22.1 C
Athens
Σάββατο, 26 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΗ επιστημονική αποστολή του Μορέως

Η επιστημονική αποστολή του Μορέως


Του Φωκίωνα Δανιηλίδη,

Το 1829, η Πελοπόννησος αποτέλεσε πεδίο διαφόρων ειδών έρευνας, ως φυσική απόρροια της γαλλικής επέμβασης στην Ελληνική Επανάσταση. Ο αρχικός σκοπός των Γάλλων και των υπόλοιπων Μεγάλων Δυνάμεων, ήταν η εφαρμογή της Συνθήκης του Λονδίνου (1827), σύμφωνα με την οποία επιτρεπόταν στην Ελλάδα να ιδρύσει ένα ανεξάρτητο από τους Οθωμανούς κράτος. Στα πλαίσια της συγκεκριμένης προσπάθειας, η Γαλλία συνέτριψε τον τουρκο-αιγυπτιακό στόλο στην Ναυμαχία του Ναβαρίνου, και ύστερα τα γαλλικά στρατεύματα απώθησαν ολοκληρωτικά και τον Ιμπραήμ Πασά, ο οποίος συνέχιζε να λεηλατεί την Ηπειρωτική Ελλάδα με τα εναπομείναντα από την Πελοπόννησο στρατεύματά του. 

Ωστόσο, αν και οι περισσότεροι από αυτούς αποχώρησαν κατά τους επόμενους μήνες, η γαλλική παρουσία συνεχίστηκε μέχρι το 1833. Όπως έγινε και κατά την ναπολεόντεια εισβολή στην Αίγυπτο, έτσι και στην περίπτωση της Πελοποννήσου, συγκροτήθηκε μία επιστημονική επιτροπή με τον τίτλο «Η επιστημονική αποστολή του Μοριά». Η εν λόγω επιτροπή, η οποία είχε ως επικεφαλή τον στρατάρχη Nicolas-Joseph Maison, έφτασε στην Πελοπόννησο το 1829 και χρησιμοποιώντας έναν χάρτη της Ελλάδας που σχεδιάστηκε το 1826, ξεκίνησε την καταγραφή και την μελέτη της περιοχής. Στην αποστολή συμμετείχαν διαφόρων ειδών επιστήμονες, όπως για παράδειγμα, ο φυσικός Bory de Saint-Vincent, ο οποίος εξέδωσε ένα έργο στο οποίο απαριθμεί πάνω από χίλια πεντακόσια είδη φυτών της Πελοποννήσου, όμως ο μεγαλύτερος αντίκτυπός της αφορά την μνημειακή κληρονομιά της χερσονήσου.

Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι, η Αποστολή επικεντρώθηκε κυρίως στα κατάλοιπα της κλασικής Ελλάδας. Το γεγονός αυτό ανάγεται στην αρχές του Ρομαντισμού κατά τα πρώτα χρόνια της διάδοσής του, όταν οι ακόλουθοί του δεν θεωρούσαν ακόμα το Μεσαίωνα, περισσότερο άξιο του ενδιαφέροντός τους απ’ ότι την αρχαία εποχή. Αντιθέτως, στην Ευρώπη οι αξίες του Νεοκλασικισμού ήταν ακόμα επικρατέστερες έναντι εκείνων του νέου κινήματος. Μάλιστα, στις αρχές του 19ου αιώνα, λάμβανε χώρα μία θεμελιώδης αλλαγή στην αντίληψη των δυτικών Ευρωπέων, όσον αφορά τους βασικούς πυλώνες του πολιτισμού τους. Συγκεκριμένα, τα αναδυώμενα δημοκρατικά ιδεώδη, εξαιτίας των οποίων ξέσπασαν οι κύριες επαναστάσεις που κατέληξαν να σχηματοποιήσουν την σημερινή Ευρώπη, ξεκίνησαν να ανάγονται περισσότερο στην δημοκρατική Αθήνα και όχι στην ρωμαϊκή Res Publica.

Άποψη και κάτοψη της Ιεράς Μονής Σαμαρίνας το 1829 (Abel Blouet). Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Επιπλέον, στην νεότερη Ελλάδα επικρατούσε η άποψη πως η βυζαντινή περίοδος χαρακτηρίζεται από παρακμή και οι κάτοικοί της έτειναν να προβάλουν περισσότερο τους αρχαίους Έλληνες, όταν αναφέρονταν στους προγόνους τους. Μολονότι η συγκεκριμένη αντίληψη αμφισβητήθηκε κατά την έλευση του Καποδίστρια και τελικά, καταρρίφθηκε από τον ιστορικό Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, είναι φανερό πως στις αρχές του 19ου αιώνα το Βυζάντιο δεν θεωρείτο άξιο ιδιαίτερης έρευνας, τόσο για τους ξένους ερευνητές, όσο και για τους ίδιους τους Έλληνες.

