Της Δέσποινας Γιουρέλη,
Μπορεί η υγιεινή διατροφή και η τακτική άσκηση — δύο συνήθειες που συνδέονται δικαίως με την καλή υγεία — να έχουν, σε ορισμένες περιπτώσεις, αρνητικές συνέπειες για την ψυχική μας ευεξία; Αν και εκ πρώτης όψεως ακούγεται αντιφατικό, τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί μια νέα προβληματική συμπεριφορά, που σχετίζεται με την υπερβολική προσήλωση στην «καθαρή» και υγιεινή διατροφή. Πρόκειται για την ψυχογενή ορθορεξία — έναν όρο που περιγράφει το σημείο, όπου η επιθυμία για υγεία μετατρέπεται σε εμμονή.
Ο όρος ορθορεξία προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «ορθός» (σωστός) και «όρεξις» (επιθυμία για φαγητό). Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1997 από τον γιατρό ολιστικής ιατρικής Steven Bratman, ο οποίος παρατήρησε ένα πρότυπο υπερβολικής ενασχόλησης με την υγιεινή διατροφή μεταξύ των ασθενών του.
Είναι σημαντικό να σημειώσουμε πως η ορθορεξία και η ψυχογενής ορθορεξία δεν είναι ταυτόσημες έννοιες. Ο σαφής διαχωρισμός μεταξύ των δύο είναι κρίσιμος, για να αποφευχθούν παρερμηνείες ή υπερδιάγνωση της διαταραχής.

Η ορθορεξία χαρακτηρίζεται από μια εμμονική αφοσίωση στην «καθαρή» και «υγιεινή» διατροφή. Τα άτομα που παρουσιάζουν τέτοιες τάσεις συνήθως δίνουν υπερβολική σημασία στην ποιότητα των τροφών — προτιμούν βιολογικά προϊόντα, αποφεύγουν συντηρητικά, χρωστικές ή οτιδήποτε κρίνεται «ανθυγιεινό». Αντί να ανησυχούν για τις θερμίδες, όπως συμβαίνει σε άλλες διατροφικές διαταραχές, επικεντρώνονται στην «αγνότητα» του φαγητού. Αυτό συχνά οδηγεί σε άκαμπτους διατροφικούς κανόνες, αποκλεισμό ολόκληρων ομάδων τροφίμων και έντονη ενασχόληση με την προετοιμασία των γευμάτων.
Όταν αυτές οι συμπεριφορές φτάνουν στο σημείο να προκαλούν έντονο άγχος, δυσφορία ή κοινωνική απομόνωση, τότε περνάμε στο στάδιο της ψυχογενούς ορθορεξίας. Πλέον δεν πρόκειται απλώς για ένα lifestyle, αλλά για μια κλινικά σημαντική διαταραχή που μπορεί να επηρεάσει τη σωματική και ψυχική υγεία. Καθώς παρατηρείται αύξηση τέτοιων φαινομένων, γίνεται όλο και πιο αναγκαία η σαφής διάκριση, η σωστή διάγνωση και η εξειδικευμένη θεραπεία.
Παρότι η ψυχογενής ορθορεξία φαίνεται να απασχολεί όλο και περισσότερο τους ειδικούς, δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί επισήμως ως ξεχωριστή διατροφική διαταραχή. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι υπάρχει περιορισμένος αριθμός επιστημονικών μελετών και έλλειψη κοινά αποδεκτών διαγνωστικών κριτηρίων. Έτσι, δεν περιλαμβάνεται στους επίσημους καταλόγους ψυχικών διαταραχών, όπως το DSM-V (το βασικό εγχειρίδιο για τις ψυχικές διαταραχές) ή το ICD-10, το διεθνές σύστημα ταξινόμησης νοσημάτων. Η μη αναγνώρισή της, όμως, δεν σημαίνει ότι η διαταραχή δεν είναι υπαρκτή ή σοβαρή — απλώς υποδεικνύει την ανάγκη για περαιτέρω μελέτη, κατανόηση και κλινική τεκμηρίωση.
Η διάγνωση της ψυχογενούς ορθορεξίας δεν είναι εύκολη υπόθεση, καθώς δεν υπάρχουν ακόμη κοινώς αποδεκτά κριτήρια από την επιστημονική κοινότητα. Αυτό σημαίνει ότι είναι δύσκολος ο σαφής διαχωρισμός της από άλλες διατροφικές ή ψυχικές διαταραχές. Ένα βασικό πρόβλημα είναι η επικάλυψη με την ψυχογενή ανορεξία, καθώς και οι δύο περιλαμβάνουν αυστηρούς διατροφικούς περιορισμούς. Η διαφορά, όμως, είναι ουσιαστική:
- Στην ψυχογενή ανορεξία, το άτομο φοβάται έντονα την αύξηση βάρους και έχει μια αλλοιωμένη εικόνα για το σώμα του.
