Της Ευαγγελίας Τσόχας,
«Ιδιαίτερα μεταξύ των νέων, στις πανεπιστημιουπόλεις, υπάρχει η αίσθηση ότι ο τρόπος να φέρουν την αλλαγή είναι να είναι όσο το δυνατόν πιο επικριτικοί απέναντι στους άλλους. Αυτό δεν είναι ακτιβισμός. Αυτό δεν φέρνει την αλλαγή. Αν το μόνο που κάνεις είναι να πετάς πέτρες, μάλλον δεν θα πας πολύ μακριά». —Barack Obama
Τα τελευταία χρόνια, η λεγόμενη «κουλτούρα της ακύρωσης» (cancel culture) έχει γίνει ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους όρους στη δημόσια σφαίρα. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2016 και αποτελεί μία κοινωνική τάση που αναδύθηκε μέσω των social media, αναδεικνύοντας μία σύγχρονη μορφή λογοκρισίας και τον κοινωνικό αποκλεισμό ατόμων που θεωρείται πως προάγουν ακραίες, ακατάλληλες και μη πολιτικά ορθές ιδέες. Με τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης να λειτουργούν συχνά ως «ανοιχτά δικαστήρια», οποιοσδήποτε — από διασημότητες μέχρι απλούς χρήστες — μπορεί να βρεθεί στο στόχαστρο της μαζικής αποδοκιμασίας. Αλλά είναι η cancel culture ένας τρόπος κοινωνικής δικαιοσύνης ή μήπως έχει μετατραπεί σε ένα επικίνδυνο εργαλείο εκφοβισμού, θέτοντας ερωτήματα σχετικά με την ελευθερία του λόγου και τα όρια της δημόσιας κρίσης;

Για πολλούς, η cancel culture είναι ένα ισχυρό και ενδιαφέρον «όπλο», ένα εργαλείο κοινωνικής δικαιοσύνης, που επιτρέπει στα άτομα να λογοδοτούν για τις πράξεις, τις συμπεριφορές και τις δηλώσεις που φαίνεται να είναι επιβλαβείς για την κοινωνία. Η δημόσια κατακραυγή λοιπόν, φέρνει συχνά στο φως συμπεριφορές που διαφορετικά μπορεί να είχαν περάσει ατιμώρητες, δίνει φωνή σε ομάδες που παραδοσιακά περιθωριοποιούνται και ενδέχεται να οδηγήσει σε πραγματικές αλλαγές, όπως για παράδειγμα την προσαρμογή των πολιτικών μίας εταιρείας ή τον κοινωνικό αποκλεισμό κάποιου που προβάλλει θέματα που ενισχύουν τη βία και τη μισαλλοδοξία. Σε μια εποχή, λοιπόν, που οι θεσμοί συχνά αποτυγχάνουν να παρέχουν δικαιοσύνη, η κοινωνική πίεση μπορεί να προσφέρει προστασία και να συμβάλλει στη δημιουργία ενός δίκαιου κοινωνικού περιβάλλοντος, προάγοντας πάντοτε τον διάλογο.
Βέβαια, η cancel culture έχει και μία άλλη πλευρά. Συχνά, η δημόσια λογοκρισία σε υπερβολικό βαθμό καταστέλλει την ελευθερία του λόγου και περιορίζει τον διάλογο και την πολυφωνία, ξεφεύγοντας από τον αρχικό της στόχο, δηλαδή την προάσπιση της ηθικής λογοδοσίας. Οδηγώντας σε αδικαιολόγητη καταδίκη ανθρώπων για απόψεις που, αν και μπορεί να είναι αμφιλεγόμενες, δεν είναι απαραίτητα επιβλαβείς ή επικίνδυνες, γεννά τον φόβο της έκφρασης και καταλύει την έννοιας της δημοκρατίας. Η κοινή γνώμη γίνεται ευάλωτη στην πίεση της πλειοψηφίας, ενώ οι προσωπικές ανησυχίες και απόψεις που αφορούν τη μειοψηφία κινδυνεύουν να περιθωριοποιηθούν ή ακόμη και να διαγραφούν, χωρίς περιθώρια συζήτησης.

Υπάρχει ενδιάμεση οδός; Η κοινωνική λογοδοσία είναι σημαντική, αλλά μήπως πρέπει να αναρωτηθούμε πώς εφαρμόζεται; Με τη σύγχρονη μορφή της, έρχεται σε αντίθεση με τη δημοκρατική κοινωνία και τις αξίες που αυτή πρεσβεύει, όπως η ελευθερία του λόγου. Επομένως, αντί να ακυρώνουμε αμέσως κάποιον και τις απόψεις που αυτός υιοθετεί, θα μπορούσαμε να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε το σκεπτικό του, επιζητώντας τη συζήτηση μαζί του. Η λύση φαίνεται να μην είναι η πλήρης απόρριψη της cancel culture, αλλά η μετατροπή της σε μια κουλτούρα λογοδοσίας, η οποία θα επιτρέπει τη διαφωνία και την εξέταση διαφορετικών απόψεων, χωρίς όμως φυσικά να προωθεί ιδέες που πλήττουν τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και ενισχύουν φαινόμενα, όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός και άλλες μορφές μισαλλοδοξίας.
Το cancel culture είναι ένα διφορούμενο φαινόμενο, ένα δίκοπο μαχαίρι θα λέγαμε, που χρειάζεται να προσεγγιστεί σωστά για να συμβάλλει στην εξέλιξη της κοινωνίας. Η πρόκληση κρύβεται στην ισορροπία μεταξύ της προστασίας από την επικίνδυνη ρητορική και της διατήρησης του δικαιώματος ελεύθερης έκφρασης. Το ερώτημα που πρέπει απλά να μας προβληματίζει συνεχώς και να προσπαθούμε πάντα να απαντάμε είναι αν θέλουμε έναν κόσμο όπου ο φόβος της ακύρωσης αποτρέπει τη συζήτηση ή έναν κόσμο όπου η λογοδοσία γίνεται με τρόπο δίκαιο και εποικοδομητικό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- What Barack Obama gets exactly right about our toxic ‘cancel’ culture, edition.cnn.com, διαθέσιμο εδώ