Της Μελίνας Μυλωνογιάννη,
Στη διεθνή πολεμική πρακτική καθώς και στη νομική θεωρία η χρήση αμάχων ως ανθρώπινων ασπίδων (“human shields”) αφορά στην τοποθέτηση στρατιωτικών στόχων κι αμάχων στο ίδιο μέρος. Πρόκειται, δηλαδή, για μία προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν άμαχοι, για να προστατευθούν στρατιωτικοί στόχοι. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το ένα εμπόλεμο μέρος επιδιώκει να εμποδίσει την εκτέλεση στρατιωτικών επιχειρήσεων σε έναν τόπο που συνιστά στην πραγματικότητα στρατιωτικό στόχο. Το φαινόμενο της χρήσης ανθρώπινων ασπίδων κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων δεν είναι νέο. Αντιθέτως, ήδη από την περίοδο του αμερικανικού εμφυλίου φανερώνουν μαρτυρίες τη χρήση ομήρων ως «προφυλακτικών μέσων». Σύμφωνα με αυτές, ιερείς τοποθετούνταν μέσα σε τρένα προκειμένου να αποφευχθούν επιθέσεις από μαχητές.
Δεδομένης της αυξανόμενης χρήσης των αμάχων ως «ανθρώπινων ασπίδων» στις ένοπλες συγκρούσεις κρίνεται απαραίτητη η ακριβής οριοθέτηση της έννοιας των ανθρώπινων ασπίδων. Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 (β) (xxiii) του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ), η αντιμετώπιση των ανθρώπων ως ασπίδων συνεπάγεται τη χρήση παρουσίας αμάχων ή άλλων προστατευόμενων προσώπων που δεν συμμετέχουν στην ένοπλη σύγκρουση (hors de combat), όπως τραυματίες ή αιχμάλωτοι πολέμου, με στόχο να καταστούν απρόσβλητες στρατιωτικές περιοχές ή δυνάμεις από στρατιωτικές επιθέσεις. Ο όρος απρόσβλητες εννοεί την εδραίωση μιας ζώνης, η οποία δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο στόχο στρατιωτικών επιθέσεων.
Σημαντικό μέρος της θεωρίας των ανθρώπινων ασπίδων συνιστά η διάκρισή τους σε συναινετικές και μη συναινετικές. Από το χαρακτηρισμό τους αυτόν εξαρτάται κι η προστασία που απολαμβάνουν στο διεθνές δίκαιο.

Η συμμετοχή αμάχων σε ανθρώπινη ασπίδα ενδέχεται να είναι, όπως προαναφέρθηκε, τόσο ακούσια όσο εκούσια. Η πολεμική πρακτική έχει προσφέρει ποικίλα παραδείγματα διαφορετικών τρόπων ακούσιας συμμετοχής σε ανθρώπινη ασπίδα. Κατά πρώτον, ενδέχεται άμαχοι να εξαναγκάζονται σε συνοδεία μαχητών ή σε παραμονή σε στρατιωτικούς στόχους κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων. Κατά δεύτερον, υπάρχει το ενδεχόμενο οι ίδιοι οι μαχητές να αναμειγνύονται σε πληθυσμούς αμάχων ή να τοποθετούν ανάμεσά τους στρατιωτικούς στόχους (π.χ. τοποθέτηση βαλλιστικών πυραύλων σε αυλή σχολείου, αποθήκευση πυρομαχικών σε νοσοκομείο). Σε άλλες περιπτώσεις, επιχειρείται με παρελκυστικές πρακτικές η συγκέντρωση αμάχων σε έναν χώρο στρατιωτικού ενδιαφέροντος. Ενδέχεται, δηλαδή, άμαχοι να συρρεύσουν σε έναν τόπο στον οποίο προσφέρεται φαγητό και στέγη, δίχως να κατανοούν ότι με την ενέργειά τους αποτελούν μέρος μίας ανθρώπινης ασπίδας.
