9.4 C
Athens
Δευτέρα, 7 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΣτον καιρό του Βουλγαροκτόνου: Η ακμή της δυναστείας των Μακεδόνων

Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου: Η ακμή της δυναστείας των Μακεδόνων


Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,

Η μετάβαση από την πρώτη στην δεύτερη μ.Χ. χιλιετία σημαδεύτηκε για την Ανατολική Μεσόγειο από την βασιλεία του Βασίλειου Β΄ του Πορφυρογέννητου, ο επονομαζόμενος «Βουλγαροκτόνος». Ο Βασίλειος Β΄, γόνος της δυναστείας των Μακεδόνων και γιός του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ρωμανού Β΄, έμελλε με την πολυετή βασιλεία του να εδραιώσει την αυτοκρατορία του ως το ισχυρότερο κράτος του τότε γνωστού κόσμου. Οι πόλεμοι στους οποίους συμμετείχε και οι νίκες τις οποίες σημείωσε ο στρατός της αυτοκρατορίας υπό την ηγεσία του αποτελούν σπουδαίο κεφάλαιο για το Βυζάντιο και την ευρύτερη περιοχή.

Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος (958 – 1025). Πηγή εικόνας: Protothema.gr

Ο Βασίλειος γεννήθηκε το 958, ενώ έλαβε τον τίτλο του «Πορφυρογέννητου», τίτλος ο οποίος σηματοδοτούσε πως την περίοδο της γέννησής του ο πατέρας του ήταν αυτοκράτορας, η μητέρα του Βασίλειου ήταν η Θεοφανώ, Ελληνίδα από την Λακωνία, ενώ λίγο αργότερα από τον Βασίλειο γεννήθηκε ο αδερφός του, Κωνσταντίνος. Ο Ρωμανός έστεψε συναυτοκράτορες τους δύο γιούς του λίγο πριν πεθάνει (963), λόγω του νεαρού της ηλικίας του Κωνσταντίνου και του Βασιλείου, αρχικά βασίλευσε στην θέση τους ο Νικηφόρος Φωκάς (963-969) και στην συνέχεια ο Ιωάννης Τσιμισκής (969-976). Μετά τον θάνατο του Φωκά, ο Τσιμισκής ανέλαβε επίσημα αρχηγός του κράτους, υπό την καθοδήγηση αρχικά του θείου του, Βασιλείου Λεκαπηνού.

Στις 10 Ιανουαρίου 976, ο Ιωάννης Τσιμισκής πεθαίνει, αυτοκράτορας γίνεται ο 18χρονος τότε Βασίλειος Β’. Η έναρξη της βασιλείας του σημαδεύτηκε από νέες εσωτερικές έριδες, καθώς εμφανίστηκαν δύο στρατηγοί οι οποίοι επιθυμούσαν να λάβουν μεγαλύτερες εξουσίες, ο Βάρδας Φωκάς και ο Βάρδας Σκληρός. Οι δύο στρατηγοί ήταν έμπειροι, και ενώ αρχικά ο Βασίλειος συνέτριψε την εξέγερση του Φωκά με την βοήθεια του Σκληρού (979), ο Σκληρός στην συνέχεια εξεγέρθηκε εναντίον του Βασιλείου, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να αφιερώσει μια ολόκληρη δεκαετία για να τον υποτάξει, κάτι το οποίο έγινε τελικά όταν ο Σκληρός παραδόθηκε στον Αυτοκράτορα (989).

