20.8 C
Athens
Τετάρτη, 16 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ προδικαστική παραπομπή ως γέφυρα συνεργασίας μεταξύ εθνικού και ενωσιακού δικαστηρίου

Η προδικαστική παραπομπή ως γέφυρα συνεργασίας μεταξύ εθνικού και ενωσιακού δικαστηρίου


Της Ξένης Φλώρου, 

Η αποτελεσματική εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη συνεργασία μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ). Η προδικαστική παραπομπή αποτελεί τη διαδικασία που διασφαλίζει αυτή τη συνεργασία, επιλύοντας ζητήματα ερμηνείας και κύρους του ενωσιακού δικαίου. Πρόκειται για έναν από τους πιο σημαντικούς μηχανισμούς που διαθέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την ομοιόμορφη εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα του ενωσιακού δικαίου.

Η προδικαστική παραπομπή αποτελεί θεμελιώδες εργαλείο για την ορθή και αποτελεσματική λειτουργία του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συμβάλλει στη διατήρηση της ενότητας και της συνέπειας κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου. Παράλληλα, ενισχύει την προστασία των δικαιωμάτων των ιδιωτών ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) κατοχυρώνει ένα διαρκή και δυναμικό διάλογο μεταξύ του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εθνικών δικαστηρίων, με σκοπό την αποτελεσματική λειτουργία του δικαίου της Ένωσης.

Ειδικότερα, μέσω της διαδικασίας της προδικαστικής παραπομπής, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί δύο βασικών ζητημάτων: αφενός της ερμηνείας των Συνθηκών της Ένωσης και αφετέρου της ερμηνείας και του κύρους των πράξεων των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα δύο αυτά ζητήματα συνιστούν τον πυρήνα του έμμεσου ελέγχου της συμπεριφοράς των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων.

Πηγή εικόνας: unsplash.com / Δικαιώματα χρήσης: Hansjörg Keller

Η διαδικασία ενεργοποιείται όταν ένα εθνικό δικαστήριο, κατά την εκδίκαση μιας υπόθεσης, αντιμετωπίζει παρεμπίπτον ζήτημα που αφορά την ερμηνεία ή το κύρος διάταξης του δικαίου της Ένωσης. Σε αυτή την περίπτωση, εφόσον το δικαστήριο δε δύναται ή δε δικαιούται να επιλύσει το ζήτημα αυτό αυτοτελώς, έχει τη δυνατότητα—και υπό προϋποθέσεις την υποχρέωση—να διακόψει προσωρινά την κύρια δίκη και να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ. Μετά την έκδοση της προδικαστικής απόφασης, το εθνικό δικαστήριο συνεχίζει τη διαδικασία, εφαρμόζοντας υποχρεωτικά την απόφαση που έλαβε. Συνεπώς, το παρεμπίπτον ζήτημα αποτελεί το βασικό στοιχείο που πυροδοτεί την ενεργοποίηση της διαδικασίας.

Η εκτίμηση της αναγκαιότητας και της σημασίας ενός προδικαστικού ερωτήματος ανήκει αποκλειστικά στο εθνικό δικαστήριο που εκδικάζει την υπόθεση. Προκειμένου ένα δικαστήριο να μπορεί να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ πρέπει να πληροί συγκεκριμένες προϋποθέσεις: να έχει ιδρυθεί βάσει νόμου, να έχει μόνιμο χαρακτήρα, να ασκεί υποχρεωτική δικαιοδοσία, να εφαρμόζει κανόνες δικαίου και να είναι ανεξάρτητο.

Η παραπομπή πρέπει να υποβάλλεται μόλις διαπιστωθεί ότι η έκδοση προδικαστικής απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι απαραίτητη για την επίλυση της διαφοράς. Το αιτούν δικαστήριο οφείλει να παρουσιάσει με σαφήνεια το πραγματικό και νομικό πλαίσιο της υπόθεσης, καθώς και τα συγκεκριμένα νομικά ζητήματα που προκύπτουν. Στην περίπτωση αυτή, η εθνική δίκη αναστέλλεται έως την έκδοση της απόφασης. Παράλληλα, το εθνικό δικαστήριο οφείλει να ενημερώνει το Δικαστήριο της Ένωσης για κάθε εξέλιξη ή διαδικαστική ενέργεια που ενδέχεται να επηρεάσει τη διαδικασία, όπως η παραίτηση των διαδίκων, η συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς ή οποιοδήποτε γεγονός που οδηγεί σε κατάργηση της δίκης.

