Ευάγγελος Γκούντας,
Τον Μάρτιο του 2025, η αυστραλιανή κυβέρνηση ανακοίνωσε την ανακατεύθυνση 100 εκατομμυρίων δολαρίων από τον υφιστάμενο προϋπολογισμό της εξωτερικής αναπτυξιακής βοήθειας προς τις χώρες της περιοχής του Ινδοειρηνικού. Η κίνηση αυτή παρουσιάστηκε ως πράξη διεθνούς υπευθυνότητας και στρατηγικής ενίσχυσης της σταθερότητας στη «γειτονιά» της Αυστραλίας. Όμως, πίσω από το θετικό προσωπείο της «ανθρωπιστικής παρέμβασης», υπάρχουν σημαντικά πολιτικά και γεωστρατηγικά ερωτήματα που αξίζουν να διερευνηθούν: πρόκειται πράγματι για μια ένδειξη διεθνούς αλληλεγγύης ή για μια πράξη ωμής διπλωματικής σκοπιμότητας; Ποιοι επωφελούνται ουσιαστικά από τη βοήθεια και ποιοι αφήνονται πίσω;
Ο Ινδοειρηνικός στο επίκεντρο: Ανάγκη, συγκυρία ή στρατηγική;
Η περιοχή του Ινδοειρηνικού δεν είναι μόνο ένας γεωγραφικός όρος· είναι ένας πολυεπίπεδος τομέας στρατηγικής σημασίας. Εδώ συναντώνται η ασιατική οικονομική ανάπτυξη, η κινεζική επιρροή, τα συμφέροντα των ΗΠΑ, οι νησιωτικές μικροκοινωνίες του Ειρηνικού και μια σειρά ασταθών κρατών που επηρεάζονται από την κλιματική αλλαγή, τη μετανάστευση, τις ανισότητες και την πολιτική αστάθεια. Για την Αυστραλία, η σταθερότητα αυτής της περιοχής έχει άμεσες συνέπειες στην ασφάλεια, το εμπόριο, την περιφερειακή συνεργασία και την εξωτερική πολιτική.
Η αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από την παγκόσμια σκηνή της εξωτερικής βοήθειας, μετά την απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να περικόψει περίπου 54 δισεκατομμύρια δολάρια από τα αμερικανικά προγράμματα αναπτυξιακής στήριξης, δημιούργησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Η Αυστραλία έσπευσε να το καλύψει, όχι με πρόσθετη χρηματοδότηση, αλλά με ανακατεύθυνση ήδη δεσμευμένων πόρων.

Το πακέτο βοήθειας: Πού πηγαίνουν τα χρήματα;
Από τον συνολικό προϋπολογισμό της εξωτερικής βοήθειας της Αυστραλίας για το οικονομικό έτος 2025-26, ο οποίος φτάνει τα 5,1 δισεκατομμύρια δολάρια, η κυβέρνηση αποφάσισε να επανακατευθύνει 119 εκατομμύρια προς την περιοχή του Ινδοειρηνικού. Μέρος αυτού του ποσού αφορά χρηματοδότηση για οικονομική ανθεκτικότητα, ενίσχυση συστημάτων υγείας, αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και δράσεις κατά της κλιματικής αλλαγής.
Σημαντικό κομμάτι του πακέτου αφορά επίσης τη Μιανμάρ—μια χώρα που βυθίζεται σε ανθρωπιστική και πολιτική κρίση μετά το πραξικόπημα του 2021—με τη χορήγηση 370 εκατομμυρίων δολαρίων σε διάστημα τριών ετών. Αν και η συγκεκριμένη βοήθεια ανταποκρίνεται σε πραγματικές ανάγκες, είναι ενδεικτική μιας ευρύτερης στρατηγικής προσέγγισης που ευνοεί χώρες κρίσιμες για τη γεωπολιτική σταθερότητα της Αυστραλίας.
Το κόστος της «στρατηγικής προτεραιότητας»
Η μετατόπιση πόρων προς τον Ινδοειρηνικό σημαίνει ότι άλλες περιοχές, εξίσου ευάλωτες, μένουν χωρίς αντίστοιχη υποστήριξη. Χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής, που παραδοσιακά εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από διεθνή αναπτυξιακή βοήθεια, βλέπουν τη στήριξη να υποχωρεί δραματικά. Σε πολλές περιπτώσεις, πρόκειται για περιοχές που αντιμετωπίζουν πολυδιάστατες κρίσεις—από λιμούς και πολιτικές διώξεις μέχρι ένοπλες συγκρούσεις και φυσικές καταστροφές.
Η λογική της επιλεκτικής βοήθειας, βασισμένη σε πολιτικά και γεωστρατηγικά κριτήρια, έρχεται σε αντίθεση με τη βασική αρχή της ανθρωπιστικής αρωγής: την αμεροληψία. Δε μπορεί η βοήθεια να δίδεται με κριτήριο το κατά πόσον μια χώρα είναι «σημαντική» για τις περιφερειακές ισορροπίες ή εξυπηρετεί τους σχεδιασμούς μιας κυβέρνησης.
