14.9 C
Athens
Τρίτη, 15 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΟ «διαιτητής» της Ευρώπης: Η πολιτική του Μπίσμαρκ

Ο «διαιτητής» της Ευρώπης: Η πολιτική του Μπίσμαρκ


Του Σταύρου Πραβή, 

Η Ευρώπη του Μπίσμαρκ

Από το 1871 έως και το 1890, η Ευρώπη ζει στον επιβλητικό ρυθμό του «σιδηρού καγκελάριου» Μπίσμαρκ. Ενώ η ήπειρος βιώνει την δεύτερη βιομηχανική επανάσταση και την «χρυσή εποχή του φιλελευθερισμού», ταυτόχρονα βρίσκεται στο «διπλωματικό σύστημα» ενός «Ανδρός του Παλαιού Καθεστώτος». Ενός συστήματος ευνοϊκού πια για το νέο κράτος της ενωμένης Γερμανίας, με στόχο και φιλοδοξία την διατήρηση του ευρωπαϊκού status quo και την ισορροπία της «Γηραιάς Ηπείρου» υπό το συμφέρον της Γερμανικής πλέον Αυτοκρατορίας, έναντι των εθνικών κινημάτων, του κοινοβουλευτισμού και του φιλελευθερισμού.

Ο Όττο φον Μπίσμαρκ. Πηγή εικόνας: Wikipedia.org

Η επιβολή αυτής της διπλωματίας έγινε μέσω των λεγόμενων «Συστημάτων Μπίσμαρκ», τα οποία περιτριγυρίζονταν από δύο ανταγωνισμούς. Ο πρώτος είναι ο γαλλογερμανικός ανταγωνισμός, ο οποίος τροφοδοτήθηκε από τον αδιαμφισβήτητο πόθο της Γαλλίας για εκδίκηση επί της Γερμανίας, λόγω της ήττας της το 1870, όπου έχασε την Αλσατία-Λοραίνη. Με το όνειρο μιας «ρεβάνς» στην καρδία πολλών Γάλλων να «καίει», και με μια επιθετική γερμανοφοβία να τους διακατέχει, η εχθρότητα μεταξύ των δύο χωρών ήταν πλέον φανερή και σε πολιτικό επίπεδο. Ο δεύτερος ανταγωνισμός φέρνει την Αυστροουγγαρία και την Ρωσία στην «διπλωματική σκακιέρα». Οι Αυστριακοί, έχοντας ηττηθεί αποφασιστικά στον πρωσο-αυστριακό πόλεμο το 1866, βρίσκονταν πλέον υπό την σφαίρα επιρροής των Γερμανών, έχοντας αποδυναμωθεί. Έστρεψαν τα βλέμματα τους «προς ανατολάς», στην βαλκανική χερσόνησο, υπό την έντονη ενθάρρυνση του Μπίσμαρκ. Η Ρωσική Αυτοκρατορία, ούσα «φυσική προστάτιδα» των σλαβικών λαών, και με τα κινήματα εντός της Αυστροουγγαρίας και το κράτος της Σερβίας, φοβούμενο της απειλής των Αυστριακών και των Οθωμανών, αποτέλεσαν ένα ισχυρό μέσο πίεσης και ένα εργαλείο για την Ρωσία, ούτως ώστε να ασκήσει πίεση στα σύνορα, αλλά και στα εξωτερικά της Δυαδικής Μοναρχίας (Αυστροουγγαρίας).

Ο «διαιτητής» της Ευρώπης

Το «σύστημα Μπίσμαρκ» κατείχε μια φιλοσοφία και ένα στόχο ως προς το ηθελημένο μέλλον του Καγκελάριου για την Ευρώπη. Για τον Μπίσμαρκ, «τα συμφέροντα των κρατών είναι πρώτα απ’όλα των δυναστειών που τα κυβερνούν», στην αρχή της ένωσης των «νόμιμων ηγεμόνων» και της «αλληλεγγύης των αντι-επαναστατικών δυνάμεων». Είναι πολύ πιο πρόθυμος να ενθαρρύνει τα αποικιοκρατικά σχέδια των δυτικών γειτόνων του, κρατώντας τους μακριά από την Ευρώπη. Ούτως ή άλλως, με την έπαρση των αποικιοκρατιών, οι Γάλλοι (σύμφωνα με τον Μπίσμαρκ) θα είχαν εγκαταλείψει το σχέδιο τους για εκδίκηση, με το βλέμμα τους «στραμμένο» πέραν των θαλασσών. Πάνω απ’ όλα, είναι ένα σύστημα αμυντικό και συντηρητικό.

