Της Νικολίνας Κουλούρη,
Ζούμε σε έναν κόσμο όπου οι πολιτισμοί συναντιούνται συνεχώς. Οι πληθυσμοί γίνονται όλο και πιο ετερογενείς λόγω της παγκοσμιοποίησης και των μεταναστευτικών ρευμάτων. Οι πόλεις μας είναι πολυεθνικές, οι τάξεις γεμάτες με παιδιά από διαφορετικές κουλτούρες και πολιτισμούς και πλέον υπάρχει και το διαδίκτυο που φέρνει κοντά ανθρώπους από κάθε γωνιά της γης. Όμως, αντανακλά αυτή την πραγματικότητα το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας; Είναι το σχολείο ένας χώρος που όχι μόνο δέχεται, αλλά και προωθεί τη διαφορετικότητα;
Η πολυπολιτισμική εκπαίδευση είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει όχι μόνο τους παιδαγωγούς, αλλά και πολιτικούς-κοινωνικούς επιστήμονες εδώ και δεκαετίες, κυρίως τα τελευταία χρόνια με την επιρροή που έχουν ασκήσει το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πάνω στο ζήτημα της πολυπολιτισμικότητας στην Ελλάδα. Δεν πρόκειται για μια εκπαιδευτική πρακτική η οποία μοιάζει με τις υπόλοιπες, αλλά πλέον καθίσταται ανάγκη σε έναν κόσμο που αλλάζει από τη μία στιγμή στην άλλη.
Σημαίνει κάτι περισσότερο από το να μαθαίνουμε στους μαθητές διάφορες χώρες, έθιμα, φαγητά και παραδόσεις. Προϋποθέτει τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που έχει ως θεμέλιο τον σεβασμό και ενσωματώνει διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα στη μαθησιακή διαδικασία, χωρίς να πέφτει στο «τριπάκι» της απλής επιφανειακής αποδοχής. Το πιο σημαντικό είναι, ότι όλοι οι μαθητές οφείλουν να αισθάνονται ότι είναι μέλος σε αυτήν τη μικρή κοινωνία στο μέγιστο. Για να γίνει κάτι τέτοιο, το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας θα πρέπει να αναθεωρήσει πολλά. Γι’ αυτό και στο ερώτημα αν είναι εφικτή η εγκαθίδρυση μίας πολυπολιτισμικής προσέγγισης στην εκπαίδευση, η απάντηση είναι ναι, αλλά με προσπάθεια και επιθυμία για προσαρμογή σε αρκετά διαφορετικές από τις συνηθισμένες συνθήκες.

Η πρώτη και βασικότερη παράμετρος που θα βοηθήσει στην υιοθέτηση αυτής της ιδέας είναι ο συντονισμός ενός προγράμματος σπουδών για όλους τους μαθητές, το οποίο δεν είναι μονοδιάστατο. Για παράδειγμα, η διδασκαλία της ιστορίας θα πρέπει να γίνεται από μία οπτική όχι μονόπλευρη, αλλά με βάση τη συμβολή όλων των λαών στην ανθρώπινη εξέλιξη, λαμβάνοντας υπόψιν εμπειρίες και βιώματα από διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων. Στη διδασκαλία του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, οι μαθητές μπορούν να διαβάζουν έργα από συγγραφείς που εκπροσωπούν διάφορους πολιτισμούς και ρεύματα που αναδείχθηκαν από ξένους συγγραφείς και διανοούμενους.
Αναφορικά με το εκπαιδευτικό προσωπικό, είναι αναμφισβήτητο πως οι δάσκαλοι είναι η ψυχή του κάθε εκπαιδευτικού συστήματος, ανεξάρτητα τη χώρα. Αν δεν είναι έτοιμοι να διαχειριστούν πολυπολιτισμικές τάξεις, η πολυπολιτισμική εκπαίδευση παραμένει ένα όνειρο θερινής νυκτός. Οι δάσκαλοι πρέπει να λαμβάνουν δια βίου επιμόρφωση πάνω στη διαπολιτισμική επικοινωνία και να τους δίνεται η δυνατότητα να κάνουν πρακτική πάνω σε αυτήν τη θεωρία. Επίσης, εκτός από τη γνώση, πολύ σημαντική είναι και η εξάλειψη των προσωπικών τους προκαταλήψεων προτού αποφασίσουν να ασχοληθούν με αυτήν την εκπαιδευτική πρακτική, όπως και να μαθαίνουν πώς να διαχειρίζονται συγκρούσεις ρατσιστικού υποβάθρου.
Πέρα από το αναλυτικό πρόγραμμα και την εκπαίδευση των δασκάλων που σίγουρα παίζουν τον μεγαλύτερο ρόλο, η πολυπολιτισμικότητα πρέπει να γίνει καθημερινότητα στο σχολείο. Οι γιορτές και οι πολιτισμικές εκδηλώσεις μπορούν να περιλαμβάνουν διαφορετικές παραδόσεις κάθε φορά, καθώς η σχολική κουλτούρα πρέπει να ενθαρρύνει την αποδοχή και τον διάλογο μεταξύ των μαθητών. Τα προγράμματα ανταλλαγής μαθητών μπορούν να βοηθήσουν σε αυτό και να αναπτύξουν στενές σχέσεις μεταξύ μαθητών από διαφορετικές χώρες.

Παρότι λοιπόν, η πολυπολιτισμική εκπαίδευση είναι εφικτή με την προϋπόθεση της αφοσίωσης, υπάρχουν εμπόδια που πρέπει να προσπεραστούν. Σε ορισμένες κοινωνίες, η πολυπολιτισμικότητα αντιμετωπίζεται ως απειλή για την εθνική ταυτότητα, ενώ η προσαρμογή του προγράμματος σπουδών ή η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών απαιτούν χρήματα και χρόνο που δεν είναι πάντα διαθέσιμα. Φυσικά, όμως, καμία αλλαγή δεν έρχεται χωρίς δυσκολίες. Το ερώτημα είναι αν είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε την προσπάθεια, η οποία είναι συνονθύλευμα πολλών και όχι ενός ατόμου. Δεν αρκεί να μιλάμε για διαφορετικότητα σε μία επιφανειακή βάση αλλά πρέπει να ενσωματωθεί στην πράξη, ώστε σε βάθος χρόνου, να φανούν τα ευεργετικά αποτελέσματα της στην ευρύτερη κοινωνία.
Η εκπαίδευση μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο που μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους, αντί να τους χωρίζει. Όταν ο κάθε ένας μαθητής αισθάνεται ότι η φωνή του ακούγεται και η κουλτούρα του αναγνωρίζεται, τότε έχουμε κάνει ένα βήμα προς έναν πιο δίκαιο και ανοιχτό κόσμο. Είναι κοινά αποδεκτό πως το μέλλον ανήκει σε αυτούς που ξέρουν να ζουν μαζί, να συνεργάζονται, να αντιδρούν και να έχουν επίγνωση του υπόλοιπου κόσμου γύρω τους και το σχολείο πρέπει να είναι η αφετηρία αυτής της αλλαγής, καθώς έχει τον ρόλο της μικροσκοπικής και πρώτης κοινωνίας στην οποία εντάσσονται τα παιδιά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- UNESCO guidelines on intercultural education, pure.ed.ac.uk, διαθέσιμο εδώ
- Equity and Inclusion in Education, oecd.org, διαθέσιμο εδώ