13.8 C
Athens
Τρίτη, 29 Απριλίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΕκλογικός νόμος: Νομικές προεκτάσεις και συνταγματικές ισορροπίες

Εκλογικός νόμος: Νομικές προεκτάσεις και συνταγματικές ισορροπίες


Της Δήμητρας Βασιλείου,

Ο εκλογικός νόμος αποτελεί θεμέλιο λίθο της δημοκρατικής λειτουργίας, καθορίζοντας τον τρόπο με τον οποίο η λαϊκή βούληση μεταφράζεται σε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Η επιλογή του εκλογικού συστήματος δεν είναι απλώς τεχνικό ζήτημα, αλλά εμπεριέχει βαθιές νομικές και συνταγματικές διαστάσεις που επηρεάζουν την ποιότητα της δημοκρατίας και τη σταθερότητα της διακυβέρνησης.

Αναλογική εκπροσώπηση: Ιδεώδες ή θεσμικός κίνδυνος;

Η απλή αναλογική στο πλαίσιο της συνταγματικής αρχής της ισότητας της ψήφου αποτελεί το πιο δίκαιο εκλογικό σύστημα από θεωρητική άποψη. Αντανακλά το σύνολο της κοινωνικής πολυφωνίας επιτρέπει και την είσοδο μικρότερων πολιτικών σχηματισμών στη Βουλή. Ωστόσο, το ελληνικό Σύνταγμα δεν επιβάλλει συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα, παρά μόνο διασφαλίζει την ισότητα της ψήφου και την αντιπροσωπευτικότητα. Η αρχή της ισότητας της ψήφου απαιτεί κάθε ψήφος να έχει ίση βαρύτητα στην κατανομή των εδρών, ενώ η αντιπροσωπευτικότητα διασφαλίζει ότι η σύνθεση του κοινοβουλίου αντανακλά τη βούληση του εκλογικού συστήματος. Ωστόσο, η εφαρμογή αυτών των αρχών μπορεί να διαφοροποιηθεί ανάλογα με το εκλογικό σύστημα που υιοθετείται. Σε αυτό το πλαίσιο, το κοινοβούλιο έχει την ευχέρεια να θεσπίζει νόμους που τροποποιούν το εκλογικό σύστημα, αρκεί να μην παραβιάζουν τη συνταγματική αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.

Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: real.gr

Το νομικό όριο μεταξύ αναλογικότητας και σταθερότητας

Η ανάγκη για σταθερές κυβερνήσεις έχει οδηγήσει σε διαχρονικές παρεμβάσεις στο εκλογικό σύστημα, από την ενισχυμένη αναλογική έως το μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα. Ο τελευταίος εκλογικός νόμος επαναφέρει στοιχεία της απλής αναλογικής, αλλά διατηρεί τη ρήτρα του 3% ως όριο εισόδου στη βουλή. Παράλληλα, πρόσφατες συζητήσεις έχουν αναδείξει σενάρια αύξησης του ορίου στο 5%, κάτι που θα περιόριζε περεταίρω την εκπροσώπηση μικρότερων κομμάτων, θέτοντας ζήτημα συνταγματικότητας ως προς την ελεύθερη και ισότιμη πρόσβαση στην πολιτική αντιπροσώπευση.

Επιπλέον, η εφαρμογή του εκλογικού νόμου σε συνθήκες χαμηλής συσπείρωσης των μεγάλων κομμάτων δημιουργεί απρόβλεπτες συνέπειες. Σύμφωνα με πρόσφατες αναλύσεις, εάν το πρώτο κόμμα λάβει ποσοστό κάτω του 25%, το ισχύον σύστημα μετατρέπεται ουσιαστικά σε απλή αναλογική, καθώς το μπόνους εδρών μειώνεται σημαντικά. Αυτή η αβεβαιότητα θέτει πολιτικά και νομικά ερωτήματα: είναι ορθό να παραμένει ένα εκλογικό σύστημα σε ισχύ όταν η εφαρμογή του καταλήγει να παράγει αποτελέσματα αντίθετα από την πρόθεσή του νομοθέτη;

Δημοκρατικός διάλογος ή θεσμικός καιροσκοπισμός;

Η συζήτηση για αλλαγή του εκλογικού νόμου σε αυτή τη φάση εγείρει ζητήματα πολιτικής σκοπιμότητας. Με δεδομένο ότι κάθε αλλαγή που επηρεάζει τον εκλογικό μηχανισμό απαιτεί αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η όποια τροποποίηση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη συνταγματική αρχή της διαφανούς νομοθέτησης. Η πολιτική πραγματικότητα δείχνει ότι η εκλογική νομοθεσία συχνά τροποποιείται με γνώμονα τα εκλογικά συμφέροντα των κυβερνήσεων, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τη θεσμική συνέχεια και τη σταθερότητα του δικαίου.

