Του Άγγελου Μαρίνου
Η μείωση του spread (διαφορά περιθωρίου απόδοσης) του 10ετούς Ελληνικού ομολόγου με το αντίστοιχο γερμανικό αποτελεί σημάδι για την εικόνα της Ελληνικής οικονομίας.
Η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, παρότι δεν έφτασε όσο υψηλά όσο αναμένονταν, σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση των Ελληνικών ομολόγων ειδικά όσον αφορά την έκδοση που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο, αναδεικνύουν τις προοπτικές που αντιλαμβάνονται οι επενδυτές της ελεύθερης αγοράς στην Ελλάδα.
Αν κάτι κρατούσε πίσω τους επενδυτές αυτά τα χρόνια, αυτό ήταν η αμφιβολία που υπήρχε για την ικανότητα της Ελληνικής οικονομίας να ανταπεξέλθει στους υψηλούς δημοσιονομικούς στόχους που έχουν τεθεί μέχρι το 2022 (3,5% δημοσιονομικό πλεόνασμα), καθώς και ο πυρετός των κόκκινων δανείων. Και οι δύο αυτές αμφιβολίες έχουν αποσιωπηθεί, η πρώτη τελείως, η δεύτερη ως άμεσος κίνδυνος.
Δεδομένων όλων αυτών, σειρά παίρνουν οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι προσεχώς αναμένεται να ανατιμήσουν τη πιστοληπτική ικανότητα της χώρας. Οι οίκοι αξιολόγησης χρησιμοποιούν ποσοτικά δεδομένα (Ενεργητικό/παθητικό, περιθώριο consolidated ανάπτυξης κλπ), ποιοτικά (δομή παραγωγής, ταχύτητα διεκπεραίωσης εργασιών κλπ), καθώς και το εμπρόθεσμο περιβάλλον (εντύπωση αγορών, μελλοντικές αποσταθεροποιήσεις, ευνοϊκές συγκυρίες κλπ) το οποίο αντιμετωπίζει η οικονομία ή η εταιρία η οποία αξιολογείται. Όλα τα κριτήρια αυτά, η Ελλάδα τα καλύπτει και με το παραπάνω. Ονομαστικά:
– Μετά από μία δεκαετία οικονομικής κωλυσιεργίας, η ανάπτυξη είναι αναμενόμενη, και εμείς δεν έχουμε καν φτάσει ακόμα στα επίπεδα ανάπτυξης του 2%,
– Οι 2 κατά σειρά επιτυχείς εκδόσεις ομολόγων, οι οποίες δείχνουν ότι οι αγορές δεν θεωρούν την Ελλάδα ωρολογιακή βόμβα,
– Η εικόνα της χώρας στο εξωτερικό δεν αποτελεί την χαοτική εκείνη του 2015, αλλά μίας χώρας η οποία, κουτσά στραβά μεν, ανταπεξέρχεται στις εξωτερικές τις υποχρεώσεις,
– Η λήξη του Eurogroup με θετική έκβαση όσον αφορά την εκταμίευση των κερδών από τα Ελληνικά ομόλογα,
– Η μερική αποπληρωμή χρεών του Ελληνικού δημοσίου που αφορά χρέη προς το ΔΝΤ.
Βεβαίως, υπάρχουν εσωτερικοί παράγοντες όπου ο ιδιωτικός τομέας δεν έχει εμφανίσει ακόμα την ανάπτυξη εκείνη, που αναλογεί σε μία χώρα η οποία πέρασε 10ετή οικονομική συρρίκνωση και στασιμότητα. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με το ότι οι κρατικές υποχρεώσεις προς τον ιδιωτικό τομέα δεν έχουν καλυφθεί, αναδεικνύει ότι η κάλυψη των υποχρεώσεων προς τα έξω πραγματοποιήθηκε μεν, όχι με ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα δε, αλλά με φορολόγηση του.
Από αυτή την άποψη, εξηγείται το ενδιαφέρον για τα Ελληνικά ομόλογα. Εάν και όταν έρθει η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα, οι κάτοχοι Ελληνικών ομολόγων θα βγουν άμεσα κερδισμένοι, καθώς ανεξάρτητα του ποιο ήταν το επιτόκιο όταν τα αγόρασαν, αυτό είναι βέβαιο ότι θα πέσει περαιτέρω, αυξάνοντας έτσι την αξία μεταπώλησης του ομολόγου που κρατούν.
Ο μόνος παράγοντας που απέμεινε ο οποίος θα μπορούσε να οδηγήσει λοιπόν τις αγορές σε αμφιβολίες, είναι αυτός των εκλογών.
Αλλά τι να φοβηθούν οι αγορές; Τον Μητσοτάκη;
Οι αγορές ξεκάθαρα χαρακτηρίζονται από την πεποίθηση ότι μετριοπαθείς φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις θα οδηγούσαν στην ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα. Ο Μητσοτάκης, λοιπόν, ουδόλως αποτελεί απειλή για τις μεταρρυθμίσεις που αναμένονται από την πλευρά της Ελλάδας.
