Της Εύας Πάντελη,
Απομόνωση και αποξένωση. Δύο λέξεις τόσο επίκαιρες και τόσο συνηθισμένες. Είναι «σημάδι των καιρών», απόρροια της καραντίνας. Για το λόγο αυτό, οι δύο αυτές λέξεις μας φαίνονται αδιάφορες, άρα ασήμαντες. Δεν είναι όμως. Έχουν πολύ μεγαλύτερες συνέπειες και αντίκτυπο στην ζωή μας και σίγουρα αυτές θα «παραμονεύουν», όταν θα επανέλθει ξανά η κοινωνία στην πλήρη λειτουργία της και απαλλαχτεί από την πανδημία.
Το τι σημαίνει απομόνωση πάνω κάτω στις μέρες μας, για πρακτικούς λόγους, όλοι το γνωρίζουμε. Όταν όμως αυτή είναι ψυχική, λειτουργεί αρνητικά για κάθε άνθρωπο, αφού αυτή ενδέχεται να τον οδηγήσει σε ψυχικές ασθένειες. Δεν είναι κάτι, λοιπόν, που πρέπει να εκλαμβάνεται «ελαφρά τη καρδία». Αντίθετα, πρέπει να υπάρξει συλλογική συνειδητοποίηση και μέριμνα για την αποφυγή της. Οι λόγοι; Πέρα από την καραντίνα και την χρονική έκταση όλης της «νέας κατάστασης» που βιώνουμε λόγω του κορωνοϊού και του φόβου-προσπάθειας για προφύλαξη από αυτόν, πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψιν την ψυχική απομόνωση και τελικά την αποξένωση που νιώθει το άτομο μέσω αυτής.
Προφανώς, εννοείται ότι η ύπαρξη αυτού του κοινωνικού φαινομένου δεν έχει δημιουργηθεί τώρα ή μόνο με αφορμή αυτόν τον παράγοντα. Τα αισθήματα αυτά στους ανθρώπους είναι πολυπαραγοντικά, πολυεπίπεδα και προϋπήρχαν ήδη στην κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, όμως, πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα και κατάλληλα, όταν εντοπίζονται. Τόσο η απομόνωση όσο και η αποξένωση φθείρουν με τον καιρό τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι «κοινωνικό ον» άρα χρειάζεται να κοινωνικοποιείται και να νιώθει μέρος ενός συνόλου (ή τουλάχιστον αυτό ισχύει για την πλειονότητα των ατόμων). Όταν, λοιπόν, αυτός ο άνθρωπος ξαφνικά περιορίζεται, απομονώνεται και «βγαίνει» από την καθημερινότητά του, τότε είναι που μπορεί εύκολα να αισθανθεί και ψυχικά αδύναμος. Η συνήθεια ενός τέτοιου τρόπου ζωής που αποδίδεται στα μέτρα προστασίας από έναν ιό που μπορεί να προσβάλλει το άτομο σωματικά, μπορεί ταυτόχρονα να τον επηρεάσει βαθμιαία και ψυχικά. Γιατί;
Η αποξένωση έρχεται όταν συνηθίζουμε την απομόνωση. Δεδομένων των συνθηκών και των «αποστάσεων» που καλώς λαμβάνονται ως μέτρα, οι πολίτες εισέρχονται σε μία κατάσταση, στην οποία η φυσική παρουσία και η ανθρώπινη κοινωνικοποίηση δεν ενδείκνυνται για λόγους υγείας. Η κατάσταση όμως αυτή φαίνεται να επιδεινώνει ψυχικά τα ήδη επιβαρυμένα με ψυχικές ασθένειες άτομα και παράλληλα καλλιεργεί «πρόσφορο έδαφος» για ύπαρξη αυτών σε άλλους ανθρώπους. Έτσι, η συνήθεια του να μην υπάρχουν ανθρώπινες επαφές, πιθανώς, να οδηγήσει σε ψυχική απομόνωση του ατόμου, αφού πλέον με αυτό τον τρόπο έχει δημιουργηθεί η σημερινή πραγματικότητα. Το άτομο κλείνεται στον εαυτό του και μένει μόνο του με τις σκέψεις του. «Πολλές φορές, αυτό δεν είναι κακό.», θα μπορούσε κάποιος να επισημάνει και συμφωνούμε. Ωστόσο, όταν αυτή είναι η μόνη κατάσταση που καλείται να ζήσει, τότε έρχεται η υπερβολή καθώς και η αρνητική πλευρά, που προσδίδει μόνο βάρος στην ψυχική υγεία. Με αυτό τον τρόπο ενισχύεται η αποξένωση. Καλώς ή κακώς, το γνωστό πλέον για όλους «6» της σωματικής άσκησης δεν μπορεί να λειτουργήσει από μόνο του σαν απόδραση από αυτήν την πραγματικότητα.
Πρέπει και εμείς οι ίδιοι να δουλέψουμε με τον εαυτό μας, να τον προστατέψουμε στον βαθμό που μπορούμε από τις πιθανές αρνητικές επιδράσεις της και να αισιοδοξούμε για το μέλλον. Αν αυτό δεν είναι εφικτό από εμάς τους ίδιους, τότε ας ζητήσουμε την αρμόζουσα βοήθεια γιατί και αυτή είναι ανά περιπτώσεις θεμιτή και αναγκαία για την αυτοβελτίωση μας.