Παράλληλα, οι προεκλογικές διαβουλεύσεις δε φαίνεται να δημιουργούν έδαφος για σταθερές μετεκλογικές συμμαχίες. Οι μέχρι τώρα διαβουλεύσεις δείχνουν ότι δεν υπάρχει σαφές πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ των μεγάλων κομμάτων, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο αβέβαιη την επόμενη μέρα των εκλογών. Εάν ο εκλογικός νόμος παραμείνει ως έχει, τότε οι εκλογές ενδέχεται να οδηγήσουν σε ένα κοινοβουλευτικό τοπίο με έντονη κατακερματισμένη αντιπροσώπευση και δυσκολίες σχηματισμού κυβέρνησης.

Μεικτά συστήματα και συνταγματικές προκλήσεις

Η μετάβαση από ένα αναλογικό σε ένα μεικτό σύστημα, που συνδυάζει αναλογικά και πλειοψηφικά στοιχεία, έχει προταθεί ως λύση για την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ αντιπροσωπευτικότητας και κυβερνητικής σταθερότητας. Σε τέτοια συστήματα, ένα μέρος των εδρών κατανέμεται αναλογικά και το υπόλοιπο αποδίδεται στο πρώτο κόμμα ως bonus. Η απόσταση μεταξύ αναλογικής και μεικτού συστήματος μπορεί να είναι έως και 50 έδρες. Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο τέτοιες ρυθμίσεις συνάδουν με την αρχή της ισότητας ψήφου και αν ισχύουν πραγματικά η διακυβέρνηση ή απλώς ευνοούν την αυτοδυναμία συγκεκριμένων κομμάτων.

Πηγή εικόνας: kathimerini.gr

Συμπέρασμα: Θεσμική υπευθυνότητα ή πολιτική αβεβαιότητα;

Η εκλογική νομοθεσία δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως εργαλείο συγκυριακής πολιτικής εξυπηρέτησης. Η ουσία του εκλογικού νόμου πρέπει να εδράζεται στη συνταγματική αρχή της δημοκρατικής διακυβέρνησης και στην ανάγκη για ισορροπία μεταξύ αναλογικής εκπροσώπησης και κυβερνητικής σταθερότητας. Αντί για βραχυπρόθεσμες αλλαγές που εξυπηρετούν πρόσκαιρα πολιτικά συμφέροντα, η χώρα χρειάζεται ένα θεσμικά διαμορφωμένο εκλογικό σύστημα, το οποίο θα παρέχει τόσο δίκαιη αντιπροσώπευση όσο και συνθήκες βιώσιμης διακυβέρνησης.

Με τις εκλογές να πλησιάζουν και τη δημόσια συζήτηση να εντείνεται, η κρίσιμη ερώτηση παραμένει: θα επικρατήσει η θεσμική υπευθυνότητα ή θα κυριαρχήσουν οι ευκαιριακές πολιτικές σκοπιμότητες;


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Χατζηπαντελής Θεόδωρος, Εκλογικός νόμος: από την αναλογική σε ένα μεικτό σύστημα, Syntagmawatch.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δήμητρα Βασιλείου
Δήμητρα Βασιλείου
Γεννήθηκε το 2003 στο Αγρίνιο. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Νομικής του ΕΚΠΑ. Αγαπά τη λογοτεχνία και τη φωτογραφία, ενώ παράλληλα ανακάλυψε ένα κρυφό πάθος για τις διαπραγματεύσεις. Της αρέσει να κάνει σόλο-ταξίδια και να συμμετέχει σε οργανωτικές επιτροπές νέων, ενώ πιστεύει πως πρέπει πάντα να λέμε αυτό που σκεφτόμαστε ακόμη και αν η φωνή μας τρέμει, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η ακτιβίστρια Maggie Kuhn.