20.9 C
Athens
Σάββατο, 26 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο: Νομικές προεκτάσεις και...

Η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο: Νομικές προεκτάσεις και η επικείμενη πιλοτική δίκη του ΣτΕ


Της Ταξιαρχούλας Ματζουράνη, 

Το ζήτημα της επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους έχει επανέλθει δυναμικά στη δημόσια και νομική συζήτηση, ιδίως μετά την πρόσφατη απόφαση για εκδίκαση της υπόθεσης στο πλαίσιο της πιλοτικής δίκης από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Η υπόθεση εγείρει κρίσιμα ζητήματα συνταγματικότητας, δημοσιονομικών περιορισμών και προστασίας των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα. Σε αυτό το άρθρο θα εξετάσουμε το ιστορικό πλαίσιο, τις νομικές βάσεις των διεκδικήσεων, τη σημασία της πιλοτικής δίκης που προγραμματίζεται στο ΣτΕ, καθώς και τις πιθανές επιπτώσεις της απόφασης, τόσο για τη δημόσια διοίκηση όσο και για το ευρύτερο εργατικό και δημοσιονομικό περιβάλλον της χώρας.

Ο 13ος και 14ος μισθός στον δημόσιο τομέα, υπό μορφή δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματος άδειας, καταργήθηκαν ουσιαστικά με τον Ν. 4093/2012, στο πλαίσιο των μέτρων λιτότητας που επιβλήθηκαν από τα μνημόνια. Η κατάργηση αυτή, προκάλεσε σειρά αντιδράσεων, καθώς θεωρήθηκε ότι θίγει βασικά εργασιακά και συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα. Ήδη από το 2015, πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι προσέφυγαν στα διοικητικά δικαστήρια διεκδικώντας αναδρομικά τις περικοπές, ενώ ορισμένες αποφάσεις πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων δικαστηρίων είχαν κρίνει, ότι η κατάργηση ήταν αντίθετη στο Σύνταγμα, στις αρχές της αναλογικότητας και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης των πολιτών.

Η διεκδίκηση της επαναφοράς των δύο επιδομάτων εδράζεται κυρίως στα ακόλουθα νομικά επιχειρήματα:

  • Συνταγματικές Διατάξεις: Καταρχάς, γίνεται επίκληση του άρθρου 22 του Συντάγματος περί δικαιώματος στην εργασία και της υποχρέωσης του κράτους να διασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και αμοιβής. Επίσης, προβάλλεται το άρθρο 25 παρ. 1, που προστατεύει την αρχή της αναλογικότητας, καθώς και το άρθρο 4 παρ. 5 για την αρχή της ισότητας στα δημόσια βάρη.
  • Αρχή της Προστατευόμενης Εμπιστοσύνης: Η επί πολλά έτη καταβολή των επιδομάτων δημιούργησε μια εύλογη προσδοκία στους εργαζομένους, η οποία δε μπορεί να αναιρεθεί χωρίς επαρκή και αιτιολογημένο λόγο.
  • Διεθνείς Συμβάσεις: Σημειώνεται επίσης η παραβίαση διεθνών υποχρεώσεων της Ελλάδας, όπως ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης και οι Συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), που προβλέπουν την προστασία των μισθών και της εργασιακής σταθερότητας.
Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: pixabay

Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε πρόσφατα να εντάξει την υπόθεση στην πιλοτική δίκη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3900/2010. Η απόφαση αυτή ελήφθη καθώς διαπιστώθηκε ότι εκκρεμούν εκατοντάδες σχετικές αγωγές σε διοικητικά δικαστήρια ανά τη χώρα και το ζήτημα έχει γενικότερη σημασία για τη δημόσια διοίκηση και την εθνική οικονομία. Η πιλοτική δίκη επιτρέπει στο ΣτΕ να αποφανθεί δεσμευτικά για κρίσιμα νομικά ζητήματα, και στη συνέχεια να εφαρμοστεί η απόφαση αυτή ομοιόμορφα από τα λοιπά δικαστήρια. Επομένως, η σημασία της είναι καταλυτική, καθώς μια ευνοϊκή για τους εργαζόμενους απόφαση θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για ευρύτατες αναδρομικές διεκδικήσεις. Η νομολογία του ΣτΕ ως προς το θέμα παρουσιάζει εξελικτική πορεία. Σε παλαιότερες αποφάσεις (όπως η υπ’ αριθ. 668/2012), το Δικαστήριο είχε δεχτεί ότι σε εξαιρετικές δημοσιονομικές συνθήκες επιτρέπονται παρεμβάσεις στην αμοιβή των δημοσίων υπαλλήλων. Ωστόσο, στη συνέχεια, και υπό την πίεση της ενωσιακής νομολογίας, το Δικαστήριο έτεινε να ενισχύσει την αρχή της αναλογικότητας και να ελέγχει αυστηρότερα τις κρατικές παρεμβάσεις.

