21.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ Επισφαλής Απασχόληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Η Επισφαλής Απασχόληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση


Της Γεωργίας Παγιαβλά,

Ο Υπουργός Εργασίας Κώστας Χατζηδάκης δήλωσε ότι «η αγορά εργασίας θα γίνει πιο σύγχρονη με το νομοσχέδιο για την προστασία της εργασίας» και υποστήριξε ότι οι μεταρρυθμίσεις θα αφορούν διευθέτηση του ωραρίου εργασίας και τη συμφιλίωση μεταξύ οικογενειακής-επαγγελματικής ζωής (Capital, 2021). Βέβαια, δεν φαίνεται να έχει πείσει την κοινή γνώμη, καθώς η δήλωσή του περί «μαζέματος ελιών» και ότι η 10ωρη εργασία «θα γίνεται μετά από αίτημα του εργαζόμενου» έχει υποστεί καυστική κριτική στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ακόμα, ο Ρουβίκωνας πραγματοποίησε μοτοπορεία έως το σπίτι του Υπουργού, πετώντας τρικάκια με συνθήματα όπως: «Να μη ζήσουμε σα δούλοι» (Popagada, 2021).

Οι «σύγχρονες» αυτές μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας εντείνουν την επισφάλεια, ένα φαινόμενο που έχει τις ρίζες του στη δεκαετία του 1980. Πιο αναλυτικά, μετά την εδραίωση της φιλελεύθερης ατζέντας, η συνδικαλιστική δύναμη, η κοινωνική ασφάλεια και οι νόμοι που διασφαλίζουν την προστασία του εργαζομένου, παίρνουν την κατιούσα και τα αποτελέσματα γίνονται αισθητά από τη δεκαετία του 1990, όταν η ανισότητα αυξάνεται, σε συνδυασμό με τη μείωση του μισθού ως ποσοστού του ΑΕΠ. Όμως, η πιο σημαντική αλλαγή στο περιβάλλον της αγοράς εργασίας είναι η προώθηση της ευέλικτης απασχόλησης. Η οικονομική κρίση του ’90, θέτει την ταφόπλακα στη Φορντιστική περίοδο που χαρακτηρίζεται από σταθερή απασχόληση και κοινωνικές παροχές. Ο νέος διεθνής καταμερισμός της εργασίας, δηλαδή η μετάθεση της παραγωγής στις αναπτυσσόμενες χώρες (λόγω του χαμηλού κόστους εργασίας), επιτρέπουν στον παγκόσμιο καπιταλισμό να ξεπεράσει την κρίση του και να καθιερωθεί ο Πολυεθνικός Καπιταλισμός. Ως αποτέλεσμα, πολλές επιχειρήσεις, για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις πιέσεις του παγκόσμιου ανταγωνισμού, απαιτούν την ευελιξία. Αυτό όμως, από τη σκοπιά του εργαζόμενου μεταφράζεται σε επισφάλεια.

Εικόνα 2 Πηγή: https://www.thenation.com/wp-content/uploads/2015/12/CRABAPPLE_STAH_IMG.jpg

Αν και ο σύγχρονος όρος της επισφάλειας απασχολεί εδώ και μερικές δεκαετίες τους κοινωνιολόγους, μόλις από την κρίση του 2008 και μετά έχει κερδίσει έντονα το ενδιαφέρον των οικονομολόγων (Livanos, I., & Papadopoulos, 2019). Βέβαια, από τη σκοπιά του Μαρξισμού, το φαινόμενο της επισφάλειας δεν είναι κάτι καινούργιο από τη στιγμή που ο καπιταλισμός βασίζεται στην εκμετάλλευση των εργαζομένων, μέσα από την άντληση της υπεραξίας. Η ένταση του βαθμού της εκμετάλλευσης και η μείωση της προστασίας των εργαζομένων, περιγράφει την έννοια της επισφάλειας, αλλά αυτό δεν ακυρώνει το θεμελιακό στοιχείο του καπιταλισμού που αφορά τις εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής, οι οποίες φαίνεται ότι εντείνονται από την κρίση και έπειτα. Η ευρωπαϊκή αγορά εργασίας φαίνεται ότι δεν μπορεί να προσφέρει τις ώρες αλλά και την εργασία που απαιτεί το εργατικό δυναμικό και ένα μεγάλο ποσοστό του ανθρώπινου δυναμικού απασχολείται σε δυσμενείς συνθήκες εργασίας. Από μαρξιστική ή μη πλευρά, το σημείο συμφωνίας είναι ότι ο καπιταλισμός έχει αποτύχει να ξεπεράσει την οικονομική κρίση και να εκπληρώσει την υπόσχεσή του να προσφέρει αξιοπρεπείς και ασφαλείς θέσεις εργασίας.