Αυτό δεν αποτελεί απλώς ηθικό ζήτημα. Δημιουργεί προηγούμενα. Αν οι πλούσιες χώρες υιοθετήσουν μια λογική «συμφεροντολογικής αλληλεγγύης», τότε κινδυνεύει να καταρρεύσει το σύστημα διεθνούς βοήθειας που χτίστηκε τις τελευταίες δεκαετίες.

Η «βοήθεια» ως εργαλείο επιρροής
Η εξωτερική βοήθεια έχει εδώ και καιρό πάψει να είναι απλώς πράξη φιλανθρωπίας. Στην πράξη, αποτελεί εργαλείο ήπιας ισχύος («soft power»), επιρροής, διπλωματικής πίεσης και—ενίοτε—ελέγχου. Η Κίνα, εδώ και χρόνια, εφαρμόζει μια επιθετική στρατηγική χρηματοδότησης σε χώρες του Ινδοειρηνικού και της Αφρικής, προσφέροντας «άτοκα δάνεια» και επενδύσεις στις υποδομές. Η Αυστραλία, αν και αρχικά είχε μείνει πίσω, επιδιώκει να ανταγωνιστεί αυτή τη μορφή επιρροής με πιο «δυτικού τύπου» πακέτα βοήθειας.
Ωστόσο, τα αυστραλιανά προγράμματα βοήθειας συχνά διοχετεύονται μέσα από μεγάλα δίκτυα ΜΚΟ, διεθνών οργανισμών ή κυβερνητικών φορέων, χωρίς ουσιαστική συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στον σχεδιασμό. Έτσι, η βοήθεια δεν καταλήγει πάντα εκεί που υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη, ενώ δημιουργείται αίσθημα εξάρτησης και πατερναλισμού.
Η εσωτερική αντίφαση: Ανάγκες στο εσωτερικό της χώρας
Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση δίνει 100 εκατομμύρια για εξωτερική βοήθεια, στο εσωτερικό της Αυστραλίας υπάρχουν πληθυσμοί που βιώνουν την εγκατάλειψη. Οι κοινότητες των Αβορίγινων και των αυτοχθόνων παραμένουν σε κατάσταση κοινωνικής αποστέρησης: φτώχεια, ανεπαρκής πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης, μειωμένη εκπροσώπηση στους θεσμούς. Η κυβέρνηση δε μπορεί να ισχυρίζεται ότι προωθεί τη δικαιοσύνη και την πρόοδο διεθνώς, αν δε διασφαλίζει τα ίδια για τους πολίτες της.
Η αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών—όπως οι καταστροφικές πλημμύρες και οι πυρκαγιές που μαστίζουν τη χώρα σχεδόν κάθε χρόνο—υπολείπεται της αναγκαίας ετοιμότητας. Πολλοί πολίτες βλέπουν την εξωτερική βοήθεια ως «πολυτέλεια», όταν ακόμα υπάρχουν κενά στην πολιτική πρόνοια και στο δημόσιο σύστημα υγείας.
Ευθύνη με διαφάνεια και συμμετοχή
Δεν είναι η ύπαρξη της βοήθειας αυτή καθαυτή που τίθεται υπό αμφισβήτηση· είναι η φύση της. Η Αυστραλία έχει κάθε λόγο—και υποχρέωση—να στηρίζει την περιφέρειά της. Αλλά αυτό πρέπει να γίνεται με διαφάνεια, συνέπεια, μακροχρόνιο σχεδιασμό και ενεργή συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών που λαμβάνουν τη βοήθεια. Οι πολιτικές ενίσχυσης δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως προπέτασμα εξωτερικής πολιτικής ή ως εναλλακτικό όχημα διπλωματικού ανταγωνισμού.
Επιπλέον, η βοήθεια πρέπει να αξιολογείται όχι μόνο ως προς τα νούμερα που δαπανώνται, αλλά ως προς τον πραγματικό κοινωνικό και αναπτυξιακό αντίκτυπο. Η λογική «περισσότερα χρήματα = περισσότερη βοήθεια» δεν είναι πάντα ακριβής.
Η ανακατεύθυνση των 100 εκατομμυρίων δολαρίων προς τον Ινδοειρηνικό είναι ενδεικτική της νέας εποχής διεθνών σχέσεων, όπου η εξωτερική βοήθεια χρησιμοποιείται όχι μόνο για να λύνει προβλήματα, αλλά και για να οικοδομεί επιρροή. Η Αυστραλία, επιδιώκοντας να καλύψει το κενό της αμερικανικής παρουσίας και να αναχαιτίσει τη διείσδυση της Κίνας, κάνει ένα σημαντικό βήμα. Αλλά το αν αυτό το βήμα θα αποβεί υπέρ των λαών της περιοχής ή των εθνικών της συμφερόντων παραμένει ανοιχτό ερώτημα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Department of Foreign Affairs and Trade, Australian Government, διαθέσιμο εδώ
-
Australia to redirect $100m in foreign aid to Indo-Pacific region after Trump pulls funding, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
-
Australian aid budget 2025: Choices on hold, The Interpreter, διαθέσιμο εδώ
-
Μπλίνκεν: Η Γαλλία είναι ζωτικός σύμμαχος στην περιοχή του Ινδοειρηνικού, Liberal, δαθέσιμο εδώ