Κυρίαρχος στόχος ήταν ο διπλωματικός αποκλεισμός της Γαλλίας και να «τσακίσει» κάθε διάθεση εκδίκησης εκ μέρους της. Ο Καγκελάριος φοβόταν μάλιστα την παλινόρθωση της μοναρχίας στην Γαλλία, διότι αυτό στα μάτια του θα την καθιστούσε ένα ισχυρό κράτος, με μια φιλοκληρική και ευνοϊκή πολιτική προς την «παποσύνη» όταν ο ίδιος είχε αναλάβει την πολιτική του πολιτιστικού αγώνα (Kulturkampf) κατά της Ρώμης, της καθολικής ιδιοσυγκρασίας, και του Ordre Moral. Ο Μπίσμαρκ έτσι παρίστανε πως πρόκειται για μια «απαρχή καθολικής πολιτικής» από τη Γαλλία και την Αυστροοουγγαρία έναντι της Γερμανίας, και απείλησε την Γαλλία σε πόλεμο για πρώτη φορά μετά το 1870, ούτως ώστε να την τρομοκρατήσει, όχι μια, αλλά δύο φορές, ξανά το 1875, όταν παρατηρεί την αύξηση του γαλλικού στρατού. Οι πολιτικές αυτές εξελίξεις φέρνουν κοντά σε ένα πρώιμο ξεκάθαρα στάδιο την Γαλλία με την Ρωσία και την Αγγλία, μέσω του Γάλλου υπουργού εξωτερικών Ντεκάζ.

Χάρτης που απεικονίζει τον διπλωματικό κύκλο του Μπίσμαρκ και της Τριπλής Συμμαχίας ως κυρίαρχοι της Ευρώπης εις βάρος της Γαλλίας. Πηγή εικόνας: blogger.com

Το «πρώτο σύστημα Μπίσμαρκ» ιδρύθηκε με την Συμμαχία των Τριών Αυτοκρατοριών (Drei Kaiserbund) με συμμάχους την Γερμανία, την Αυστροουγγαρία και την Ρωσία, ως μια εξασφάλιση συμμάχων στα σύνορα της Γερμανίας, καθώς και τον αποκλεισμό μιας άλλης πιθανής γαλλικής προσέγγισης. Στην συμμαχία προσχωρεί και η Ιταλία, όμως η περικύκλωση των Γάλλων εκπληρώθηκε επιφανειακά. Η Αγγλία δεν επιθυμούσε να αναμιχθεί στις ηπειρωτικές συγκρούσεις μιας ασταθούς συμμαχίας η οποία μετατράπηκε σε μια «βιτρίνα», καθώς υπήρχαν εσωτερικά ζητήματα συμφερόντων μεταξύ κρατών που είχαν βαλκανικές βλέψεις (Αυστροουγγαρίας και Ρωσίας), ενώ την πλήρη κατάρρευση του συστήματος επέφερε η βαλκανική κρίση το 1875-78. Η «Πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης» «παίρνει φωτιά» οδηγώντας στα πλέον ανεξάρτητα κράτη της Ρουμανίας, της Σερβίας, και του Μαυροβουνίου, ενώ τίθεται ζήτημα κατά την διάρκεια της «χάραξης» των συνόρων μιας «Μεγάλης Βουλγαρίας», το οποίο έληξε περιφρονητικά ο Μπίσμαρκ, στο Βερολίνο το 1878 ως ο «έντιμος μεσάζων» των ισορροπιών, παριστάνοντας πως ερμηνεύει τη συλλογική θέληση με χάρισμα, βρίσκει έναν συμβιβασμό επί των βαλκανικών ζητημάτων, θέλοντας την «τάξη των πραγμάτων».

