικαταστάτη για την θέση του αρχηγού τον αδερφό του Γεωργάκη, Δημήτρη Πλαπούτα. Ο νέος αρχηγός ήταν μία σπουδαία ηγετική προσωπικότητα. Κατάφερε την κρίσιμη εκείνη στιγμή να αναπτερώσει το ηθικό των στρατιωτών του.

Οι Λαλαίοι, αφού έμαθαν για την πολιορκία της Τριπολιτσάς, για την κρίσιμη κατάσταση που βρισκόταν ο τουρκικός στρατός και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο Ομέρ Βρυώνης στη Βοιωτία, σκέφτονταν την διαφυγή από το πεδίο μάχης. Τότε, επιζήτησαν την συμβολή του Γιουσούφ Πασά στην Πάτρα, επικεφαλής 1.000-1.500 ανδρών. Όταν η δύναμη αυτή πλησίασε στο Λάλα, στις 11 Ιουνίου, οι Λαλαίοι επιτέθηκαν στους Έλληνες και έτσι, οι δεύτεροι βρέθηκαν αντιμέτωποι και με τα δύο εχθρικά στρατεύματα, με αποτέλεσμα ο Γιουσούφ να βρει την ευκαιρία να μπει στο Λάλα. οι Πελοποννήσιοι σκέφτηκαν τότε να μεταφερθούν σε ασφαλέστερη περιοχή, στη Δίβρη. Οι Επτανήσιοι επέμεναν στην επιθυμία τους να συνεχίσουν την μάχη και αντέδρασαν αρνητικά σε αυτήν την επιλογή. Τελικά, ζήτησαν την βοήθεια από την Πελοποννησιακή Γερουσία  στη Στεμνίτσα.

Ο Γιουσούφ, ωστόσο, φοβούμενος μία ενδεχόμενη επίθεση των Ελλήνων στην Πάτρα την στιγμή που ο ίδιος θα απουσίαζε, αποφάσισε την άμεση επίθεση ενάντια των ελληνικών στρατευμάτων, δίχως καθυστερήσεις. Η απόφαση αυτή αποσκοπούσε στην λεηλασία των ελληνικών κανονιών, την εξόντωση των ελληνικών στρατευμάτων και την απομάκρυνση των Λαλαίων από το πεδίο μάχης σε ασφαλή περιοχή, στην Πάτρα. Ακολούθησε μάχη σώμα με σώμα στις 13 Ιουνίου στη θέση Πούσι, όπου οι Έλληνες απέκρουσαν τις εχθρικές δυνάμεις οχυρωμένοι. Οι Τούρκοι με τους Λαλαίους αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από την μάχη και να καταφύγουν στην Πάτρα, γεγονός που οδήγησε τους Έλληνες σε θριαμβική νίκη, οι οποίοι μπήκαν και έκαψαν το Λάλα. Στη μάχη τραυματίστηκαν Έλληνες στρατιώτες ανάμεσα τους και ο Ανδρέας Μεταξάς.

Ο Ανδρέας Μεταξάς ηγείται των Επτανησίων στην πολιορκία του Λάλα, έργο του Peter von Hess. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Η μάχη του Λάλα θεωρείται μία επιτυχία μεγάλης σημασίας, καθώς εντάσσεται στα πολεμικά γεγονότα του καλοκαιριού του 1821, τα οποία ήταν καθοριστικά για την εξέλιξη της επανάστασης, και μάλιστα, επετεύχθη παρά την απουσία τακτικής οργάνωσης και του απαραίτητου εφοδιασμού με πυρομαχικά. Η νίκη αυτή είναι μία από τις μεγάλες επιτυχίες της πρώτης φάσης του επαναστατικού αγώνα το διάστημα Φεβρουαρίου-Δεκέμβριου 1821, που χαρακτηρίζεται από μία περίοδο έναρξης και επικράτησης της επανάστασης στον ελληνικό χώρο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Finlay, George (2009), Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης τόμος Α’, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων
  • Συλλογικό έργο (1975), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ’, Αθήνα: Εκδ. Αθηνών
  • Κόκκινος, Διονύσιος (1956), Η Ελληνική Επανάστασις, τόμος Α΄,  Αθήνα: Εκδ. Μέλισσα

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτα Λούπα
Παναγιώτα Λούπα
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια. Σήμερα ζει και σπουδάζει στην Θεσσαλονίκη, στο τμήμα Βαλκανικών Σλαβικών και Ανατολικών σπουδών. Ενδιαφέρεται για την Ευρωπαϊκή, Ρωσική και Παγκόσμια ιστορία και τον πολιτισμό. Γνωρίζει πολύ καλά την αγγλική και μαθαίνει κι άλλες ξένες γλώσσες στην σχολή. Της αρέσει η άθληση και λατρεύει ταξίδια.