Μια πρόσφατη περίπτωση χρήσης ανθρώπινων ασπίδων αποτελεί αυτή των στρατιωτικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003 (Operation Iraqi Freedom), κατά τη διάρκεια των οποίων χρησιμοποιούνταν μη συναινετικές ανθρώπινες ασπίδες, προκειμένου να αποτραπούν πιθανές επιθέσεις κατά των μαχητών. Οι δυνάμεις του Ιράκ κι ειδικά οι παραστρατιωτικοί Fadayeen, όχι μόνο κρύβονταν σε περιοχές που βρίσκονταν άμαχοι, ενώ παράλληλα εξανάγκαζαν με τη βία αμάχους, πολλές δε φορές γυναίκες και παιδιά, να τους παράσχουν «φυσική ασπίδα». Οι μαχητές, δηλαδή, κρύβονταν από πίσω τους. Περαιτέρω, χρήση ανθρώπινων ασπίδων έγινε και στις ένοπλες συγκρούσεις στην Τσετσενία και τον Λίβανο το 2006, αλλά και στο Αφγανιστάν οπότε και η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο καλούσε τους Αφγανούς να σταματήσουν τη χρήση ανθρώπινων ασπίδων.
Σε κάθε περίπτωση, ενόψει και της φύσης των συμφερόντων και δικαιωμάτων που διακυβεύονται, εν αμφιβολία πρέπει να θεωρηθεί ότι η συμμετοχή ενός προσώπου σε ανθρώπινη ασπίδα είναι ακούσια. Μάλιστα, γίνεται δεκτό στη θεωρία ότι σε κάθε περίπτωση οι ανήλικοι συμμετέχουν ακούσια στην ανθρώπινη ασπίδα, καθώς στερούνται της ικανότητας να εκφράσουν τη σχετική βούληση. Η ακούσια συμμετοχή, δηλαδή, σε ανθρώπινη ασπίδα συνιστά τον κανόνα, η δε εκούσια συμμετοχή απλώς την εξαίρεση.

Στο άλλο άκρο, ενδέχεται οι άμαχοι λάβουν ελευθέρως την απόφαση να αποτελέσουν ανθρώπινη ασπίδα, προκειμένου να αποτρέψουν την εχθρική δύναμη από επιθέσεις σε βάρος μαχητών ή στρατιωτικών στόχων. Η στάση τους αυτή, η οποία μπορεί να ερμηνευθεί από ποικίλους εξωνομικούς παράγοντες εγείρει προβληματισμό αναφορικά με τη νομική τους αντιμετώπιση υπό το πρίσμα του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
Συμπερασματικά, η χρήση αμάχων ως ανθρώπινων ασπίδων αποτελεί μια ιδιαίτερα προβληματική πρακτική στον σύγχρονο πόλεμο, καθώς εργαλειοποιεί ανθρώπινες ζωές για την προστασία στρατιωτικών στόχων. Παρά τη ρητή απαγόρευσή της από το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, συνεχίζει να εμφανίζεται σε σύγχρονες συγκρούσεις, υπονομεύοντας την προστασία των μη μαχόμενων. Η διάκριση μεταξύ συναινετικής και μη συναινετικής συμμετοχής είναι κρίσιμη για τη νομική αξιολόγηση κάθε περίπτωσης. Ωστόσο, η διεθνής κοινότητα οφείλει να υιοθετήσει αυστηρότερα μέτρα πρόληψης και λογοδοσίας, ώστε να διασφαλιστεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια εν καιρώ πολέμου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- M.N. Schmitt, “The Conduct of Hostilities During Operation Iraqi Freedom : an International Humanitarian Law Assessment”, cambridge.org, διαθέσιμο εδώ
- UNGA, “Situation of human rights in Afghanistan”, unama.unmissions.org, διαθέσιμο εδώ
- Ronald Otto, “Neighbors as Human Shields? The Israel Defence Forces “Early Warning Procedure” and International Humanitarian Law”, international-review.icrc.org, διαθέσιμο εδώ
- Dinstein, “Τhe conduct of hostilities under the Law of International Armed Conflict”, cambridge.org, διαθέσιμο εδώ