Αντίθετα, η Διοίκηση δια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους επιμένει ότι η κατάργηση των δώρων ήταν αναγκαία λόγω της οξείας δημοσιονομικής κρίσης και ότι η επαναφορά τους θα επιβάρυνε δυσανάλογα τον κρατικό προϋπολογισμό. Η ενδεχόμενη αποδοχή των αξιώσεων από το ΣτΕ θα έχει πολλαπλές επιπτώσεις. Υπολογίζεται ότι το κόστος της καθολικής επαναφοράς και αναδρομικής καταβολής των δώρων στους δημοσίους υπαλλήλους μπορεί να υπερβεί τα 2 δισ. ευρώ ετησίως, γεγονός που θα δημιουργούσε πιέσεις στον προϋπολογισμό και στους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας. Επιπλέον, μια τέτοια απόφαση θα απαιτούσε άμεση αναπροσαρμογή των μισθολογικών πολιτικών, κάτι που ενδέχεται να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα (π.χ. συνταξιούχοι, ένστολοι), ενώ θα δημιουργούσε ένα δεσμευτικό νομολογιακό προηγούμενο για σειρά άλλων υποθέσεων, σχετικά με περικοπές αποδοχών στο Δημόσιο και θα αποτελούσε βαρόμετρο για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας σε περίοδο κρίσης.

Στον αντίποδα, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕνΔΕ), εξέδωσε στις 31 Μαρτίου 2025 δελτίο τύπου, υπογραμμίζοντας ότι η καταβολή του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους αποτελεί υποχρέωση της κυβέρνησης και εκφράζοντας την απογοήτευσή της, για την άρνηση του Υπουργείου Οικονομικών να δεχτεί το αίτημά της για συνάντηση, το οποίο εκκρεμεί εδώ και επτά μήνες. Η Ένωση κάνει λόγο για ένδειξη έλλειψης σεβασμού, ιδιαίτερα σε μια περίοδο έντονης κοινωνικής αμφισβήτησης των θεσμών και επισημαίνει ότι η επαναφορά των δώρων είναι ζήτημα θεσμικής τάξης και κοινωνικής δικαιοσύνης, τονίζοντας την ανάγκη για άμεση ανταπόκριση από την πλευρά της κυβέρνησης. Ειδικότερα, η Ένωση τονίζει ότι τα δώρα αποτελούν μέρος της απλήρωτης εργασίας των εργαζομένων και έχουν ιστορική σημασία, ενώ αναφέρει ότι η αναστολή τους, που ξεκίνησε λόγω της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 2010, έχει πλέον μετατραπεί σε μόνιμη κατάργηση. Επιπλέον, υπογραμμίζει ότι τα επίσημα στοιχεία της Eurostat δείχνουν αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά 7,7% την τελευταία τετραετία, ποσοστό υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ. Κατά συνέπεια, η ΕνΔΕ θεωρεί ότι η συνέχιση της αποστέρησης των δώρων είναι πολιτική επιλογή και όχι δημοσιονομική αναγκαιότητα.​

Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: alfavita.gr

Συμπερασματικά, η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους συνιστά ένα σύνθετο νομικό και πολιτικό ζήτημα, στο οποίο συγκρούονται αρχές του Συνταγματικού Δικαίου με τις πρακτικές ανάγκες της οικονομικής πολιτικής. Η επικείμενη πιλοτική δίκη στο ΣτΕ δεν είναι απλώς μια διαδικαστική και τεχνική υπόθεση· αποτελεί σημείο καμπής για το δικαϊκό μας σύστημα και τη θεσμική λειτουργία της Δικαιοσύνης σε περιόδους κρίσης. Το ερώτημα που καλείται να απαντήσει το ΣτΕ είναι βαθύτατα θεσμικό: ποια είναι τα όρια του δημοσιονομικού εξαναγκασμού; Πόσο μπορεί να υποχωρεί η προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων μπροστά στις ανάγκες της δημοσιονομικής σταθερότητας; Και, εντέλει, ποια είναι η θέση του κράτους δικαίου απέναντι στις θυσίες που επιβάλλει μια κρίση; Η απάντηση θα έχει συνέπειες που ξεπερνούν τη μισθολογική πολιτική. Θα καθορίσει το μέτρο της εμπιστοσύνης των πολιτών στην έννομη τάξη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • ΕνΔΕ: υποχρέωση της κυβέρνησης η καταβολή 130υ και 14ου μισθού στον δημόσιο τομέα, lawspot.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων: η καταβολή 130υ και 14ου μισθού είναι υποχρέωση της κυβέρνησης, in.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ταξιαρχούλα Ματζουράνη
Ταξιαρχούλα Ματζουράνη
Eίναι τελειόφοιτη φοιτήτρια Νομικής στο ΑΠΘ, με ενδιαφέρον στους κλάδους του Ποινικού, του Εργατικού και του Δημοσίου Δικαίου. Κατάγεται από τη Λέσβο και κατοικεί στη Θεσσαλονίκη. Ασχολείται ενεργά με τον εθελοντισμό και την περίθαλψη αδέσποτων ζώων. Στον ελεύθερο χρόνο της διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία. Μιλάει αγγλικά και κορεατικά. Αγαπάει τα ζώα και τη θάλασσα.