Ο Gutiérrez‐Barbarrusa (2016) επιδιώκει να μετρήσει εμπειρικά την μεγέθυνση της εργασιακής επισφάλειας στην ΕΕ-15. Υποστηρίζει ότι η επισφάλεια είναι το αποτέλεσμα της ευελιξίας στην εργασία, η οποία εισήχθηκε λόγω της μείωσης της δύναμης της εργασίας έναντι του κεφαλαίου, για λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Να σημειώσω ότι σε προηγούμενο άρθρο μου (διαθέσιμο εδώ) έχω αναφερθεί στη μία διάσταση της επισφάλειας, αυτήν της εργασιακής φτώχειας, ενώ σε αυτό το άρθρο θα εστιάσω στη δεύτερη διάσταση, αυτής της ανασφάλειας.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παραπάνω μελέτης, οι τιμές στον πίνακα παρουσιάζουν τις τιμές της ανασφάλειας για την ΕΕ-15 την περίοδο πριν την κρίση (1995-2007) και μετά την κρίση (2008-2015) και δείχνουν ένα σύνολο αύξησης σχεδόν 4 ποσοστιαίων μονάδων (3,9) μεταξύ των δύο περιόδων, δηλαδή πριν και μετά την κρίση του 2008. Ωστόσο, μια ομάδα χωρών ξεχωρίζει έχοντας επίπεδα ανασφάλειας πάνω από το μέσο όρο: η Ισπανία, ακολουθούμενη από την Ελλάδα και την Πορτογαλία και η Ιταλία στη δεύτερη περίοδο. Μια άλλη ομάδα χωρών εμφανίζει τιμές γύρω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο: Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Σουηδία και Φινλανδία. Τέλος, εντοπίζουμε μια τρίτη ομάδα χωρών που διαθέτει το χαμηλότερο επίπεδο ανασφάλειας: Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Κάτω Χώρες, Δανία, Αυστρία και Λουξεμβούργο.

Πίνακας : Επισφάλεια στην ΕΕ-15 πριν και μετά τη κρίση. Πηγή: Gutiérrez‐Barbarrusa (2016)

Οι χώρες που παρουσιάζουν τις υψηλότερες τιμές ανασφάλειας χαρακτηρίζονται από χαμηλούς ρυθμούς απασχόλησης, υψηλή ανεργία και έντονη ανισότητα και βλέπουμε ότι είναι οι χώρες του Νότου, οι οποίες έχουν υποστεί και τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στα χρόνια της κρίσης. Σύμφωνα με τα παρακάτω δύο διαγράμματα όσο πιο υψηλή (χαμηλή) είναι η ανασφάλεια σχετίζεται με τόσο πιο υψηλά (χαμηλά) ποσοστά ανεργίας.

Γράφημα: Συσχέτιση Ανασφάλειας και Ανεργίας πριν την κρίση (πάνω) μετά την κρίση (κάτω)

Με άλλα λόγια, υπάρχει μια ισχυρή και  θετική συσχέτιση μεταξύ αυτών των μεταβλητών (ανεργία και ανασφάλεια), που αντικατοπτρίζει τις πολιτικές απασχόλησης που εφαρμόστηκαν στη Δυτική Ευρώπη (και στις Ηνωμένες Πολιτείες) από τη δεκαετία του 1980 προκειμένου να μειωθεί η ανεργία. Με στόχο απλά και μόνο τη βελτίωση των αριθμών, αυτές οι πολιτικές ακολουθούν μια καθαρά ποσοτική προσέγγιση με λίγη προσοχή στις ποιοτικές εκτιμήσεις, δηλαδή σε χαρακτηριστικά όπως: αμοιβή, σταθερότητα, συνθήκες εργασίας, προστασία, δικαιώματα, εγγυήσεις κ.λπ. τα οποία πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της στρατηγικής των πολιτικών απασχόλησης. Από την κρίση όμως και έπειτα, η επισφάλεια οξύνθηκε και αυτό είναι αισθητό λόγω της αύξησης της κλίσης στο κάτω γράφημα.

Η μελέτη παρατηρεί επίσης έντονη αρνητική σχέση μεταξύ επισφαλούς απασχόλησης και του κατώτατου μισθού και μεταξύ επισφαλούς απασχόλησης και παραγωγικότητας. Αυτές οι συσχετίσεις υποδηλώνουν για άλλη μια φορά ότι, σε χώρες με υψηλά ποσοστά ανεργίας, οι πολιτικές απασχόλησης βασίζονται σε καθαρά ποσοτικά κριτήρια και, αντιφατικά, δηλαδή δεν λαμβάνουν υπόψη την ποιότητα της εργασίας.

Κλείνοντας, για να είναι βιώσιμες οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης, τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, δεν μπορούν να περιοριστούν μόνο στην εκμετάλλευση της εργασίας ως παράγοντα παραγωγής (ποσοτικά μέτρα), αλλά πρέπει επίσης να εγγυηθούν τη βιωσιμότητα των ανθρώπινων μέτρων (ποιοτικά μέτρα). Η πανδημία και η κρίση που θα ακολουθήσει καθιστούν αυτήν τη συζήτηση ακόμα πιο επιτακτική.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

  • Capital (2021). Κ. Χατζηδάκης: Η αγορά εργασίας θα γίνει πιο σύγχρονη με το νομοσχέδιο για την προστασία της εργασίας. Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση 29/04/2021.

  • Gutiérrez‐Barbarrusa, T. (2016). The growth of precarious employment in Europe: Concepts, indicators and the effects of the global economic crisis. International Labour Review, 155(4), 477-508.
  • Livanos, I., & Papadopoulos, O. (2019). Theory, Concepts and EU Context. In The Rise of Precarious Employment in Europe. Emerald Publishing Limited.
  • Propaganda (2021). Μοτοπορεία του Ρουβίκωνα έξω από το σπίτι του Κ. Χατζηδάκη ενάντια στην κατάργηση του 8ωρου. Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση 29/04/2021.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Παγιαβλά
Γεωργία Παγιαβλά
Αποφοίτησε από το Tμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ, παράλληλα, ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Απασχολήθηκε σε μια αστική ΜΚΟ για την Απολιγνιτοποίηση στη Μεγαλόπολη και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο Tμήμα Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο με κατεύθυνση Χωρικές Πολιτικές και Ανάπτυξη στην Ευρώπη. Συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο, ενώ, συγχρόνως, φοιτά στο προπτυχιακό Τμήμα της Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ. Χόμπυ της η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και οι περίπατοι στην Αθήνα.