Ωστόσο, παρά τον θαυμασμό των Γάλλων προς τον αρχαίο πολιτισμό, ο ελληνικός Μεσαίωνας δεν παραμελήθηκε από τους ερευνητές της Αποστολής. Στην πραγματικότητα, αν και δεν δίνεται η απαραίτητη βάση στο συγκεκριμένο γεγονός σε σχετικά έργα, μεταξύ του 1829 και του 1832, έλαβε χώρα η πρώτη καταγραφή και αποτύπωση των βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων της Πελοποννήσου, μολονότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν ήταν συστηματική και, ως εκ τούτου, τα αποτελέσματα ήταν ατελή. Η εύρεσή τους ήταν τυχαία και συμπτωματική, διότι οι Γάλλοι απλώς συναντούσαν τα εν λόγω κατάλοιπα καθώς αναζητούσαν εκείνα που προέρχονταν από την αρχαία Ελλάδα.

Εν τούτοις, αξίζει να σημειωθεί πως το μειωμένο ενδιαφέρον της Αποστολής προς τα μνημεία της συγκεκριμένης περιόδου δεν ανάγεται αποκλειστικά στους προαναφερθέντες λόγους, αλλά η έλλειψη πηγών αποτέλεσε παράλληλα ένας από τους κύριους παράγοντες που περιόρισαν την δραστηριότητα των Γάλλων επιστημόνων. Σε αντίθεση με την αρχαία περίοδο, κατά την οποία υπήρξαν πολλοί περιηγητές που διέσωσαν την τοποθεσία σημαντικών μνημείων της εποχής (Παυσανίας, Στράβων, Διόδωρος Σικελιώτης κ.α.), στο Βυζάντιο δεν σώζεται κάποιο παρόμοιο έργο που θα μπορούσε να οδηγήσει τους ερευνητές στην τοποθεσία των καταλοίπων της Πελοποννήσου και το οποίο να δίνει σημαντικές πληροφορίες για αυτά. Ως  φυσική απόρροια, η σημαντική πλειονότητα των εκκλησιών και γεφυρών, δεν καταγράφηκαν λεπτομερώς και αναφέρθηκαν απλώς ως, «μεσαιωνικά», «βενετσιάνικα» και «τουρκικά».

Η Αποστολή κατέγραψε περισσότερα βυζαντινά μνημεία στην Μεσσηνία, καθώς σε αυτήν διεξήγαγε τις περισσότερες έρευνές της και αποτελούσε, για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, βάση της. Ωστόσο, η στάση της απέναντι στις συγκεκριμένες κατηγορίες μνημείων, είναι παρόμοια σε όλες τις περιοχές. Στις καταγραφές και στις αποτυπώσεις τους, οι ερευνητές περιέχουν ναούς, οι οποίοι δεν είναι μεγάλης ιστορικής σημασίας, όπως ο μη σωζώμενος σταυρεπίστεγος ναός του Οσφίνου, ενώ παραλείπονται πολλά γνωστά μνημεία, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον βυζαντινό Μυστρά. Όσον αφορά τα κάστρα των Βιλλαρδουϊνων, της φραγκικής δυναστείας που είχε κτήσεις στην Πελοπόννησο για σχεδόν δύο αιώνες, η Αποστολή φέρεται να μην επικεντρώθηκε σε αυτά, παρά την πολιτισμική σύνδεση μαζί τους, διότι οι καταγραφές τους δεν διαφέρουν στο επίπεδο της λεπτομέρειας, από τα λείψανα του βυζαντινού πολιτισμού.