Σύμφωνα με τον Οργανισμό και τον Κανονισμό Διαδικασίας του ΔΕΕ και του Γενικού Δικαστηρίου, παρέχεται η δυνατότητα ορισμένες προδικαστικές παραπομπές να εξετάζονται μέσω ταχείας ή επείγουσας διαδικασίας. Στις περιπτώσεις αυτές, οι προβλεπόμενες προθεσμίες είναι αισθητά μικρότερες· ενδεικτικά, μειώνεται σημαντικά ο χρόνος που διαθέτουν τα κράτη μέλη για να υποβάλουν τις γραπτές παρατηρήσεις τους. Το εθνικό δικαστήριο που υποβάλλει το προδικαστικό ερώτημα οφείλει να τεκμηριώσει επαρκώς την ανάγκη εφαρμογής της επείγουσας ή ταχείας διαδικασίας, προβάλλοντας συγκεκριμένους κινδύνους που θα μπορούσαν να προκύψουν σε περίπτωση προσφυγής στην κανονική διαδικασία.

Πηγή εικόνας: unsplash.com / Δικαιώματα χρήσης: Wesley Tingey

Από τον Οκτώβριο του 2024, η αρμοδιότητα για την εκδίκαση των προδικαστικών παραπομπών κατανέμεται μεταξύ του ΔΕΕ και του Γενικού Δικαστηρίου. Στο Γενικό Δικαστήριο διαβιβάζονται κατά κανόνα οι προδικαστικές παραπομπές που αφορούν αποκλειστικά ειδικούς τομείς, όπως το κοινό σύστημα ΦΠΑ, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης, ο τελωνειακός κώδικας, η δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία, η αποζημίωση και η παροχή βοήθειας προς επιβάτες σε περιπτώσεις προβλημάτων στις μεταφορές, και το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου.

Το ΔΕΕ, στον αντίποδα, διατηρεί την αρμοδιότητα για την εξέταση αιτήσεων που, αν και εμπίπτουν στους παραπάνω τομείς, περιλαμβάνουν περαιτέρω ζητήματα, όπως η ερμηνεία του πρωτογενούς ενωσιακού δικαίου, ζητήματα που άπτονται του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, του δημοσίου διεθνούς δικαίου ή των γενικών αρχών του ενωσιακού δικαίου. Όλες οι αιτήσεις προδικαστικής απόφασης υποβάλλονται αρχικά στο ΔΕΕ, το οποίο κρίνει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την προώθησή τους στο Γενικό Δικαστήριο.

Τέλος, η προδικαστική παραπομπή παραμένει απαραίτητη δικαστική διαδικασία που συμβάλλει καθοριστικά στην εδραίωση της ευρωπαϊκής έννομης τάξης. Μέσω αυτής, ενισχύεται ο ρόλος των εθνικών δικαστηρίων, προωθείται ο διάλογος με το Δικαστήριο της Ένωσης και διασφαλίζεται η ενιαία και αποτελεσματική εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, προς όφελος τόσο των πολιτών όσο και των κρατών μελών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Βασίλειος Χριστιανός – Ρεβέκκα Παπαδοπούλου, Εισαγωγή στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021
  • Προδικαστική παραπομπή — Συστάσεις προς τα εθνικά δικαστήρια, eur-lex.europa.eu, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ξένη Φλώρου
Ξένη Φλώρου
Γεννήθηκε το 2002 στην Αθήνα όπου και μεγάλωσε. Σπουδάζει στη Νομική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τον τομέα του εμπορικού και του ποινικού δικαίου. Στον ελεύθερο χρόνο της, επιλέγει να ασχολείται ενεργά με τον αθλητισμό, τη μουσική και την εξερεύνηση νέων προορισμών, μέσα από ταξιδιωτικές εμπειρίες.