Άλλη απειλή θα μπορούσε να αποτελεί η οποιαδήποτε ρήξη με τους δανειστές και τους θεσμούς όσον αφορά οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση ίσως αποπειραθεί ο Μητσοτάκης. Αλλά και πάλι, ο Κυριάκος, για όσα στραβά και εάν μπορούν να του καταλογιστούν, ένα πράγμα που σίγουρα δεν είναι: πόλος αναξιοπιστίας στη διεθνή σκηνή. Αυτό που για πολλούς εσωτερικά αποτελεί αντικίνητρο, λόγο μιας εχθρικής αντίληψης προς εξωγενείς φιλίες και συνεργασίες, αποτελεί κίνητρο για τις αγορές να συνεχίσουν το prop up της ελληνικής οικονομίας.
Επομένως, ο Τσίπρας αποτελεί τον φουριόζο που έγινε αρνάκι και ο Μητσοτάκης το poster boy ευρωκεντρικού εθνικού ηγέτη. Είτε γίνει λοιπόν το αναμενόμενο και κερδίσει ο Κυριάκος, καρφί δε τους καίγεται, είτε κερδίσει ο Τσίπρας, ομοίως. Για αυτούς σημασία έχει ότι η Ελλάδα θα αποτελεί πηγή κέρδους και μάλιστα σχετικά ασφαλούς. Επομένως, οι οίκοι αξιολόγησης αναμένεται να προσαρμόσουν τις μετρήσεις τους με βάση το ασφαλές ενδιαφέρον της αγοράς.
Άξιο αναφοράς είναι επίσης, ότι το διεθνές περιβάλλον πριμοδοτεί επενδύσεις στην Ελλάδα. Το φαινόμενο εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνα αποτελεί αντικίνητρο για περαιτέρω επενδύσεις στις ΗΠΑ, ενώ η Κίνα είναι ήδη κορεσμένη. Η Ευρώπη παραμένει οικονομικά στάσιμη, και η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με το Η.Β. ουδόλως βοηθά στην αξιοπιστία από πλευράς επενδυτών. Η Ιαπωνία όπου βλέπει τους δασμούς, που επηρεάζουν την αυτοκινητοβιομηχανία, να μειώνονται από πλευράς Ευρώπης, και να αυξάνονται οπουδήποτε αλλού, δεν αποτελεί την πιο αξιόπιστη πηγή κερδοφορίας.
Η στροφή λοιπόν των επενδυτών προς την Ελλάδα, όπου υπάρχουν ακόμα περιθώρια ανάπτυξης, αποτελεί την λογική συνέχεια.
Ο μόνος φόβος που παραμένει από μικρό μέρος της αγοράς είναι αυτός της έλλειψης δυναμικής ανάπτυξης. Ένας φόβος που προφανώς συνδέεται με την παρατήρηση ότι πρώτον, ο ιδιωτικός τομέας δεν έχει αναπτυχθεί όπως του αρμόζει και δεύτερον, ότι αυτό έχει να κάνει με την υψηλή φορολογία που μαστίζει την Ελληνική οικονομία.
Το ερώτημα είναι το εξής: Θα μειωθεί η φορολογία ώστε να αναπτυχθεί ο ιδιωτικός τομέας; Αυτό ίσως ρισκάρει την ικανοποιητική δημοσιονομική μας απόδοση.
Από την άλλη υπάρχει το έτερο ερώτημα: Θα συνεχίζει να παραμένει σταθερή η φορολογία και θα βασιστούμε στην δημοσιονομική μας εικόνα για να συνεχίσουμε να αντλούμε κεφάλαια; Τότε μάλλον δεν θα υπάρξει δυναμική ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.
Βέβαια, βάση της θεωρίας τόσο της ορθόδοξης οικονομικής σκέψης όσο και της ανορθόδοξης Αυστριακής σχολής, υπάρχει χώρος για μείωση φορολογίας χωρίς να διακυβεύεται η βάση εσόδων του κράτους, καθώς θα υπερκαλύπτονταν από την ανάπτυξη της οικονομίας.
Επομένως, όσον αφορά το εκλογικό τοπίο, μπορεί ο Αλέξης να μην αποτελεί απειλή για την σταθερότητα, αλλά εάν αυτό που η οικονομία χρειάζεται είναι να επανακτήσει ο ιδιωτικός τομέας τον δυναμισμό του, είναι ο Αλέξης ο άνθρωπος για τη δουλεία;
Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική, δεδομένου ότι τα εργαλεία αυτής της κυβέρνησης περιορίζονται στο «πλήρωσε εσύ να πάρει αυτός» και στην στοχευμένη φορολογία.
Όπως και να ‘χει, η εικόνα που έχουμε στο εξωτερικό αυτή τη στιγμή καθώς και οι προσδοκίες που μας αποδίδονται αποτελούν προϊόν προς εκμετάλλευση. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα πάει χαμένο.
Γεννηθείς το 1996 στη Κομοτηνή, είναι φοιτητής του Οικονομικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, με κατεύθυνση στην οικονομική ανάλυση. Διαθέτοντας ακόρεστο ενδιαφέρον για τα πολιτικά, αρθρογραφεί στην κατηγορία των Οικονομικών του OffLine Post.