Της Παναγιώτας Κλεφτογιάννη,
Οι τελευταίες δεκαετίες σηματοδοτούν μια ανησυχητική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο βιώνουμε τα φυσικά φαινόμενα. Πλημμύρες, πυρκαγιές, καύσωνες, ανεμοστρόβιλοι και ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν πολλαπλασιαστεί τόσο σε συχνότητα όσο και σε ένταση, ενώ οι επιστημονικές μελέτες επιβεβαιώνουν, πως η κλιματική αλλαγή αποτελεί βασικό επιταχυντή αυτών των φαινομένων. Η ανάγκη για ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό και ανθρωποκεντρικό σύστημα διαχείρισης φυσικών καταστροφών είναι πλέον πιο επιτακτική από ποτέ. Η νέα στρατηγική για τη διαχείριση των φυσικών φαινομένων θα πρέπει προφανώς να περιλαμβάνει την περιβαλλοντική δικαιοσύνη και τη βιωσιμότητα, έννοιες άκρως σημαντικές για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των κρίσεων.
Παράλληλα, δεν πρέπει να αμελήσουμε το γεγονός ότι η κλιματική κρίση δεν είναι μια πρόκληση μόνο οικολογική ή τεχνοκρατική, αλλά είναι κυρίως ένα κοινωνικό ζήτημα. Η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας χώρας που βιώνει στο πετσί της τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Οι καταστροφικές πυρκαγιές του 2021 σε Εύβοια, Αττική και Πελοπόννησο, οι πλημμύρες του 2023 στη Θεσσαλία, και οι επαναλαμβανόμενοι καύσωνες και παρατεταμένες ξηρασίες αποδεικνύουν ότι το παλιό μοντέλο πολιτικής προστασίας δεν επαρκεί. Η φύση «φωνάζει» και οι κοινωνίες καλούνται να απαντήσουν με σχέδιο, πρόληψη και συνεργασία.
Η κλιματική αλλαγή, πέρα από τις φυσικές της επιπτώσεις, απογυμνώνει και τις κοινωνικές μας ανισότητες. Οι ευάλωτες ομάδες, κυρίως τα φτωχά νοικοκυριά, οι ηλικιωμένοι και οι πρόσφυγες πλήττονται συνήθως πρώτοι και εντονότερα. Πώς μπορεί, για παράδειγμα, να προστατευτεί ένας ηλικιωμένος με κινητικά προβλήματα σε περίπτωση εκκένωσης λόγω πυρκαγιάς; Ποιος φροντίζει τους άστεγους όταν η θερμοκρασία ξεπερνά τους 45 βαθμούς; Η κοινωνική διάσταση της διαχείρισης καταστροφών είναι κομβική και απαιτεί συντονισμένη μέριμνα σε όλα τα επίπεδα της πολιτείας.

Η διαχείριση των φυσικών καταστροφών δεν περιορίζεται στην άμεση αντίδραση κατά τη διάρκεια της κρίσης. Αντιθέτως, περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα ενεργειών που ξεκινά από τη σωστή πρόληψη και καταλήγει στην αποκατάσταση και την ανθεκτικότητα των κοινωνιών. Η πρόληψη περιλαμβάνει την πρόβλεψη επικίνδυνων φαινομένων, τον έγκαιρο σχεδιασμό δράσεων και την εκπαίδευση των πολιτών. Όμως, χωρίς πολιτική βούληση και χωρίς συστηματική επένδυση σε δομές και υποδομές, κάθε προσπάθεια καταλήγει ημιτελής.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της Πολιτικής Προστασίας, η αξιοποίηση των δορυφορικών δεδομένων και η δημιουργία βάσεων πρόγνωσης κινδύνου μπορούν να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού, εφόσον συνοδευτούν από κοινωνική συμμετοχή. Η διαχείριση των φυσικών καταστροφών δε μπορεί να περιορίζεται στην καταστολή της φωτιάς ή την απάντληση υδάτων μετά από μια πλημμύρα. Απαιτείται μια πολυεπίπεδη προσέγγιση που θα ξεκινά από την πρόληψη, θα συνεχίζεται με την ετοιμότητα και θα ολοκληρώνεται με την αποκατάσταση και την ανασυγκρότηση με όρους ανθεκτικότητας.
Το ζήτημα, όμως, δεν είναι μόνο εθνικό. Η κλιματική αλλαγή είναι παγκόσμιο πρόβλημα και απαιτεί διεθνή συνεργασία. Ευρωπαϊκές και διεθνείς πρωτοβουλίες, όπως ο «Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας» και η «Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα», θέτουν τα θεμέλια για μια πιο συντονισμένη και αποτελεσματική αντίδραση. Ωστόσο, η επιτυχία τους εξαρτάται από το κατά πόσο οι εθνικές κυβερνήσεις υλοποιούν τις δεσμεύσεις τους και προσαρμόζουν τις πολιτικές τους στις νέες απαιτήσεις.

Είναι προφανές ότι η τεχνολογία και η επιστήμη μπορούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο. Τα σύγχρονα εργαλεία πρόγνωσης, τα δίκτυα αισθητήρων, η χρήση δορυφορικών δεδομένων, οι εφαρμογές κινητών για ενημέρωση πολιτών, είναι όλα στοιχεία που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Όμως, καμία τεχνολογική λύση δε μπορεί να λειτουργήσει χωρίς την εμπιστοσύνη και τη συμμετοχή των πολιτών. Η ενημέρωση, η καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης και η ενεργή συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών είναι απαραίτητοι πυλώνες ενός βιώσιμου και δίκαιου συστήματος αντιμετώπισης καταστροφών.
Η κλιματική κρίση δεν είναι πια μια μακρινή απειλή, διότι είναι εδώ και αλλάζει τα πάντα. Το περιβάλλον, η οικονομία, η υγεία, οι κοινωνικές σχέσεις, όλα επηρεάζονται. Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να «σβήνουμε φωτιές» όταν ξεσπούν. Χρειαζόμαστε πολιτικές μακροπρόθεσμες, στρατηγική πρόληψης και ετοιμότητας, επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό και θεσμική αναδιοργάνωση. Σε μια κοινωνία που θέλει να παραμείνει ανθρώπινη και δίκαιη, η προστασία από τις φυσικές καταστροφές δεν είναι πολυτέλεια αλλά αυτονόητο δικαίωμα. Και αυτό το δικαίωμα πρέπει να διασφαλίζεται με σύνεση, αλληλεγγύη και αποφασιστικότητα. Η φύση μάς δείχνει τον δρόμο, ήρθε η ώρα να τον ακολουθήσουμε.
Η Ελλάδα, ως μεσογειακή χώρα που πλήττεται δυσανάλογα από την κλιματική αλλαγή, έχει μπροστά της μια δύσκολη αλλά και κρίσιμη καμπή. Η απάντηση στην περιβαλλοντική κρίση δε μπορεί να είναι τεχνοκρατική ή αποσπασματική. Χρειάζεται ένα ολιστικό μοντέλο πολιτικής που θα ενώνει την περιβαλλοντική πολιτική με την κοινωνική δικαιοσύνη. Η πραγματική πρόκληση δεν είναι απλώς να σωθούμε από τις καταστροφές, αλλά να οικοδομήσουμε έναν κόσμο όπου δε θα υπάρχουν κοινωνίες πολλών ταχυτήτων, ούτε άνθρωποι ξεχασμένοι από τη φύση και το κράτος. Αυτός είναι ο δρόμος προς την κλιματική δικαιοσύνη και την αληθινή βιωσιμότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ, elekkas.gr, διαθέσιμο εδώ