13.8 C
Athens
Τρίτη, 29 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΌταν τα κράτη παραβαίνουν: Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως θεματοφύλακας του δικαίου

Όταν τα κράτη παραβαίνουν: Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως θεματοφύλακας του δικαίου


Της Ξένης Φλώρου,

Η ομαλή λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στηρίζεται θεμελιωδώς στην πιστή και συνεπή εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου από όλα τα κράτη-μέλη. Ωστόσο, η πραγματικότητα δείχνει πως δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου οι εθνικές αρχές, είτε με πράξεις είτε με παραλείψεις, αποκλίνουν από τις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής έννομης τάξης. Οι παραβιάσεις αυτές δεν πλήττουν απλώς τη νομική συνοχή της Ένωσης, αλλά υπονομεύουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη και την ισότητα μεταξύ των κρατών.

Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρουν σαφείς και συγκεκριμένες υποχρεώσεις που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο. Η μη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις αυτές συνιστά παράβαση, η οποία μπορεί να λάβει ποικίλες μορφές. Οι παραβάσεις μπορεί να αφορούν την υιοθέτηση εθνικών νομοθετικών πράξεων, όπως νόμοι, προεδρικά διατάγματα ή υπουργικές αποφάσεις, που έρχονται σε αντίθεση με το ενωσιακό δίκαιο, ή τη διαμόρφωση διοικητικών πρακτικών από τις εθνικές αρχές που παρεμποδίζουν την πλήρη και ορθή εφαρμογή του. Εξίσου σοβαρή είναι και η περίπτωση παθητικής παράβασης, όπως η καθυστέρηση ή η αδράνεια στη λήψη των αναγκαίων εσωτερικών μέτρων για την ενσωμάτωση και εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανόνων.

Μέσα από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναδείχθηκε και η έννοια της γενικής και συστηματικής παράβασης που προκύπτει όταν σωρευτικά διαπιστώνονται πολλαπλές επιμέρους παραβάσεις, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους και αφορούν υποχρεώσεις που απορρέουν από μία ή περισσότερες παρόμοιες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης. Τέτοιες περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από ευρεία έκταση, χρονική διάρκεια, σοβαρότητα και μια γενικευμένη πρακτική παραβίασης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε προσφυγή κατά το άρθρο 258 ΣΛΕΕ.

Πηγή εικόνας: unsplash.com / Δικαιώματα χρήσης: Guillaume Périgois

Ένα ενδιαφέρον ζήτημα που έχει απασχολήσει τη νομολογία είναι το εξής: αρκεί η ύπαρξη μιας εθνικής διάταξης που έρχεται σε αντίθεση με το ενωσιακό δίκαιο για να στοιχειοθετηθεί παράβαση ή απαιτείται και η εφαρμογή της; Στην υπόθεση 28/69 Επιτροπή κατά Ιταλίας, το Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υφίσταται παράβαση αν το επίμαχο μέτρο, εν προκειμένω ένας φόρος κατανάλωσης, δεν εφαρμόστηκε στην πράξη. Ωστόσο, με την απόφαση 167/73 Επιτροπή κατά Γαλλίας, η προσέγγιση αυτή αναθεωρήθηκε. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ακόμη και η απλή διατήρηση μιας εθνικής νομοθεσίας που αντιβαίνει στο ευρωπαϊκό δίκαιο αρκεί για να δημιουργηθεί μια κατάσταση νομικής αβεβαιότητας και, συνεπώς, συνιστά παράβαση. Αυτή είναι και η πάγια νομολογιακή θέση μέχρι σήμερα.

Τι διαδικασία ακολουθείται μόλις διαπιστωθεί παράβαση; Η προσφυγή λόγω παραβάσεων αποτελεί βασικό εργαλείο της Επιτροπής για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης των κρατών-μελών προς το ενωσιακό δίκαιο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνεται για ενδεχόμενες παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου είτε μέσω καταγγελιών είτε με δική της πρωτοβουλία. Ωστόσο, η απόφαση να κινήσει επισήμως τη διαδικασία δεν αποτελεί νομική της υποχρέωση, αλλά υπάγεται στη διακριτική της ευχέρεια. Συνεπώς, η αδράνεια της Επιτροπής σε τέτοιες περιπτώσεις δε γεννά δικαίωμα προσφυγής κατά παραλείψεως εις βάρος της.