Για να καταπνίξει τους εξεγερθέντες στρατηγούς, ο Βασίλειος είχε δεχθεί βοήθεια από τους Γεωργιανούς και τους Ρώσους. Ο ηγέτης των τελευταίων, πρίγκηπας Βλαδίμηρος του Κιέβου, επιθυμούσε να νυμφευθεί την αδερφή του αυτοκράτορα, Άννα. Οι ενστάσεις τις οποίες είχε αρχικά ο Βασίλειος κάμφθηκαν, όταν ο Βλαδίμηρος προσφέρθηκε να βαπτιστεί χριστιανός, και να ενθαρρύνει τον λαό του να τον ακολουθήσει. Ο Βλαδίμηρος παντρεύτηκε την Άννα στην Κριμαία (989), και ο εκχριστιανισμός των Ρώσων ξεκίνησε με γοργούς ρυθμούς, καθώς χιλιάδες Ρώσοι βαπτίστηκαν στις όχθες του Δνείπερου τις επόμενες ημέρες. Φυσικό επακόλουθο αυτών ήταν η δημιουργία μιας ανθεκτικής συμμαχίας μεταξύ των Βυζαντινών και των Ρώσων. Οι Βυζαντινοί έλαβαν πληθώρα στρατιωτών από τους Ρώσους, οι οποίοι και δημιούργησαν αργότερα την Βαράγγειο Φρουρά.

Σημαντικές εξελίξεις λάμβαναν χώρα στα νότια σύνορα της αυτοκρατορίας, καθώς λόγω των εσωτερικών προβλημάτων, οι Άραβες είχαν καταλάβει αρκετές περιοχές της Βυζαντινής Συρίας και Ανατολίας. Ο κυβερνήτης της Δαμασκού Manjutakin, εισέβαλε στο Εμιράτο του Αλέππο, το οποίο τελούσε υπό την προστασία του Βυζαντίου. Ο Αυτοκράτορας έστειλε τον Δούκα Μιχαήλ Βούρτζη να αναχαιτίσει τις επιθέσεις, κάτι το οποίο εκείνος πέτυχε σε πρώτη φάση. Η επιστροφή του Manjutakin με ενισχυμένο στράτευμα όμως οδήγησε τον Βούρτζη να ηττηθεί κατά κράτος στην μάχη του Ορόντη το 994. Ο Βασίλειος θορυβήθηκε από τις εξελίξεις, με αποτέλεσμα το επόμενο έτος να εκστρατεύσει ο ίδιος ενάντια στους Άραβες, με αποτέλεσμα ο Manjutakin να αποχωρήσει από τις προωθημένες του θέσεις στην Συρία. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Δαμιανός Δαλασσηνός επιτέθηκε στην Απάμεια, χωρίς να καταφέρνει να την εκπορθήσει. Εν έτη 999 ο Βασίλειος κατέφτασε εκ νέου στην Συρία, φτάνοντας μέχρι την Ηλιούπολη, στον σημερινό Λίβανο. Η αδυναμία του ωστόσο να κατακτήσει την Τρίπολη της Συρίας, τον ώθησε να εγκαταλείψει την απόπειρα κατάκτησης της ευρύτερης περιοχής, με αποτέλεσμα το επόμενο έτος να υπογράψει μια δεκαετή συνθήκη ειρήνης με τους Άραβες.

Η πλέον γνωστή από τις εκστρατείες του Βασιλείου Β΄ ήταν αυτή ενάντια στους Βούλγαρους και τον Τσάρο Σαμουήλ, εκστρατεία η οποία του χάρισε το προσωνύμιο του «Βουλγαροκτόνου». Ο Βασίλειος αρχικά συγκρότησε ένα ιδιαίτερα ισχυρό στράτευμα και εκστράτευσε στην Σόφια, όμως ηττήθηκε κατά κράτος μετά από αιφνίδια επίθεση που δέχθηκε στις Τραϊανές πύλες (986). Την επόμενη δεκαετία, και ενώ ο Βασίλειος ήταν απασχολημένος σε άλλα μέτωπα, ο Σαμουήλ εισέβαλε στα Νότια Βαλκάνια και κατέλαβε περιοχές της σημερινής κεντρικής Ελλάδας, ενώ στα δυτικά προέλασε μέχρι την Αδριατική. Η πρώτη απάντηση δόθηκε από την πλευρά των Βυζαντινών όταν ο Νικηφόρος Ουρανός κέρδισε τον Σαμουήλ στην μάχη του Σπερχειού ποταμού, μάχη στην οποία παραλίγο να αιχμαλωτίσει τον Βούλγαρο Τσάρο.

