11 C
Athens
Δευτέρα, 25 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΠιστοληπτική αξιολόγηση S&P: Άνθρακες ο θησαυρός για τις προσδοκίες της κυβέρνησης

Πιστοληπτική αξιολόγηση S&P: Άνθρακες ο θησαυρός για τις προσδοκίες της κυβέρνησης


Του Μανώλη Στυλιανάκη,

Άλλα μεν κυβέρνηση βούλεται, άλλα δε αι αγοραί κελεύουσιν! Κάπως έτσι θα μπορούσε να εγκιβωτιστεί το γενικότερο οικονομικό κλίμα, μιας και η διαθρυλούμενη αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου δεν ευοδώθηκε, μετουσιώνοντας έτσι την υπεραισιόδοξη αύρα της κυβέρνησης σε φρούδες ελπίδες. Η κυβέρνηση περίμενε με ανυπομονησία την αξιολόγηση της Standard&Poor’s καθώς μία θετική εξέλιξη θα στερέωνε το προεκλογικό της αφήγημα περί μιας ελπιδοφόρας μεταμνημονιακής εποχής υπό τις φτερούγες του ΣΥΡΙΖΑ, λησμονώντας ωστόσο ότι ο κύριος δείκτης αξιολόγησης του κυβερνητικού έργου είναι η καθημερινότητα του μέσου πολίτη, ο οποίος δεν περιμένει χαρτογιακάδες από τη Νέα Υόρκη να του πουν πώς πάει η Ελλάδα. Ακόμα κι αν η S&P που έπλεκε ένα διθυραμβικό εγκώμιο στην κυβέρνηση, σε τίποτα δεν θα επηρέαζε την χείριστη γνώμη του ελληνικού λαού γι’ αυτή τη κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό της, για τον απλούστατο λόγο ότι ο μέσος πολίτης δεν περιμένει να διαβάσει τις εκθέσεις της S&P για να σχηματίσει άποψη, αλλά κρίνει με βάση τους φόρους και τις εισφορές που πληρώνει, το χαράτσι στο σπίτι του, τους παγωμένους τραπεζικούς λογαριασμούς του λόγω capital controls, τον πεσμένο τζίρο της μικρομεσαίας επιχείρησής του, τη πετσοκομμένη σύνταξή του κ.ο.κ

Σύμφωνα με το πληροφοριακό δελτίο του διεθνούς οίκου αξιολόγησης, διατηρείται η βαθμίδα στο B+ με θετικό Outlook, εάν και εφόσον πραγματωθούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Μακροπρόθεσμα, κατά την περίοδο 2019-2022 η έκθεση επισημαίνει ότι θα κινηθεί στο επίπεδο 2,8%, κάτι που συναρτάται βέβαια από μία σειρά ενδογενών και εξωγενών παραγόντων. Ειδικότερα, όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης, αυτές εξαρτώνται από το πόσο η κυβέρνηση θα καταφέρει να διατηρήσει φιλοαναπτυξιακή ρώτα πλεύσης, υλοποιώντας πολιτικές φιλικές προς την απασχόληση και της επιχειρήσεις, στις οποίες όμως δεν συγκαταλέγεται η εσχάτως ανακοινωθείσα αύξηση του κατώτατου μισθού, διότι επιβαρύνει το κόστος εργασίας και δρα ως αντικίνητρο για προσλήψεις. Συγχρόνως δε επισημαίνει πως κινούσα δύναμη της οικονομίας αποτελεί το γενικότερο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, καθώς η διεθνής ζήτηση για εγχώρια αγαθά θα μπορούσε να τονώσει το εξαγωγικό δυναμικό της χώρας. Από την άλλη πλευρά αξίζει να σημειωθεί πως μία αναστροφή του διεθνούς κλίματος για τη παγκόσμια ανάπτυξη θα ήταν αρκετή για να επιδεινώσει το εγχώριο οικονομικό περιβάλλον, καθιστώντας κατ’ αυτό το τρόπο την ελληνική οικονομία έκθετη σε εξωτερικά shock.

Όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, παρ’ όλο που η έκθεση του οίκου εκφωνεί θετικά σχόλια για την επιτυχημένη εκπλήρωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα, εντούτοις υπάρχουν κάποια σκιερά σημεία. Η κυβέρνηση, εφαρμόζοντας μία ιδιαζόντως συσταλτική δημοσιονομική πολιτική, όντως κατάφερε να υπερακοντίσει τις προσδοκίες όλων πετυχαίνοντας πλεόνασμα ύψους 4,4%, περίπου μία ποσοστιαία μονάδα πάνω από τον συμφωνηθέντα με τους θεσμούς στόχο (3,5 % του ΑΕΠ). Παράλληλα επισημαίνεται πως “η Ελλάδα έχει ένα από τα πλέον προνομιούχα προφίλ χρέους” επικουρούμενη βέβαια από τις παρεμβάσεις των εταίρων στο χρέος και στην αποπληρωμή του, υπό μορφή χαμηλών επιτοκίων, περιόδων χάριτος και μεγάλου χρόνου ωρίμανσης. Εντούτοις, το θετικό δημοσιονομικό προφίλ υποσκάπτεται από το γεγονός ότι το πρωτογενές πλεόνασμα είναι πλασματικό, αφού προήλθε κυρίως από υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, από λιτότητα δηλαδή, και όχι από γενικευμένη μεγέθυνση του παραγόμενου προϊόντος και των εισοδημάτων και άρα αυξημένων ροών στα ταμεία του κράτος, ως φυσικό συνεπακόλουθο. Ένα ακόμη αρνητικό στοιχείο είναι η σύνθεση των δαπανών του προϋπολογισμού με την αναπλαισίωση πόρων από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων προς δαπάνες χαμηλότερης προστιθέμενης αξίας, όπως οι κοινωνικές μεταβιβαστικές πληρωμές που γίνονται για ψηφοθηρικούς λόγους. Οι κρατικές επενδύσεις για το λεγόμενο “ανθρώπινο κεφάλαιο”, ιδίως για την εκπαίδευση και την υγεία, έχουν περιπέσει σε δυσμένεια, ευρισκόμενες κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όλα αυτά λειτουργούν ως βαρίδια που θα επηρεάσουν αρνητικά τη μεσομακροπρόθεσμη πορεία της χώρας. Επιπρόσθετοι κίνδυνοι σύμφωνα με την έκθεση που δυνητικά τορπιλίζουν τη συνετή δημοσιονομική πορεία αποτελούν το ασφαλιστικό σύστημα που αποτελεί μια βραδυφλεγή βόμβα, που αν σκάσει θα μπορούσε να έχει ανυπολόγιστες συνέπειες, καθώς επίσης και η μεταρρυθμιστική κάματος της κυβέρνησης, η οποία διολισθαίνει σε πολιτικές παροχολογίας υποσχόμενη προσλήψεις στο δημόσιο και αυξήσεις σε μισθούς, που εκτροχιάζουν τη πορεία της χώρας από τη δημοσιονομική ορθοπραξία.

Αναφορικά με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, ταχύτεροι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης θα μπορούσαν να επιτευχθούν με την εντατικοποίηση των προσπαθειών εξυγίανσης των τραπεζικών χαρτοφυλακίων από μη εξυπηρετούμενα κόκκινα δάνεια και ανοιγμάτων, προκειμένου να ανοίξει η κάνουλα των δανείων προς τις επιχειρήσεις και δη τις μικρομεσαίες που συγκροτούν τον προνομιακό εργοδότη της ελληνικής οικονομίας. Καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό θα παίξει η υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, όπως η λειτουργία της διαιτησίας και των εξωδικαστικών μηχανισμών διαμεσολάβησης, η εγκαθίδρυση μιας αναπτυγμένης δευτερογενούς αγοράς πωλήσεως και τιτλοποιήσεως τραπεζικών asset καθώς και η απλοποίηση των διαδικασιών ρευστοποίησης ενεχύρων, δηλαδή των πλειστηριασμών. Σ’ αυτό το σημείο η έκθεση υπογραμμίζει πως ο πρόσφατα επί τα βελτίω αναθεωρημένος νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (σ.σ. νέος “νόμος Κατσέλη”), που συμφωνήθηκε με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, είναι πιθανό να μειώσει το φαινόμενο των στρατηγικών κακοπληρωτών και να δράσει καταλυτικά για την ταχύρρυθμη έκβαση των διακανονισμών με τους δανειολήπτες. Η εν γένει πορεία του τραπεζικού κλάδου θα εξαρτηθεί από πλείστους άλλους παράγοντες, κυρίως από τους δείκτες ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας, από τον ρυθμό επιστροφής και αύξησης καταθέσεων, κάτι το οποίο αντανακλά την εμπιστοσύνη του κοινού προς την ευρωστία των τραπεζών και σίγουρα δεν θα κορυφωθεί πριν την πλήρη κατάργηση των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls).