Οι σχέσεις μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας εξελίχθηκαν σε μάλλον τεταμένες από φιλικές, καθώς υποτιμήθηκε η θεαματική νίκη της Ρωσίας στον τελευταίο της πόλεμο έναντι των Οθωμανών στο συνέδριο στο Βερολίνο το 1878 ενώ «ο θρίαμβος των σλαβικών λαών» θα μπορούσε να ήταν «άξιος του πολέμου που δόθηκε». Ο Τσάρος αναφέρεται στον Μπίσμαρκ ως τον «πρίγκηπα της Ευρώπης» βρίσκοντας μεγάλη απογοήτευση στο πρόσωπο του, θεωρώντας την συμμαχία τους πλέον «νεκρή». Ξεκάθαρα, η εμπλοκή Αυστρίας και Ρωσίας στην ίδια συμμαχία αποτέλεσε διπλωματικό λάθος από μέρος του Μπίσμαρκ, δεδομένης της σύγκρουσης των συμφερόντων τους. Λάθος το οποίο ο ίδιος έκρινε ως το μεγαλύτερο.

Διαχειριζόμενος της κατάστασης, ο Μπίσμαρκ έδωσε προτεραιότητα στις σχέσεις του με την Αυστροουγγαρία, ενώ προσπαθούσε να αποφύγει το ενδεχόμενο μιας γαλλο-ρωσικής συμμαχίας. Επεδίωξε την εξομάλυνση των σχέσεων Γαλλίας-Γερμανίας, «δείχνοντας» την Τυνησία, ως τον «σωστό αποικιακό δρόμο» που θα έπρεπε να έχει ως στόχο η γαλλική πολιτική, προκειμένου να «ξεσπάσει» εκεί η γαλλική εθνικιστική «τάση για ρεβάνς». Κατά τη διάρκεια αυτής της πολιτικής, ο καγκελάριος επιμένει στην διπλωματική περικύκλωση της Γαλλίας και στην απομόνωση της. Πρώτο βήμα ήταν η δημιουργία συμμαχίας με την Βιέννη, ενώ ειρωνικά, λόγω της απομόνωσης της, η Ρωσία στρέφεται υπέρ αυτής της συμμαχίας, υπογράφοντας έτσι το 1881 μια νέα «Συμμαχία Τριών Αυτοκρατοριών». Ο Μπίσμαρκ με αυτόν τον τρόπο λοιπόν, εξασφάλιζε την ουδετερότητα του Τσάρου σε έναν μελλοντικό πόλεμο με τη Γαλλία, ενώ την εύνοια και το γόητρο της σταθερότητας της συμμαχίας των γερμανών θα είχε σύντομα και η Ιταλία, με την οποία δημιουργήθηκε μια Τριπλή Συμμαχία (1882) συμπεριλαμβανομένης της Αυστροουγγαρίας. Με αυτό το «δεύτερο σύστημα» περίπλοκων διπλωματικών δικτυών, ο Μπίσμαρκ εξασφάλισε την απομόνωση της Γαλλίας στην άκρη της ηπείρου, εξαναγκάζοντας την Γαλλία στα αποικιακά εγχειρήματα της, και στη διαμάχη της με τη Βρετανία λόγω διαφοράς συμφερόντων στην Αίγυπτο και την υπόλοιπη Αφρική.

Πολιτική γελοιογραφία που δείχνει τον Όττο φον Μπίσμαρκ ως μαριονετίστα να ελέγχει τους αυτοκράτορες της Αυστρίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας. Πηγή εικόνας: Wikipedia.org