Χάρτης της Πελοποννήσου που χαράχθηκε στο γενικό πολεμικό αμαξοστάσιο με βάση τον τριγωνισμό και τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν το 1829, το 1830 και το 1831 (1832), από τους Pierre Peytier, Émile Puillon Boblaye, Aristide-Camille Servier. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Τέλος, παρά την ονομασία της αποστολής τους, οι ερευνητές δεν περιόρισαν την δραστηριότητά τους στην Πελοπόννησο. Αντιθέτως, ορισμένα μέλη της επέκτειναν την δραστηριότητά τους και εκτός της χερσονήσου, σε μία προσπάθεια να καταγράψουν τα αρχαία μνημεία της Αθήνας και των Κυκλάδων, μία απόφαση η οποία, όπως και οι έρευνες στην Πελοπόννησο, κατέληξαν στην συμπτωματική αποτύπωση της βυζαντινής κληρονομιάς των προαναφερθέντων περιοχών. Κατά την παραμονή τους στις Κυκλάδες, οι γάλλοι ερευνητές ξεκίνησαν την πορεία τους στην Τήνο και την τερμάτισαν στην Μήλο, ανακαλύπτωντας πολλά βυζαντινά, αλλά και δυτικά χριστιανικά μνημεία. Ενδεικτικά, αναφέρεται ο, τότε, υπό ανέγερση ναός της Παναγίας, ο μεγάλος αναφορικά με τον πληθυσμό των νησιών, αριθμός εκκλησιών των Κυκλάδων, ο ναός του Αγίου Αντωνίου της Νάξου, η Καταπολιανή της Πάρου, καθώς και ένα παλαιοχριστιανικό συγκρότημα. Στην δε περίπτωση της Αθήνας, οι αναφορές στην μεσαιωνική και μεταμεσαιωνική κληρονομιά είναι συχνότερη, καθώς, σε πολλές περιπτώσεις, τόσο ελληνικά, όσο και ρωμαϊκά αρχαία μνημεία, τα οποία όπως έχει αναφερθεί, συνιστούσε το κύριο ενδιαφέρον της Αποστολής, είχαν μετατραπεί σε χριστιανικές εκκλησίες από τους Βυζαντινούς και τους Λατίνους, αλλά και σε τζαμιά από τους Οθωμανούς.

Συνοπτικά, η επιστημονική αποστολή του Μορέως, παρά το αυστηρά περιορισμένο ιδεολογικό της πλαίσιο, ξεκίνησε μία σειρά γεγονότων, η οποία οδήγησε στην συστηματική ανακάλυψη της βυζαντινής κληρονομιάς. Ο κυριότερος αντίκτυπος, όσον αφορά την εξέλιξη της αρχαιολογικής επιστήμης στην Ελλάδα, συνιστά η ίδρυση της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής το 1846, της οποίας η δραστηριότητα, όπως ακριβώς ίσχυε και για την Αποστολή, διεξήγαγε σημαντικές έρευνες στα μεσαιωνικά κατάλοιπα, παρά το γεγονός πως ήταν συχνότερα στραμμένη προς την Αρχαιότητα. 


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Αθανασούλης Δ. (2017), ‘Τα βυζαντινά μεσαιωνικά και μεταμεσαιωνικά μνημεία’, στο: Γ. Σαϊτας (επιμ.), Το έργο της Γαλλικής Επιστημονικής Αποστολής του Μοριά (1829-1833), Β’ Μέρος, Τμήμα Αρχαιολογίας – Τμήμα Αρχιτεκτονικής, Γλυπτικής, Επιγραφών. Αθήνα: Εκδόσεις Μέλισσα
  • Πιζάνιας Πέτρος (2021), Η ελληνική επανάσταση 1821-1830, Αθήνα: εκδ. Βιβλιοπωλείον της “Εστίας”.
  • Hatzopoulos M. (2013), Receiving Byzantium in Early Modern Greece (1820s-1840s), στο: O. Delouis, A. Couderc, P. Guran (επιμ.), στο: Heritages de Byzance en Europe du sud-est à l’epoque moderne et contemporaine [Ecole francaise d’Athenes, Mondes méditerranéens et balkaniques 4], Athenes 
  • L’ expédition de Morée: symbole de renouveaux politique, scientifique et culturel, academia.edu, Διαθέσιμο εδώ
  • Τwo emblematic French maps of Peloponnese (Moree): Lapie’s 1826 vs the 1832 map (Expedition Scientifique). A digital comparison with respect to map-geometry and toponomy, academia.edu, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Φωκίων Δανιηλίδης
Φωκίων Δανιηλίδης
Αριστούχος απόφοιτος του ΤΙΑΔΠΑ στην Καλαμάτα και μεταπτυχιακός φοιτητής στο πρόγραμμα «Μάνατζμεντ και νέες Τεχνολογίες στην Πολιτιστική Κληρονομιά» του ΠΑΠΕΛ. Μιλάει Αγγλικά και Γαλλικά και στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται ερασιτεχνικά με την ζωγραφική manga και το μοντάζ. Από τον Δεκέμβριο του 2024 είναι πιλότος ΣμηΕΑ (drone) και στο μέλλον σκοπεύει να ασχοληθεί με την πολιτισμική διαχείρηση και την συγγραφή ιστορικών κειμένων.