- Στην ψυχογενή ορθορεξία, το κέντρο της ανησυχίας είναι η αναζήτηση της «βέλτιστης υγείας» μέσω της διατροφής.

Επιπλέον, συμπτώματα της ψυχογενούς ορθορεξίας μοιάζουν και με εκείνα άλλων ψυχικών διαταραχών, όπως η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (OCD) ή η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, αφού και σε αυτές παρατηρείται υπερβολική ενασχόληση με την καθαρότητα της τροφής.
Η επιστημονική κοινότητα έχει προσπαθήσει τα τελευταία χρόνια να ορίσει με μεγαλύτερη σαφήνεια τι είναι η ψυχογενής ορθορεξία και πώς μπορεί να διαγνωστεί. Αν και ο όρος χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1997, τα πρώτα προτεινόμενα διαγνωστικά κριτήρια εμφανίστηκαν μόλις το 2000 από τους Bratman και Knight.
Μια σημαντική πρόοδος έγινε το 2015, όταν οι Moroze και συνεργάτες παρουσίασαν μια πιο αναλυτική προσέγγιση, βασισμένη σε μελέτη περίπτωσης. Τα κριτήρια αυτά δίνουν έμφαση:
- Στον εμμονικό χαρακτήρα της διαταραχής (ιδεοληπτικές σκέψεις γύρω από τη διατροφή)
- Στις σωματικές, κοινωνικές και ακαδημαϊκές συνέπειες
- Στην ανάγκη να αποκλειστούν άλλες ψυχικές παθήσεις με ορθορεκτική συμπτωματολογία.
Το 2016, οι Dunn και Bratman επανήλθαν με μια πιο συστηματική πρόταση. Μετά από ανασκόπηση περιστατικών, διατύπωσαν δύο βασικά διαγνωστικά κριτήρια, που συνοψίζονται ως εξής:
Κριτήριο Α: Εμμονή με την υγιεινή διατροφή
Το άτομο:
- Ασχολείται υπερβολικά με την ποιότητα των τροφών που καταναλώνει.
- Αποφεύγει συστηματικά τροφές που θεωρεί ανθυγιεινές, ακόμα και αν δεν υπάρχει ιατρικός λόγος.
- Νιώθει ενοχή, άγχος ή αηδία όταν παραβιάζει τους διατροφικούς κανόνες του.
- Προοδευτικά περιορίζει όλο και περισσότερες κατηγορίες τροφών, κάτι που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε σημαντική απώλεια βάρους.
Κριτήριο Β: Επιπτώσεις στην καθημερινότητα
Η συμπεριφορά αυτή:
- Προκαλεί υποσιτισμό, ιατρικές επιπλοκές ή σοβαρή σωματική εξάντληση.
- Οδηγεί σε προβλήματα στις σχέσεις, την εργασία ή τις σπουδές.
- Συνδέεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση, που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πόσο «πιστά» ακολουθεί κάποιος την προσωπική του εκδοχή για μια υγιεινή διατροφή.
Η ψυχογενής ορθορεξία είναι μια σχετικά νέα διαταραχή, και ως εκ τούτου, τα ακριβή ποσοστά εμφάνισης παραμένουν ασαφή. Ωστόσο, είναι φανερό ότι το φαινόμενο γίνεται όλο και πιο διαδεδομένο, κυρίως στις δυτικές κοινωνίες, όπου η υγιεινή διατροφή και η «ιδανική» εμφάνιση είναι πολύ συχνά υπερτιμημένες. Για να αξιολογηθεί η συχνότητα της διαταραχής, οι ερευνητές χρησιμοποιούν ψυχομετρικά εργαλεία, με πιο διαδεδομένο το ORTO-15. Οι μελέτες επιπολασμού δείχνουν ότι η ψυχογενής ορθορεξία είναι συχνή, ειδικά σε άτομα ηλικίας 20-30, χωρίς να παρατηρούνται σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες όσον αφορά τη συχνότητα της διαταραχής.
