Της Παναγιώτας Σιαμπάκου,
Καταγεγραμμένα περιστατικά αστυνομικής βίας, πολλά. Πραγματικές αιτίες πίσω από αυτά, πουθενά. Τι συμβαίνει λοιπόν με τα φαινόμενα αστυνομικής βίας στην Ελλάδα; Πώς προκύπτει και βρίσκονται συχνά πυκνά στην επικαιρότητα και γιατί έχει επικρατήσει ο όρος «αστυνομική βία» ως τέτοιος, τι ακριβώς επιδιώκει να προσδιορίσει; Η προσέγγιση του φαινομένου δεν αποτελεί ιδιαίτερα εύκολο εγχείρημα, καθώς κάθε περιστατικό εξάπτει συνήθως δύο δίπολα αντιδράσεων: Από τη μία πλευρά όσοι καταδικάζουν τη βία από όπου και αν προέρχεται, συνεπώς και τη βία των αστυνομικών και από την άλλη όσοι θεωρούν ότι «προκάλεσε την τύχη του, δεν υπάκουσε στις αστυνομικές εντολές, του άξιζε αυτή η μεταχείριση».
Το φως της επικαιρότητας είδε προ ολίγων ημερών ένα αδιανόητο περιστατικό αστυνομικής βίας στην πόλη της Αθήνας που πυροδότησε για ακόμη μία φορά πληθώρα αντιδράσεων. Λόγος γίνεται για έναν 20χρονο οδηγό μοτοσικλέτας, ο οποίος δεν ανταποκρίθηκε σε σήμα ομάδας «ΔΙΑΣ» να σταματήσει σε μπλόκο. Προκειμένου να διαφύγει των αστυνομικών, φοβούμενος τις κυρώσεις καθώς ο ίδιος δε διέθετε την απαραίτητη άδεια διπλώματος που αντιστοιχούσε στα κυβικά της μηχανής που επέβαινε, ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα, ενώ παράλληλα πραγματοποιούσε επικίνδυνους ελιγμούς, παραβιάζοντας ερυθρούς σηματοδότες και προβαίνοντας σε ποικίλες παραβιάσεις του ΚΟΚ. Την πορεία του ανέκοψε ελαφριά πρόσκρουση πάνω σε αυτοκίνητο, από την οποία δεν προκλήθηκαν σοβαρές υλικές και σωματικές βλάβες.
Από το σημείο αυτό και έπειτα ξεκινάει ο «παραλογισμός» των πράξεων των αστυνομικών που πραγματοποιούσαν την καταδίωξη. Αρχικά καθίσταται απαραίτητο να αναφερθεί, για την αποφυγή αντιφάσεων, πως η συμπεριφορά του 20χρονου οδηγού και οι κινήσεις στις οποίες προέβη προκειμένου να αποφύγει τον έλεγχο της αστυνομίας, κρίνονται αδιαμφησβήτητα παράνομες και άκρως επικίνδυνες, όχι μόνο για τη σωματική του ακεραιότητα, αλλά και για τις επισφαλείς συνθήκες οδήγησης που δημιούργησε, θέτοντας σε κίνδυνο τους υπόλοιπους οδηγούς. Η προφανής — νόμιμη διαδικασία που όφειλε να ακολουθηθεί από τις δυνάμεις των ΔΙΑΣ, θα έπρεπε να είναι η σύλληψή του και η μετέπειτα επιβολή κυρώσεων / ποινών για όσες παράνομες πράξεις διέπραξε από την αποφυγή του ελέγχου και έπειτα.