Η αντιπαλότητα της Αυστροουγγαρίας με τη Ρωσία στα Βαλκάνια την περίοδο 1886-87, η αυξημένη επιρροή των αυστριακών στη χερσόνησο, οι τεταμένες σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών που συγκρούονταν πλέον ανοικτά στο βαλκανικό «θέατρο», προκάλεσαν την επαναδιευθέτηση του πλέγματος των συμμαχιών. Με την ανερχόμενη γαλλική απειλή ο Μπίσμαρκ ανανεώνει την Τριπλή Συμμαχία με Βιέννη και Ρώμη και αναλαμβάνει υποχρεώσεις υπέρ της Ιταλίας περί «τάξης των πραγμάτων» και στην Μεσόγειο, γεγονός το οποίο παρουσιάστηκε μάλλον επιθετικό, στην πτυχή μιας πιθανής γαλλικής επέκτασης στην Τριπολίτιδα, ή την υποστήριξη της Αυστροουγγαρίας σε μια βαλκανική εκστρατεία. Το μεσογειακό ζήτημα, έπειτα από προσέγγιση του Καγκελάριου, ανέλαβε το Ηνωμένο Βασίλειο καθώς το βάρος των υποχρεώσεων ήταν υπερβολικά μεγάλο. Στο μεταξύ, πραγματοποιεί την επίτευξη μιας διπλωματικής συμφωνίας «Αντασφάλισης» το 1887 (Γερμανία-Ρωσία) η οποία εξασφάλιζε ξανά την ουδετερότητα της Ρωσίας σε μια πιθανή γαλλο-γερμανική σύγκρουση και ως αντάλλαγμα την γερμανική υποστήριξη υπέρ της Ρωσίας στο βουλγαρικό ζήτημα. Η Γερμανία πλέον ήταν συνδεδεμένη με την Βιέννη και την Ρώμη αμυντικά, και σε συνεργασία με την Αγγλία και τη Ρωσία. Βρίσκεται όσο ποτέ άλλοτε στο κέντρο της ευρωπαϊκής σκηνής. Η διπλωματία του «σιδηρού καγκελάριου» θριαμβεύει, με την πλήρη απομόνωση των Γάλλων το 1887.

Η πτώση

Παρά την επίτευξη αυτού του διπλωματικού θαύματος «Αντασφάλισης», το «τρίτο σύστημα» στο απόγειο της πολιτικής του Μπίσμαρκ, λάμβανε αρκετά έντονη κριτική για τα «ανυπέρβλητα ρισκοφόρα όρια» που έφτασε η διπλωματία του, κριτική που παρατήρησε έντονα ο νέος αυτοκράτωρ Γουλιέλμος Β΄. Τον Μάρτιο του 1890, ξεσπά μια διαφωνία σχετικά με την ανανέωση της «Αντασφάλισης», και μετ’έπειτα ο καγκελάριος δηλώνει την παραίτηση του. Μια παραίτηση που, προς μεγάλη του έκπληξη, ο Κάιζερ της «παγκόσμιας πολιτικής» (Weltpolitik) δέχθηκε, έτοιμος να χτυπήσει στο ηπειρωτικό σύστημα που ο Μπίσμαρκ είχε τόσο υπομονετικά διαπλέξει, εγκλωβίζοντας την Γερμανία σε ένα νέο status quo, εκείνο του «Μεγάλου Πολέμου».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
  • Serge Berstein-Pierre Milza (1997), Ιστορία της Ευρώπης, Η Ευρωπαϊκή Συμφωνία και η Ευρώπη των Εθνών 1815-1919 (Β’ τόμος), (μτφ. Δημητρακόπουλος Αναστάσιος, επμ. Λιβιεράτος Κώστας), εκδ. Αλεξάνδρεια
  • Eric Hobsbawm (1987),  Age of Empire 1875-1914, εκδ. Abacus
  • Norman Davies (2009), Ιστορία της Ευρώπης (τόμος Β’), (μτφ. Μαρκέτου Πελαγία, επμ. Γκαβαγιάς Χρήστος), εκδ. Νεφέλη
  • John Merriman (2022), Ιστορία της Νεότερης Ευρώπης, Από την Αναγγένηση μέχρι σήμερα, (μτφ. Κίκηρας Ανδρέας, επμ. Ιάκωβος Μιχαηλίδης,  Γιαλελής Πάνος), εκδ. Πεδίο

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σταύρος Πραβής
Σταύρος Πραβής
Γεννήθηκε το 2004, μεγάλωσε στα Μανιάτικα του Πειραιά και είναι προπτυχιακός φοιτητής Ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τα ακαδημαϊκά του ενδιαφέροντα έχουν ως κέντρο τη Νεότερη και Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ιστορία με μια έμφαση στην οικονομική ιστορία και την ιδεολογική, διπλωματική και πολιτική ανάλυση από τον 18ο αιώνα έως και σήμερα.