Η εμφάνιση της ψυχογενούς ορθορεξίας συνδέεται με παράγοντες κινδύνου, που ποικίλλουν από προσωπικά χαρακτηριστικά μέχρι κοινωνικοπολιτισμικές επιρροές. Σε προσωπικό επίπεδο, άτομα που έχουν ιδεοψυχαναγκαστικά χαρακτηριστικά ή που δείχνουν τάσεις τελειομανίας φαίνεται να είναι πιο ευάλωτα στην ανάπτυξη αυτής της διαταραχής. Επίσης, όσοι έχουν βιώσει επαναλαμβανόμενες δίαιτες ή εμφανίζουν δυσαρέσκεια με το σώμα τους, μπορεί να αναπτύξουν διαταραγμένα πρότυπα διατροφής. Στον κοινωνικοπολιτισμικό τομέα, η πίεση για επίτευξη ιδανικής εικόνας σώματος, που προβάλλεται μέσω των ΜΜΕ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ενισχύει την επιθυμία για αυστηρή, «καθαρή» διατροφή. Συχνά, το «ιδανικό σώμα» και η υγιεινή διατροφή προβάλλονται ως απαραίτητο συστατικό για την «τέλεια ζωή», με αποτέλεσμα οι νέοι να νιώθουν πίεση να συμβαδίσουν με μη ρεαλιστικές απαιτήσεις.

Υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις, που μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της ψυχογενούς ορθορεξίας:
- Ψυχοεκπαίδευση και Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία (CBT)
Η ψυχοεκπαίδευση ενημερώνει το άτομο για τη διαταραχή και τις συνέπειές της. Συμβάλλει στην κατανόηση των ψυχολογικών παραγόντων που την προκαλούν ενώ ταυτόχρονα βοηθά να μειωθεί το άγχος και οι εμμονές γύρω από τη διατροφή.
Η CBT επιδιώκει να εντοπίσει και να αλλάξει τις δυσπροσαρμοστικές σκέψεις και συμπεριφορές. Για παράδειγμα, με τη CBT μπορεί να γίνει σταδιακή επανένταξη τροφών που είχαν αποκλειστεί από τη διατροφή.
- Διατροφική Συμβουλευτική και Διαισθητική Διατροφή
Η διατροφική συμβουλευτική βοηθά το άτομο να αποκαταστήσει την ισορροπία στη διατροφή του, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές προτιμήσεις και περιορισμούς. Ταυτόχρονα, η διαισθητική διατροφή ενθαρρύνει την αποδοχή του σώματος και την ακρόαση των εσωτερικών σημάτων.
- Θεραπεία Βασισμένη στην Ενσυνειδητότητα και την Αποδοχή
Η ενσυνειδητότητα (“mindfulness”) βοηθά το άτομο να ενισχύσει την επίγνωση των σκέψεων και των συναισθημάτων του, ώστε να μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα τις παρορμήσεις του. Παράλληλα, η θεραπεία αποδοχής ενισχύει την αυτοεκτίμηση του ατόμου και μειώνει την τελειομανία.
- Οικογενειακή και Κοινωνική Στήριξη
Η συμμετοχή της οικογένειας μειώνει την απομόνωση και ενισχύει την κατανόηση του προβλήματος.Τέλος, οι ομάδες υποστήριξης συνομηλίκων ενθαρρύνουν την ενσυναίσθηση και τις στρατηγικές αντιμετώπισης.
Συνοψίζοντας, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε, πως οι διατροφικές διαταραχές αποτελούν ψυχικές διαταραχές με κοινωνικοπολιτισμική δόμηση. Οι κοινωνικοί κανόνες που δίνουν προτεραιότητα στην εξωτερική εμφάνιση και εξισώνουν την υγεία με τη διατροφική αγνότητα ενδέχεται να ενθαρρύνουν ακούσια την εμφάνιση και τη διατήρηση της ορθορεξίας, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για στοχευμένες προσπάθειες πρόληψης και έγκαιρης παρέμβασης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- On orthorexia nervosa: A review of the literature and proposed diagnostic criteria, ScienceDirect, διαθέσιμο εδώ
- Orthorexia and Orthorexia Nervosa: A Comprehensive Examination of Prevalence, Risk Factors, Diagnosis, and Treatment, Nutrients, διαθέσιμο εδώ
- What Are Eating Disorders?, American Psychiatric Association, διαθέσιμο εδώ
- Orthorexia Nervosa: When ‘Healthy’ Eating Turns Dangerous, Medscape, διαθέσιμο εδώ
- Instagram use is linked to increased symptoms of orthorexia nervosa, Eating and Weight Disorders – Studies on Anorexia, Bulimia and Obesity, Springer Nature, διαθέσιμο εδώ
- Orthorexia, National Eating Disorders Association (NEDA), διαθέσιμο εδώ
- Definition and diagnostic criteria for orthorexia nervosa: a narrative review of the literature, Eating and Weight Disorders – Studies on Anorexia, Bulimia and Obesity, Springer Nature, διαθέσιμο εδώ