Δυστυχώς όμως τα γεγονότα δεν εκτυλίχθηκαν κατ’ αυτόν τον τρόπο, αντιθέτως χώρο έλαβαν αναπάντεχες, απάνθρωπες πράξεις από πλευράς των αστυνομικών που επιβεβαιώνουν τους λόγους ύπαρξης του όρου «αστυνομική βία». Έπειτα από την πρόσκρουση του νεαρού, αστυνομικός της ομάδας ΔΙΑΣ τον πλησίασε και αφότου εκείνος πρόλαβε μονάχα να φωνάξει «φοβήθηκα συγγνώμη», ξεκίνησε να τον χτυπούν έντονα στο κεφάλι με τον ασύρματο. Παρά τις προσπάθειες του 20χρονου να διαφύγει του ξυλοδαρμού, βάζοντας τα χέρια στο πρόσωπο, εκείνος συνέχιζε να τον χτυπάει ανελέητα στο κεφάλι και στο σώμα, ακόμη και τη στιγμή που ο νεαρός φαινόταν να χάνει τις αισθήσεις του. Το περιστατικό συνεχίστηκε για κάποια λεπτά, αφότου του πέρασαν και χειροπέδες, γεγονός που μαρτυρά το μένος των αστυνομικών, οι οποίοι τερμάτισαν τις πράξεις τους τη στιγμή που πέρασε τυχαία από το σημείο ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, ο διασώστης του οποίου απομάκρυνε τον αστυνομικό που χτυπούσε τον 20χρονο και του παρείχε τις πρώτες βοήθειες.
Ακόμη και τη στιγμή εκείνη καταγγέλλεται πως αστυνομικός συνέχισε να τον βαρά στα πόδια. Η κατάληξη του περιστατικού; Η διακομιδή του, αιμόφυρτου πλέον, νεαρού στην εντατική μονάδα με βαρύτατους τραυματισμούς κυρίως στην περιοχή του προσώπου, δίχως τις αισθήσεις του, έχοντας ακόμη, σύμφωνα με καταγγελίες του ίδιου, της οικογένειας και του δικηγόρου τους, σημάδια στο πρόσωπο από τον ασύρματο, γεγονός που επιβεβαιώνει τα γεγονότα. Αναμένεται η ιατροδικαστική εξέταση η οποία τείνει να επικυρώσει το γεγονός, καθώς από την πρόσκρουση της μοτοσικλέτας και την ελαφρά πτώση του οδηγού δεν προκλήθηκε, όπως αναφέρει και ο πατέρας του θύματος, «καμία γρατζουνιά». Η θλιβερή κατάσταση της υγείας του 20χρονου φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της φρικαλεότητας των πράξεων του αστυνομικού και των συνυπευθύνων του, οι οποίοι δεν απέτρεψαν τις βιαιότητες.
Το απάνθρωπο αυτό περιστατικό εύλογα παράγει την εξής απορία: Γιατί; Ποιος έχει προσδώσει το δικαίωμα στις αστυνομικές δυνάμεις να προβαίνουν σε φρικαλέες πράξεις βίας; Όπως προαναφέρθηκε, η μη συμμόρφωση του 20χρονου στα σήματα της αστυνομίας αποτελεί σοβαρή παράβαση. Αρκεί αυτό για να δικαιολογηθεί το μένος με το οποίο ξυλοκοπούσε επί ώρα ο αστυνομικός τον νεαρό; Γίνεται προφανές ότι αναφερόμαστε σε ένα αδικαιολόγητο περιστατικό αστυνομικής βίας, η οποία πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από την κατάχρηση εξουσίας από πλευράς των ένστολων. Η άσκηση βίας, στην εν λόγω περίπτωση κυρίως σωματικής συμπεριλαμβανομένης λεκτικής και ψυχολογικής, καταδικάζεται από όποια πηγή και να προέρχεται, ενώ παράλληλα οφείλεται να υπογραμμιστεί πως δεν υπάρχει καμία κατοχύρωση άσκησης «έννομης ή κρατικής βίας» για τα εντεταλμένα όργανα του κράτους, τους αστυνομικούς.

Αντιθέτως σύμφωνα με το άρθρο 7 του Συντάγματος «Τα βασανιστήρια, οποιαδήποτε σωματική κάκωση, βλάβη υγείας, ή άσκηση ψυχολογικής βίας, καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας απαγορεύονται και τιμωρούνται, όπως νόμος ορίζει.» Παρά τη νομοθετική απαγόρευση όμως, παρατηρούμε ότι τα περιστατικά αστυνομικής βίας όχι μόνο δεν εκλείπουν αλλά πληθαίνουν. Τι είναι αυτό που παρακινεί έναν άνθρωπο να βιαιοπραγήσει πάνω σε έναν άλλον; Η εξουσιαστική δύναμη που προσδίδει το κράτος στα εντεταλμένα όργανά του πολλές φορές καταχράζεται και παραποιείται με αποτέλεσμα αστυνομικοί να εκμεταλλεύονται τη θέση ισχύος τους και να προβαίνουν σε βίαιες σωματικές και λεκτικές πράξεις. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί το γενικότερο πλαίσιο ατιμωρησίας που επικρατεί γύρω από τις βιαιότητες των αστυνομικών, καθώς δεν είναι λίγα τα περιστατικά για τα οποία δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις και τα γεγονότα «θάφτηκαν» στη διάρκεια του χρόνου.