Αν η Επιτροπή κρίνει ότι συντρέχει λόγος έναρξης της διαδικασίας, αποστέλλει στο εμπλεκόμενο κράτος-μέλος προειδοποιητική επιστολή, με την οποία του ζητά να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Με τον τρόπο αυτό εγκαινιάζεται ένας άτυπος διάλογος μεταξύ των δύο μερών, με στόχο τη διαλεύκανση της υπόθεσης και, ενδεχομένως, την αποφυγή της προσφυγής στο Δικαστήριο. Εφόσον οι εξηγήσεις του κράτους κριθούν ανεπαρκείς, η Επιτροπή προχωρά στο επόμενο βήμα, αποστέλλοντας όχληση, στην οποία ορίζει προθεσμία συμμόρφωσης και ζητά τον άμεσο τερματισμό της παράβασης. Το στάδιο αυτό εξυπηρετεί ένα διττό σκοπό: αφενός, να δώσει στο κράτος τη δυνατότητα να τεκμηριώσει τη θέση του και, ενδεχομένως, να πείσει την Επιτροπή και, αφετέρου, να το ωθήσει στη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του.

Αν το κράτος εξακολουθεί να επιμένει στις θέσεις του, και η Επιτροπή θεωρεί ότι η παράβαση εξακολουθεί να υφίσταται, τότε αποστέλλει αιτιολογημένη γνώμη. Μέσω αυτής διατυπώνει σαφώς τα πραγματικά γεγονότα και τους νομικούς λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι το κράτος έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του. Παράλληλα, προτείνει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα, θέτει προθεσμία για συμμόρφωση, δίνει στο κράτος την ευκαιρία να αμυνθεί και, τέλος, καθορίζει με ακρίβεια το αντικείμενο της ενδεχόμενης δικαστικής διαφοράς.

Σε περίπτωση που η προσφυγή δεν ασκείται από την Επιτροπή αλλά από ένα άλλο κράτος-μέλος κατά ενός άλλου, σύμφωνα με το άρθρο 259 ΣΛΕΕ, η διαδικασία είναι απλούστερη: το ενδιαφερόμενο κράτος οφείλει να υποβάλει το ζήτημα στην Επιτροπή, χωρίς τυπικές διατυπώσεις. Αρκεί να αναφέρει τα πραγματικά περιστατικά και την πρόθεσή του να προχωρήσει σε προσφυγή.

Πηγή εικόνας: unsplash.com / Δικαιώματα χρήσης: Tingey Injury Law Firm

Στο πλαίσιο της αποδεικτικής διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, το κράτος μέλος δεν αρκεί να προβάλει μια γενική άρνηση της παράβασης, ιδίως όταν η Επιτροπή έχει προσκομίσει επαρκή στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξή της. Αντίθετα, φέρει το βάρος να αντικρούσει ουσιαστικά τα αποδεικτικά μέσα και να αμφισβητήσει τόσο την ακρίβεια των στοιχείων όσο και τη νομική ή πραγματική βαρύτητά τους.

Σε περίπτωση που το Δικαστήριο διαπιστώσει παράβαση, σύμφωνα με το άρθρο 260 ΣΛΕΕ, το εμπλεκόμενο κράτος οφείλει να συμμορφωθεί άμεσα με την απόφαση, η οποία έχει αναγνωριστικό χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να άρει πλήρως την παραβίαση και να εξαλείψει τις συνέπειές της χωρίς καθυστέρηση.

Συμπερασματικά, η συμμόρφωση των κρατών-μελών με το ενωσιακό δίκαιο δεν αποτελεί απλώς νομική υποχρέωση, αλλά βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση της ενότητας, της ισονομίας και της εμπιστοσύνης στο εσωτερικό της Ένωσης. Η διαδικασία της προσφυγής λόγω παραβάσεως και η σχετική νομολογία αναδεικνύουν τη σημασία της θεσμικής συνέπειας και της έγκαιρης αντίδρασης απέναντι σε αποκλίσεις που απειλούν το ευρωπαϊκό κεκτημένο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Βασίλειος Χριστιανός, Ρεβέκκα Παπαδοπούλου (2021), Εισαγωγή στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ξένη Φλώρου
Ξένη Φλώρου
Γεννήθηκε το 2002 στην Αθήνα όπου και μεγάλωσε. Σπουδάζει στη Νομική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τον τομέα του εμπορικού και του ποινικού δικαίου. Στον ελεύθερο χρόνο της, επιλέγει να ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό, τη μουσική και την εξερεύνηση νέων προορισμών, μέσα από ταξιδιωτικές εμπειρίες.