Μετά την τακτοποίηση της κατάστασης στη Συρία, ο Βασίλειος Β΄ ήρθε στην Ευρώπη και έλαβε αποφασιστικά μέτρα για να κερδίσει τους Βούλγαρους, έστειλε τον στρατηγό του Νικηφόρο Ξιφία να καταλάβει την παλιά πρωτεύουσα των Βούλγαρων, Μεγάλη Πρεσλάβα (1000) ενώ το επόμενο έτος ο Αυτοκράτωρ εκστράτευσε στην Μακεδονία, ανακαταλαμβάνοντας μεγάλες εκτάσεις. Μάλιστα έφτασε να καταλάβει μέχρι και το Βιτίν, πόλη στα σύνορα με την Σερβία. Ο Σαμουήλ αντέδρασε άμεσα, οργάνωσε μια αιφνιδιαστική εκστρατεία στην Θράκη και κατέλαβε την Αδριανούπολη. Ο Βασίλειος δεν άργησε να ανακτήσει το πάνω χέρι, καθώς έστησε ενέδρα στον Βουλγαρικό στρατό στον δρόμο της επιστροφής του από την Αδριανούπολη, νικώντας τον κοντά στα Σκόπια. Η παράδοση της πόλης αυτής από τον κυβερνήτη της στον Βασίλειο δεν άργησε, ενώ λίγο αργότερα ακολούθησε η παράδοση και του Δυρραχίου (1005).

Ο Σαμουήλ πλέον είχε περιοριστεί στην Μακεδονία, όντας περικυκλωμένος από όλες τις πλευρές από τους Βυζαντινούς. Η αντίσταση του κάμφθηκε οριστικά όταν, το 1014, ηττήθηκε κατά κράτος από τον Βασίλειο Β΄ και τον Νικηφόρο Ξιφία στο Κλειδί, τοποθεσία κοντά στον Στρυμόνα ποταμό. Η μάχη αυτή δεν έγινε γνωστή μόνο για την στρατηγική σημασία της νίκη του Βυζαντίου, αλλά και για την βαναυσότητα με την οποία μεταχειρίστηκε ο Βασίλειος τους περίπου 15.000 Βούλγαρους αιχμαλώτους της μάχης. Ο Βασίλειος τους τύφλωσε όλους αφήνοντας ανά εκατό άτομα έναν μονόφθαλμο να τους καθοδηγεί, και τους διέταξε να επιστρέψουν στον Σαμουήλ. Ο Βούλγαρος ηγέτης, μόλις αντίκρυσε το θέαμα αυτό καταρρακώθηκε ψυχολογικά, ενώ δύο μέρες αργότερα πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο. Τελικά η Βουλγαρία υποτάχθηκε το 1018, όταν καταπνίγηκαν και οι τελευταίοι Βούλγαροι ηγεμονίσκοι. Ο Βασίλειος Β΄, με την στρατηγική του ευφυία αλλά και την βαναυσότητα, κατάφερε να φτάσει ξανά τα σύνορα του Βυζαντίου στον Δούναβη, μετά από πολλούς αιώνες.