Αξιοποιώντας διάσημα έργα ψυχαναλυτών οι οποίοι αναφέρονται στην θεωρία της «Ψυχολογίας των μαζών» διαθέτουμε την ικανότητα να προσδώσουμε μία επιπλέον διάσταση στο φαινόμενο της αστυνομικής βίας. Συνοπτικά λοιπόν, σύμφωνα με την παραπάνω θεωρία, το άτομο που εισέρχεται σε μία «μάζα» μεταξύ άλλων, βιώνει ένα αίσθημα ακατανίκητης κυριαρχίας και ανωνυμίας που προσφέρει η «μάζα», η οποία του επιτρέπει να ενδίδει σε ενορμήσεις που θα έπρεπε να τιθασεύσει εάν ήταν μόνο του. Επιπλέον, κατά τη συνύπαρξη των ατόμων μιας μάζας οι ατομικές αναστολές μειώνονται ή εγκαταλείπονται εντελώς, με σκοπό την αφύπνιση της ελεύθερης ικανοποίησης των ενορμήσεων, των βίαιων και καταστροφικών ενστίκτων που υποβόσκουν στο άτομο ως υπολείμματα. Η εκδήλωση λοιπόν του ασυνειδήτου, στο οποίο ενυπάρχει όλο το έμφυτο κακό της ανθρώπινης ψυχής, είναι κι εκείνη που παρακινεί το άτομο σε τέτοιες συμπεριφορές μέσα στο πλαίσιο ασφάλειας της «μάζας».
Σύμφωνα με τον Le Bon, «όποιος γίνεται μέρος ενός πλήθους, ακόμη κι αν είναι λογικός και καλοπροαίρετος, είναι πιθανό να γίνει ανορθολογικός, βάναυσος και ζωώδης». Μία τέτοια ανάγνωση της «Ψυχολογίας των Μαζών» δύναται να προσεγγίσει το φαινόμενο της αστυνομικής βίας, εξηγώντας πως η επίδοση των αστυνομικών σε βίαιες πράξεις δύναται να οφείλεται στην ανάδυση των δικών τους απωθημένων ενορμήσεων που εκδηλώνονται απροκάλυπτα μέσα στο «προστατευόμενο» περιβάλλον της «μάζας», εν προκειμένω το αστυνομικό σώμα, αναδύοντας συμπεριφορές οι οποίες υπό άλλες συνθήκες δε θα εκδηλώνονταν ποτέ.
Η παράθεση αυτή δε λειτουργεί συμπεριληπτικά, ούτε μαζοποιεί όλους τους αστυνομικούς μέσα σε αυτή. Επιδιώκει να παραθέσει μία εξήγηση για όλους εκείνους που αποδεδειγμένα έχουν προβεί σε βιαιοπραγίες φορώντας τη στολή του αστυνομικού, καλύπτοντας μία από τις πολλές πτυχές του ερωτήματος «γιατί», το οποίο διχάζει την κοινή γνώμη, διαστρεβλώνει την αλήθεια και παράγει κοινωνικά δίπολα.
ΕΝΔΕΙΚΙΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Freud (2012), Ψυχολογία των μαζών και ανάλυση του εγώ, Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνική Παιδεία
- J. Hewer, E. Lyons, Πολιτική ψυχολογία: Mία κοινωνιοψυχολογική προσέγγιση, Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο
- Κηφισιά: Το χρονικό του ξυλοδαρμού του 20χρονου οδηγού μηχανής από αστυνομικούς, dnews.gr, διαθέσιμο εδώ