Τώρα, όσον αφορά την αγορά ομολόγων, η κυβέρνηση διανθίζει το πολιτικό της αφήγημα αναφερόμενη στις καλές προοπτικές που τρέφουν οι κεφαλαιαγορές για το ελληνικό αξιόχρεο με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να κυμαίνεται στο ιστορικά χαμηλό 3,321%. Σ’ αυτό το σημείο ωστόσο, παρενθετικά, πρέπει να επισημανθεί πως η μείωση του spread αντικατοπτρίζει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές, που ξεπερνάνε τον ορίζοντα μιας ετοιμόρροπης κυβέρνησης, και την προσμονή για αλλαγή του ενοίκου του πρωθυπουργικού θώκου από έναν πολιτικό που δεν ηλεκτρίζει το κλίμα με εμπρηστικές λαϊκιστικές δηλώσεις και που δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι κατέχει την ιδιοκτησία και την κυριότητα της μεταρρυθμιστικής ατζέντας που σκοπεύει να εφαρμόσει, όχι λόγω έξωθεν πιέσεων αλλά επειδή τις πιστεύει. Εάν μάλιστα η αξιωματική αντιπολίτευση θριαμβεύσει στις επικείμενες ευρωεκλογές πέραν πάσης αμφιβολίας, οι αγορές θα προεξοφλήσουν την νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις εθνικές εκλογές όποτε κι αν αυτές διεξαχθούν και θ’ αρχίζουν να τοποθετούνται δίχως καθυστέρηση σε ελληνικούς τίτλους, αποκλιμακώνοντας έτι περαιτέρω τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Θα γίνουμε μάρτυρες δηλαδή του παραδόξου, να καταρρέει η κυβέρνηση και να βελτιώνεται συστοίχως η οικονομία.

epa05887375 (FILE) – The offices of Standard and Poor’s in New York, New York, USA, 28 April 2010 (reissued 04 April 2017). Standard and Poor’s on 03 April 2017 downgraded South Africa’s sovereign credit rating to BB+, after President Zuma had re-shuffled the country’s cabinet by sacking Finance Minister Pravin Gordhan on 31 March. EPA/JUSTINE LANE

Ως συμπέρασμα, εν πολλοίς στάσιμη χαρακτηρίζεται η πορεία της εθνικής οικονομίας από την έκθεση του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Standard & Poor’s την οποία η κυβέρνηση προσδοκούσε να εργαλειοποιήσει ως φύλλο συκής, να την διαθέσει ως “σανό” για εσωτερική κατανάλωση ή ως πυρομαχικό στα τηλεοπτικά πάνελ. Το επιστέγασμα είναι πως αν δεν έχεις το πολιτικό θάρρος να βάλεις το νυστέρι για να κόψεις παθογένειες και να κάνεις μεταρρυθμιστικές τομές, η οικονομία θα ακροβατεί μεταξύ στασιμότητας και αστάθειας. Το θετικό outlook ισχύει άμα τι εφαρμογή σκληρών αλλαγών κάτι που υπερβαίνει τις δυνατότητες και τις αντοχές της παρούσας πολιτικής ηγεσίας, η οποία δίνει μάχες οπισθοφυλακών, ούσα απασχολημένη με την πολιτική διαχείριση των εκλογών και τον μετριασμό του πολιτικού της κόστους καθ’οδόν προς τις εκλογές.


Μανώλης Στυλιανάκης

Γεννήθηκε στην Κρήτη και είναι τελειόφοιτος φοιτητής Φαρμακευτικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις πολιτικές υγείας και φαρμακευτικής περίθαλψης. Ακραιφνής Φιλελεύθερος και υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με το Debate και το MUN, έχοντας συμμετάσχει σε σχετικούς διαγωνισμούς και προσομοιώσεις. Αγαπημένο ρητό: «Όσο αξίζει ένα άτομο, δεν αξίζει ο κόσμος όλος!»

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