Η νίκη των Βυζαντινών κατά των Βουλγάρων στη Μάχη του Κλειδίου (πάνω) και ο θάνατος του Σαμουήλ (κάτω), 14ος αιώνας. Πηγή εικόνας: Wikipedia.org

Η υποταγή της Βουλγαρίας ώθησε τους Σέρβους και τους Κροάτες να αναγνωρίσουν και αυτοί την επικυριαρχία του Βασίλειου, καθώς η ιδέα του πολέμου με την αυτοκρατορία τρόμαζε τους ηγέτες τους. Συγκεκριμένα, οι βασιλείς της Κροατίας, οι οποίοι υπήρξαν επί μακρό σύμμαχοι του Σαμουήλ, αναγνώρισαν την επικυριαρχία του Βασιλείου. Εκείνος, ευχαριστημένος από την εξέλιξη, έδωσε στους πρώην βασιλείς τιμητικούς τίτλους και τους άφησε να έχουν έναν σημαντικό βαθμό αυτονομίας.

Ο Βασίλειος δεν επαναπαύθηκε στις δάφνες των επιτυχιών του στα Βαλκάνια, αλλά επέστρεψε στο ανατολικό μέτωπο. Ο αντίπαλός του ήταν οι Γεωργιανοί στον Καύκασο, οι οποίοι απειλούσαν τις κτήσεις της αυτοκρατορίας στον Πόντο. Ο Βασίλειος εκστράτευσε στον Καύκασο, κέρδισε σειρά μαχών με σημαντικότερη την μάχη της λίμνης Παλακάζιο (1021), στην οποία αν και υπέστη βαριές απώλειες, ο αυτοκράτορας βγήκε νικητής. Το επόμενο έτος, ενώ ο Αρμένιος βασιλιάς Σενεκερίμ είχε μόλις παραδώσει το βασίλειό του στους Βυζαντινούς, ο Βασίλειος οργάνωσε μια νέα επίθεση στην Γεωργία, κερδίζοντας τους Γεωργιανούς στην μάχη του Σφίνδακα, με αποτέλεσμα ο βασιλιάς της Γεωργίας να συμφωνήσει σε σημαντικές παραχωρήσεις περιοχών στον Καύκασο.

Ο Βασίλειος έφυγε πλήρης ημερών και κατορθωμάτων το 1025 μ.Χ., αφού βασίλευσε σχεδόν μισό αιώνα. Υπήρξε ο αυτοκράτορας που έμεινε περισσότερα χρόνια στον θρόνο, και αν κρίνουμε από τα κατορθώματά του, ήταν αναμφίβολα ένας από τους σπουδαιότερους, αν όχι ο σπουδαιότερος. Πολλοί ιστορικοί, ακόμα και της εποχής του, τον σύγκριναν με μεγάλους ηγέτες όπως ο Ιουστινιανός, ή λόγω των εκστρατειών του στην Ανατολή ακόμα και με τον Μέγα Αλέξανδρο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Βασιλική Νεράντζη-Βαρμάζη (2022), Βυζαντινή Ιστορία 324-1453, εκδ. Γράφημα
  •  Durant, W. (1950), Η παγκόσμια ιστορία του πολιτισμού ο Αιών της Πίστεως (τόμος Σ’), εκδ. Simon & Chuster.
  • Schlumberger Gustav(1999), Βασίλειος Β’ Βουλγαροκτόνος (τόμος Α’), (μτφ. Βουτυράς Σταύρος), εκδ. Δημιουργία
  • Συλλογικό έργο (2006), Ιστορία του Βυζαντίου, (μτφ. Καραγιώργου Όλγα, επμ. Μάνγκο Σίριλ, Μωυσείδου Γιασμίνα), εκδ. Νεφέλη

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Κατσούλας
Κωνσταντίνος Κατσούλας
Γεννήθηκε το 2001 στην Αμφιλοχία, όπου και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Είναι φοιτητής του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών, ενώ κατέχει πτυχία εκμάθησης Αγγλικών και Ισπανικών. Το αγαπημένο του αντικείμενο είναι η ιστορία, καθώς τον ενδιαφέρει το πως αυτή επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων σήμερα αλλά και τα χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται ερασιτεχνικά με το στίβο, ενώ αφιερώνει αρκετό χρόνο στην κοινωνικοποίησή του βγαίνοντας με τους φίλους του.