Του Αλέξανδρου Κίφορ,
Τα τελευταία χρόνια υπήρξαν ιδιαίτερα για την Ελλάδα και κυρίως την Ελληνική Οικονομία. Σε πρώτη φάση η οικονομική κρίση η οποία έκανε την εμφάνιση της με έναν ιδιαίτερο τρόπο για τη χώρα μας και δημιουργώντας αμέτρητα προβλήματα. Η δυσμενής κατάσταση συνέχισε με τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόστηκαν και τα μνημόνια που υπογράφηκαν. Μετά από αρκετά χρόνια αβεβαιότητας και γενικότερης οικονομικής αστάθειας και ενώ η κατάσταση φαινόταν πως οδεύει προς κάτι καλύτερο, είχαμε την απρόσμενη «επίσκεψη» του κορωνοϊού. Ένας «επισκέπτης» ο οποίος με την επέλαση του δεν έθεσε μόνο τις ανθρώπινες ζωές σε κίνδυνο και τη γενικότερη δημόσια υγεία, αλλά και τις οικονομικές ζωές των ανθρώπων και την οικονομική σταθερότητα των κρατών. Σε πολλές χώρες ήδη υπάρχουν έντονες ανησυχίες για την οικονομική σταθερότητα και το μέλλον των οικονομιών, ωστόσο στην περίπτωση της Ελλάδας φαίνεται πως τα πράγματα μοιάζουν διαφορετικά. Πέρα από συζητήσεις και προβλέψεις περί σημαντικής οικονομικής ανάκαμψης και ανάπτυξης, πλέον βρισκόμαστε σε μια κατάσταση στην οποία συζητάμε για το πόσο ελκυστική γίνεται η χώρα μας για τους ξένους επενδυτές.
Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας EY (Ernst & Young), φαίνεται πως η Ελλάδα περιλαμβάνεται μεταξύ των ελκυστικότερων ευρωπαϊκών χωρών για επενδύσεις για το έτος 2021 αφού 7 στους 10 επενδυτές πιστεύουν πως ακολουθείται μια ελκυστική πολιτική όσον αφορά τις επενδύσεις. Αυτό φαίνεται και στην πράξη, αφού για το έτος 2020 η Ελλάδα βρέθηκε στην 23η θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, ως προς τον συνολικό αριθμό των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) που προσέλκυσε σε αντίθεση με την 29η θέση για το έτος 2019. Επιπλέον, υπολογίζεται πως για το έτος 2020 σημειώθηκε αύξηση της τάξης του 77% των ΑΞΕ που κατευθύνθηκαν προς την Ελλάδα, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη σημειωνόταν μείωση της τάξης του 13%. Επίσης, για το 2020, η Ελλάδα απορρόφησε το 0,70% των ευρωπαϊκών ΑΞΕ, ένα ποσοστό το οποίο είναι υπερδιπλάσιο συγκριτικά με το μέσο όρο των δυο τελευταίων δεκαετιών, ωστόσο παραμένει χαμηλό σε σχέση με τον πληθυσμό και το ΑΕΠ της χώρας. Σε συνέχεια της ίδιας έρευνας, παρατηρείται πως το 28% των επενδύσεων κατευθύνθηκαν προς τον κλάδο των υπηρεσιών και συγκεκριμένα προς επιχειρήσεις και επαγγελματικές υπηρεσίες, ενώ το 23% κατευθύνθηκε προς τις υπηρεσίες λογισμικού και πληροφορικής.
Ως προς το είδος των προγραμματιζόμενων επενδύσεων, στην πρώτη θέση βρίσκουμε τα γραφεία πωλήσεων και μάρκετινγκ (33%), και στη δεύτερη θέση με ποσοστό 18% την έρευνα και ανάπτυξη και τη βιομηχανία, δυο δραστηριότητες στις οποίες αναμένεται πως θα δοθεί έμφαση τα επόμενα χρόνια. Ως προς του παράγοντες που επηρεάζουν τις επενδυτικές αποφάσεις, φαίνεται να είναι η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Πιο συγκεκριμένα, το 64% των επιχειρήσεων ανέφεραν πως θα δίνουν μεγαλύτερη σημασία σε ζητήματα βιωσιμότητας, ενώ το 76% ανέφεραν πως οι ισχυρές πολιτικές βιωσιμότητας και καθαρής τεχνολογίας είναι αυτές που επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την απόφαση για επένδυση στην Ελλάδα.
Τέλος, αξίζει να στραφούμε για λίγο και προς τις εκτιμήσεις για το μέλλον των επενδύσεων στην Ελλάδα και την γενικότερη ελκυστικότητα της χώρας. Σε πρώτη φάση, φαίνεται πως το ποσοστό αυτών που θεωρούν τη χώρα μας ως πιθανό επενδυτικό προορισμό έχει αυξηθεί από 38% σε 62%, ενώ μεγάλο είναι και το ποσοστό αυτών που θεωρούν πως η κατάσταση θα βελτιωθεί ακόμα περισσότερο την επόμενη τριετία (75%). Αυτή η θετική εικόνα μπορεί να μεταφραστεί και ως διάθεση για υλοποίηση επενδύσεων στη χώρα, αφού το 34% των ερωτώμενων δήλωσαν πως σκοπεύουν να επενδύσουν στην Ελλάδα τον επόμενο χρόνο. Ένα ακόμη στοιχείο το οποίο δίνει ελπίδες για αύξηση των μελλοντικών ξένων επενδύσεων είναι και η διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού με τεχνολογικές δεξιότητες (76%), αλλά και η υποστήριξη εκ μέρους των κυβερνητικών φορέων και ρυθμιστικών αρχών για την υλοποίηση των ψηφιακών στόχων (75%). Συνοψίζοντας, και σε συνέχεια των παραπάνω, για να βρεθεί σε ακόμα καλύτερη θέση η χώρα μας, αλλά και για να συνεχίζουν να αυξάνονται οι εισροές των ΑΞΕ, η Ελλάδα οφείλει να συνεχίσει να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, στην υποστήριξη των κλάδων υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας (καθαρή τεχνολογία, υγεία, logistics κ.λπ.), ενώ απαραίτητη κρίνεται και η ανάγκη για μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού κόστους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η Ελλάδα κερδίζει έδαφος στον επενδυτικό χάρτη. Πώς θα διατηρήσουμε αυτήν τη δυναμική;, Ernst & Young. Διαθέσιμο εδώ.