Της Μαρίας Τσούκα,
Φαντάσου, όπως είχε πει κάποτε και ο Τζον Λένον, έναν κόσμο που οι άνθρωποι θα ζούσαν για το σήμερα, έναν κόσμο χωρίς έριδες μέσα σε μια κοινωνία ειρηνική. Έτσι, οι άνθρωποι, από παιδιά ακόμα, θα μάθαιναν σωστά τις λέξεις: σεβασμός, αγάπη, αλληλοβοήθεια. Λέξεις που πιθανόν απουσιάζουν από το ερμηνευτικό σεντούκι των σημερινών εφήβων.
Ζωντανό παράδειγμα αποτελεί το περιστατικό που έχει συγκλονίσει τις τελευταίες μέρες τα μέσα ενημέρωσης και αφορά στο θάνατο της 14χρονης Γωγώς στη Θεσσαλονίκη, έπειτα από μια εγχείρηση γαστρικού δακτυλίου. Μια εγχείρηση που έγινε μετά από το συνεχή εκφοβισμό, που δεχόταν από τους φίλους και τους συμμαθητές της για το βάρος της. Αν αυτό δεν είναι ένα ζωντανό παράδειγμα μιας κοινωνίας που οπισθοδρομεί, τότε τι; Άραγε ποιος είναι ο πραγματικός υπαίτιος αυτού του κοινωνικού προβλήματος, που δεν φαίνεται να αλλάζει;
Αναλυτικότερα, αναζητώντας την κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού με βάση την Αναπτυξιακή Ψυχολογία, παρατηρείται ότι το παιδί ξεκινά να αναπτύσσεται κοινωνικά ήδη από βρέφος, λαμβάνει κοινωνική θέση (status) στη μέση παιδική ηλικία και αναπτύσσει σχέσεις πιο συνειδητές στην εφηβεία. Σε αυτή τη φάση, το παιδί επιλέγει κοινωνική ομάδα στην οποία και εντάσσεται, δημιουργεί φιλίες και αναπτύσσει την προσωπικότητά του. Ωστόσο, στην εφηβεία γίνονται πιο εμφανή τα κρούσματα σχολικού εκφοβισμού, που στην προσχολική και σχολική ηλικία υπάρχουν, αλλά περισσότερο ως ψήγματα.
Ο σχολικός εκφοβισμός, γνωστός με τη λέξη “bullying”, προέρχεται από τo ρήμα “bully”, που σημαίνει «πληγώνω ή τρομοκρατώ ή υποχρεώνω κάποιον να κάνει κάτι με την βία που δε θέλει». Αποτελεί ένα φαινόμενο που ενισχύεται από την λάθος αντιμετώπισή του, καθώς τα περισσότερα περιστατικά αποσιωπούνται, διότι θεωρείται ότι στιγματίζουν τους θύτες, τα θύματα και το κύρος του σχολείου. Ωστόσο, το φαινόμενο αυτό έχει πολλές και σοβαρές επιπτώσεις, τόσο στη σωματική όσο και ψυχική υγεία και πιο συγκεκριμένα, στη ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού, ενίοτε με επικίνδυνες συνέπειες που οδηγούν κάποιες φορές σε βιαστικές λύσεις, όπως στην περίπτωση της μικρής Γωγώς.
Σε μεγάλο βαθμό, η οικογένεια είναι εκείνη που διαδραματίζει ένα ρόλο καθοριστικό στην συμπεριφορά του ατόμου απέναντι στην κοινωνία και κατ’ επέκταση στις μετέπειτα προσωπικές του σχέσεις. Από τη σχετική βιβλιογραφία προκύπτει ότι το παιδί διαμορφώνει την προσωπικότητά του ανάλογα με το είδος του γονέα που το ανατρέφει. Οι «διαλεκτικοί γονείς», οι οποίοι κερδίζουν και τη σκυτάλη, είναι σταθεροί, θέτουν όρια, αλλά συζητούν με τα παιδιά τους, εξηγώντας τους γιατί οφείλουν να υιοθετήσουν συγκεκριμένες τακτικές. Στον αντίποδα των γονέων, βρίσκεται το είδος του «αυταρχικού γονέα», που ασκεί, δηλαδή, έλεγχο και επιβάλλει ποινές, κρίνεται περισσότερο πιθανό να οδηγήσει στην ανάπτυξη παιδιών (κυρίως αγοριών) εχθρικών προς το κοινωνικό περιβάλλον.
Υπό αυτό το πρίσμα, εμφανίζεται στο προσκήνιο, λοιπόν, το ζήτημα της 14χρονης. Αρκεί μόνο να ανατρέξει κανείς στο λόγο που ήθελε το συγκεκριμένο κορίτσι να κάνει την επέμβαση. Η κατάληξη γνωστή. Τα πραγματικά αίτια ακόμα αναζητούνται, αλλά χωρίς να είμαστε ειδήμονες πάνω σε ιατρικά θέματα, αναλύεται το κοινωνικό πλαίσιο, γύρω από το οποίο δημιουργήθηκε η ανάγκη για την εγχείρηση. Υποστηρίχθηκε ότι η Γωγώ προέβη στη συγκεκριμένη εγχείρηση εξαιτίας των φίλων της, οι οποίοι την αποδοκίμαζαν για το βάρος της, γεγονός που την καταρράκωνε ψυχολογικά.
Είναι απορίας άξιο, πως εν έτει 2021, σε μια κοινωνία που συνεχώς εξελίσσεται, σε θέματα σχολικού εκφοβισμού να μένουμε πίσω και να βλέπουμε την ιστορία να επαναλαμβάνεται. Το θέμα δεν είναι ποιος ευθύνεται στην πραγματικότητα σε μεγαλύτερο βαθμό και γιατί. Το ζήτημα είναι τι κάνουμε για να αλλάξει αυτή η κατάσταση. Γιατί θα πρέπει ακόμα να ντρέπεται ένα άτομο για τις ατέλειές του; Ποιες είναι εκείνες οι νόρμες που καθορίζουν το «φυσιολογικό»; Γιατί η αποδοχή πρέπει να σημαίνει, έστω και υποσυνείδητα, αλλαγή; Άλλωστε σε μια κοινωνία που αποτελεί ένα μωσαϊκό ατόμων, αρκεί να φανταστεί κανείς πόσο ανιαρό θα ήταν να υπήρχαν όμοια στοιχεία, που δεν θα συνιστούσαν μια ποιοτική ανομοιογένεια.
Σίγουρα, στο συγκεκριμένο κοινωνικό ζήτημα δεν μπορεί να επέλθει βραχυπρόθεσμη και άμεση αλλαγή. Μακροπρόθεσμα, όμως, βάζοντας ο καθένας από τη μεριά του το δικό του λιθαράκι, είναι εφικτή η σταθερή αλλαγή. Ας μη λησμονείται, άλλωστε, η γνωστή φράση από το μυθιστόρημα Δον Κιχώτης ότι «να αλλάξεις τον κόσμο, δεν είναι τρέλα, ούτε ουτοπία, αλλά δικαιοσύνη». Ελπίζοντας σε έναν καλύτερο κοινωνικό κόσμο λοιπόν…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Feldman, R., Development across the life span
- Miell, D. and Dallos, R., Social interaction and personal relationships